«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»
Μερικοί ἐκ τῶν λαϊκῶν χριστιανῶν μας, λόγῳ τῆς μεγάλης εὐλαβείας των πρός τήν Ἐκκλησία καί τό ἱερατεῖον μας, ἀσπάζονται καί τό χέρι τῶν μοναχῶν μας. Ἐπιτρέπεται αὐτή ἡ εὐλαβής χειρονομία τους;
Γνωρίζω Ἕλληνα Μητροπολίτη ὁ ὁποῖος εἶπεν δημοσίως στό ποίμνιόν του ὅτι δέν ἐπιτρέπεται νά ἀσπάζονται τό χέρι ἑνός μοναχοῦ, διότι δέν εἶναι παππᾶς!
Ἀλλά ἐπιθυμῶ νά ἀπαντήσω στόν ὑψηλοβάθμιον αὐτόν Κληρικόν καί σέ κάθε ἄλλον πού ἀπορίπτει τόν σεβασμόν καί τήν εὐλάβειαν πρός τούς μοναχούς καί ἀσκητάς μας, οἱ ὁποῖοι εἶναι τά νεῦρα καί οἱ χορδές τῆς Ἐκκλησίας μας, κατά τόν ἅγιον Θεόδωρον τόν Στουδίτην.
Δέν θά ἀπαντήσω, ἐπειδή ὡς μοναχός πού εἶμαι χάριτι Χριστοῦ ἐπιθυμῶ νά τυγχάνω τιμῆς καί σεβασμοῦ ἀπό τούς εὐλαβεῖς χριστιανούς μας, ἀλλά διά μόνην τήν ἀλήθειαν. Ἄλλωστε ὁ ἔχων ἐπίγνωσιν τῆς ἀποστολῆς του μοναχός ἐπιδιώκει νά ζεῖ στήν ἀφάνεια, διότι ἐρωτεύθηκε τόν Χριστόν καί τήν ἁγίαν ταπείνωσίν Του καί ὄχι νά αὐτοπροβάλλεται ζητῶν τιμήν καί ἀναγνώρισιν.
Ἐν πρώτοις στό Ἅγιον Ὄρος ἔχουμε τόν θεσμόν τοῦ Γέροντος, ὡς πνευματικοῦ πατρός, κυρίως στά Κελλιά, ὅπου ἡ ἀνάληψις πνευματικῆς καθοδηγήσεως τῆς μικρᾶς συνήθως συνοδίας τους ἀκολουθεῖ τήν ἱεραρχική τάξι τῆς κουρᾶς, ἀπό τόν ἀρχαιότερον δηλαδή πρὸς τόν νεώτερον. Καί τότε βλέπομεν τό ἀντιφατικόν, διά πολλούς ἐν τῶν κόσμῳ χριστιανούς, διά νά λειτουργήσει ὁ ἱερομόναχος τοῦ Κελλίου θά πάρη εὐλογία φιλώντας τό χέρι τοῦ Γέροντός του, ὁ ὁποῖος εἶναι μοναχός. Αὐτή τήν τάξι τήν γνωρίζουμε καί μέσα ἀπό τά ἄφθονα βιβλία πού ἔχουν γραφῆ διά τόν ἀσκητή τῶν νεωτάτων χρόνων, τόν Γέροντα Ἰωσήφ τόν Σπηλαιώτην, τοῦ ὁποίου ἔπαιρναν τήν εὐλογία διά νά λειτουργήσουν οἱ ἱερομόναχοι ὑποτακτικοί του.
Ἀκόμη καί ὁ πρῶτος κοινοβιάρχης τοῦ Ἄθωνος, ὁ Ὅσιος Ἀθανάσιος ὁ Λαυριώτης δέν ἦταν ἱερομόναχος. Καί ὅμως ὅλοι οἱ μοναχοί καί ἱερομόναχοι ἔπαιρναν τήν εὐλογίαν του εἴτε διά τήν Θείαν Λειτουργίαν εἴτε διά τό ὁποιοδήποτε διακόνημά τους.
Σήμερα στόν τάφο τοῦ Ὁσίου Γέροντος ἀσκητοῦ τοῦ Ἄθωνος π. Παϊσίου καταφθάνουν καθημερινά πλήθη προσκυνητῶν. Καί ἀσπάζονται τό χῶμα τοῦ τάφου του, εἴτε διότι εὐεργετήθηκαν στήν ζωή τους ἀπό τίς προσευχές του εἴτε ζητοῦν γονυκλιτῶς τήν βοήθειαν καί τήν πρεσβείαν του πρός τόν Κύριον.
Ἐάν φιλοῦν τό χῶμα τοῦ τάφου του, ἤ τό κάνουν σιρόπι καί τό πίνουν μέ νερό γιὰ νά θεραπευθοῦν, θά ἀρνηθοῦν νά τοῦ ἀσπασθοῦν τό χέρι, ἐάν ἐξέλθη προσεχῶς ἄφθαρτος ἐκ τοῦ μνήματός του;
Στήν ἱεράν ἡμῶν Μονήν τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου συνέζησα μόνον ἕξι χρόνια μέ τόν ἁγιασμένον μοναχόν π. Αὐξέντιον, ὁ ὁποῖος σύμφωνα μέ τήν μαρτυρία τοῦ Πνευματικοῦ του πατρός τά τελευταῖα 20 χρόνια, πρό τῆς κοιμήσεώς του δηλαδή ἀξιωνόταν καί ἔβλεπε τό ἄκτιστον φῶς, κατά τήν ὥραν τῆς προσευχῆς του. Ἐνίοτε εὐωδίαζε καί τό χέρι του κατά τήν μαρτυρίαν ἀξιοπίστων μαρτύρων, πού ἐζήτησαν νά πάρουν τήν εὐλογία του. Καί ἑνός τέτοιου μοναχοῦ δέν θά πρέπει νά ἀσπαθοῦμε τό χέρι του, ἐπειδή δέν εἶναι ἱερεύς;
Μία μεγάλη μερίδα τῶν ἐν τῷ κόσμῳ χριστιανῶν μας κρατοῦν ἐκ προγόνων τήν εὐλάβειαν πρός τό ἱερατικόν σχῆμα, χωρίς νά γνωρίζουν ἐάν ὁ ρασοφόρος πού βλέπουν μπροστά τους εἶναι ἱερεύς ἤ ἁπλός μοναχός. Ἔτσι κλίνουν τήν κεφαλή τους καί φιλοῦν εὐλαβικά τό χέρι του. Ἕνας γνωστός μου μοναχός ἀντέδρασε καί δέν ἔδωσε τό χέρι του στήν εὐλαβῆ γριούλα, πού ἔτρεξε νά πάρη τήν εὐχή του. Τῆς εἶπε: «Μά δέν εἶμαι παππᾶς». Καί ἡ γριούλα τοῦ ἀπήντησε μέ σοφία: «Προσκυνῶ τό σχῆμα σου πάτερ καί ὄχι τήν ἰδιότητά σου…».
Ὁ μοναχός εἶναι ὀρθόδοξος χριστιανός, ὁπότε ἔχει τήν Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ ὅσιος Γέροντας Παΐσιος, ἀσπαζόταν τό χέρι μερικῶν λαϊκῶν. Καί ὅταν τόν ἐρώτησαν γιατί τό κάνει αὐτό, τούς εἶπε «διότι ἔχουν καί αὐτοί τήν Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί εἶναι ἀδελφοί μου ἐν Χριστῶ». Ἀκόμη τούς εἶπε ὅτι δέν ἀσπάζεται ὅλων τό χέρι, παρά μόνον σέ αὐτούς πού βλέπει τήν Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος!
Ἐπίσης ὁ μοναχός ἀγωνίζεται νά μιμηθῆ τήν πολιτεία τῶν ἀγγέλων, ὄντας ὁ ἴδιος ἀκόμη μέ σάρκα ἐπί τῆς γῆς. Καί, ἐάν ἐμφανισθῆ Ἄγγελος Κυρίου σέ κάποιον χριστιανό, πῶς θά τόν ὑποδεχθῆ αὐτός ὁ χριστιανός; Σίγουρα θά σταθῆ γονατιστός μπροστά του καί θά ἐπιχειρήσει, ἐάν τοῦ τό ἐπιτρέψει ὁ Ἄγγελος, νά ἀσπασθῆ καί τό ἀέρινο χέρι του. Καί γιατί ὁ χριστιανός θά τόν ὑποδεχθῆ μέ μία τέτοια εὐλαβῆ συμπεριφορά; Διότι ὁ Ἄγγελος εἶναι δοῦλος καί ὑπηρέτης τοῦ Θεοῦ. Ὁπότε προσκυνώντας τόν ἄγγελό Του λαμβάνει τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ, διά τοῦ ὑπηρέτου του.
Ἀλλά καί ὁ μοναχός εἶναι ἀγαπητός δοῦλος τοῦ Θεοῦ. Καί τόν ὑπηρετεῖ μέ αὐτοθυσία σέ ὁλόκληρη τήν ζωή του. Καί ὁ μοναχός κατεβάζει τήν Θεία Χάρι, ἡ ὁποία σώζει, θεραπεύει καί ἁγιάζει τόν κόσμον. Πῶς; Μέ τήν ἀέναη, ταπεινή καί φλογερά προσευχή του.
Καί ὅμως δέν ἀγαπᾶ ὁ πολύς κόσμος τόν μοναχό, οὔτε ζητεῖ τήν εὐλογίαν του, λέγοντας ὅτι «αὐτός δέν εἶναι παπᾶς». Μά καί ὁ μοναχός εἶναι δοῦλος καί ὑπηρέτης τοῦ Χριστοῦ, πού ξενυκτᾶ στήν προσευχή γιά τήν εἰρήνη τοῦ σύμπαντος κόσμου, πού κλαίει γιά τόν λαό τοῦ Θεοῦ, πού μέ τήν προσευχή του ἔχει γίνει πατήρ τῆς οἰκουμένης.
Γι᾿ αὐτό καί ἔλεγε ὁ μακαριστός Γέροντάς μου π. Γεώργιος, Πνευματικός πατήρ καί θεολόγος τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅτι οἱ μοναχοί εἶναι Ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ, οἱ ὁποῖοι συνεχίζουν τήν διακονία τῶν Ἀποστόλων σέ ὁλόκληρο τόν κόσμον. Καί ἐάν στόν ἱερέα μιᾶς ἐνορίας, τοῦ φιλοῦμε μέ εὐλάβεια τό χέρι, γιά τούς λόγους πού ἀναφέραμε παραπάνω, γιατί στόν μοναχό ἀρνούμεθα νά πάρουμε τήν εὐχή του, πού κι αὐτός δέν εἶναι πατήρ μιᾶς ἐνορίας, ἀλλά Ἀπόστολος Χριστοῦ πού ἀγκαλιάζει μέ τίς πτέρυγες τῆς προσευχῆς του ὁλόκληρη τήν οἰκουμένη; Ἀγωνίζεται νά ζεῖ σάν ἐπίγειος ἄγγελος, χωρίς νά δίδει ἰδιαίτερη προσοχή καί φροντίδα στήν σάρκα του, ἡ ὁποία τόν πολεμᾶ κι αὐτός γενναίως ἀντιστέκεται νά ζήσει ὡς ἄσαρκος ἐπί τῆς γῆς!
Μήπως ὁ μοναχός ἔχει νά δώσει στόν χριστιανό τήν δική του εὐχή καί εὐλογία; Ἀφοῦ καί οἱ δύο (ἱερεύς καί μοναχός) δίνουν τήν μία καί τήν ἴδια εὐλογία τοῦ Θεοῦ, λέγοντας: «τήν εὐλογία τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Παναγίας νά ἔχεις Ἀδελφέ». Ὁπότε μόνον ὁ ἱερεύς εἶναι ἄξιος νά δώσει τήν εὐλογία τοῦ Χριστοῦ στόν Χριστιανό καί ὁ μοναχός εἶναι ἀνάξιος;
Ὑπάρχουν μοναχοί διά μέσου τῶν αἰώνων οἱ ὁποῖοι ἁγίασαν καί πολλῶν τά σώματα ἔμειναν ἄφθαρτα, εὐωδιάζοντα καί θαυματουργοῦντα. Καί οἱ εὐλαβεῖς χριστιανοί μας, ἀκούοντες γιά Ἅγιο Λείψανο τρέχουν νά προσκυνήσουν. Καί φιλοῦν ὄχι μόνο τό χέρι τοῦ ἁγίου μοναχοῦ, ἀλλά καί τό σχῆμα του, τό πόδι του, τά ὑποδήματά του, ἐάν διασώζονται, τήν κεφαλήν του, χωρίς νά σκέπτωνται ὅτι αὐτός δέν ἦταν παππᾶς ἤ ἱερομόναχος.
Καί τώρα τό ἐρώτημά μου εἶναι: Διατί ὁ χριστιανός προσκυνεῖ μέ τόσο πόθο καί εὐλάβεια τά Λείψανα ἤ τά ροῦχα καί ἀντικείμενα ἑνός ἁγιασμένου μοναχοῦ καί ὅταν εἶναι στήν ζωή τόν ἀποφεύγει, τόν περιφρονεῖ, ἀρνεῖται νά ἀσπασθῆ τό χέρι του καί νά ζητήσει τήν εὐλογίαν του; Ὅταν εἶναι νεκρός τρέχει νά πάρη τήν εὐλογίαν του καί ὅταν εἶναι ζωντανός, δέν θέλει νά τόν βλέπει, οὔτε καί νά τόν εὐλαβεῖται ὡς ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ! Ἀλλά πόσον παράλογη εἶναι ἡ συμπεριφορά αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων, μόλις ἀρκεῖ καί νά τό ἀναφέρωμεν διά ἐσχάτην φοράν, χωρίς ἄλλα σχόλια!
Δέν εἶναι κατά Θεόν τό γεγονός νά ἐπιδιώκει ὁ μοναχός νά τοῦ φιλοῦν τό χέρι του ἤ νά τό προβάλλει σκανδαλωδῶς πρός τούς χριστιανούς μας. Ἀλλά οὔτε εἶναι καί χριστιανοπρεπές νά ἀρνεῖται νά δώσει τό χέρι του, λέγοντας ὅτι δέν εἶναι παπᾶς. Πληγώνονται οἱ ἄνθρωποί μας σκεπτόμενοι ἤ λέγοντες ὅτι: «Αὐτός ὁ παππούλης ἀρνεῖται νά μοῦ δώσει τήν εὐλογία του…». Καί ἄλλοι εἶναι δυνατόν νά κάνουν καί ἄλλες παράξενες σκέψεις.
Ἡ ἀπάντησις λοιπόν εἶναι ναί στήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ καί ἀπό τό χέρι τοῦ δούλου του, πού λέγεται μοναχός, τόν ὁποῖον πρέπει νά τόν εὐλαβούμεθα καί νά ζητοῦμε τίς προσευχές καί τήν εὐλογία του, ὅπως τήν ζητοῦμε καί ἀπό τόν ἱερέα.
Μοναχός Δαμασκηνός Γρηγοριάτης
Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου