ΙΧΘΥΣ: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ

Δευτέρα 9 Ιουνίου 2025

Ἱεραποστολικό ταξίδι στο Λονδίνο Ἀγγλίας

   «Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»

Ἱεραποστολικό ταξίδι στο Λονδίνο Ἀγγλίας

ἀπό 5 ἕως 16 Δεκεμβρίου 2019

Ἕνας κρυμμένος θησαυρός:   Ἡ Κυρά-Κούλα Κατσικίδου (1928- )

Εὑρίσκομαι ἀπό χθές, 5ην Δεκεμβρίου τοῦ ἔτους 2019 στό Λονδίνο Ἀγγλίας. Μέ προσεκάλεσε ὁ πρωτοπρεσβύτερος τῶν ἕξι ρουμανικῶν ἐνοριῶν π. Κωνσταντῖνος γιά διαλέξεις στίς ἐνορίες του σχετικά μέ τήν ἱεραποστολή στήν Ἀφρική, τήν μαγεία καί τά θαύματα τῆς Ὀρθοδοξίας. Προηγήθηκε ἐπικοινωνία μετά τοῦ ρουμάνου ἀδελφοῦ  Ἰωάννου Covanchi, ὁ ὁποῖος εἶχε μάθει γιά παλαιότερες ὁμιλίες μου στήν Ρουμανία καί προέτρεψε τόν π. Κωνσταντῖνο νά μέ καλέσει μέ τήν εὐλογία τοῦ μητροπολίτου Δυτικῆς Εὐρώπης σεβ. κ. Ἰωσήφ, ὁ ὁποῖος ἔχει τήν ἕδρα του στό Παρίσι Γαλλίας.  Ἐδόθη ἡ εὐλογία ἀπό τόν μητροπολίτη κ. Ἰωσήφ καί ἡ εὐλογία ἀπό τόν σεβαστό Καθηγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς μας, ἀρχιμ. π. Χριστοφόρο καί ἔτσι ἀπό Θεσσαλονίκη ταξίδευσα κατ᾿ εὐθεῖαν διά τό Λονδῖνο, ὅπου ἔφθασα μετά  ἀπό τρεῖς καί πλέον ὧρες.

 Στό ἀεροδρόμιο μέ παρέλαβε ὁ ρουμᾶνος ἀδελφός Ἰωάννης καί μετά ἀπό τρεῖς περίπου ὧρες ἐφθάσαμε στό σπίτι τῆς Κυπραίας κ. Κυριακούλας Κατσικίδου. Καί πῶς ἐφθάσαμε; Μέ ἀστικά λεωφορεῖα καί μέ ταχύτατα ἠλεκτρικά τραῖνα ἐν μέσῳ ἑκατοντάδων χιλιάδων ἀνθρώπων πού σάν τά μυρμήγκια ἔτρεχαν σ᾿ αὐτή τήν σύγχρονη μεγαλούπολι τῶν 12 ἑκατομμυρίων. Εὑρισκόμουν σέ μεγάλη ἀμηχανία πῶς διαβιοῦν τόσοι ἄνθρωποι καί μέ πόση κινητικότητα διήνυαν τίς ἀποστάσεις τους, χωρίς νά κυττάζουν σχεδόν καθόλου τόν διπλανό τους.

Ἡ κ. Κυριακούλα ἤ ἀλλιῶς κυρά Κούλα μέ ὑποδέχθηκε μέ καταφανῆ χαρά καί θερμά αἰσθήματα ἀγάπης καί σεβασμοῦ. Εἶχε ἑτοιμάσει φαγητά καί ἐφάγαμε. Ἀπό τήν συζήτησι πού εἴχαμε διεπίστωσα ὅτι εὑρισκόμουν  ἐνώπιον μιᾶς κρυφῆς ἁγίας τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὅλη της ἡ ζωή εἶναι μία ζωντανή ἐπικοινωνία μέ τόν οὐράνιο κόσμο. Καί μοῦ ἔλεγε τόσες πολλές θαυμαστές ἱστορίες, πού δέν χόρταινα νά τίς ἀκούω καί νά εὐφραίνομαι πνευματικά. Εἶδα ὅτι ἔχει τό χάρισμα ἀπό τήν παιδική της ἡλικία νά συνομιλεῖ μέ τόν Χριστό, τήν Θεοτόκο καί τούς Ἁγίους σάν νά εἶναι στενοί συγγενεῖς της ἤ οἱ γείτονές της!

Γιά κάθε πρόβλημά της, ἐρωτᾶ τόν Χριστό, τόν Ἅγιο Νεκτάριο καί ἄλλους Ἁγίους. Καί μοῦ ἔλεγε: «Ἄχ πόσο ἀγαπῶ τόν Χριστό! Τόν ἔχω μέσα στήν καρδιά μου» Καί ἄρχισε νά κλαίει μπροστά μου ἀπό τήν αὐθόρμητη  ἀγάπη της. Προσεύχεται στούς  Ἁγίους μέ τήν ἁπλότητα μικροῦ παιδιοῦ. Καί στόν ὕπνο της ἔρχονται οἱ Ἅγιοι καί τῆς λέγουν τί θα κάνει. Τούς ἐρωτᾶ ὅ,τι ἐκείνη θέλει τήν ἡμέρα καί στόν ὕπνο της ἔρχονται οἱ Ἅγιοι καί τῆς ἀπαντοῦν. Ἄλλοτε ἀκούει τήν φωνή τους στό αὐτί της, ὅταν ξαπλώνει!  Ἔχει ἀπόλυτη ἐξάρτησι μέ τούς Ἁγίους καί προσεύχεται  ὄχι μόνο γιά τά προβλήματα τῶν παιδιῶν καί ἐγγονῶν της, ἀλλά καί γιά τόν ἄλλο κόσμο, γιά τήν Κύπρο, γιά τούς ἀσθενεῖς καί γιά τήν ἐλευθερία τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί τήν ἐπαναλειτουργία τῆς Ἁγίας Σοφίας. Στήν συνέχεια ὑπό μορφήν διαλόγου θα συνεχίσουμε τήν περιγραφῆ αὐτῆς τῆς ψυχωφελοῦς συνομιλίας μας.

-Κυρά Κούλα, πέστε μου λίγα λόγια γιά τήν καταγωγή σας καί γιατί ξενητευθήκατε στήν Ἀγγλία;

Πάτερ, μοῦ εἶπε, ὁ Ἅγιος Νεκτάριος σέ ἔστειλε νά γράψεις, ὅσα θά σοῦ εἰπῶ. Μία ἀνώτερη δύναμις μέ σπρώχνει ἐδῶ καί πολύ καιρό νά τά εἰπῶ ὅλα αὐτά πού εἶδα καί ἔζησα μέ τόν Ἅγιο Νεκτάριο καί μέ τούς ἄλλους Ἁγίους, μέ τόν Χριστό καί τήν Παναγία μας! 

-Γεννήθηκα στὀ χωριό Ἅγιος Ἠλίας Ἀμμοχώστου. Οἱ γονεῖς μου ἐλέγοντο Μιχαήλ καί Ἑλένη. Ἀσχολοῦντο μέ τήν γεωργία. Ὁ πατέρας μου, ἐπειδή ἤθελε νά ἀγοράση μεταφορικό αὐτοκίνητο γιά τά γεωργικά του προϊόντα, ἔφυγε γιά τήν Ἀγγλία το 1930 μέ σκοπό νά ἐργασθῆ καί μέ τά χρήματα νά ἐπιστρέψει πίσω καί νά ἀγοράση τό αὐτοκίνητο.  Ὅμως ἐκεῖ στήν Ἀγγλία ἀρρώστησε καί ἀπέθανε μετά ἀπό πέντε χρόνια το 1935. Ἐγώ γεννήθηκα το 1928 καί ὁ ἀδελφός μου Λάμπρος το 1929. Ὅταν ἔφυγε ὁ πατέρας μου ἐγώ ἤμουν 14 μηνῶν. Ὁπότε δέν τόν ἐγνώρισα προσωπικά, ὅμως τόν ἀγαπῶ καί τοῦ κάνω πάντοτε τά μνημόσυνά του. Ὁ ἀδελφός μου Λάμπρος ἦλθε ἐδῶ στήν Ἀγγλία σέ ἡλικία 17 ἐτῶν, τό 1946, καί ἐδούλευε στούς θείους μας.

Πρίν φύγω ἀπό τήν Κύπρο, εἶδα στόν ὕπνο μου τόν Χριστό καί μοῦ ἔλεγε: «Μετανοεῖτε. Ἥγγικε γάρ ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Ἐγώ δέν καταλάβαινα τί ἐννοοῦσαν τά λόγια του. Σέ ἄλλο ὄνειρο εἶδα τήν Παναγία στόν ὕπνο μου ἡ ὁποία μοῦ εἶπε: «Νά εἰπῆς στούς Ἅγιο-Ἠλιῶτες, δηλαδή στούς κατοίκους τοῦ χωριοῦ τοῦ ἁγίου Ἠλία νά μοῦ διορθώσουν τά σπίτια μου (ἐκκλησίες μου), διότι τίς ἄφησαν καί ἐρήμωσαν. Νά τά ἐπισκευάσουν ἀπό τά εἰσοδήματά μου καί νά μή  τά δίνουν ὅλα στήν Ἀρχιεπισκοπή. Διότι τά χωράφια μου τά θέλω. Μοῦ τά ἐδώρισαν».

 Ὁ Κύπρου Μακάριος ἐπούλησε ἕνα χωράφι της καί ἡ Παναγία μοῦ ἐμφανίσθηκε καί μοῦ εἶπε παραπονεμένη γιατί ἐπούλησαν τό χωράφι της. Εἶναι δῶρο ἀπό τούς χριστιανούς.  «Μοῦ τό ἐδώρισε ὁ παπποῦς τοῦ παπποῦ τοῦ Χατζηαδάμου». Ἐγώ δέν τούς ἤξερα αὐτούς, ἀλλά ἡ μάννα μου τούς ἤξερε.

 Ὅλα αὐτά τά ὄνειρα τά ἔλεγα στήν μάννα μου κι αὐτή μοῦ ἔλεγε νά μή διαβάζω πολλά βιβλία γιατί θα χάσω τά μυαλά μου. Ὅταν τῆς εἶπα ὅτι τό τάδε χωράφι ἦταν τῆς Παναγίας, τότε ἡ μάννα μου ἐπίστευσε. Ἡ Παναγία μοῦ εἶπε ὅτι «τό τάδε χωράφι πού ἔκοβε χόρτα ἡ μάννα σου ἦταν δικό μου. Κατόπιν μοῦ τό ἐπώλησαν. Ἦταν 40 στρέμματα. Κι αὐτός τό μεταπώλησε, διότι τόν βρῆκαν πολλά κακά στό σπίτι του».

Ἡ Παναγία στό ἴδιο ὄνειρο πού τήν εἶδα καί μοῦ παραπονέθηκε γιά τά σπίτια της, μοῦ εἶπε ἀκόμη καί τά ἑξῆς: «Θα σᾶς βομβαρδίσει ἡ Τουρκία καί θά χάση ἡ μάννα τό παιδί καί τό παιδί τήν μάννα. Καί θα ἐγκλωβιστοῦν πολλοί ἄνθρωποι.  Καί μοῦ ἔδειξε τήν οἰκογένεια τοῦ θείου μου Προδρόμου, ἀδελφοῦ τῆς μάννας μου. Κι αὐτοί πράγματι ἐγκλωβίσθηκαν. Ἐγώ τούς εἶπα νά ἀνάψουν τό καντήλι τῆς Παναγίας καί νά γονατίσουμε ὅλοι προσευχόμενοι. Τότε ἄκουσα τήν φωνή τῆς Παναγίας πού μοῦ εἶπε: «Σωθήκατε διά τῆς προσευχῆς».

 Ἐγώ ἦλθα ἐδῶ στήν Ἀγγλία τό 1953 σέ ἡλικία 25 ἐτῶν . Ἡ μητέρα μου μέ πάντρεψε στήν Κύπρο τό 1945 ἀπό τήν ἡλικία τῶν 17 ἐτῶν μέ τόν Χρῖστον Κατσικίδη, ράπτη στό ἐπάγγελμα. Καί ἀποκτήσαμε στήν Κύπρο 4 παιδιά, τόν Μιχάλη, τόν Παναγιώτη, τόν Γεώργιο καί τήν Ἑλένη. Μετά ἀπό ἑπτά χρόνια ἀποκτήσαμε καί τό πέμπτο παιδί μας, τόν Ρένο.

Ὅταν ἤμουν ἔγκυος  στό πέμπτο παιδί μας, ἐπερίμενα νά γεννήσω κορίτσι καί εἶχα σκοπό νά τοῦ δώσω τό ὄνομα τῆς πεθερᾶς μου Αἰκατερίνης, ἡ ὁποία ἀπέθανε 30 ἐτῶν στήν γέννα ἑνός παιδιοῦ της. Τελικά ἐγέννησα ἀγόρι καί δέν ἤξερα τί ὄνομα νά τοῦ δώσω. Μία νύκτα ἄκουσα τήν φωνή τῆς Παναγίας στό αὐτί μου, ὅταν ἤμουν ἀκόμη στό νοσοκομεῖο μετά τόν τοκετό μου, καί μοῦ εἶπε: «Μή μαραζώνεις, παιδί μου. Δώσε στό παιδί τό ὄνομα Ρένος πού βγαίνει ἀπό τό ὄνομα Αἰκατερίνη. Κι ἔτσι εἶναι τό ἴδιο πρᾶγμα». Κι ἐγώ δέν ἤξερα αὐτό τό ὄνομα οὔτε ὅτι βγαίνει ἀπό τό ὄνομα Αἰκατερίνη. Ἡ Παναγία μέ ἀγαποῦσε καί μέ βοηθοῦσε σέ ὅλα. Ἔκανα κι ἐγώ ὑπομονή, μεγάλη ὑπομονή γιά ὅλα τά προβλήματα.

Προτοῦ νά ἔλθω ἐδῶ στενοχωριόμουν ποῦ θα πάω καί πῶς θα ζήσω στήν ξενητειά καί μέ τόσα παιδιά!. Μία νύκτα εἶδα στόν ὕπνο μου ἕνα σταυρό στόν οὐρανό πού κυμάτιζε σάν λάβαρο μέ χρυσά κρόσσια γύρω γύρω καί μία φωνή  μοῦ ἔλεγε:  «Μή μαραζώνεις καί μία ἀνωτέρα δύναμις θα σέ βοηθήσει». Εἶχα στενοχώρια, διότι ὁ ἄνδρας μου πού ἦλθε ἐδῶ τό 1952 καί μᾶς καλοῦσε νά ἔλθουμε κι ἐμεῖς, δέν μᾶς ἔδινε τό κράτος βίζα, διότι δέν ἐδέχοντο ὁλόκληρη οἰκογένεια μέ παιδιά σέ σπίτι μέ ἐνοίκιο. Ἔπρεπε νά ἔχουμε δικό μας σπίτι.

Ὅταν εἶδα τόν Σταυρόν, τό εἶπα στήν μάννα μου, καί ἐκείνη μέ ἔστειλε νά ἀνάψω ἕνα κερί στήν ἐκκλησούλα τοῦ Σταυροῦ πού ἦταν στήν ἄκρη τοῦ Βαρωσιοῦ (Ἁμμοχώστόυ). Παρεκάλεσα τόν Θεό νά μέ βοηθήσει. Εἶχα πολλή χαρά πού εἶδα τόν Σταυρόν τοῦ Χριστοῦ στόν οὐρανό.  Ἐπειδή εἶχα σάν κληρονομιά τό σπίτι τοῦ πατέρα μου, τό εἶπα στήν μητέρα μου νά τό πουλήσουμε καί μέ τά χρήματα αὐτά νά ἀγοράσουμε σπίτι στήν Ἀγγλία. Τό πουλήσαμε καί ἔστειλα 250 λίρες στόν ἄνδρα μου καί ἐνοίκιασε ἕνα σπίτι, ὅπου ἐμείναμε ἐκεῖ 13 χρόνια. Μετά ἦλθα ἐγώ μέ τά 4 παιδιά μέ τό πλοῖο. Περάσαμε πρῶτα ἀπό τόν Ἅγιο Ἀνδρέα, 30 τοῦ Νιόμβρη. Ἀνάψαμε κεράκι καί μετά μπήκαμε στό πλοῖο. Περάσαμε κι ἀπό ἕνα λιμάνι τῆς Κρήτης. Ὅταν οἱ ἄνθρωποι μᾶς εἴδασιν μέσα στό πλοῖο μᾶς ἐφέρασιν φροῦτα καί τρόφιμα. Εἴδασιν  ὅτι εἶχα μικρά παιδιά!  Μέχρι νά φθάσουμε ἐκάναμε στήν θάλασσα 11 ἡμέρες!  

Στήν στάσι Βικτώρια ἐφθάσαμεν. Εἶχε πολύ κρῦο, ὀμίχλη, παγωνιά καί πολλή σκοτεινιά. Ἀπογοητεύθηκα καί εἶπα: «Παναγία μου αὐτό εἶναι τό Λονδίνο πού ἐπιθυμοῦσα νά ἔλθω πρίν ἀπό τόσο καιρό; Καί ἤθελα νά γυρίσω πίσω. Τά παιδιά τά ἀγκάλιασε ὁ πατέρας τους καί ἦταν εὐτυχισμένος πού τά εἶδε.  Μαζί μας ἔμενε καί ὁ ἀδελφός μου Λάμπρος, ὁ ὁποῖος εἶχε ἀνοίξει δικό του ἑστιατόριο καί ἐδούλευε καλά. Ἀπέκτησεν  κι αὐτός 4 παιδιά τά ὁποῖα μένουσιν ὅλα ἐδῶ καί εἶναι ἀποκατεστημένα. Μετά ἀπό ἕνα χρόνο ἦλθε καί ἡ μάννα μου μόνη της. Ἔμεινε μαζί μας καί μᾶς βοηθοῦσε στίς δουλειές καί στήν ἀνατροφή τῶν παιδιῶν μου.

Ἐμεῖς μέ τόν Χρῖστο ἀνοίξαμε ἕνα ἐργαστήριο ραπτικῆς τό 1959, καί τά παιδιά τά κρατοῦσε ἡ μητέρα μου. Ἐγώ τότε ἤμουν ἔγκυος στόν Ρένο. Τότε ἦταν μόνο δύο ἐκκλησίες καί ἦταν πολύ μακριά ἀπό τό σπίτι μας. Καί πηγαίναμε μία φορά τόν χρόνο νά κοινωνήσουν τά παιδιά μας. Ἠξέραμε νά κάνουμε μόνο τόν σταυρό μας, πρίν τόν ὕπνο μας λέγοντας καί τό Πάτερ ἡμῶν. Μαζί μου ἔφερα τό Εὐαγγέλιο πού μοῦ ἐδώσασιν οἱ δάσκαλοι στό σχολεῖο, τήν εἰκόνα τοῦ Ἀποστόλου Βαρνάβα καί τό ἀναγνωστικό τῆς Α΄Δημοτικοῦ γιά νά μάθουσιν τά παιδιά μου ἑλληνικά. Ὅμως παρακαλοῦσα τόν Θεό νά μᾶς βοηθήσει πάντοτε. Καί μᾶς βοηθοῦσεν ὁ Θεός καί ἡ Παναγία.

Μία ἡμέρα καθώς ἐπήγαινα στήν δουλειά μου ἔψαλλα τό Κοντάκιο: «Τῆ Ὑπερμάχω Στρατηγῶ….». Καί ξαφνικά ἄκουσα μία φωνή στό αὐτί μου. Ἦταν ἡ φωνή τῆς Θεοτόκου καί μοῦ εἶπε:  «Αὐτός ὁ ὕμνος, ἦταν ὁ ἐθνικός ὕμνος τῶν Ἑλλήνων στήν αὐτοκρατορία τῆς Κωνσταντινουπόλεως». Καί κατάλαβα ὅτι χάρηκε πού τῆς ἔψαλλα αὐτό τόν ὕμνο.

Μία ἄλλη φορά τό τελευταῖο παιδί μου, ὁ Ρένος, ἡλικίας ὀκτώ χρονῶν χάθηκε. Εἶχε πάει νά συναντήσει τόν ἀδελφό του, πού ἔπαιζε ποδόσφαιρο στό πάρκο. Ἀλλά ἔκανε λάθος δρόμο καί χάθηκε. Τότε ἐγώ μέ πολλή ψυχραιμία προσευχήθηκα στήν Παναγία καί εἶχα ἐμπιστοσύνη ὅτι ἡ Παναγία θα τό προστατεύσει. Βγῆκα ἔξω στούς δρόμους καί τό ἔψαχνα. Τελικά τόν εἶδα στόν δρόμο νά τόν φέρει μία γυναῖκα ἀπό τό χέρι. Τό ἐπῆρα ἐπήγαμε σπίτι καί γονατίσαμε μέ τό παιδί νά εὐχαριστήσουμε τήν Παναγία. Ὅλοι ἔκλαιγαν καί τά ἀδέλφια του καί ὁ πατέρας του καί μόνο ἐγώ δέν ἔκλαιγα διότι εἶχα ἐμπιστοσύνη στήν Παναγία, ὅτι θα μοῦ τό φέρει τό παιδί κοντά μου.

Μετά ἀπό δύο μῆνες εἶδα ἕνα παράξενο ὄνειρο. Εἶδα ὅτι κρατοῦσα τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας, τῆς γειτονικῆς ἐκκλησίας μας στό χέρι μου. Καί τῆς ἔλεγα: «Βοήθα μέ νά βρῶ τόν Ρένο καί θά σοῦ φέρω μία λαμπάδα. Ἦταν ὄνειρο, διότι τόν Ρένο τόν βρῆκα τήν ἡμέρα πού χάθηκε πρίν ἀπό δύο μῆνες. Ἀλλά ἀπό τήν ἀγωνία μου πού ζοῦσα τότε, εἶδα αὐτό τό ὄνειρο μετά.  Ὅμως παρήγγειλα τήν λαμπάδα, ὅση τό μπόϊ τοῦ παιδιοῦ μου. Καί ἔμαθα ὅτι ἐκεῖνες τίς ἡμέρες θα ἦταν τά ἐγκαίνια τῆς ἐκκλησίας. Καί χαιρόμουν διότι ἦταν ἡ μόνη λαμπάδα πού ἔκαιγε 2-3 ἡμέρες, μέρα νύκτα χωρίς νά τήν σβήνουν.

Τό 1966 ἔγιναν τά ἐγκαίνια τῆς τρίτης ἐκκλησίας, πρός τιμήν τῆς Γεννήσεως τῆς Παναγίας στήν περιοχή Camber well. Κάποια Κυριακή ἐπῆγα ἐκεῖ καί μία κυρία μοῦ ἔδωσε τό βιβλίο τοῦ ἁγίου Νεκταρίου. Δέν τόν γνώριζα. Ἦταν νέος Ἅγιος. Τό διάβαζα στόν δρόμο καί τό ἔβρεχα μέ τά δάκρυά μου, λόγω τῆς χαρᾶς πού τόν γνώρισα. Ἦτο τόσο μεγάλος Ἅγιος!

Κάποια ἡμέρα πού ἦταν Παρασκευή, μετά τήν δουλειά μου, μέ πονοῦσε ἡ μέση μου. Ἕβαλα τό βιβλίο του στήν μέση μου κι ἀμέσως ἔφυγαν οἱ πόνοι. Τοῦ εἶπα: «Ἅγιέ μου Νεκτάριε, βοήθησέ μέ νά γίνω καλά καί θα στείλω ἕνα μπουκάλι λάδι στόν τάφο σου. Τήν ὥρα πού ἔγραφα τήν ἐπιστολή νά τήν στείλω στήν  μονή του στήν Αἴγινα, ἕνα φῶς μέ περικύκλωσε καί ἐγώ φοβήθηκα!  Σταμάτησα νά γράφω καί γονάτισα λέγοντας τό «Πάτερ ἡμῶν…» μέχρι νά φύγει αὐτό τό παράξενο φῶς. Ἀλλά τί φῶς ἦταν αὐτό δέν ἤξερα, διότι δέν τό εἶχα ἰδεῖ ἄλλη φορά. Ἔφυγε τό φῶς καί ἡσύχασα, διότι ἤμουν ταραγμένη!   Ἦταν πρωϊ πού τό εἶδα. Τελείωσα τήν ἐπιστόλή καί τήν ἔστειλα στό ταχυδρομεῖο.

Καί ἔφθασε τό μπουκάλι ἀεροπορικῶς. Καί σέ τρεῖς ἑβδομάδες ἦλθε ἐπιστολή ἀπό τήν μονή τοῦ ἁγίου Νεκταρίου καί λαδάκι ἀπό τό καντήλι τοῦ Ἁγίου!

Τό 1973 μοῦ ἔδειξε ἡ Θεοτόκος ὅτι θα γίνει πόλεμος στήν Κύπρο λόγω τῆς ἁμαρτωλῆς ζωῆς καί τῆς ἀσωτίας τοῦ Κυπριακοῦ λαοῦ. Κι ἐγώ εἶπα στήν κόρη μου πού ἦταν στήν Κύπρο ὅτι πλησιάζει ὁ πόλεμος καί ἡ κόρη μου μοῦ εἶπε: «Ὁ οὐρανός εἶναι καθαρός καί ἐσύ μιλᾶς γιά πόλεμο; Τῆς εἶπα:

-Θα γίνει πόλεμος καί ὁ Ἀνδρέας ὁ ἄνδρας σου θα πάει στόν πόλεμο. Καί ἐκεῖ πού θα εἶναι φρουρός, νά ἔχει προσοχή, διότι θα ἔλθει κάποιος τήν νύκτα νά τόν μαχαιρώσει. Καί πρέπει νά προσέχει.

Αὐτά μοῦ τά εἶπε ἡ Παναγία! Ἔγινε ὁ πόλεμος τό 1974. Ὁ Ἀνδρέας ἦταν πράγματι μία νύκτα φρουρός σέ ἕνα φυλάκιο. Καί τήν νύκτα ἦλθε ἕνας ἄλλος στρατιώτης, ὁ ὁποῖος δέν ἤξερε ὅτι τό φυλακιο αὐτό εἶχε καταληφθῆ ἀπό τούς Ἕλληνες. Ὁ Ἀνδρέας εἶπε:

-Ἄλτ. Τίς εἶ;

-Τελικά γνωρίσθηκαν ὅτι ἦταν Ἕλληνες καί ὁ νυκτερινός στρατιώτης τοῦ εἶπε: «Ἐνόμιζα ὅτι τό φυλάκιο ἀνῆκε στόύς τούρκους καί ἐρχόμουν νά σέ σκοτώσω.

Τήν ἴδια χρονιά, 1973, εἶδα στόν ὕπνο μου ὅτι εὑρισκόμουν σέ μία ἐκκλησία τῆς Λευκωσίας κοντά στήν περιοχή Ἀγλαζιάν. Καί ἐκεῖ εἶδα πολύ στρατό. Εἶχαν ἀσπίδες γιά νά προστατεύονται καί περπατοῦσαν καί σηκωνόταν πολλή σκόνη. Κι ἄκουσα φωνή πού ἔλεγε: «Ἦχος πολέμου! Αὐτό  τόν λόγο μοῦ τόν εἶπε Κύριος.

Τό 1968 εἶδα σέ ἐγρήγορσι, τήν Μεγαλόχαρη τοῦ Κύκκου. Ἤμουν στό σπίτι μου στην Λευκωσία. Ἐξάπλωσα λίγο νά ξεκουρασθῶ καί  πέρασε ἀπό μπροστά μου καί μοῦ εἶπε:

-Περιπλανῶμαι στα βουνά τοῦ Κύκκκου. Τῆς εἶπα:

-Νά πάω νά  τό εἰπῶ στούς Πατέρες τῆς μονῆς,  Μεγαλόχαρή μου;

Τό ἀπόγευμα ἐπῆγα στήν Μονή Κύκκου καί τούς εἶπα τί μοῦ εἶπε ἡ Θεοτόκος. Ἀλλά δέν μέ ἄκουσαν. Δέν μοῦ ἔδωσαν σημασία. Μόνον ἕνας Δόκιμος, ὁ Γεώργιος μέ ἐπίστευσε. Καί μετά μέ ἄλλες δύο γυναῖκες ἐκάναμε τήν Παράκλησι τῆς Θεοτόκου. Τότε ἐτρόμαξα, διότι εἶδα νά ἀνεβοκατεβαίνουν τίς σκάλες τοῦ μοναστηριοῦ 6 μαῦροι γάτοι καί 6 κόκκινοι καί ἔκαναν πολύ θόρυβο καί ἐγκρίνιαζαν.

Τό εἶπα στόν Δόκιμο Γεώργιο καί ἐκεῖνος μοῦ εἶπε ὅτι ἡ Παναγία δέν θα εἶναι εὐχαριστημένη ἀπό ἐμᾶς ἐδῶ τούς μοναχούς της!

Μετά τήν Παράκλησι ἐπῆγα στήν Λευκωσία, στόν ἀδελφό τοῦ ἄνδρα μου, τόν Κώστα Κατσικίδη, πού ἔμενε στήν Ἀγλαζιά. Ἦταν 15αὔγουστός. Τήν ἴδια ἡμέρα τό ἀπόγευμα ἔκανα τήν Παράκλησι τῆς Παναγίας στό σπήλαιο πού εἶναι ἡ ἐκκλησία ἡ Χρυσοσπηλιώτισσα.   Ἐκεῖ  εἶδα τόν Χριστό νά εἶναι σέ μία καλύβη, ἔξω  καί δίπλα ἀπό τόν ποταμό, πού ἐκείνη τήν ἐποχή δέν εἶχε νερό.  Ἦταν μαζί μέ τούς 12 Ἀποστόλους ντυμένους στά λευκά. Ὁ Χριστός κρατοῦσε σάν βοσκός ἕνα μπαστούνι ψηλό καί μοῦ εἶπε:

-Τό κακό θα ξεκινήσει ἀπό τήν Μεσσαωρία. Τά γυναικόπαιδα νά πᾶνε στά βουνά τῆς Πάφου νά κρυφθοῦν γιά νά γλυτώσουν. Καί μοῦ ἔδειξε ἐκεῖ ψηλά νά εἶναι παρατεταγμένος πολύς στρατός.

Ἔγραψα καί ἐπιστολή στόν Ἀρχιεπίσκοπο Κύπρου Μακάριο, 4 σελίδες λέγοντάς του ὅτι θα μᾶς κτυπήσει ἡ Τουρκία». Ὁ Κύπρου Μακάριος μοῦ ἀπήντησε ὡς ἑξῆς: «Σέ εὐχαριστοῦμε πού προσεύχεσαι γιά τήν Κύπρο». Ἀλλά ἐγώ δέν εὐχαριστήθηκα μέ τά λόγια του αὐτά. Ἤθελα νά κάνουν κάτι γιά νά σταματήσει τό κακό, ἀλλά δέν ἔκαναν τίποτε. Δέν ἐπιστεύασιν αὐτά πού τούς ἔλεγα. Καί τούς ἄφησα. Ἐπῆγα στήν Ἀρχιεπισκοπή καί τούς εἶπα νά διορθώσουν τάς σπίτια τῆς Παναγίας, ἀλλά αὐτοί δέν μέ ἐπιστεύασιν καί μοῦ ἐλέγασιν νά τά διορθώσετε ἐσεῖς. Ὄχι τούς εἶπα. «Νά τά διορθώσετε ἐσεῖς, ἀλλά ἀπό τά εἰσοδήματά της». Ἔτσι μοῦ εἶπε ἡ Παναγία. Ἐγώ τούς εἶπα «μένω στήν Ἀγγλία καί δέν  μπορῶ νά τά διορθώσω!»

 Τό χωριό μου σήμερα δέν ὑπάρχει. Ἐπῆραν καί τίς πέτρες τῶν σπιτιῶν τῆς Παναγίας μας (ἐκκλησίες της) καί ἔκτισαν  τό τζαμί τους. Ὅλα τά σπίτια μας τά ἐγκρέμισαν καί ἔχουν γίνει χωράφια. Καί ἔβαλαν ἐκεῖ τό ἄγαλμα τοῦ Κεμάλ Ἀτατούρκ. Ἔχουσιν γκρεμίσει μέχρι τώρα στήν  Κύπρο μας οἱ τοῦρκοι 572 ἐκκλησιές!

Πρίν ἐπισκεφθῶ τήν Κύπρο τό 1968, εἶδα στόν ὕπνο μου τήν ἐκκλησία τοῦ χωριοῦ μας, τοῦ Προφήτου Ἠλία, ὅπου ἡ εἰκόνα τοῦ ἁγίου Γεωργίου ἦταν σπασμένη στήν μέση. Τό πρωΐ εἶπα στόν ἄνδρα μου: «Ἡ εἰκόνα εἶναι χαλασμένη, δώσε μου περισσότερα χρήματα γιά νά ἐπισκευάσω καί τήν εἰκόνα του. Ὅταν φθάσαμε στήν Κύπρο, ἐπῆγα στήν ἐκκλησία μας καί πράγματι ἡ εἰκόνα τοῦ ἁγίου Γεωργίου ἦταν σπασμένη καί παλιά. Παρήγγειλα στούς μοναχούς τοῦ Ἀποστόλου Βαρνάβα-ἦταν τρία ἀδέλφια-τούς ἐπλήρωσα καί ἡ ἐξαδέλφη μου τήν μετέφερε στήν ἐκκλησία τοῦ Προφήτου Ἠλία.΄Ἐγώ δέν τήν εἶδα, διότι ἔφυγα στήν Ἀγγλία καί μετά ἀπό λίγα χρόνια ἦλθε ἡ τουρκική κατοχή. Καί ἀπό τότες ἐγώ δέν ἐπῆγα πάλι στήν Κύπρο!

 Ἐπῆγα στήν Κύπρο τό 1968, ὅπως σᾶς εἶπα, γιά νά ἀφήσω τήν κόρη μου Ἑλένη, διότι δέν ἤθελε νά μείνει στήν Ἀγγλία νά συνεχίσει τίς σπουδές του. Καί ἤθελε νά γυρίσει στήν πατρίδα μας, κυρίως γιά νά μάθει καλά τά ἑλληνικά. Γράφθηκε σέ ἰδιωτικό σχολεῖο, πού ὑπεύθυνες ἦσαν μοναχές. Δέν ἔμεινε πολύ καιρό. Λόγῳ τῆς μοναξιᾶς της δέν ἔτρωγε καί ἀρρώστησε. Ὁπότε πρίν κλείσει χρόνο ἐπέστρεψε καί πάλι κοντά μας, στήν Ἀγγλία.

Τό 1969 τήν 11ην Ὀκτωβρίου, εἶδα στόν ὕπνο μου τρεῖς ἱερεῖς νά καθαρίζουν μία ἀγγλικανική ἐκκλησία.  Ὅλα τά σκουπίδια τά ἔβγαλαν ἔξω καί ἐπάνω σ᾿ αὐτά εἶδα μία μεγάλη ἄγκυρα. Μετά οἱ δύο ἱερεῖς ἐστέκοντο ἔξω ἀπό τήν ἐκκλησία σέ ψηλές καρέκλες καί ὁ τρίτος στεκόταν ὄρθιος, χωρίς νά βλέπω τήν μορφή του. Ἐγώ ἐνόμισα ὅτι ἦταν ὁ π. Γρηγόριος, ἀρχιμ. τότε τῆς Μητροπόλεώς μας καί μετέπειτα μητροπολίτης μας, ὁ ὁποῖος ἐκοιμήθη πρό ἡμερῶν, στίς 4 Δεκεμβρίου 2019. Ἀλλά, ὅταν ἔστρεψε λίγο τήν μορφή του, εἶδα ὅτι ἦταν ὁ Ἅγιος Νεκτάριος. Τό εἶπα αὐτό στόν ἄνδρα μου στόν Χρῖστο καί τόν ἐρώτησα:

-Τί νά θέλει ἄραγε ὁ Ἅγιος. Καί ὁ ἄνδρας μου, μοῦ εἶπε:

-Ἴσως νά θέλει νά τοῦ κτίσουμε ἐκκλησία.

Μετά ἄκουσα ἐγώ ἀπό ἄλλες γυναῖκες ὅτι γινόταν Παράκλησις τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου στήν παλιά ἐδῶ ἐκκλησία μας, τῶν Ἁγίων Πάντων. Μέ τόν ἄνδρα μου περάσαμε ἀπό ἐκεῖ, ἀνάψαμε ἕνα κεράκι καί ὁ παππᾶς μᾶς ἔδωσε λαδάκι ἀπό τό καντήλι τοῦ ἁγίου Νεκταρίου.

Τήν ἴδια νύκτα, ὅταν ἐπιστρέψαμε στό σπίτι μας, ὁ ἄνδρας μου εἶχε ἕναν ὄγκο ἔπάνω στόν βραχίονα τοῦ ἀριστεροῦ χεριοῦ του. Τοῦ εἶπα νά τό σταυρώσω μέ τό λαδάκι τοῦ ἁγίου Νεκταρίου. Τό δέχθηκε. Καί τόν ἐπάλειψα μέ τό λαδάκι.

Τήν νύκτα εἶδα στόν ὕπνο μου τόν ἅγιο Νεκτάριο καί μοῦ εἶπε:

-Ὁ ἄνδρας σου νά πάει νά ἐξομολογηθῆ γιά νά συγχωρηθῆ.

Τοῦ εἶπα τοῦ ἄνδρα μου τά λόγια τοῦ Ἁγίου καί ἐκεῖνος μέ ἐρώτησε:

-Καί ποῦ νά πάω;

Τήν νύκτα ἦλθε καί πάλι ὁ Ἅγιος στόν ὕπνο μου καί μοῦ εἶπε:

-Πές του του νά πάει ὅπου δήποτε.

Ἀποφασίσαμε καί ἐπήγαμε μαζί στό μοναστήρι τοῦ ἁγίου Προδρόμου, στό Ἔσσεξ. Ἐξωμολογηθήκαμε στόν Γέροντα π. Σωφρόνιο. Ἐκεῖνος μοῦ εἶπε νά πάω ἐκεῖ γιά μοναχή. Τοῦ εἶπα ὅτι ἔχω πέντε παιδιά καί ποῦ θα τά ἀφήσω. Εἶναι δύσκολο γιά μένα. Καί μοῦ εἶπε νά κυττάξω τήν οἰκογένειά μου.

Τήν ἄλλη ἡμέρα ἐπῆγα στήν δουλειά μου καί μία κοπέλλα κυπραία πού ἐδούλευε στό δικό μας ἐργαστήριο, ἕκλαιγε. Ὁ πατέρας της ἦταν ἄρρωστος στό νοσοκομεῖο ἀπό τήν καρδιά του. Τῆς εἶπα νά μή στενοχωριέται καί ὁ ἅγιος Νεκτάριος θα τόν κάνει καλά. Καί τήν νύκτα ἐπῆγε ὁ Ἅγιος στόν πατέρα της καί τοῦ εἶπε: «Νά πᾶς στήν ἐκκλησία τῶν Ἁγίων Πάντων νά ἀνάψης κερί καί θα γίνεις καλά». Ἐπῆγε καί πράγματι ἔγινε καλά, χωρίς νά κάνει τήν ἐγχείρησι καρδιᾶς. Καί σέ λίγες ἡμέρες ἔφυγε ἡ κοπέλλα αὐτή μέ τόν πατέρα της γιά τήν Κύπρο.

Τήν ἄλλη Κυριακή ἐπῆγα στήν ἐκκλησία τῆς Παναγίας μας, ὅπου ἄκουσα τήν παραβολή τοῦ Σπορέως. Καί ἄρχισα νά κλαίω, μήπως ἡ παραβολή αὐτή τά λέγει γιά μένα. Τελείωσε ἡ Λειτουργία καί συνεχῶς σκεπτόμουν ὅτι θέλει ὁ Ἅγιος Νεκτάριος νά τοῦ κτίσουμε ἐκκλησία. Τό εἶπα στόν ἄνδρα μου καί ἐκεῖνος δέχθηκε καί μέ ρώτησε: Καί πῶς θα τήν κάνουμε καί μέ ποιές προϋποθέσεις.  Ἄλλοι χριστιανοί μᾶς εἶπαν:

-‘Ἐάν ἑτοιμάσετε 100 ὑπογραφές Χριστιανῶν μας καί πᾶτε στόν Μητροπολίτη μας, θα σᾶς ἐπιτρέψει νά κτίσετε τήν ἐκκλησία.

Ἐπήγαμε στό ἑστιατόριο τοῦ ἀδελφοῦ μου καί ὑπέγραψαν μόνον τέσσερεις Ἕλληνες. Τήν νύκτα ἦλθε στόν ὕπνο μου ὁ Ἅγιος καί μοῦ εἶπε:

Γιά τήν συγκέντρωσι ὑπογραφῶν νά πηγαίνεις, ὅπου συχνάζουν οἱ Ἕλληνες, στίς ἡμέρες Δευτέρα καί Τρίτη. Ἐγώ τοῦ εἶπα ὅτι  τήν Πέμπτη καί τήν Κυριακή. Καί ὁ Ἅγιος μοῦ εἶπε:

-Ὄχι, γιά τήν ἐκκλησία νά πηγαίνεις ὅπως σοῦ εἶπα τήν Δευτέρα καί τήν Τρίτη.

 Ἐγώ ἐμάζεψα 70 ὑπογραφές καί ἡ φίλη μου ἡ Κυριακή τοῦ Λεωνίδα τίς ὑπόλοιπες. Τηλεφώνησα στόν σεβ. κ. Ἀθηναγόρα γιά τήν ἐκκλησία καί χάρηκε πολύ. Στείλαμε ἐπιστολή μέ ὅλες τίς ὑπογραφές μας στόν Μητροπολίτη μας, πού ἦταν πολύ καλός, καί μᾶς ἔδωσε γραπτή εὐλογία νά προχωρήσουμε γιά τήν ἀπόκτησι τῆς ἐκκλησίας.

Ἐκεῖνο τόν καιρό, 1970,  οἱ ἀγγλικανοί ἐπίσκοποι πωλοῦσαν τίς ἐκκλησίες τους.  Ἄλλες τίς ἐνοικίαζαν, ἄλλες τίς ἐγκρέμιζαν νά κτίσωσιν μεγάλα κτίρια καί ἄλλες τίς μετέτρεπαν σέ διαμερίσματα, τά ὁποῖα ἐνοίκιαζαν σέ οἰκογένειες. Ἀκούσαμε γιά τήν ἐκκλησία αὐτή πού εἶναι στό Baltesea, ὅτι θέλουν νά τήν γκρεμίσουν. Τότε ἀνέφερα αὐτή τήν εἴδησι στόν ἄνδρα μου, τόν Χρῖστο. Ἐκεῖνος δέχθηκε τό συντομώτερο νά τήν ἀγοράσουμε. Δέν εἴχαμε ὅμως ὅλα τά χρήματα. Ὁπότε ἀπό τό 1970 ἕως τό 1995 τήν ἐνοικιάσαμε γιά 99 χρόνια ἀντί 9000 λιρῶν.

Τό 1995 μέ νόμο τῆς προέδρου τῆς κ. Θάτσερ, πού ἔλεγε: « Ὅσοι ἔχουν ἐνοικιάσει κάτι γιά 99 χρόνια ἠμποροῦν νά τό ἀγοράσουν». Συνωμίλησα μέ τόν ἄνδρα μου καί δέχθηκε νά πληρώσει ὅλα τά χρήματα τότε 35.000 λίρες ἀπό τόν προσωπικό μας λογαριασμό.  Ὑπῆρχαν τόσα χρήματα, ὅσα μᾶς ἐζήτησαν. Τό συμβούλιο τῆς ἐκκλησίας τῶν Ἁγίων Πάντων ἀντιδροῦσε. Ὅμως ἐμεῖς τήν ἀγοράσαμε, διότι μία νύκτα μοῦ εἶπε ὁ ἅγιος Νεκτάριος ὅτι αὐτή ἡ ἐκκλησία θα γίνει ἕνα μικρό κέντρο τῆς Ὀρθοδοξίας. Κι ἀμέσως ἔγιναν τά συμβόλαια, τά ὁποῖα ἐπλήρωσε ὅλα ὁ ἄνδρας μου, 600 λίρες. Πληρώθηκε ὁ ἀγγλικανός ἐπίσκοπος καί στήν ἐκκλησία μας μπῆκε ἀμέσως ἀπ᾿ ἔξω πινακίδα στά Ἑλληνικά καί ἀγγλικά ὅτι εἶναι Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία πρός τιμήν τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου, Αἰγίνης τοῦ θαυματουργοῦ!

Κατόπιν ἔγινε ἡ παραγγελία ξυλογλύπτου τέμπλου στήν Ἀθήνα, τό ὁποῖον μᾶς ἐκόστισε 19.000 λίρες. Ὅταν ἔμαθαν οἱ Ἕλληνες γιά τήν παραγγελία καί τό κόστος τοῦ εἰκονοστασίου, ὅλοι προσέφεραν χρήματα καί χωρίς δυσκολία πληρώθηκε κι αὐτό τό ποσό.

Ὅταν πλέον ἄρχισα νά πηγαίνω στήν ἐνορία τοῦ ἁγίου Νεκταρίου, εἶχα λογισμούς μήπως στενοχωρήθηκε ἡ Θεοτόκος πού ἔφυγα ἀπό τήν ἐκκλησία της;  Μήπως τώρα οἱ δύο Ἅγιοι, ὁ ἅγιος Νεκτάριος καί ἡ Παναγία μας ψυχράνθηκαν οἱ σχέσεις μεταξύ τους καί δέν εἶναι ἀγαπημένοι, ἐξ αἰτίας μου, πού ἔφυγα, χωρίς τήν ἄδειά τους καί ἄλλαξα ἐκκλησία;  Εἶχα στενοχώρια, μήπως στενοχώρησα τούς Ἁγίους!  Ὁπότε μία νύκτα εἶδα στόν ὕπνο μου τήν ἐκκλησία τῆς Παναγίας μας. Καί ἐπάνω στήν ὀροφή εἶδα τίς εἰκόνες τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου καί τῆς Θεοτόκου νά εἶναι ἡ μία δίπλα στήν ἄλλη. Τότε κατάλαβα ὅτι δέν ἐχάλασαν τίς σχέσεις τους μεταξύ τους ἐξ αἰτίας μου. Καί τούς εὐχαρίστησα πού εἶναι…ἀγαπημένοι!

Μετά τήν ἀγορά τῆς ἐκλησίας μας, τό 1970, κάποια ἡμέρα, ἐπειδή ἐδούλευα, δέν ἤθελα νά πάω στήν ἐκκλησία. Καί τήν νύκτα εἶδα τόν Κύριο, ὅπως εἶναι στήν εἰκόνα του στό τέμπλο καί μοῦ εἶπε:

-Τί μέ θεωρεῖς ὅτι εἶμαι;  Καί τοῦ ἀπήντησα:

-Ὁ Ἐπουράνιος Βασιλεύς.

 Καί σύ, μοῦ εἶπε,  ἔχεις τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας.

Ὁπότε μία ἄλλη φορά ἐρώτησα τόν Κύριο τί εἶναι τό Ἅγιο Πνεῦμα. Καί τήν νύκτα ἦλθε στόν ὕπνο μου ὁ Χριστός. Δέν μοῦ εἶπε τίποτε, ἀλλά ἔβλεπα τήν ἐκκλησία μας καί ὅτι σείσθηκε τό μέρος πού εἶναι οἱ ψάλτες. Δέν ἤξερα τί εἶναι αὐτά τά πράγματα. Στόν ἱερέα μας τόν π. Ἀνδρέα δέν τοῦ ἔλεγα τίποτε, διότι δέν ἐπίστευε σέ ὄνειρα, οὔτε ἄφηνε κι ἐμᾶς νά τά πιστεύουμε, οὔτε καί δεχόταν νά λέμε κάτι γι᾿ αὐτά.

Ὅταν ἦλθα ὑπῆρχαν μόνο δύο ἑλληνικές ἐκκλησίες, τῆς Ἁγίας Σοφίας καί τῶν Ἁγίων Πάντων. Μετά ὁ μητροπολίτης κ .Ἀθηναγόρας, πού καταγόταν ἀπό τήν Πάτμο, ἔκτισε πολλές ἄλλες. Σήμερα ἔχουμε σέ κάθε πόλι καί ἐκκλησία. Ὅλες οἱ ἐκκλησίες μας εἶναι περί τίς 100.

Τό 2000, καθώς προσευχόμουν κάποια νύκτα, βλέπω σέ ὀπτασία τήν ἐκκλησία τῆς Ἁγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως. Ἀριστερά της ἦταν ἕνας μιναρές καί δεξιά της ἕνα καμπαναριό ἴδιο μέ ἐκεῖνο τῆς ἐκκλησίας τοῦ ἁγίου Λαζάρου τῆς Λάρνακας. Μετά  ἀπό δύο χρόνια, μοῦ φάνηκε ὅτι μπῆκα μέσα στήν ἐκκλησία.  Κατέβηκε ἀπό ψηλά πού εἶναι στήν μωσαική της μορφή ἡ Θεοτόκος κρατώντας καί τόν Υἱόν της στήν ἀγκαλιά της. Πέρασε ὁλόφωτη ἀπό μπροστά μου. Στάθηκε στό ἡγουμενικό της στασίδι. Τότε ἐγώ εἶδα στόν ἀριστερό τοῖχο τῆς ἐκκλησίας ἕνα μεγάλο σταυρό νά εἶναι κατασκευασμένος ἀπό πυκνό αἷμα καί εἶπα:

-Θεέ μου θα γίνει μεγάλο κακό ἐδῶ! Καί ἤμουν γονατιστή καί προσευχόμουν.

Τό 1980 ἤθελα νά πάω στα Ἱεροσόλυμα, ἀλλά εἶχα τόν γυιό μου Παναγιώτη ἄρρωστο. Τήν Μεγάλη Τετάρτη εἶδα στόν ὕπνο μου ὅτι βρέθηκα στήν παλιά πόλι τῆς Ἱερουσαλήμ καί εἶδα σέ ἕνα μέρος ἕνα σῶμα ἀνθρώπου σκεπασμένο μέ γκρίζα κουβέρτα. Ἐπῆγα νά ἰδῶ ποιός εἶναι. Σήκωσα τήν κουβέρτα καί εἶδα ὅτι ἦταν ὁ Κύριος καί Θεός μας. Καί εἶπα: «Ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου». Τοῦ εἶπα νά τοῦ πλύνω τά πόδια του, διότι ἦταν σκονισμένα καί ματωμένα, ἀλλά μοῦ ἐκκίνησε ἀρνητικά τήν κεφαλή του καί δέν ἤθελε. Ἐκεῖ δίπλα του ἦταν καί τρεῖς ρωμαῖοι στρατιῶτες πού ἐστέκοντο ὄρθιοι! . Τοῦ εἶπα τοῦ Χριστοῦ νά θεραπεύσει τόν Παναγιώτη μου πού ἦταν παράλυτος καί πάλι ὁ Χριστός ἀρνήθηκε.

Μετά ἐξύπνησα. Παρήγγειλα σέ ἕνα ἁγιογράφο στήν Ἑλλάδα τήν εἰκόνα, ὅπως τήν εἶδα καί τήν ζωγράφισα στό χαρτί. Ὅταν τήν ἐτελείωσε ὁ ἁγιογράφος τήν εἰκόνα μέ ρώτησε τί νά γράψει. Καί ἐγώ δέν ἤξερα, ἀλλά ξαφνικά ἄκουσα στό αὐτί μου τήν φωνή τοῦ Χριστοῦ πού μοῦ εἶπε: «Νά γράψης: «Ὁ Κύριος στό Πραιτώριο». Κι ἐγώ εἶχα χαρά μεγάλη, διότι μοῦ ἔδωσε τήν ἀπάντησι ὁ Κύριος. Καί στόν ἁγιογράφο δέν εἶπα τίποτε γιά νά μή τόν ταράξω. Τώρα αὐτή τήν εἰκόνα τήν ἔχω ἐδῶ στό σπίτι μου. Καί θέλω νά σοῦ τήν δώσω νά μένει γιά πάντα στό μονασστήρι σας, στό Ἅγιον Ὄρος.

Μία ἄλλη φορά μοῦ εἶπε ὁ Χριστός στόν ὕπνο μου νά τοῦ κάνω μία εἰκόνα. Καί βαστοῦσε στα χέρια του μία εἰκόνα του πού ἦταν μέ τό ἀκάνθινο στεφάνι στήν κεφαλήν του, βαστοῦσε τό καλάμι στό χέρι του καί αὐτοί οἱ τρεῖς στρατιῶτες τόν ἐπρόσεχαν.

Μία ἄλλη φορά ἦλθε στόν ὕπνο μου ὁ ἅγιος Νεκτάριος καί μοῦ εἶπε: «Νά ἀνάβεις τό καντήλι γιά νά φεύγει ὁ σατανᾶς». Κι ἐγώ τό ἀνάβω. Ἀλλά ὅταν τό ἀμελοῦσα καί δέν ἔκανα καί προσευχή, ἦταν αὐστηρός μαζί μου καί μοῦ ἔλεγε: «Προσευχή. Πολλή προσευχή. Μήν ἀμελεῖς τήν προσευχή». Καί ἐδῶ στό σπίτι μου, τό ἐπάνω δωματιάκι τό ἔχω μετατρέψει σέ ἐκκλησάκι καί ὁ Ἅγιος μοῦ εἶπε ὅτι αὐτό εἶναι τό ἐκκλησάκι του μέσα στό σπίτι μου.

Μία ἄλλη φορά, πού ἤμουν ἀκόμη στήν Κύπρο,  εἶδα στόν ὕπνο μου τόν Χριστό νά εἶναι ψηλά στόν οὐρανό καί γύρω του νά ὑπάρχει κάτι φωτεινό σάν οὐράνιο τόξο, ὅπου ἦταν γραμμένα τά ἑξῆς: «Ἐγώ εἶμαι τό Α καί τό Ω». Καί δίπλα μία χρονολογία, ἡ ἑξῆς: 14-4-1990. Καθώς τό ἔβλεπα, ἐρώτησα τήν μάννα μου πού καθόταν δίπλα μου:

-Τό βλέπεις αὐτό μάννα;

-Ναί, τό βλέπω, μοῦ εἶπε.

Ἐκεῖ κοντά, εἶδα ὅτι στεκόταν καί κάποιος ἄλλος καί τόν ἐρώτησα ἄν τό βλέπει καί μοῦ εἶπε «ὄχι». Τότε ἐγώ τοῦ εἶπα:

-Εἶσαι ἁμαρτωλός, γι᾿ αὐτό καί δέν τό βλέπεις.

Ὅταν οἱ Ἀμερικάνοι ἐβομβάρδιζαν τήν Γιουγκοσλαβία, ἐγώ προσευχόμουν πολύ καί μέ δάκρυα νά σταματήσει ὁ πόλεμος. Καί ἔλεγα στόν Χριστό γονατιστή μπροστά στίς εἰκόνες πού ἔχω στό ἐκκλησάκι τοῦ σπιτιοῦ μου: «Κύριέ μου, σέ παρακαλῶ πολύ, σταμάτισε τόν πόλεμο, διότι τί φταίει ὁ λαός νά σκοτώνεται καί ἡ χώρα τους νά καταστρέφεται». Νομίζω μέ ἄκουσε ὁ Κύριος καί τήν ἑπομένη σταμάτησεν ὁ πόλεμος.

Μετά ἐρώτησα τόν Κύριον:

-Κύριε, ἀκούγεται ὅτι θά γίνουν καί ἄλλοι πόλεμοι καί τελευταία θα γίνη ὁ τρίτος παγκόσμιος πόλεμος. Εἶναι ἀλήθεια θα γίνει; Καί ὁ Κύριος μοῦ ἀπήντησε:

-Ναί, θα γίνει.

-Καί ἐμεῖς τί θά κάνουμε τότες;  Καί ὁ Χριστός μοῦ εἶπε:

-Νά εἶσθε προσκολλημένοι στόν Κύριον.

Τὀ 2010, κάποια βραδυά, καθώς τελείωσα τήν προσευχή μου καί ξάπλωσα, ἄκουσα ψίθυρο στό αὐτί μου καί μοῦ εἶπε: «Οἱ  Ἅγιοι στέλλουν προσευχές γιά τήν ἀπελευθέρωσι τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Νά στέλλεις κι ἐσύ τίς προσευχές σου». Καί ἀπήντησα «ἐν τάξει». Καί ἀπό τότες προσεύχομαι κάθε βράδυ νά ἀπελευθερωθῆ ἡ Κωνσταντινούπολις καί ἡ Κύπρος μας.

Μία ἄλλη φορά ἦλθε ὁ Χριστός στόν ὕπνο μου καί μοῦ εἶπε: «Μετά τήν κοίμησί  σου, δέν θα εἶσαι μαζί μέ τόν ἄνδρα σου. Θα εἶσαι σέ ἄλλο μέρος».

Μοῦ λέγουν πολλοί Γεροντάδες νά γίνω μοναχή, πρίν πεθάνω. Ἄρα γε νά γίνω; Εἶναι καλό πρᾶγμα αὐτό; Μέ ἐρωτοῦσε ἡ κ. Κούλα.

Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος ἔκανε καί κάνει θαύματα γιά ὅσους τόν παρακαλοῦσιν. Ἦλθε μία νύκτα στόν ὕπνο μου καί μοῦ εἶπε: «Νά λέγεις στίς γυναῖκες πού ἔχουν ἄρρωστα παιδιά, νά τρέχουν σέ μένα καί στήν εἰκόνα μου καί νά μέ παρακαλοῦν γιά τά  παιδιά τους. Θέλω νά τούς βοηθήσω, ἀλλά δέν μέ παρακαλοῦν οἱ ἄνθρωποι».

Κάποιος ἱερέας μας ἐδῶ παλαιότερα ἔγραψε γιά κάποιο θαῦμα τοῦ ἁγίου Νεκταρίου. Τό ἄρθρο αὐτό τό μετέφρασαν στά ἀγγλικά καί τό ἐδιάβασαν πολλοί στήν Εὐρώπη. Τότε κάποια ἡμέρα ἦλθε ἕνας δημοσιογράφος ἀπό τήν Αὐστρία μέ τό κείμενο αὐτό στά χέρια του  ἐδῶ στήν ἐκκλησία μας, στό Λονδῖνο γιά νά διαπιστώσει προσωπικά ἄν εἶναι ὅλα αὐτά ἀληθινά πού γράφθηκαν. Συνωμίλησα μαζί του καί πείσθηκε ὅτι οἱ Ἅγιοί μας κάνουν θαύματα. Ἀφοῦ ἐπέστρεψε στήν Αὐστρία, μέ ἐκάλεσε νά πάω ἐκεῖ γιά νά προσευχηθῶ γιά κάποιο κορίτσι μιᾶς οἰκογενείας πού ἦταν ἄρρωστο. Τήν νύκτα ἐκείνη, ἦλθε στόν ὕπνο μου ὁ Ἀπόστολος Πέτρος καί μοῦ εἶπε: «Κυρά Κούλα, νά πᾶς στήν Αὐστρία, στήν οἰκογένεια αὐτή. Εἶναι Ἑβραῖοι καί προέρχονται ἀπό τήν δική μου τήν γενεά. Ἀλλά, μέ τρόπο νά τούς εἰπῆς ὅτι τό κορίτσι τους, θά πεθάνει καί νά ἑτοιμάσουν τά νεκρικά του ροῦχα. Αὐτό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ».

Ἐπῆγα ἐγώ στήν Αὐστρία. Συναντήθηκα μέ τήν οἰκογένεια τῶν ἑβραίων. Τούς εἶπα ὅτι προέρχονται ἀπό τό γενεαλογικό δένδρο τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου. Καί χάρηκε πάρα πολύ ὁ πατέρας τοῦ κοριτσιοῦ, παρότι μετά τούς εἶπα ὅτι ἡ κόρη τους θα πεθάνει, διότι αὐτό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ»

Κυρά Κούλα, φοβᾶσαι τόν θάνατο;

-Καί τί σημαίνει θάνατος; Δέν καταλαβαίνω. Ἐγώ ἀγαπῶ πάρα πολύ τόν Χριστό. Καί ὅπου εἶναι Αὐτός θα εἶμαι κι ἐγώ κοντά του. Ἀφοῦ τόν ἀγαπῶ, θά μέ ἀφήσει ἄρα γε νά εἶμαι μακριά του ἤ σέ κάποιο ἄλλο μέρος; Δέν ξέρω τί νά εἰπῶ. Μόνον ἕνα πρᾶγμα ἔχω νά σοῦ εἰπῶ, πάτερ μου, ὅτι ἀγαπῶ πολύ τόν Χριστό. Καί ὅταν προσεύχομαι ὅλη ἡ εἰκόνα του γεμίζει ἀπό ἕνα οὐράνιο φῶς. Δέν φαίνονται ὅτι εἶναι μαῦρα τά μαλλιά του καί τά γένεια του. Ὅλα εἶναι βουτηγμένα μέσα σέ ἕνα φῶς.

Θαυμάζω ἐσᾶς τούς μοναχούς, συνέχισε νά λέγει ἡ κυρά Κούλα, ὅπου ἐκεῖ στό Ἅγιον Ὄρος εἶσθε ὅλοι ἅγιοι. Ἄρα γε τί ὀπτασίες καί θεοφάνειες θά ἔχετε!  Ἀλλοίμονο σ’ἐμᾶς τούς κοσμικούς καί ἁμαρτωλούς ἀνθρώπους, πού πληγώνουμε τόν Χριστό μέ τίς ἁμαρτίες μας!  Μοῦ ἔχουν εἰπῆ ὅτι ἐσεῖς προσεύχεσθε μέ κομποσχοίνι. Καί τί πρᾶγμα εἶναι αὐτό; Ἐγώ δέν ἔχω τέτοιο δῶρο ἀπό τόν Θεό. Δέν εἶμαι ἄξια. Τό ξέρω καί παρακαλᾶτε τόν Θεό νά συγχωρέση τίς ἁμαρτίες μου.

Καί πῶς προσεύχεσαι κυρά Κούλα;

Ὅπως καί ἐσεῖς. Ἐσεῖς πῶς προσεύχεσθε; Πέστε μου νά μάθω κι ἐγώ καί νά διορθώσω τά λάθη μου. Εἶμαι μία σχεδόν ἀγράμματη γυναῖκα. Ἐσεῖς τί λέτε, ὅταν προσεύχεσθε; Πέστε μου νά μάθω κάτι κι ἐγώ ἀπό τήν ἐμπειρία σας. Ἐγώ δέν ξέρω κάποια μέθοδο, ὅπως ἐσεῖς. Μόνο τοῦ μιλάω τοῦ Χριστοῦ ἤ τῆς Παναγίας ἤ κάποιου Ἁγίου σάν νά τούς ἔχω δίπλα μου. Τούς μιλάω ὅπως μιλάω μέ ἐσᾶς ἤ μέ τήν γειτόνισσά μου!  Καί γιά κάθε σοβαρό πρόβλημα, ὅπως γιά ἀρρώστειες πού μέ παρακαλοῦσιν ἄνθρωποι, κλαίω μπροστά τους καί τούς παρακαλάω τώρα ἀμέσως νά ἐπέμβουν καί νά βοηθήσουν. Κάνω κάθε βράδυ μπροστά στόν Χριστό στό ἐπάνω κελλί τοῦ σπιτιοῦ μου 20 στρωτές μετάνοιες καί διαβάζω τήν Παράκλησι τοῦ ἁγίου Νεκταρίου, τῆς Κυρίας Θεοτόκου καί τούς Χαιρετισμούς. Καί μετά κοιμᾶμαι. Ἐπειδή ζυμώνω τά πρόσφορα γιά τίς ἑορτές καί Κυριακές, πολλές βραδυές καθυστερῶ νά κοιμηθῶ. Ἐνίοτε κοιμᾶμαι καί στίς 2 μετά τά μεσάνυκτα.

Εἶμαι πολύ εὐχαριστημένη ἀπό τόν Χριστό καί τήν Παναγία μας κι ἀπ᾿ ὅλους τούς Ἁγίους μας. Μέ ἔχουν βοηθήσει πάρα πολύ στήν ζωή μου. Εἶναι τόσα πολλά τά θαυμαστά περιστατικά, πού δέν μπορῶ νά τά θυμηθῶ. Καί δέν τά ἐσημείωνα, ὅταν μοῦ συνέβαιναν. Ὅλα, ὅσα σοῦ εἶπα, πάτερ, εἶχα ἀπό μέσα μου ἐντολή ἀπό τόν Χριστό νά τά διηγηθῶ. Θέλει ὁ Χριστός νά γίνουν γνωστά τά ἔργα του σέ ὅλο τόν κόσμο καί ὅσα ἔργα καί σημεῖα ἐφανέρωσε καί σέ μένα τήν ἁμαρτωλή!  Τώρα πού θα φύγεις γιά τήν Ἑλλάδα, φρόντισε νά τά κάνεις γνωστά στόν κόσμο. Ἄν μπορεῖς νά κάνεις ἕνα βιβλιαράκι πού θα μεταφρασθῆ καί στα ἀγγλικά καί σέ ἄλλες γλῶσσες γιά νά δοξάζεται τό Ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ μας Θεοῦ».

 

Τό πρόγραμμα τῆς διακονίας μου, ὅπως εἶχε καταρτισθῆ ἀπό τούς ἀδελφούς ρουμάνους, εἶναι γραμμένο στήν συνέχεια προς ἐνημέρωσι κάποιου τυχόν ἐνδιαφερομένου.

Παρασκευἠ, 6η Δεκεμβρίου.

Τό πρωΐ μέ ὁδηγό μου τήν γιαγιά κ. Κυριακούλα, ἡλικίας 92 ἐτῶν ἐπήγαμε στήν ἐκκλησία τοῦ ἁγίου Νεκταρίου. Εἶναι μεγαλοπρεπής ναός. Παλαιότερα ἦταν ἀγγλικανικός.  Ἤδη εἶναι στολισμένος μέ ὅλα τά ὀρθόδοξα ἐκκλησιαστικά σκεύη, ἀντικείμενα καί ἔπιπλα. Ὄπισθεν τοῦ ναοῦ ὑπάρχει ἡ τραπεζαρία καί ἡ κουζίνα.

Συναντήθηκα μέ τόν Κύπριο ἱερέα π. Χριστόδουλο Χριστοδούλου, ἕναν ἁπλοϊκό καί φλογερό κληρικό. Ὅπως μοῦ εἶπε ὁ ἴδιος μεγάλωσε ἀπό μικρός σ᾿ αὐτή τήν ἐκκλησία. Ὅταν τό παιδί αὐτό ἦταν 16 ἐτῶν,  ὁ ἅγιος Νεκτάριος παρουσιάσθηκε στόν ὕπνο τῆς ἀγίας Γερόντισσας Κυριακούλας, καί τῆς εἶπε ὅτι,  ὅταν μεγαλώσει θά γίνει ἱερεύς τοῦ Χριστοῦ. Τό εἶπε καί στούς γονεῖς του οἱ ὁποῖοι ἀντέδρασαν, ἰδιαίτερα ἡ μητέρα του, ἀλλά τώρα εἶναι εὐτυχισμένοι. 

Μέ τήν  εὐλογία του ἔψαλλα ὅλη τήν ἀκολουθία. Τόν Ἐξάψαλμο καί ἄλλα ἀναγνώσματα τά ἐδιάβαζαν δύο γερόντισσες, ἡ Εὐαγγελία ἡλικίας 93 καί ἡ Χαραλαμπία, 96 ἐτῶν.

Σάββατο πρωΐ, 7η τοῦ μηνός ἐπήγαμε μέ τόν ἀδελφό ρουμᾶνο Ἰωάννη Κοβατσίου, ἀλλάζοντας πολλά τραῖνα καί ἀστικά γιά νά φθάσουμε στήν ρουμανική ἐκκλησία τοῦ προφήτου Ἠλία τῆς περιοχῆς Φίντσλέϊ. Εἶναι ἀγλικανική ἐκκλησία καί ἐνοικιάζεται ἀπό τήν ρουμανική Κοινότητα μέ ἐπικεφαλῆς τόν ἱερέα π. Ἀουρέλ (Αὐρήλιο) καί τόν διάκονο Φλωρῖνο. Μετά τήν Θεία Λειτουργία τούς ὡμίλησα. Μοῦ ἔδωσαν μερικά ὀνόματα γιά μνημόνευσι. Κατόπιν ἐγυρίσαμε στό σπίτι τῆς κ. Κούλας τό ἀπόγευμα στίς 4. Ἐμείναμε μόνο ἕνα τέταρτο γιά νά φθάσουμε σέ μία ἄλλη μεγάλη ρουμανική ἐνορία πρός τιμήν  τοῦ ἁγίου Γεωργίου. Κι αὐτή ἡ ἐκκλησία εἶναι ἀγγλικανική καί λίαν μεγαλοπρεπής. Οἱ ἐλάχιστόι ἀγγλικανοί πού πηγαίνουν κάνουν τήν ἀκολουθία τους τό πρωΐ τῆς Κυριακῆς. Εὑρίσκεται στό κέντρο τῆς πόλεως τοῦ Λονδίνου. Μόλις ἐφθάσαμε στίς 6,30 τό βράδυ τελοῦσαν ἀκόμη τόν Ἑσπερινό. Κατόπιν ὁ πρωτοπρεσβύτερος π. Κωνσταντῖνος μέ ὑποδέχθηκε καί μέ παρουσίασε. Ἠ ἐκκλησία ἦταν γεμάτη ἀπό κόσμο. Τελείωσα τήν ὁμιλία μου καί δέχθηκα μερικές σπουδαῖες ἐρωτήσεις. Κατόπιν τούς ἐμοίρασα θυμιάματα. Μοῦ ἔδωσαν ὀνόματα γιά μνημόνευσι καί ἀνεχώρησα μέ πολλή χαρά.

Κυριακή πρωΐ, 8η Δεκεμβρίου.

Μέ τήν γιαγιά Κούλα ἐφθάσαμε μέ τό αὐτοκίνητό της στήν ἐκκλησία τοῦ ἁγίου Νεκταρίου. Ἔμεινα μόνο στόν ὄρθρο, μέ πρωτοψάλτη τόν Ἀλέξανδρο Ἰσαακίδη ἀπό καταγωγή τήν Οὐρανούπολι Χαλκιδικῆς.  Στίς 10 ἡ ὥρα ἦλθαν οἱ φίλοι ρουμᾶνοι  καί ἐπήγαμε μέ ὁδηγό τόν ρουμᾶνα Ἐλένη στήν πόλι Λουτόν. Ἐδῶ συνάντησα τόν γνωστό μου ἱερέα π. Ἰωάννη. Ὁ ἱερεύς αὐτός ἔχει ἐργασθῆ ἱεραποστολικά καί στήν Ρουάντα, κατά τίς βαπτίσεις τό 2016 ὅλων τῶν πρώτων ἐκεῖ ὀρθοδόξων  χριστιανῶν μας πού ἦλθαν ἀπό τίς προτεσταντικές κοινότητες μαζί μέ τούς πέντε πάστορές τους, οἱ ὁποῖοι βαπτίσθηκαν καί χειροτονήθηκαν ἱερεῖς.

Χαρήκαμε καί οἱ δύο γι᾿ αὐτή τήν συνάντησι. Ἐδιάβασαν τούς Χαιρετισμούς προς τιμήν τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί κατόπιν ἐμπήκαμε στήν θεία Λειτουργία. Ὁ π. Ἰωάννης μοῦ ἔδωσε ἐντολή νά ὁμιλήσω μετά τό Εὐαγγέλιο γιά τό θαῦμα τῆς συγκύπτουσας γυναικός. Μετά στό Κοινωνικό πάλι ὡμίλησα κατ᾿ ἐντολήν του γιά θέματα οἰκογενειακά, ἐνῶ, μετά τό ἀντίδωρο, μοιράσθηκαν ἕτοιμα φαγητά ἀνάμεσά τους. Φυσικά ἐφάγαμε καί ἐμεῖς μέ τούς δύο ἱερεῖς καί κατόπιν ἐπηκολούθησε ἡ ὁμιλία γιά τά νέα τῆς Ἀφρικῆς μαζί μέ πολλά θαύματα. Μετά ἀπήντησα σέ πολλές ἐρωτήσεις τους. Μοῦ ἔδωσαν ὀνόματα γιά μνημόνευσι. Ἐζήτησαν καί ἐβγάλαμε μαζί φωτογραφίες. Καί ἡ χαρά ὅλων μας ἦτο καταφανής. Δόξα τῶ Θεῶ. Ἤδη ἐνύκτωσε καί ἀρκετά κουρασμένοι ἐφύγαμε γιά τό Λονδῖνο. Δέν κουράσθηκα τόσο σωματικά, ἀλλά  ἔκλεισε ἡ φωνή μου, μετά ἀπό τρεῖς πολύωρες ὁμιλίες στήν σειρά.

Ἐφθάσαμε στήν κ. Κούλα, ὅπου ἐφάγαμε μαζί ἕξι ἄτομα. Κατόπιν ἡ ἀναγκαία ξεκούρασις.

Δευτέρα πρωϊ, 9 Δεκεμβρίου. Μετά τό πρωΐνό ἔμεινα μέ τήν κ. Κούλα νά γράψω πολλές ἀπό τίς θαυμαστές ἱστορίες, πού ἄρχισε ἀπό προχθές νά μοῦ διηγεῖται μέ πρωτοφανῆ ἁπλότητα μικροῦ παιδιοῦ.

Τό βράδυ εἴμασταν καλεσμένοι γιά φαγητό στό σπίτι τῆς ρουμάνας κ. Χριστίνας, ὅπου μέ τήν ἀδελφή της Ἐλένη ἐφάγαμε καί συνωμιλήσαμε πνευματικά θέματα. Εἶχε ἔλθει καί ὁ ἀδελφός τους Σύλβιος μέ τήν γυναῖκα του Λυδία καί τά δύο παιδιά τους. Μᾶς προσέφεραν ψάρι, γαρίδες καί σαλάτα. Ἐπέστρεψα στήν κ.Κούλα ἀργά τήν νύκτα κατά τίς 11. Μεγάλες οἱ ἀποστάσεις ἀπό σπίτι σέ σπίτι.

Τρἰτη, 10η Δεκεμβρίου. Ἐφύγαμε μέ τόν ἀδελφό Ἰωάννη καί ἀγοράσαμε μερικά πράγματα μέ μία λίρα τό ἕνα, κυρίως δῶρα γιά τά παιδιά τῆς Ἀφρικῆς. Περάσαμε ἀπό τό μαγαζί τῶν δύο ἀδελφῶν τῆς Χριστίνας καί τῆς Ἑλένης καί μᾶς προσέφεραν ψάρι μέ πατάτες τηγανητές ἀπό ἑστιατόριο. Ἐφάγαμε στό μαγαζί τους, ὅπου βάζουν ὑφάσματα σέ ἔπιπλα, ταπετσαρίες. Λίγη ξεκούρασι τό ἀπόγευμα καί τό βράδυ στίς 7 ἐπήγαμε στήν ἐκκλησία τοῦ ἁγίου Νεκταρίου, ὅπου ἐτελέσαμε τήν θεία Λειτουργία στήν ρουμανική  γλῶσσα. Εἶχαν ἔλθει περί τούς 50 ρουμάνους καί  περί τούς 20 Ἕλληνες. Μετά τήν Λειτουργία πού τήν ἐψάλλαμε ὅλη στά ρουμανικά, ἐπήραμε κέρασμα καί ὡμίλησα μόνο στούς ρουμάνους ἐπί μία ὥρα, ἐνῶ οἱ Ἕλληνες εἶχαν φύγει ὅλοι. Μᾶς ἔφερε στό σπίτι ὁ Λαυρέντιος, ρουμᾶνος, οἰκοδόμος, πού στόν δρόμο μιλούσαμε γιά θέματα προσευχῆς. Αὐτός μοῦ εἶπε θα μέ μεταφέρει στό ἀεροδρόμιο τήν Δευτέρα τό μεσημέρι. Ἄφησε τήν οἰκογένειά του στό σπίτι του μετά τήν Θ. Λειτουργία καί ἦλθε νά μεταφέρει καί  μένα στό σπίτι τῆς γιαγιᾶς  Κυριακούλας.

Τετάρτη, 11 Δεκεμβρίου, ἐφύγαμε τό πρωΐ  στίς 6 περίπου μέ ἕνα νεαρόν, τόν Μπογδάν γιά τήν  μονή τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου τῆς πόλεως Ἔσσεξ. Ἐφθάσαμε μετά ἀπό μιάμισυ ὥρα. Μόλις τελείωνε ὁ ὄρθρος. Οἱ μοναχές ἔψαλλαν τήν δοξολογία στά ἑλληνικά.  Ἀμέσως μετά εἶχε πρωϊνή τράπεζα μαζί μοναχοί, μοναχές καί λαϊκοί. Οἱ μοναχοί εἶναι 7-8 μέ νέον ἡγούμενο ἐδῶ καί τρεῖς μῆνες τόν ἀρχιμ. π. Πέτρο μέ καταγωγή ἀπό τήν Καβάλλα. Χαιρέτισα τόν πρώην ἡγούμενο, π. Κύριλλο, πού μόλις προσφάτως παραιτήθηκε μετά ἀπό ἡγουμενεία 40 ἐτῶν. Ἔχει λίγα προβλήματα μέ τό πάρκινσον, ὅπως εἶδα.  Σέ λίγο ἦλθε εἰδοποιημένος καί ὁ ἱερομ. π. Ζαχαρίας, ὁ ὁποῖος χάρηκε γιά τήν συνάντησί μας αὐτή. Μοῦ ἔδωσε καί δύο νέα βιβλία του. Κατόπιν τό πρόγρμμμά τους προέβλεπε σύναξι τῆς μικτῆς ἀδελφότητός τους μέ ὁμιλητή τόν π. Ζαχαρία στήν ἀγγλική γλῶσσα γιά θέματα πνευματικά. Δέν προσεκάλεσαν ἐμένα, ἀλλά μία ἄλλη ὁμάδα ρουμάνων πού ἦλθαν ἀπό τήν Ρώμη τῆς Ἰταλίας γιά διαμονή ἐδῶ 8 ἡμερῶν. Μέ  ἐγνώρισαν ἐκεῖ καί ἐζήτησαν νά κάνουμε σύναξι. Ἔτσι ἐπί μία ὥρα 9,30-10.30 ὡμίλησα μαζί τους μέ τήν εὐλογία τοῦ π. Ζαχαρίου.  Κατόπιν ὅλοι μαζί ἐπήγαμε καί προσκυνήσαμε τό κελλίον καί τό κρεββάτι τοῦ ὁσίου Γέροντος Σωφρονίου καί κατόπιν τόν τάφο του πού εἶναι κάτω ἀπό μία κρύπτη, πού κατεβαίνουμε 12 σκαλιά. Κατόπιν χαιρέτισα αὐτή τήν ὁμάδα τῶν ρουμάνων καί ἀνεχωρήσαμε γιά τό Λονδίνο. Προφανῶς στήν ἀναχώρησι δέν χαιρέτισα κανέναν ἀπό τούς ἐν τῆ Μονῆ διαβιούντας, διότι εἶχαν ἀποσυρθῆ στα κελλιά τους.

Τό ἀπόγευμα ἐφθάσαμε στό σπίτι τῆς κ. Κούλας, ὅπου συνέφαγε μαζί μας καί ὁ Μπογδάν, ἐξαιρετικός νέος πού ζῆ ἐδῶ 4 χρόνια, ἀλλά σκέπτεται ὁριστικά νά ἐπιστρέψει στήν Ρουμανία γιά πολλούς λόγους, ὅπως μοῦ εἶπε.

Πέμπτη πρωΐ, 12 τοῦ μηνός μέ ὁδηγό τήν κ. Κούλα μπήκαμε στό αὐτοκινητό της. Σάν κυπραία διατηρεῖ τήν τοπική τους διάλεκτο. Γι᾿ αὐτό μοῦ εἶπε:       «Τό ἀφήνω τό αὐτοκίνητο νά βράσει λιγάκι καί σέ πέντε λεπτά ξεκκινοῦμεν». Ἐννοοῦσε νά ζεσταθῆ βέβαια. Λειτουργός ὁ ἐκλεκτός κύπριος ἱερεύς π. Χριστόδουλος Χριστοδούλου, ὁ ὁποῖος μέ ὑποδέχθηκε μέ ἀδελφική ἀγάπη. Μοῦ ἔδωσε καί ἕνα φάκελλο μέ 500 λίρες, προσφορά μερικῶν χριστιανῶν τῆς ἐνορίας τους γιά τά παιδάκια τῆς Ἀφρικῆς, ὅπως μοῦ εἶπε.

Τελέσθηκε ἡ θεία Λειτουργία στά ἑλληνικά καί λίγα ἀγγλικά. Κοινωνήσαμε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Κατόπιν ἐπήραμε ἕνα πρωϊνό. Ἦλθαν καί καμμιά δεκαριά ρουμᾶνοι καί ὅλοι μαζί ἐπήραμε ἕνα κέρασμα. Εἶχε ἔλθει κι ἕνας ἐκλεκτός ρουμᾶνος,  Χριστιανός τό ὄνομα. Μαζί ἐπήγαμε στό μαγαζί του, ὅπου πωλεῖ πλακάκια οἰκοδομῶν. Καί εὑρήκαμε στό διαδίκτυο μία ἠλεκτρική μηχανή γιά τό κόψιμιο ψωμιοῦ στό μοναστήρι μας, ὅπου κάθε ἡμέρα ἐπί δύο φορές δεχόμεθα γιά φαγητό περί τά 200 ἄτομα. Δέν μέ ἄφησε νά κάνω τίποτε, οὔτε νά τήν ἀγοράσω. Θά τήν ἀγοράσει ἐκεῖνος ἀντί 149 λιρῶν καί θά τήν ταχυδρομήσει νά φθάση σέ 2 ἑβδομάδες στήν Δάφνη Ἅγίου Ὄρους. Ἀκόμη μοῦ ἔδωσε καί χρήματα γιά τά ἔργα τῆς Ἀφρικῆς! Τό βράδυ ἐφάγαμε ὅλοι μαζί στῆς κυρά Κούλας ψάρι σολωμό κλπ.

Παρασκευή 13η Δεκεμβρίου. Μετά τό πρωϊνό ἐμαγείρεψα φασόλια ξηρά γιά τό μεσημέρι. Τό ἀπόγευμα ἐπήγαμε σέ μία ρουμάνα γιατρό γιά γενικές ἐξετάσεις νά ἰδεῖ πῶς εἶναι ἡ ὑγεία μου καί τί πρέπει νά προσέχω. Μοῦ εὑρῆκε 3-4 πέτρες στό ἀριστερό νεφρό καί ὑψηλή τήν χοληστερίνη. Μοῦ ἔδωσε καί τά ἀνάλογα φάρμακα καί χάπια, ὅλα δωρεάν.

Σάββατο 14 Δεκεμβρίου. Μετά τό πρωϊνό. Συνωμιλήσαμε μέ τήν κυρά Κούλα γιά τά διάφορα περιστατικά τῆς ζωῆς της. Τό ἀπόγευμα μέ ὁδηγό τόν Μπογδάν ἐπήγαμε στήν ὀρθόδοξη ἐκκλησία τῶν Μολδαβῶν τῆς Δημοκρατίας τῆς Μολδαβίας. Εἶχαν ἀρχίσει τόν Ἑσπερινό. Συνέχισαν μέ τόν ὄρθρο καί στό τέλος ὁ ὑπεύθυνος τῆς ἐνορίας π. Νικόλαος, ἕνας νέος, ἔξυπνος καί δραστήριος κληρικός μέ παρουσίασε καί μοῦ ἔδωσε τήν ἄδεια νά ὁμιλήσω. Τελειώσαμε περί τίς 10,30. Ἐφύγαμε γιά τήν κυρά Κούλα, ὅπου ἐφάγαμε κάτι νηστήσιμο γιά νά κοινωνήσουμε τήν ἐπαύριον.

15η Δεκεμβρίου, τοῦ ἁγίου Ἐλευερίου. Ἐφθάσαμε κἄπως ἀργά στήν ἴδια ἐκκλησία τους. Ἤδη εἶχαν ἀρχίσει τήν θεία Λειτουργία. Τούς ἔψαλλα, κατ᾿ ἐντολήν τοῦ π. Νκικολάου στήν βυζαντινή μουσική, τόν Τρισάγιο Ὕμνο, τό Χερουβικό στα ἑλληνικά καί ὅλα τά λειτουργικά στα ρουμανικά. Ἐνῶ ὁ π. Νικόλαος κοινωνοῦσε τόν κόσμο, ἐγώ μέ ἐντολή του ὡμιλοῦσα γιά τά νέα τῆς Ἀφρικῆς.

Μετά τήν Θεία Λειτουργία, ἐπηκολούθησε τό Ἱερόν Εὐχέλαιον, ὅπως ὑπάρχει δική τους παράδοσις. Ἐγώ δεχόμουνα κόσμο σέ προσωπική συνάντησι γιά τά διάφορα προβλήματά τους. Ἔμείναμε ὅλοι εὐχαριστημένοι. Ἔπρεπε νά ἔχουν τελειώσει οἱ ἀκολουθίες τῆς Κυριακῆς στίς δύο τό μεσημέρι,  ἀλλά ἐτελείωσαν στίς 3. Ὁ π. Νικόλαος μᾶς ἔδωσε ἐντολή νά βγοῦμε γρήγορα ἔξω ἀπό τήν ἐκκλησία καί νά  φᾶμε  στό πεζοδρόμιο, διότι τήν χρῆσι τῆς ἐκκλησίας τήν ἐνοικιάζουν ἀντί 1000 λιρῶν κάθε σαββατοκύριακο, ἀλλά μέχρι στίς δύο τό μεσημέρι. Ἀλλιῶς θα τούς ζητήσουν καί ἄλλα χρήματα οἱ ἀγγλικανοί ἐπίσκοποι, πού εἶναι τώρα ἰδιοκτῆτες τῶν τεραστίων αὐτῶν ναῶν πού τούς ἔκτισαν οἱ πρόγονοί τους. Εἶχαν πίστι τότε καί ἔκτισαν τέτοιους μεγαλόπρεπους ναούς, καί οἱ διάδοχοί τους λατρεύουν σήμερα τόν μαμμωνᾶ!

Εὐχαριστήσαμε ὅλους τούς ἱερεῖς τους, τόν π. Νικόλαο, τόν π. Βαλεντῖνο καί τόν π. Ἀλέξανδρο καί ἐφύγαμε γιά τήν κυρά Κούλα. Ἤδη εἶχε νυκτώσει, διότι νυκτώνει ἀπό τίς 4 τό ἀπόγευμα.

16 Δεκεμβρίου. Ἑτοιμάσθηκα διά τήν ἀναχώρησι. Ἦλθαν ἀρκετοί ρουμᾶνοι τό βράδυ νά μέ ἀποχαιρετίσουν καί νά μέ παρακαλοῦν  νά ἔλθω καί πάλι κοντά τους. Ὁ νεαρός Μπογδάν μέ μετέφερε στό ἀεροδρόμιο. Σέ ὅλες τίς ἐπισκέψεις καί διαδρομές μου ἀχώριστος φύλαξ ἄγγελος καί βοηθός μου ἦταν ὁ Δόκιμος Ἰωάννης Κοβάντσι. Τόν χαιρέτισα τελευταῖον μέ μύριες εὐχές καί εὐχαριστίες. Χωρίς δόκιμο Ἰωάννη καί κυρά Κούλα, θα ἦτο ἀδύνατον τό ταξίδι μου στό Λονδῖνο.

Ἀπό Λονδίνο στίς 12 τό μεσημέρι μέ τήν ἑλληνική πτῆσι Αἰγκεάν ἐφθάσαμε σέ 3,15 ὧρες στήν Ἀθήνα. Μετά ἀπό 1,30 ἔφυγα γιά Θεσσαλονίκη, ὅπου ἔφθασα στίς 8,30 τό βράδυ. Λίγη ξεκούρασις στήν πολύβουη Ροτόντα καί τό πρωΐ στίς 5,30 γιά τόν οὐρανογείτονα Ἄθωνα. Καί μπῆκα στήν μονή μου, μόλις εἶχε τελειώσει καί ἡ Θεία Λειτουργία, πρός τιμήν τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ, τοῦ ὁποίου ἀναξίως φέρω καί τό τιμιώτατον ὄνομά του.

Στόν Γέροντα τῆς Μονῆς ἔδωσα τά δῶρα μου, 720 εὐρώ γιά τά θυμιάματα καί ἄλλα χρήματα ποῦ μοῦ ἔδωσαν οἱ χριστιανοί μας κατά τίς 4 συναντήσεις μου μαζί τους.

Δόξα τῶ Θεῶ πάντων ἕνεκεν.

  Μοναχός Δαμασκηνός Γρηγοριάτης.

Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου