«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»
Ὑπό Γέροντός Κλεόπα Ἠλίε
Ἱερεύς: Γιά ποιά αἰτία ἦλθες, παιδί μου, σέ μένα;
Σπουδαστής: Ἦλθα νά μοῦ φανερώσης τήν ἀλήθεια τῆς πίστεώς μας.
Ἱερεύς: Ναί, τήν ἀλήθεια εἶναι καλό νά τήν ζητᾶμε γιά κάθε πρᾶγμα, ἀλλά τί περίπου θέλεις νά ἐρωτήσης πρῶτα – πρῶτα;
Σπουδαστής: Νά μοῦ πῆτε κατ᾿ ἀρχάς τί εἶναι Ἐκκλησία.
Ἱερεύς: Ἐκκλησία εἶναι τό ἅγιο καθίδρυμα πού ἔχει θεμελιωθῆ ἀπό τόν σαρκωθέντα Λόγο τοῦ Θεοῦ γιά τήν σωτηρία καί ἁγιότητα τῶν ἀνθρώπων.
Σπουδαστής: Ἐγώ θέλω νά μάθω πῶς ἐννοεῖτε τήν ἔννοια τῆς Ἐκκλησίας στήν Ἁγία Γραφή.
Ἱερεύς: Ἡ λέξις Ἐκκλησία στήν Ἁγία Γραφή ἔχει πολλές σημασίες καί πολλές ὀνομασίες. Χρησιμοποιεῖται πότε μέ τήν μία ἔννοια, πότε μέ τήν ἄλλη, πότε μέ τό ἕνα ὄνομα καί πότε μέ τό ἄλλο.
Σπουδαστής: Ποιές εἶναι αὐτές οἱ διαφορετικές ἔννοιες καί ὀνομασίες τῆς Ἐκκλησίας στήν 'Ἁγία Γραφή;
Ἱερεύς: Κατ᾿ ἀρχήν μέ τήν λέξι Ἐκκλησία στήν Καινή Διαθήκη ἐννοεῖται ἡ ἀνωτάτη ἱεραρχία καί ἡγεσία τῆς Ἐκκλησίας, τήν ὁποία ἐθεμελίωσε ὁ Χριστός σ᾿ ἕνα τόπο μέ τό πλῆθος τῶν βαπτισμένων ὀρθοδόξων χριστιανῶν στό Ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Σπουδαστής: Ποιά εἶναι αὐτή ἡ ἀνωτάτη ἱεραρχία, πού τοποθετήθηκε ἀπό τόν Σωτῆρα Χριστό στήν Ἐκκλησία;
Ἱερεύς: Συγκροτήθηκε ἀπό τούς Ἁγίους Ἀποστόλους καί τούς διαδόχους των ἐπισκόπους, ἱερεῖς, διακόνους (Ματθ. 18, 18' Έβρ. 13, Ι7, Πράξ. 20, 28" Ίωάν. 20, 22-23).
Σπουδαστής: Πότε τήν ἐτοποθέτησε ὁ Σωτήρ στήν Ἐκκλησία;
Ἱερεύς: Ὅταν εἶπε στούς Ἀποστόλους Του: «ὁ ἀκούων ὑμῶν ἐμοῦ ἀκούει, καί ὁ ἀθετῶν ὑμᾶς ἐμέ ἀθετεῖ, ὁ δέ ἐμέ ἀθετῶν ἀθετει τόν ἀποστείλαντά με» (Λουκ. 10, 16) καί «Καθώς ἀπέσταλκέ με ὁ πατήρ, κἀγώ πέμπω ὑμᾶς» (Ίωάν. 20, 21).
Σπουδαστής: Ποιές ἔκτακτες δυνάμεις ἔδωσε ὁ Σωτήρ σ' αὐτή τήν ἱεραρχία;
Ἱερεύς: Κατ᾿ ἀρχήν ἔδωσε στούς μαθητάς Του τήν δύναμι νά δένουν καί νά λύνουν τίς ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων στόν οὐρανό καί στήν γῆ (Ίωάν. 20, 22-23 καί Ματθ. 18, 18). Τούς ἔδωσε τήν δύναμι τῆς πειθαρχίας στήν Ἐκκλησία. Νά τιμωροῦν τούς παραβαίνοντας τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ (Α' Κορ. 5, 4-5" Α' Τιμ. 1, 20 καί Ματθ. 16, 18-19). Τούς ἐστόλισε μέ τήν ἐξ ὕψους δύναμι κατά τήν έπιφοίτησι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (Λουκ. 24, 25). Τούς ἀπέστειλε νά κηρύξουν τό Εὐαγγέλιο σ᾿ ὅλη τήν κτίσι καί νά βαπτίζουν στό Ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος, τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (Ματθ. 28, 18-20).
Σπουδαστής: Μπορεῖτε νά μοῦ πῆτε ἐάν αὐτή ή ἔννοια τῆς Ἐκκλησίας εἶναι σωστή;
Ἱερεύς: Ναί. Ἡ ἔννοια τῆς Ἐκκλησίας στήν Ἁγία Γραφή ἁπαρτίζεται ἀπό τούς χριστιανούς πού εἶναι βαπτισμένοι στό Ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος καί ἀκολουθοῦν τούς Ἁγίους Ἀποστόλους (Ματθ. 16, 18 καί Κολ. 1, 18-20).
Σπουδαστής: Ποιές εἶναι οἱ μαρτυρίες τῆς Ἁγίας Γραφῆς πού ὀνομάζουν τήν Ἐκκλησία μ' αὐτή τήν ἔννοια;
Ἱερεύς: ἡ Ἐκκλησία, τό σύνολο τῶν πιστῶν χριστιανῶν, ποιμήν καί ποίμνη σ' ἕνα τόπο, ἔχει πολλές μαρτυρίες στίς ὁποῖες ἀνήκει καί αὐτή: «Καθάπερ γάρ ἐν ἑνί σώματι μέλη πολλά ἔχομεν, τά δέ μέλη πάντα οὐ τήν αὐτήν ἔχει πρᾶξιν, οὕτως οἱ πολλοί ἑν σῶμά ἐσμεν ἐν Χριστῶ, ὁ δέ καθ᾿ εἷς ἀλλήλων μέλη» (Ρωμ. 12, 4-5). Αὐτό τό Σῶμα εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ἐνῶ ὁ Χριστός εἶναι ἡ Κεφαλή της (Κολ. 1, 18 καί 24).
Σπουδαστής: Πῶς ἐξηγεῖται ἡ λέξις Ἐκκλησία στήν Ἁγία Γραφή;
Ἱερεύς: Ἐκκλησία στήν Ἁγία Γραφή ἐννοοῦμε ἀκόμη καί τό οἰκοδόμημα τῆς Ἐκκλησίας σάν τόπο προσκυνήσεως.
Σπουδαστής: Πῶς ἐννοεῖτε τήν Ἐκκλησία σάν τόπο προσκυνήσεως;
Ἱερεύς: Ἐκκλησία ἐννοοῦμε τόν ἅγιο τόπο πού προορίζεται γιά τήν δημόσια λατρεία, ὅπως ἦταν ὁ ναός τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Τό ὄνομα Ἐκκλησία μ᾿ αὐτή τήν ἔννοια, τό συναντοῦμε σέ πολλά μέρη τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Ὁ Σωτήρ, σάν παιδί ἀκόμη ἐτίμησε τόν ἅγιο αὐτόν τόπο, σάν τόν αληθινό τόπο προσκυνήσεως, διότι στήν ἡλικία τῶν 12 ἐτῶν ἦλθε μέ τούς γονεῖς του νά προσκυνήση στήν Ἐκκλησία (Λουκ. 2, 46-48). Ὡς τόπο προσκυνήσεως ὁ Σωτήρ τήν ὠνόμασε «ὁ Οἶκος μου» (Ματθ. 21, 13) καί κάθε ἡμέρα ἐδίδασκε τόν λαό σ' αὐτήν (Ίωάν. 18,20). Μέ τήν ἴδια ἔννοια τήν εὑρίσκουμε στά ἔργα τῶν ἁγίων Ἀποστόλων. Οἱ Ἀπόστολοι Παῦλος καί Βαρνάβας φθάνοντας στήν Ἀντιόχεια «ἐγένετο αὐτούς ἑνιαυτόν ὅλον συναχθῆναι ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ καί διδάξαι ὄχλον ἱκανόν» (Πράξ. 11, 26). Παράλληλα ὁ Παῦλος ἀναφερόμενος ἐπίσης σ' αὐτή τήν ἔννοια λέγει; «ὡς ἐν πάσαις ταῖς ἐκκλησίαις τῶν ἁγίων (χριστιανῶν) αἱ γυναῖκες ὑμῶν ἐν ταῖς ἐκκλησίαις σιγάτωσαν οὐ γάρ ἐπιτέτραπται αὐταῖς λαλεῖν (Α' Κορ. 14, 34-35). Σ' αὐτό τό κείμενο εἶναι σαφής ἡ ἔννοια τῆς λέξεως Ἐκκλησία καί φανερώνεται ὡς τόπος συναθροίσεως γιά τήν κοινή λατρεία.
Σπουδαστής: Καί ποιά ἄλλα ὀνόματα ἀποδίδονται στήν Ἐκκλησία ἀπό τήν Ἁγία Γραφή;
Ἱερεύς: ὀνομάζεται ἀκόμη «Θεοῦ γεώργιον» (Α' Κορ. 3, 9), «Νύμφη τοῦ Χριστοῦ» (Β' Κορ. 11,2), «Ἐκκλησία ὁσίων» (Ψαλμ. 149, 1), «Συναγωγή εὐθέων» (Ψαλμ. 110, 1), «Ἐκκλησία πρωτοτόκων» (Έβρ. 12, 23), «Ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ» (Ίωάν. 10, 16), «Χρυσῆ λυχνία» (Ἀποκ. 1, 20), «Πόλις τοῦ Θεοῦ» (Ψαλμ. 86, 2), «Πόλις τοῦ Ζῶντος Θεοῦ» (Ἀποκ. 21, 2), «Στύλος καί ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας» (Α' Τιμ. 3, 15), «Ἐκκλησία ἁγίων» (Ψαλμ. 88, 6), «Σῶμα Χριστοῦ» (Έφεσ. 1, 22), «Θεοῦ οἰκοδομή» (Α' Κορ. 3, 9), «Ἐκκλησία τῆς δόξης» (Έφεσ. 5, 27), «Νύμφη τοῦ Ἀρνίου» ('Αποκ. 19, 7), «Πατριά τοῦ Θεοῦ έν οὐρανοῖς καί ἐπί γῆς» (Έφεσ. 3, 15), «Οἶκος Θεοῦ Ἰακώβ» (Ήσ. 2, 2-3), «Οἶκος τοῦ Χριστοῦ» (Έβρ. 3, 6), «Ή Νέα Ἱερουσαλήμ» ('Αποκ. 3, 12) καί ἄλλες.
Σπουδαστής: Ποιά Ἐκκλησία ἔχουμε ἐμεῖς οἱ χριστιανοί;
Ἱερεύς: ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι μία, διότι μία μόνο ὁ Σωτήρ ἐθεμελίωσε (Ματθ. 16, 18). Μία ἡ κεφαλή της, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, καί αὐτή ἀπεικονίζεται ὡς νύμφη Αὐτοῦ (Έφεσ. 5, 27), ὡς ἕνας οἶκος τοῦ Θεοῦ καί τοῦ Χριστοῦ (Έβρ. 3, 6), ὡς ἕνα μοναδικό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ (Ρωμ. 12, 5), ὡς ἕνα μοναδικό ποίμνιο (Ίωάν. 10, 16). ὀνομάζεται Ἁγία, διότι Ἁγία εἶναι ἡ κεφαλή της καί σ' αὐτήν κατοικεῖ τό Ἅγιον Πνεῦμα.
Σπουδαστής; Πῶς μπορεῖ νά εἶναι ἡ Ἐκκλησία μας Ἁγία, ὅταν μπαίνουν μέσα καί ἁμαρτωλοί;
Ἱερεύς: Οἱ ἁμαρτωλοί δέν προσβάλλουν τήν ἁγιότητα τῆς Ἐκκλησίας.Ἡ ἀποστολή της εἶναι ἀκριβῶς αὐτή: νά προσφέρη τήν ἁγιότητα στούς ἁμαρτωλούς. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἁμαρτωλοί καί κανείς δέν μπορεῖ νά λέγη ὅτι δέν ἔχει ἁμαρτίες (Ίακ. 3, 2). Μερικοί ἑτερόδοξοι ἰσχυρίζονται ὅτι στήν κοινότητά τους συναθροίζονται μόνο ἅγιοι ἄνθρωποι. Δέν πιστεύουν ὅμως ὀρθά, ἀφοῦ ὁ ἴδιος ὁ ἀπόστολος Παῦλος, πού ἦταν τό σκεῦος τῆς ἐκλογῆς, λέγει γιά τόν ἑαυτό του ὅτι εἶναι ὁ χειρότερος τῶν ἁμαρτωλῶν (Α' Τιμ. 1,15). Ὁ Σωτήρ παρομοιάζει τήν Ἐκκλησία Του σέ ἄλλη παραβολή, μέ τό χωράφι πού περιέχει σιτάρι καί ζιζάνια (Ματθ. 13, 24-30), μέ δίχτυ πού συλλαμβάνει ψάρια καλά καί ἄχρηστα (Ματθ. 13, 47-50). Ὁ Παῦλος λέγει ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ οἶκος στόν ὁποῖον εὑρίσκονται σκεύη προωρισμένα γιά χρῆσι ἀξιόλογη καί ἄλλα γιά χρῆσι εὐτελῆ (Β' Τιμ. 2, 20). Ὁ Σωτήρ δέν ἦλθε νά καλέση τούς δικαίους ἀλλά τούς ἁμαρτωλούς σέ μετάνοια, διότι «οὐ χρείαν ἔχουσιν οί ἰσχύοντες ἰατρού, ἄλλ᾿ οἱ κακῶς ἔχοντες» (Ματθ. 9, 12).
Σπουδαστής: Γιατί λέγομεν ἐμεις οἱ ὀρθόδοξοι ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι Καθολική καί Ἀποστολική;
Ἱερεύς: Μέ τήν λέξι Καθολική ἐννοοῦμε ὅτι ἔχει σκοπό νά διαδοθῆ σ' ὁλόκληρο τόν κόσμο, περιλαμβάνοντας τούς χριστιανούς ὅλων τῶν τόπων, τῶν ἐποχῶν, τῶν λαῶν. Αὐτό επισφραγίζεται μέ τήν ἑξῆς ἐντολή τοῦ Χριστοῦ: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη...» (Ματθ. 28, 29). Λέγεται Καθολική διότι ἡ διδασκαλία της εἶναι ὁλόκληρη ἡ πραγματική ἀλήθεια πού δόθηκε ἀπό τόν Χριστό στούς Ἀποστόλους καί δι' αὐτῶν στόν κόσμο. Ἐνῶ ἡ αἵρεσις κατέχει μέρος μόνο της ἀληθείας. Ή Ὀρθοδοξία δέν εἶναι μόνο ἡ ὀρθὴ πίστις ἀλλά καί ἡ ολοκληρωμένη γι' αὐτό ὀνομάζεται καί συνοδική. Ὀνομάζεται ἀποστολική διότι θεμελιώθηκε ἀπό τόν Σωτήρα διά τῶν Ἀποστόλων (Έφεσ. 2, 20). Διωργανώθηκε ἀπό τούς Ἀποστόλους. Διατηρεῖται ἀναλλοίωτη ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ διά τῶν Ἀποστόλων. Τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος παραμένουν στούς Ἀποστόλους καί διά τῆς ἀδιακόπου ἀποστολικῆς χάριτος καί διαδοχῆς διοχετεύονται μέχρι σήμερα στήν Ἐκκλησία. Λέγεται ἀκόμη Ἀποστολική διότι ἱδρύθηκε στά πνευματικά θεμέλια τῶν Ἀποστόλων ἀπό τόν ἀκρογωνιαῖο λίθο Χριστό. Ζῆ τήν ἐν Χριστῶ ζωή, ὅπως τήν ἐδίδαξαν οἱ Ἀπόστολοι, πού εἶναι οἱ ἐκφραστικώτεροι συγγραφεῖς τῶν λόγων τοῦ Σωτῆρος.
Σπουδαστής: Τί ἐννοοῦμε οι ὀρθόδοξοι, ὅταν λέγωμεν ὅτι ἔχουμε δύο Ἐκκλησίες, μία στόν οὐρανό τήν θριαμβεύουσα καί μία στήν γῆ, τήν στρατευόμενη;
Ἱερεύς: Δέν λέγομεν ὅτι ἔχουμε δύο Ἐκκλησίες, ἀλλά μόνο μία. Ἀλλά ὁμολογοῦμε ὅτι χωρίζεται σέ δύο μέρη: στήν ὁρατή ἤ τῶν ζώντων καί τήν ἀόρατη ἤ τῶν κεκοιμημένων. Ἡ ὁρατή λέγεται καί στρατευόμενη διότι τά μέλη της εὑρίσκονται ἀκόμη στόν ἀγώνα μέ τίς δυνάμεις τοῦ πονηροῦ ἐχθροῦ (Έφεσ. 6, 11-13. Γαλ. 5, 17). Ἐνῶ ἡ ἀόρατη λέγεται καί θριαμβεύουσα διότι τά μέλη της ἐνίκησαν τίς δυνάμεις τοῦ ἐχθροῦ καί μετέβησαν στόν οὐράνιο κόσμο μαζί μέ τούς ἀγγέλους (Έβρ. 12, 23. Έφεσ. 5, 27). Ἑπομένως ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι μία, πού ἔχει τούς ζώντας στήν γῆ καί τούς κεκοιμημένους στόν οὐρανό, οἱ ὁποῖοι δοξάζουν τόν Θεό καί προσεύχονται γιά τήν σωτηρία ὅλου τοῦ κόσμου.
Μετάφρασις ἀπό τά ρουμανικά π. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης.
Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου