ΙΧΘΥΣ: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ

Πέμπτη 30 Νοεμβρίου 2023

ΟΤΑΝ ΑΝΟΙΓΟΝΤΑΙ ΒΙΒΛΟΙ...

Ὑπό ρουμάνου Γέροντος π. Πετρωνίου Ἀγιορείτου

Ὁ θεατής τῶν ἀπορρήτων μυστηρίων ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος στήν Θεία Ἀποκάλυψι περί τοῦ τέλους τοῦ κόσμου λέγει: «..καὶ εἶδον τοὺς νεκρούς, τοὺς μεγάλους καὶ τοὺς μικρούς, ἑστῶτας ἐνώπιον τοῦ θρόνου, καὶ βιβλία ἠνοίχθησαν· καὶ ἄλλο βιβλίον ἠνοίχθη, ὅ ἐστι τῆς ζωῆς· καὶ ἐκρίθησαν οἱ νεκροὶ ἐκ τῶν γεγραμμένων ἐν τοῖς βιβλίοις κατὰ τὰ ἔργα αὐτῶν». (20,12). Παλαιότερα ὁ προφήτης Δανιήλ εἶχε ἰδεῖ καί αὐτός ἐν ὁράματι ὅτι «κριτήριον ἐκάθισε, καί βίβλοι ἠνεώχθησαν...» (Δαν. 7,10). Τήν Κυριακή τῆς Μελλούσης Κρίσεως πού προηγεῖται τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, στό Δοξαστικό τοῦ ἑσπερινοῦ ἀκοῦμε πάλι: «Ὅταν τίθωνται θρόνοι καί ἀνοίγωνται βίβλοι καί Θεός εἰς κρίσιν καθέζηται, ὤ ποῖος φόβος τότε...».

Κατά τήν διδασκαλία τῆς Ἁγίας μας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, σέ κάθε ἄνθρωπο ὁ Θεός δίνει στό βάπτισμα καί ἕνα φύλακα ἄγγελο, ὁ ὁποῖος τόν συνοδεύει σ᾿ ὅλη τήν ζωή του. Ταυτόχρονα εὑρίσκονται τριγύρω στόν ἄνθρωπο καί τά ἀκάθαρτα πνεύματα. Καί οἱ ἀγαθοί ἄγγελοι καί οἱ πονηροί ἔχουν βιβλία, στά ὁποῖα γράφουν μέ λεπτομέρεια τίς σκέψεις, τά λόγια, τά ἔργα καί ὅλες τίς κινήσεις τῶν αἰσθήσεων τοῦ ἀνθρώπου: οἱ ἄγγελοι τά ἀγαθά καί οἱ δαίμονες τά πονηρά.

Σέ μερικές εἰκόνες τῆς Μελλούσης Κρίσεως μπροστά στόν θρόνο τοῦ Δικαίου Κριτοῦ φαίνεται μιά ζυγαριά πού κρατιέται ἀπό ἕνα χέρι. Ἀπό τό ἕνα μέρος κι ἀπό τό ἄλλο φαίνονται ἄγγελοι καί δαίμονες πού κρατοῦν τά βιβλία τῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων, τά τοποθετοῦν στήν ζυγαριά καί στό μέρος, ὅπου γέρνει περισσότερο, ἐκεῖ πηγαίνει καί ὁ κάθε ἄνθρωπος.

Νά μερικές ἀπό τίς πολλές μαρτυρίες πού ἀναφέρουν ὅτι ὁλόκληρη ἡ παροῦσα ζωῆ τοῦ ἀνθρώπου γράφεται στά βιβλία, τά ὁποῖα στήν Μέλλουσα Κρίσι θ᾿ ἀνοιχθοῦν ἐνώπιον ὅλων καί καθένας θά κριθῆ ἀνάλογα μέ αὐτά πού εἶναι γραμμένα στά βιβλία τῆς ζωῆς του.

Χωρίς ἀμφιβολία τά βιβλία πού μνημονεύει ἐπανειλλημένως ἡ Ἁγία Γραφή καί ἡ ἱερά Παράδοσις εἶναι κάθε ἄλλο παρά ὑλικά βιβλία τῆς γενεᾶς μας, ἀφοῦ καί οἱ ἄγγελοι πού γράφουν σ᾿ αὐτά εἶναι ἀσώματες ὑπάρξεις. Ἀλλά, ὅπως καί νά εἶναι, ἕνα μόνο πρᾶγμα εἶναι σίγουρο, γιά τό ὁποῖο ἔχουμε τόσες μαρτυρίες: Ὑπάρχουν πράγματι «βιβλία» καί συγγραφεῖς πού γράφουν, καί τίποτε ἀπό τήν ζωή τοῦ ἀνθρώπου, ἀπολύτως τίποτε, οὔτε ἔργο, οὔτε λόγος, οὔτε σκέψις, δέν παραμένει ἄγραφο. Ὅλα σημειώνονται γιά τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως βεβαιώνει καί ὁ Μέγας Βασίλειος λέγοντας: «Στήν κρίσι, ὄχι μόνο τά λόγια καί τά ἔργα, ἀλλά καί οἱ λογισμοί θά ἐξετασθοῦν».

Πόσο μακριά, ἀλήθεια, εὑρίσκεται ὁ προτεσταντισμός, ὁ ὁποῖος διδάσκει ὅτι τά ἔργα δέν εἶναι ἀπαραίτητα γιά τήν σωτηρία, καθώς καί ὁ Καθολικισμός πού πιστεύει ὅτι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά σωθῆ καί μέ τά ἔργα τῶν ἄλλων, δηλ. μέ τίς «ἀξιομισθίες» τῶν ἁγίων!

Ἄς ἔλθουμε σέ μιά παρατήρησι, ἡ ὁποία εἶναι κατανοητή σέ ὅλους.

Εἶναι παγκοσμίως γνωστό ὅτι οἱ ψυχικές καταστάσεις πού ζῆ ὁ ἄνθρωπος τόν ἀλλοιώνουν, ἀφήνουν βαθειά ἴχνη στήν ὕπαρξί του, ἐπειδή συμμετέχει σέ ὅλες τίς ἐκδηλώσεις τῆς ζωῆς του μέ ὅλη τήν ὕπαρξί του, ψυχῆ τε καί σώματι, οἱ ὁποῖες εἰσχωροῦν βαθειά καί ἐπιδροῦν ἀμοιβαίως. Σ᾿ ἕνα εὐχάριστο γεγονός τό πρόσωπο τοῦ ἀνθρώπου γίνεται εὔθυμο, ἐνῶ ἡ ἀρρώστεια, ὁ θάνατος, ἡ στενοχώρια τόν θλίβουν ὑπερβολικά.

Ὅταν οἱ ψυχικές καταστάσεις εἶναι μακροχρόνιες καί γίνονται τρόπος ζωῆς, διαπλάθουν ὁλοκληρωτικά τήν ὕπαρξι τοῦ ἀνθρώπου.

Ἄλλος εἶναι ὁ τρόπος ζωῆς τοῦ ἀσκητοῦ, ἄλλος τοῦ ἀθλητοῦ καί ἄλλος τοῦ διανοουμένου. Εἶναι πάλι γνωστό γεγονός σέ ὅλους ὅτι τά πάθη: μέθη, γαστριμαργία, ἀκολασία, μῖσος κλπ. ἀγριεύουν καί τήν μορφή τοῦ ἀνθρώπου, τήν ἀσχημίζουν. Ἀντιθέτως ἡ καλωσύνη, ἡ εὐσπλαγχνία, ἡ ζωή τῆς προσευχῆς, ἡ ἀρετή γενικά, χαριτώνουν τόν ἄνθρωπο. Οἱ Δυτικοί παραμένουν ἔκπληκτοι ἀπό τήν φωτεινή μορφή τῶν πνευματικῶν πατέρων, τούς ὁποίους συναντοῦν στά ὀρθόδοξα μοναστήρια καί ἰδιαίτερα στό Ἅγιον Ὄρος. Τό ὄνομα «καλόγερος» ἀκριβῶς αὐτό τό γεγονός δηλώνει, τόν χαριτωμένο ἄνθρωπο.

Συνήθως, ἐμεῖς βλέπουμε αὐτές τίς ἐξωτερικές μεταλλαγές καί ἰδιαίτερα στό πρόσωπο τοῦ ἀνθρώπου, στήν πραγματικότητα ὅμως εἶναι πολύ βαθειές, ἀνυπολόγιστα βαθειές. Οἱ ἐξετάσεις τῆς Γενετικῆς Ἐπιστήμης πρός ἐνίσχυσι αὐτῆς τῆς διαπιστώσεως μᾶς δίνουν μία μαρτυρία, ἡ ὁποία μᾶς προκαλεῖ κατάπληξι. Ἀναζητώντας νά εὕρουν τά βαθύτερα μυστήρια τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου οἱ ἐπιστήμονες αὐτῆς τῆς ἐπιστήμης, ἀνακάλυψαν ὅτι στήν ἐσωτερική κατασκευή τοῦ ἀνθρώπου ἡ ὕλη παρουσιάζεται μέ τήν μορφή ἑνός νήματος, πού λέγεται χρωματόσωμα, μήκους 2.500 χιλιομέτρων! Κατά μῆκος αὐτοῦ τοῦ νήματος κατά διαστήματα εὑρίσκονται μερικά χαρακτηριστικά σημεῖα παχύτερα στόν ὄγκο, τά ὁποῖα ἀνακαλύφθηκε ὅτι ἀποτελοῦν ἀφ᾿ἑνός μέν τήν κληρονομικότητα, μέ τήν ὁποία γεννᾶται ὁ ἄνθρωπος, καί ἀφ᾿ ἑτέρου τήν καταχώρησι ὁλοκλήρου τῆς προσωπικῆς ἐμπειρίας τοῦ ἀνθρώπου. Δηλαδή, ὅ,τι κάνει ὁ ἄνθρωπος, ὅ,τι αἰσθάνεται, ὅ,τι σκέπτεται, καταγράφεται μέ ἕνα σημεῖο σ᾿ αὐτό τό νῆμα, ὅπως γίνεται μέ τήν μαγνητοταινία. Ἐνίοτε τό ἀνθρώπινο σῶμα εἶναι κατασκευασμένο ἀπό πολλά δισεκατομμύρια κύτταρα καί σέ κάθε κύτταρο εὑρίσκονται ἀπό δύο νήματα αὐτοῦ τοῦ εἴδους. Συνεπῶς, ἡ ζωή, οἱ ἐμπειρίες τοῦ ἀνθρώπου γράφονται σέ κάθε μέρος τῆς ὑπάρξεώς του, στό βάθος τῆς ὑπάρξεώς του, σάν σ᾿ ἕνα βιβλίο. Μία καλή σκέψις, ἕνα ἀγαθό ἔργο, μία θερμή προσευχή, ἕνα ἀθῶο νεῦμα ἀφήνει ἴχνη σέ κάθε ἕνα ἀπό τά δισεκατομμύρια χρωματοσώματα πού συναποτελοῦν τήν ἀνθρώπινη ὕπαρξι: τόν μεταλλάσσουν, τόν χαριτώνουν κλπ. Ἕνα αἴσθημα μίσους, ἕνα ξέσπασμα ὀργῆς, ἕνας λόγος προσβλητικός, καταγράφονται καί ὁλόκληρη τήν ὕπαρξι τοῦ ἀνθρώπου τήν ἐξευτελίζουν καί τήν ἀλλοιώνουν.

Συμπέρασμα: Ἐμεῖς οἱ ἴδιοι εἴμεθα τό βιβλίο καί πάλι ἐμεῖς οἱ ἴδιοι γράφουμε σ᾿ αὐτό! Μεγάλο μυστήριο τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως ἀποκαλύπτεται ἐδῶ!

Στήν φοβερά Κρίσι θά ἀνοιχθοῦν τά βιβλία, δηλαδή αὐτά πού γράφθηκαν μυστικά ἡμέρα μέ τήν ἡμέρα, ὥρα μέ τήν ὥρα κατά την διάρκεια τῆς ζωῆς μας, θά βγοῦν στήν ἐπιφάνεια καί θά φανερωθοῦν σ᾿ ὁλόκληρο τόν κόσμο. Κάθε ἄνθρωπος θά φαίνεται σάν μία συνισταμένη ὅλων τῶν ἔργων, τῶν σκέψεων, τῶν λόγων, τῶν αἰσθήσεων, πού εἶχε στήν ἐπίγεια ζωή του καί ἡ ὁποία θά τόν χαριτώνη, ἐάν ἔκανε ἐνάρετη ζωή, ἤ θά τόν ἀσχημίζει, ἐάν ἔζησε στήν ἁμαρτία. «Τότε, καθώς καί ὁ Ἴδιος ὁ Σωτήρ μᾶς διαβεβαιώνει, «οἱ δίκαιοι έκλάμψουσιν ὡς ὁ ἥλιος! (Ματ.13,43), ἐνῶ οἱ μορφές τῶν ἁμαρτωλῶν θά φανοῦν ἐνώπιον ὅλων δύσμορφες καί παραμορφωμένες λόγῳ τῶν πονηρῶν ἔργων πού ἔκαναν στήν ζωή τους. Ποιός λοιπόν θά μπορέση νά ὑπομείνη αὐτή τήν ἀνυπόφορη ντροπή;

Ὑπό τό φῶς αὐτῆς τῆς διαπιστώσεως τῆς ἀληθείας, καταλαβαίνουμε πλήρως πόσο ἄρρηκτη καί ὀργανική εἶναι ἡ διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας περί τῆς σωτηρίας καί τῆς τελειότητος τοῦ ἀνθρώπου. Ὄχι μόνο μερικές ἐξωτερικές πράξεις, ὄχι μόνον ἕνας ὡρισμένος ἀριθμός καλῶν ἔργων, ὅπως: νηστεία, προσευχή, ἄσκησις, εἶναι ἀρκετά γιά τήν σωτηρία, ἀλλά κάθε ἐκδήλωσις τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου πρέπει νά εἶναι πνευματική, διότι ὅλα γράφονται στό βιβλίο τῆς ζωῆς του. Ὁ μοναχός, λέγει ὁ ἅγιος Ἐφραίμ ὁ Σῦρος, πρέπει νά μονάζη ὄχι μόνο κατά τό ἔνδυμα, ἀλλά καί στό βάδισμα, στήν ὅρασι, στήν γλῶσσα καί στόν νοῦ. Και σ᾿ αὐτά ὄχι μόνο γιά ἕνα καιρό, ἀλλά κατά τήν διάρκεια ὁλοκλήρου τῆς ζωῆς του, «πῦρ ἐπάνω στό πῦρ, πόθο ἐπάνω στόν πόθο», καθώς λέγει ὁ ἄγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, μάχη ἀδιάκοπη ἐναντίον τοῦ κακοῦ, ἐπιμονή χωρίς ἀνάπαυλα γιά τήν ἀπόκτησι τῶν ἀρετῶν, βαθειά ἀλλοίωσις καί πρόοδος ἀπό δυνάμεως εἰς δύναμιν, μέχρι νά φθάση στά μέτρα τοῦ τελείου ἀνδρός.

Τό εἶδος τῆς μοναχικῆς ζωῆς ἀπό ἐδῶ ἐπήγασε, ἀπ᾿ αὐτή τήν φροντίδα, νά κατευθύνη τόν ἄνθρωπο, χωρίς πταίσματα στήν σωτηρία.

«Ὁ μοναχός εἶναι ὁ πληρωτής ὅλων τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ», λέγουν οἱ Πατέρες, διότι ὅλα τά ἐντάλματα τοῦ Κυρίου εἶναι ἀπαραίτητα γιά τήν σωτηρία μας. Συνάμα ἡ ἐφαρμογή αὐτῶν μᾶς ἑνώνει μυστικά μέ Αὐτόν, χωρίς τόν Ὁποῖον δέν μποροῦμε νά κάνουμε τίποτε.

Γι᾿ αὐτό ὁ μοναχός ἐκπληρώνει κατά γράμμα αὐτό πού συνιστᾶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Εἴτε οὖν ἐσθίετε, εἴτε πίνετε, εἴτε τι ποιεῖτε, πάντα εἰς δόξαν Θεοῦ ποιεῖτε» (Α΄Κορ. 10,31), ἀρχίζοντας ἀπ᾿ αὐτή ἀκόμη τήν ζωή τήν πραγματοποίησι τοῦ ἀκατάσχετου πόθου του νά εἶναι πάντοτε μέ τόν Κύριο.

Ἡ φυλακή τοῦ νοῦ καί τῶν αἰσθήσεων μαζί μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή περιφρουροῦν τήν καρδία, ὥστε τίποτε τό ἀρνητικό νά μή γραφθῆ στό βιβλίο τῆς ζωῆς. Ἐπίσης ἁγιάζουν τόν νοῦν καί τόν λόγον καί ὅλα τά ἔργα τοῦ ἀνθρώπου μέ τήν ἀδιάκοπη παραμονή του κοντά στήν ζωή τοῦ Θεοῦ.

Φυγή τοῦ μοναχοῦ ἀπό τόν κόσμο εἶναι ἡ φυγή ἀπό τόν διεστραμμένο κόσμο τῆς ἁμαρτίας, ἀπό τήν ἀκολασία καί τήν διαφθορά, ἡ ὁποία ζητεῖ ν᾿ ἁρπάξη ὅλους στά δίκτυά της, ὅπως μᾶς λέγη ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σῦρος γιά νά περιορίση, ὅσο μπορεῖ περισσότερο τίς ἀρνητικές ἐκδηλώσεις πού τόν πολιορκοῦν καί νά μπορέση μέ εὐκολία νά βαδίση τόν δρόμο τῆς ἀρετῆς.

Καί ἐπειδή, ὅσο μεγάλη καί δυνατή καί νά εἶναι ἡ ἐπιμονή μας γιά τό ἀγαθό, φέρουμε ἐκ φύσεως τήν ροπή πρός τήν ἁμαρτία καί σφάλλουμε ἑκούσια ἤ ἀκούσια, ἔστω καί μία μόνο ὥρα νά ζήσουμε στήν γῆ, καί πάντοτε γράφουμε τά κακά μας ἔργα στό βιβλίο τῆς ζωῆς μας. Γι᾿ αὐτό ὁ Ἐλεήμων Θεός μᾶς ἄφησε  θαυμαστό μέσον μέ τό ὁποῖο μποροῦμε ὅλα αὐτά νά τά σβήσουμε: τήν μετάνοια μέ τά δάκρυα τῆς μετανοίας. Γι᾿αὐτό καί ὁ μοναχός εἶναι ὁ ἄνθρωπος τῆς μετανοίας, ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος ἀσταμάτητα ἀγωνίζεται νά σβήση τά γραμμένα κακά ἀπό τό βιβλίο τῆς ζωῆς του, μέ τά δάκρυα τῆς μετανοίας, βάζοντας πάντοτε καλή ἀρχή σέ κάθε στιγμή τῆς ζωῆς του καί μέ τήν βοήθεια τῆς Θείας Χάριτος, τήν ὁποίαν ὁ Θεός ξεχύνει στούς ταπεινούς.

Ὁ ἅγιος Νήφων, ἐπίσκοπος Κωνσταντιανῆς σέ ὅραμά του γιά τό τέλος τοῦ κόσμου ἀναφέρει αὐτό τό πρᾶγμα: «Τότε ἐμφανίζεται ὁ Κριτής ἐπί τῶν νεφελῶν, καθισμένος σέ θρόνο πύρινο... ἔξαφνα, μέσα ἀπό τό πλῆθος τῶν ἀναστημένων νεκρῶν ἄρχισαν μερικοί ν᾿ἀστράφτουν σάν τόν ἥλιο! Ἀμέσως ἀρπάζονταν ἀπό τίς νεφέλες στόν ἀέρα γιά νά συναντήσουν τόν Κύριό τους. Οἱ περισσότεροι ὅμως ἀπόμειναν κάτω βασανιζόμενοι».

Ἡ σκέψις ὅτι ἡ φοβερά ἐκείνη ἡμέρα, ὅταν θ᾿ ἀνοιχθοῦν οἱ βίβλοι, θά ὑπάρχη ἀπερίγραπτη ντροπή, πρέπει νά εἶναι ἡ πιό μεγάλη φιλοσοφία γιά ὅλους τούς χριστιανούς, προπαντός τούς μοναχούς, καί συνεχῶς νά ἀναρρωτιῶνται: Ἄραγε ἔσβησαν ἀπό τό βιβλίο τῆς ζωῆς μου τά πταίσματα πού ἔκανα; Ἄραγε ἔγραψα ἐγώ κάτι καλό σ᾿ αὐτό; Ἄρα γε θά εἶμαι κι ἐγώ μεταξύ ἐκείνων πού θά ἁρπαχθοῦν ἀπό τίς νεφέλες γιά τήν ὑποδοχή τοῦ Δικαίου Κριτοῦ; Ἀλλά ἀλλοίμονο, ἄν θά εἶμαι μέ ἐκείνους πού θά παραμείνουν κάτω στήν γῆ!.....

«Ἐνθυμοῦμαι ἐκείνη τήν ὥρα, ἀγαπητοί, λέγει ὁ ἅγιος Ἐφραίμ, καί κλαίω καί ταράζομαι. Σκέπτομαι ἐκείνη τήν φοβερά κρίσι...καί μέ κυριεύει τό κλάμμα καί πενθῶ μέχρι νά παραλύσουν τά χέρια μου ἀπό τούς στεναγμούς...Κρίνε με, μέ τούς οἰκτιρμούς σου, Φιλάνθρωπε, πανάγαθε καί μή μέ τοποθετήσης στά ἀριστερά μέ τά ἐρίφια, τά ὁποῖα σέ ἐπίκραναν...Ἐπειδή εἶμαι ἁμαρτωλός καί ἀνάξιος, δέν θά παύσω νά κτυπῶ τήν θύρα τῆς εὐσπλαγχνίας Σου...».

Μετάφρασις ἀπό τά ρουμανικά π. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης 

Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου