ΙΧΘΥΣ: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ

Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2024

Ο ΘΕΟΣ ΕΥΛΟΓΕΙ ΤΟΥΣ ΤΑΠΕΙΝΟΥΣ ΚΑΘΕ ΠΡΩΙ ΜΕ ΤΑ ΔΥΟ ΧΕΡΙΑ ΤΟΥ

 «Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»

Ἡ Θεία Χάρις σου Κύριε, εἶναι ὁ οὐρανός στήν γῆ. Εἶναι ὁ καρπός τῆς θείας σου σταυρώσεως. Εἶναι ἡ ἔμπρακτος ἀπόδειξις τῆς ὑπερτάτης ἀγάπης σου διά ὅλον τόν ἐπίγειον κόσμον. Διά τῆς Χάριτός σου δέν εἴμεθα οὔτε ὀρφανοί οὔτε ἐγκαταλελειμμένοι καί παραπονεμένοι. Κατέρχεσαι ἀοράτως, Ἐσύ ὁ παντοδύναμος καί ἀπρόσιτος Θεός, ἀπό ἄπειρον εὐσπλαγχνίαν πρός τό πλάσμα σου, τό ὁποῖον ἠγάπησες πρό καταβολῆς κόσμου. Εἶναι τόσον δυνατή ἡ παρουσία σου, Κύριε, στήν ζωή μας, ὥστε δέν χρειαζόμεθα ἀποδείξεις ἀπό πουθενά διά τήν ὕπαρξίν σου καί τήν φιλανθρωπίαν σου. Δέν θέλω νά διαβάσω βιβλία διά νά πεισθῶ διά Ἐσένα. Μοῦ ἀρκεῖ καί περισσεύει τό μεγαλεῖον τῆς ἀγάπης σου, τό ὁποῖον ἐκχέεις στήν ταπεινή μου καρδία. Δέν ἔχω ἀνάγκη νά σέ ἀναζητήσω κἄπου. Εἶσαι ὁλόκληρος μέσα στό βάθος τῆς ὑπάρξεώς μου. Ἔχομεν ἑνωθῆ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, ὅπως ἀναφέρει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ὁποῖος ἦτο δυνατά ἑνωμένος μέ Ἐσένα. Δι᾿ αὐτό καί ὑπέμενε τά πάνδεινα διότι σέ ἀγαποῦσε ὑπερβολικά καί κάθε δοκιμασία του ἦταν μία ξεχωριστή γι᾿ αὐτόν εὐλογία.

’Ενώπιόν σου εἶμαι ἕνα σκουπίδι, μία δυσωδία ἄξια τῆς κολάσεως καί ὅμως μέ ἀνέχεσαι καί μέ παρηγορεῖς μέ τήν γλυκυτάτην Χάριν σου, μέ τήν ὁποίαν κατεβαίνεις μυστικῶς καί ἀοράτως καί εὐφραίνεις τήν πτωχήν μου καρδίαν.

Καί σήμερα, μετά τήν ὀλίγην νυκτερινήν προσευχήν μου, ἦλθες Ἰησοῦ μέ τόση προθυμία πού μέ ἐξέπληξες μέ τήν ἀγάπην σου. Δέν χρειάσθηκαν ὧρες νά σέ ἀναζητήσω. Χωρίς νά κοπιάσω στήν προσευχή, ἦλθες μόνος σου αὐτόκλητος καί μοῦ κατηύφρανες τήν καρδίαν, τήν ὁποίαν καί μυστικῶς ἐνηγκαλίσθης καί τήν ἠσπάσθης. Ὁμοίως καί ἐγώ Ἰησοῦ μου, ὁσάκις κατέρχεσαι τόσο χαμηλά, ἀξιώνομαι νά σέ ἀσπάζομαι μυστικῶς. Ἀξιώνομαι νά σέ κρατῶ στήν ἀγκαλιά μου, ὡσάν τό ὡραιότερο πλάσμα ἐπί τῆς γῆς, ἀπό τό Ὁποῖον ἐκβλύζει σάν ἀπό μία ἀνεξάντλητον πηγήν τό γλυκύτατον ὕδωρ τῆς Χαριτός σου, τό  ἁλλόμενον εἰς ζωήν αἰώνιον.

Σ’εὐχαριστῶ πολύ διά τήν ἁγιωτάτην ταπείνωσίν σου, διά τήν ἄπειρον φιλανθρωπίαν σου, διά τήν πατρικήν σου στοργήν, διά τήν πανένδοξόν σου παρουσίαν μέσα στόν κόσμον, τόν ὁποῖον εἰς τέλος ἠγάπησες καί ἐσταυρώθης δι᾿ αὐτόν.

Εἴμεθα Ἰησοῦ μου χρεῶσται καί ὀφειλέται διά βίου ἀπέναντί σου. Ὅ,τι μεγάλο καί νά ἠμπορέσωμεν διά Ἐσένα νά κατορθώσουμε, εἶναι μία σταγόνα ἐνώπιον τοῦ ὠκεανοῦ τῆς ἀγάπης σου. Εἴμεθα ἀνάξιοι οὐρανοῦ καί γῆς καί ἄξιοι αἰωνίου κολάσεως. Μᾶς ἀγαπᾶς καί σέ πληγώνουμε μέ τίς παράνομες πράξεις μας. Μᾶς συγχωρεῖς καί ἐμεῖς συνεχίζουμε νά σέ περιφρονοῦμε. Μᾶς θεραπεύεις τά ἄλγη ψυχῆς καί σώματος καί πάλιν ἐνώπιόν σου εἴμεθα ἀχάριστοι καί ἐπιλήσμονες. Μᾶς ὑπόσχεσαι τά αἰώνια ἀγαθά σου, ὅτι θά γίνωμεν συγκληρονόμοι σου, ὅτι θά ἀπολαύσωμεν αἰωνίως αὐτά πού ἑτοίμασες διά ὅσους σέ πιστεύσουν καί σέ ἀγαπήσουν καί ὅμως εἴμεθα τόσο βραδεῖς στήν καρδία, τόσο ἀδιάφοροι, τόσο ὀκνηροί, τόσο ὀλιγόπιστοι. Δέν ἔχομεν τίποτε ἄλλο νά σοῦ εἴπωμεν, κάθε φορά πού στεκόμεθα ἐνώπιόν σου, παρά μόνον τό «Συγχώρησον ἡμᾶς, Κύριε, καί ἀπόστειλον οὐρανόθεν ὡς δωρεάν τό θεῖον σου ἔλεος».

Δέν ἠμπορεῖ νά ζήσει ὁ κόσμος ὦ Ἰησοῦ, οὔτε μία ἡμέρα χωρίς τήν ἰδική σου πνοή, χωρίς τήν ἰδική σου εὐλογία, χωρίς τήν ἰδικήν  σου στοργήν καί παρουσίαν. Καί ἀπό ἡμᾶς τούς μοναχούς, νομίζω, ὅτι δέν ἠμπορεῖ οὐδείς νά ζήσει, ἐάν δέν σέ ἀναζητεῖ καθημερινῶς στήν κέλλαν του ἐνίοτε καί μετά δακρύων.

Γνωρίζουμε, Ἰησοῦ, ὅτι ὅσο καί ἐμεῖς εἴμεθα κοντά σου, δέν μᾶς ἐγκαταλείπεις. Μᾶς ἐπισκέπτεσαι κατά τρόπον αὐθεντικόν καί λίαν ἐμφαντικόν κατά τήν ὥραν τῆς νυκτερινῆς μας προσευχῆς. Τότε πράγματι νομίζεις ὅτι ἀνοίγουν οἱ οὐρανοί ἀπ᾿ αὐτή τήν μυστική κάθοδόν σου στόν ἁμαρτωλό κόσμον μας.

 Γι᾿ αὐτό οἱ προσευχές τῶν μοναχῶν καί τῶν εὐλαβῶν χριστιανῶν μας σέ παρακαλοῦν ὦ Ἰησοῦ, νά μᾶς ἐπισκέπτεσαι συχνά μέ τήν Χάριν σου, νά παρηγορεῖς τούς ἀδυνάτους πνευματικῶς ἀδελφούς μας, νά θεραπεύεις τούς ἀσθενεῖς μας, νά εἰρηνεύεις τίς διχαζόμενες οἰκογένειες, νά προλαμβάνεις τά οἰκογενειακά δράματα, νά φωτίζεις τούς ἐν σκότει καθημένους, νά διεγείρεις εἰς μετάνοιαν ἡμᾶς τούς ἀναισθήτους, νά καθοδηγεῖς εἰς ὁδόν σωτηρίας, αὐτούς πού σέ ἀναζητοῦν.

Πάντες, ὦ Ἰησοῦ ἐπιθυμοῦμε τήν γλυκυτάτην παρουσίαν σου. Καί σέ εὐχαριστοῦμεν, διότι μᾶς προσφέρεσαι τόσο θυσιαστικά. Εἶσαι ὁ Καλός Ποιμήν, πού ἀφήνεις τάς 99 πρόβατα καί ἀναρριχᾶσαι στούς γκρεμούς τῆς κοσμικῆς ματαιότητος νά ἀνεύρεις τό ἀπολωλός, τό ἕνα πρόβατο διά νά μήν ἀπουσιάζει κανένα ἀπό τήν ποίμνην σου, τήν ὁποίαν τόσον πολύ ἠγάπησες.

Ὅσοι ἔμειναν σκληροπυρηνικοί καί ἀπερίτμητοι στήν καρδία τους καί δέν ἐγνώρισαν τόν Χριστόν, δέν ἀπώλεσαν τόν βίο τους, οὔτε τά χρήματά τους καί τήν δόξαν τους, ἀλλά ἀπώλεσαν τήν αἰώνια Ζωή τους. Ἔχασαν γιά πάντα τήν Ψυχή τῆς ψυχῆς τους, πού εἶναι τό Ἅγιον Πνεῦμα. Δι᾿ αὐτό οἱ σημερινοί ἄνθρωποι εἶναι δυστυχισμένοι καί ἀνέραστοι. Δέν ἐγνώρισαν ἀκόμη καί δέν ἀγάπησαν τόν Ἰησοῦν, ἀπό τόν Ὁποῖον ὡσάν ἀπό ἀνεξάντλητον πηγήν τρέχει ἡ ἀγαπητική του ἐνέργεια, πού λέγεται Θεία Χάρις.

Νομίζω γι᾿ αὐτή τήν θεία ἐνέργεια, μέ τήν ὁποίαν ὄχι μόνον εἰρηνεύουμε, ἀλλά ἑνούμεθα μέ τόν Χριστόν καί μέ ὁλόκληρον τόν οὐράνιον κόσμον, εἶναι ἀνάγη νά καταβάλουμε κάθε προσπάθεια καί θυσία σ᾿ αὐτήν τήν προσωρινή ἐπί τῆς γῆς παροικία μας. Πρέπει νά γίνεται καθημερινή μας ἐπιδίωξις αὐτή ἡ ἐπικοινωνία μαζί της, μέσα στήν ὁποία ἀποκαλύπτεται ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός μας. «Οὐδείς δύναται εἰπεῖν τόν Ἰησοῦν, ἔλεγεν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, εἰμι ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ».

Μέ τήν Χάρι λοιπόν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἑνούμεθα ἀοράτως μέ τόν Χριστόν μας. Καί δέν τόν χρειαζόμεθα νά τόν βλέπομεν μέ τούς σωματικούς μας ὀφθαλμούς. Μᾶς εἶναι περιττή μία τέτοια θεωρία τοῦ Ἰησοῦ. Ἀφοῦ ὅλος ὁ ἐσωτερικός μας πνευματικός κόσμος, ὅλη ἡ καρδία μας, τά αἰσθήματά μας, ὁ νοῦς μας, ἀκόμη καί τό φθαρτό σῶμα μας, ὅλα γεμίζουν ἀπό μία θεϊκή ἔλαμψι, ἀπό μία βαθυτάτη εἰρήνη, ἀπό μία ἐσωτερική φωτοχυσία.

Ὅλα αὐτά δέν εἶναι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τά χαρίσματα τά ὁποῖα ἐλάβαμεν ὡς ἐν σπέρματι κατά τήν ἡμέραν τῆς βαπτίσεώς μας; Τί ἄλλο περισσότερον ἔχομεν ἀνάγκη; Ἄλλωστε ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι μόνον ἡ λάσπη πού κουβαλάει ἐπάνω του μέ τό φθαρτό του σῶμα. Εἶναι τό πνευματικόν μέρος, ἡ Ψυχή του, ἡ ὁποία, ὅταν εἶναι διηνθισμένη μέ ὅλα τά μυρίπνοα ἄνθη τοῦ παραδείσου, δηλαδή μέ τό πλῆθος τῶν ἀρετῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, εἶναι ἀπ΄ἐδῶ ἀναστημένη καί δεδοξασμένη.

Γι᾿ αὐτό μᾶς λέγει ὁ Χριστός μας ὅτι ὅσοι Τόν ἀγαπήσωμεν θά Τόν εὕρωμεν νά κατοικεῖ μέσα μας. Μᾶς εἶπε ὅτι θά συγκατοικήσωμεν μαζί μέσα στήν πνευματική μας καρδία. Θά συνευφρανθῶμεν. Θά συναγκαλισθῶμεν. Θά συμπορευόμεθα στόν ἕνα ἀγῶνα πού εἶναι ἡ πορεία μας πρός τόν αἰώνιον παράδεισον.

Αὐτός λοιπόν εἶναι ὁ παράδεισός μας. Εἶναι ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός μας, πού κατοικεῖ μέσα μας καί μᾶς κρατᾶ στήν ἀγκαλιά του. Μᾶς χαροποιεῖ καί μᾶς προσέχει νά μή πονέσουμε ψυχικά. Εἶναι ὁ τσοπάνης μας πού μᾶς φυλάγει  νά μή πέσουμε σέ κάποιο γκρεμό τῆς ἁμαρτίας.

Ἐπειδή μᾶς ἀγαπᾶ δέν εἶναι καθόλου δυναστικός καί δικτατορικός ἀπέναντί μας. Σέβεται τήν ἐλευθερία μας. Δέν μᾶς ἐμποδίζει νά κάνουμε καί τό κακό. Ἀλλά μᾶς ἔχει προειδοποιήσει καί διά τά ἀποτελέσματα τῆς ἁμαρτίας καί τῆς ἀπομακρύνσεώς μας ἀπ᾿ Αὐτόν.

Δι᾿ αὐτό, εἶναι τόσο καλός ὁ Καλώτατος Θεός μας, διότι μᾶς ἀγαπᾶ καί μᾶς περιμένει, ἀκόμη καί ὅταν ἁμαρτάνουμε. Στά ἀνθρώπινα δικαστήρια, μετά ἀπό κάποια παρανομία  καί καταπάτησι τοῦ κρατικοῦ νόμου ἐπακολουθεῖ ἀμέσως ἡ δίκη καί ἡ ἀνάλογος ποινή διά τόν κατηγορούμενον. Ἔστω κι ἄν ὑπάρχει δικηγορική ὑπεράσπισις, ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ὁ ἔνοχος θά δικασθῆ. Ἐδῶ ὅμως στήν ἰδική μας περίπτωσι, ὅπου καταπατοῦμε καθημερινά τόν θεῖον Νόμον, δέν ὁδηγούμεθα ἀμέσως στό δικαστήριον τοῦ Θεοῦ διά νά ἀκούσωμεν  τήν καταδικαστικήν μας ἀπόφασιν. Διατί; Διότι ὁ Πρόεδρος τοῦ Δικαστηρίου δέν εἶναι ἕνας ἄνθρωπος, πού θά κρίνει μέ αὐστηρότητα βάσει τοῦ κρατικοῦ νόμου, ἀλλά εἶναι ὁ Δημιουργός μας. Εἶναι Αὐτός πού προσέφερε τό Αἷμα του για νά σώση τόν κάθε ἄνθρωπον ἀπό τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ αἰωνίου θανάτου. Εἶναι Αὐτός, πού συγχωρεῖ μυριάκις τόν ἄνθρωπον, ἀρκεῖ νά τοῦ ζητήσει ἕνα «συγγνώμη». Καί ἄν πάλιν ὁ ἄνθρωπος καταπατήσει τήν θείαν ἐντολήν Του πάλιν καί πάλιν ὁ Φιλάνθρωπος Χριστός μας θά τόν συγχωρέσει. Μέχρις πότε;   Μέχρις ὅτου τόν βοηθήσει νά ὀρθοποδήσει στόν δρόμο τῆς ἀρετῆς διά τῆς μιᾶς ἁγίας Ὀρθοδόξου καί Ἀμωμήτου ἡμῶν Πίστεως, καί νά τόν εἰσαγάγει κατόπιν στόν Παράδεισον.

Ἔτσι, ἠμποροῦμεν νά πιστεύουμεν ὅτι στήν παροῦσα ζωή μας εἶναι σχεδόν πάντοτε φιλάνθρωπος. Σπανίως, κυρίως διά τούς ἀμετανοήτους καί σκληροτραχήλους, θά παραχωρήσει νά λάβουν ἀπό ἐδῶ τόν μισθόν τῶν ἀθέσμων πράξεών τους καί θά τούς ἐκβάλει κακοῖν κακῶς ἀπό τήν παροῦσαν ζωήν.

Γνωρίζει, ὡς Παντογνώστης, ὅτι εἶναι συμφερώτερον νά φεύγουν ἀπ᾿ αὐτόν τόν κόσμον μερικοί ἄνθρωποι  διά νά μή βλάπτουν καί τούς ἄλλους ἀνεπανορθώτως, ἀλλά καί νά σωφρονίζωνται ἀπό τίς τιμωρίες τους, ὅσοι ἀπό ἐπιπολαιότητα ἐκτρέπονται ἀπό τήν εὐθεῖα ὁδό τῶν πνευματικῶν ἀρετῶν καί πληγώνουν πρῶτα τόν ἑαυτόν τους καί κατόπιν τόν Φιλάνθρωπον Θεόν μας.

Ἐπειδή ὁ παρών αἰώνας εἶναι ἀναγκαῖος χρόνος διά τήν πνευματική μας προετοιμασία προκειμένου νά μεταβοῦμε στήν ποθεινή καί αἰώνια πατρίδα μας, ἔχουμε δίπλα μας βοηθό, Φίλο, συμπαραστάτη, σύντροφο, ἀδελφό, Πατέρα καί Προστάτη μας, τόν Ἴδιον τόν Χριστόν μας.

Ἀλλοίμονό μας, ἐάν προσπαθούσαμε μόνοι μας νά διεξέλθωμεν ἀπό τίς ἄπειρες παγίδες πού ὁ διάβολος μᾶς καταστρώνει μέ δελεαστικές προκλήσεις στήν ζωή μας. Εἶναι τῶν ἀδυνάτων ἀδύνατον ὁ ἄνθρωπος νά γίνει μόνος του «θεός», ὅπως ἀναφέρει ὁ Θεός μας στήν Ἁγία Γραφή. «Ὑμεῖς θεοί ἐστέ καί υἱοί Ὑψίστου πάντες».

Ναί, εἴμεθα καλεσμένοι νά γίνουμε θεοί κατά Χάριν καί ἀγαπητά παιδιά Του, ἀλλά μόνον μέ τήν ἰδική του θεία Χάρι καί βοήθεια. Ὁ Χριστός θά μᾶς βοηθήσει μέ μία πολύ σπουδαία προϋπόθεσι. Δέν ἀρκεῖ μόνον νά τόν πιστεύουμεν, ἀλλά καί νά τόν ὑπακούωμεν. Δέν ἠμποροῦμεν νά τόν γνωρίσωμεν, ἐάν δέν τόν ἀναζητήσωμεν. Καί διά νά τόν ἀναζητήσωμεν σημαίνει ὅτι ἀρνούμεθα τίς ἰδικές μας τεχνικές καί λογικές. Εἴμεθα ἀπελπισμένοι ἀπό τήν ἐξυπνάδα τοῦ μυαλοῦ μας, διότι δέν μᾶς βοηθεῖ καθόλου στις πνευματικές μας ἀναβάσεις για τήν συνάντησί μας μέ τόν Χριστόν.

Αὐτή λοιπόν εἶναι ἡ μεγάλη προϋπόθεσις, ὅτι δέν ἐλπίζομεν νά προκαλέσωμεν κάτι ὠφέλιμο καί αἰώνιο στήν ψυχή μας, ἐάν δέν ὁμολογήσωμεν πρῶτα τήν εὐτέλειά μας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ μας. Αὐτό εἶναι τό ἄδειασμα πού ζητεῖ ὁ Χριστός ἀπ’αὐτούς πού ἐπιθυμοῦν μέ εἰλικρίνεια νά φθάσουν στόν λιμένα τῆς σωτηρίας τους.

Ἔτσι ἄδειασε καί ὁ Χριστός μας, ἀπό τήν θεϊκή του δόξα, τήν ὁποίαν ἀπελάμβανε μαζί μέ τόν Θεόν Πατέρα Του στούς οὐρανούς. Καί ἦλθε ἀνάμεσά μας σάν ἕνα ταπεινό Νήπιο, πού πρωτοκοιμήθηκε ἐπάνω στά ξηρά χόρτα τῶν ζώων τοῦ σταύλου, ὅπου γεννήθηκε. Καί δέν εἶχε τήν ζεστασιά τοῦ σημερινοῦ καλοριφέρ ἤ τοῦ κλιματιστικοῦ, ἀλλά ζεσταινόταν ἀπό τά χνῶτα τῶν ζώων πού ἐστέκοντο γύρω του μέ τόση σεμνότητα, σάν νά ἦσαν ἄγγελοι!

Ἀλλά καί ὁλόκληρη ἡ ζωή τοῦ Ἰησοῦ μας ἦταν μία ἐσχάτη ταπείνωσις. Κανείς ἄνθρωπος δέν ταπεινώθηκε τόσο πολύ στόν κόσμον,  ὅσον ὁ Θεάνθρωπος Θεός μας, ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Καί μᾶς ἔδωσε τόν Ἑαυτόν του «τύπον καί ὑπογραμμόν», οὕτως ὥστε καί ἐμεῖς νά ἔχουμε διδάσκαλον τῆς ἀρετῆς καί ἐπάνω στά δικά του ἴχνη νά βαδίζουμε για νά τοῦ ὁμοιάσωμεν.

Μόνον λοιπόν οἱ ταπεινοί εἶναι οἱ ἄξιοι τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Αὐτοί εἶναι οἱ πολυαγαπητοί δοῦλοι τοῦ Χριστοῦ μας. Γι᾿ αὐτό καί ὁ Γέροντας τοῦ Ὁσίου Παϊσίου τοῦ Ἀγιορείτου, ὁ παπᾶ-Τύχων ὁ Ρῶσσος, ἔλεγε: «Κάθε πρωΐ ὁ Χριστός εὐλογεῖ τόν κόσμον μέ τό ἕνα χέρι, ἐνῶ τούς ταπεινούς τούς εὐλογεῖ μέ τά δύο χέρια». Ἀλλά καί ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός μᾶς εἶπε ὅτι μόνον στούς ταπεινούς δίνει τήν Χάρι του καί ὄχι στούς ὑπερηφάνους τούς ὁποίους ἀποστρέφεται.

Ἐάν δέν ἀποδεχθοῦμε τόν Χριστό μας, ὡς βοηθό μας στόν καθημερινό μας ἀγῶνα για τά ὑλικά καί τά πνευματικά μας ἀγαθά, ποιός ἄλλος εἶναι σέ μία τέτοια προνομιακή θέσι νά μᾶς βοηθήσει; Ποιός; Δέν ἠμπορῶ μέ τό πτωχό μου μυαλό νά διανοηθῶ κάποιον ἄλλον, ἔστω πλούσιον καί βασιλέα καί πολυτάλαντον ἄνθρωπον, πού θά ἀφήσει τίς ἰδικές του ἐνασχολήσεις γιά νά ἀσχοληθῆ μέ τά προβλήματα τῶν ἄλλων ἀνθρώπων, πού δέν εἶναι μερικές δεκάδες, ἀλλά δισεκατομμύρια!!!

Ἀρκεῖ λοιπόν καί ὑπεραρκεῖ ἕνας Θεός, ὁ μοναδικός καί ἀνεπανάληπτος, ὁ πάνσοφος, ὁ πανταχοῦ παρών, ὁ πανάγιος, ὁ παντοδύναμος, ὁ προαιώνιος, ὁ Δημιουργός μας καί ὁ Σωτήρ τῶν ψυχῶν μας νά κυβερνᾶ τά σύμπαντα. Ἀρκεῖ νά φροντίζει διά τοῦ καθενός τήν κατά κόσμον προκοπήν καί τήν πνευματικήν του ζωή. Ἀρκεῖ ἕνας Θεάνθρωπος Ἰησοῦς νά ἁπλώνει στά πέρατα τῆς γῆς τίς πτέρυγες τῆς ἀγάπης του καί νά ἀγκαλιάζει τόν κόσμον. Νά στέλλει τόν ἥλιον πρός τούς πονηρούς καί ἀγαθούς καί νά βρέχει διά τούς δικαίους καί τούς ἀδίκους. Ἔχει πάντοτε τά ὦτα τῆς καρδίας του ἀνοικτά διά νά προσφέρει στόν καθέναν, ὅ, τι τοῦ εἶναι ἀναγκαῖον. Ἐάν ὁ σαρκικός πατέρας θά μᾶς δώσει ψάρι καί ὄχι φίδι νά φᾶμε, ὁ οὐράνιος Πατέρας μας θά κάνει τέτοιου εἴδους λάθη, ἐνῶ εἶναι φιλάνθρωπος Θεός μας καί πανάγαθος καί Πολυεύσπλαγχνος!

Γι᾿ αὐτό ἔχω παρατηρήσει καί ἀπό τήν προσωπική μου ζωήν ὅτι ὁ Χριστός μας, καί ὅταν ἀκόμη δέν τόν παρακαλέσωμεν για κάποιο πρόβλημά μας ἤ ὅταν εὑρεθοῦμεν σέ ἕνα πειρασμό τῆς ζωῆς μας, τρέχει Μόνος του, αὐτοβούλως νά μᾶς βοηθήσει. Ἔρχεται νά μᾶς προσφέρει αὐτό πού χρειαζόμεθα. Ἀκόμη καί ἕνα ζευγάρι κάλτσες, καί ἕνα λαστιχάκι για τά μαλλιά μου, πού κάποτε μοῦ ἔδωσε, τήν ὥρα πού κατέβαινα ἀπό τό αὐτοκίνητο. Καί τό εὑρῆκα μπροστά μου. Τό χρειαζόμουνα. Καί μοῦ τό ἔδωσε τήν ἑπομένη ἡμέρα. Τί πράγματα τέλος πάντων εἶναι αὐτά; Δέν μέ ἄφησε οὔτε στό μαγαζί νά πάω νά τό ἀγοράσω!!

Νά ἔχωμεν, Ἀδελφοί, ἐμπιστοσύνη στήν ἄπειρον ἀγάπην τοῦ Ἰησοῦ μας. Ἴσως ἐνίοτε ἀργεῖ νά ἐνεργήσει. Δέν σημαίνει ὅτι τό σκέπτεται καί δέν ξέρει τί νά ἀποφασίσει. Ἁπλῶς μᾶς δίνει ἕνα μήνυμα. Καί αὐτό εἶναι εἴτε δέν ἔχει εὐλογία νά κάνουμε αὐτό πού ἐπιθυμοῦμε, διότι δέν μᾶς συμφέρει, εἴτε θά μᾶς τό προσφέρει ἀργότερα, εἴτε ποτέ. Ἀλλά πάντοτε νά τοῦ ἔχωμεν ἐμπιστοσύνη, διότι σάν Θεός πού εἶναι δέν κάνει λάθη. Καί γίνεται αὐτό πού μᾶς λέγει καί ἡ λαϊκή παροιμία ὅτι «ὁ Θεός ἀργεῖ, ἀλλά δέν λησμονεῖ».

Μον. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης

Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου