ΙΧΘΥΣ: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ

Πέμπτη 6 Ιουλίου 2023

Ἐπίκειται σχίσμα εἰς τὴν Ἐκκλησίαν τῆς Κύπρου;

Γράφει ὁ κ. Δημήτριος Λαμπρόπουλος, θεολόγος

Ἀναταραχὴ ἐδημιουργήθη εἰς Κύπρον ἐξαιτίας τῆς ἀπουσίας Ἀρχιερέων ἀπὸ τὸ συλλείτουργον διὰ τὴν λεγομένην θρονικὴν ἑορτὴν τῆς Τοπικῆς Ἐκκλησίας. Ἀπὸ τοὺς ἐν συνόλῳ 17 Ἀρχιερεῖς μετὰ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Κύπρου Γεωργίου συνελειτούργησαν οἱ ἑξῆς 7: Κιτίου Νεκτάριος, Κυρηνείας Χρυσόστομος, Λεμεσοῦ Ἀθανάσιος, Ταμασοῦ Ἡσαΐας, Καρπασίας Χριστοφόρος, Ἀρσινόης Παγκράτιος καὶ Μεσαορίας Γρηγόριος (καὶ ὁ ἐκ τοῦ Πατριαρχείου Κων/λεως Σαράντα Ἐκκλησιῶν Ἀνδρέας). Δὲν παρευρέθησαν οἱ ἑξῆς 9: Πάφου Τυχικός, Μόρφου Νεόφυτος, Κωνσταντίας Βασίλειος, Κύκκου Νικηφόρος, Τριμυθοῦντος Βαρνάβας, Ἀμαθοῦντος Νικόλαος, Λήδρας Ἐπιφάνιος, Χύτρων Λεόντιος καὶ Νεαπόλεως Πορφύριος.

Ἐπισήμως δὲν ὑπῆρξε κάποιο ἀνακοινωθὲν ἐκ τῆς Ἱ. Ἀρχιεπισκοπῆς διὰ τὸν ἀριθμὸν τῶν συμμετεχόντων. Ὡστόσον, εἶναι γνωστὸν ὅτι ὁ Πανιερώτατος Μητροπολίτης Μόρφου διαφωνεῖ μὲ τὴν μνημόνευσιν τοῦ ψευδο-Κιέβου Ἐπιφανίου, ἐνῶ διὰ τὸν αὐτὸν λόγον φαίνεται ὅτι ἀπουσίασε καὶ ὁ νέος Μητροπολίτης Πάφου, ὡς κατέστη γνωστὸν ἀπὸ δηλώσεις τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Γεωργίου εἰς τὰ μέσα ἐνημερώσεως.

Ἡ ἀπουσία τοῦ Πάφου

Ἡ ἀπουσία τοῦ Πάφου Τυχικοῦ ἦτο ἔκπληξις, ἡ ὁποία αἰφνιδίασε τὸν Μακαριώτατον Κύπρου, καθὼς τὸν ἐθεώρει ὡς δεδομένον, ὡς ἰδικόν του ἄνθρωπον. Ἡ ἀποστασιοποίησίς του εἰς τὸ ζήτημα αὐτὸ ἔχει ἰδιαιτέραν βαρύτητα, καθὼς ἀφ’ ἑνὸς εἶναι ὁ νεώτερος κατὰ τὴν ἀρχιερωσύνην, καὶ ἀφ’ ἑτέρου κατέχει τὸν ἀρχαιότερον εἰς πρεσβεῖα θρόνον εἰς Κύπρον. Τὸ ὅλον ζήτημα ἀποκτᾶ ἰδιαίτερον συμβολισμόν, καθὼς δὲν παρέχει μόνον τὸ ὑπόδειγμα διὰ τὴν ὀρθὴν στάσιν τῶν Ἀρχιερέων, δηλ. ὅτι νεώτεροι Ἀρχιερεῖς δὲν  πρέπει νὰ φοβοῦνται νὰ ὑψώσουν τὸ πνευματικόν τους ἀνάστημα, ὅταν ἔχουν νὰ ἀντιμετωπίσουν μείζονα ἐκκλησιαστικὰ ζητήματα, (διὰ τὰ ὁποῖα φέρουν εὐθύνην ἰσότιμον καὶ ἰσοβαρῆ μὲ τοὺς ὑπολοίπους ἀνὰ τὴν οἰκουμένην Ἀρχιερεῖς ἀνεξαρτήτως ἡλικίας καὶ πρεσβείων χειροτονίας), ἀλλὰ καὶ ἀψηφεῖ ἕνα σύστημα ὑποταγῆς τῶν Ἐπισκόπων πρὸς τὸν ἑκάστοτε καὶ ἑκασταχοῦ Ἀρχιεπίσκοπον.

Εἶναι γνωστὸν ὅτι, διὰ νὰ ἐκλεγῆ κανεὶς Ἀρχιερεύς, ἐπειδὴ ἐξέλιπεν ἡ κανονικὴ διαδικασία, κατὰ τὴν ὁποίαν τὸ πρεσβυτέριον καὶ ὁ λαὸς μιᾶς Τοπικῆς Ἐπισκοπῆς ἀνεδείκνυε τὸν ἐνδεδει­γμένον ἢ τοὺς πιθανοὺς ὑποψηφίους, ἐπέρασεν ὅλη ἡ διαδικασία εἰς τὰς χεῖρας τῆς Τοπικῆς Συνόδου. Ἡ ἑκασταχοῦ Σύνοδος ἀποκομμένη ἀπὸ τὴν βούλησιν τοῦ τοπικοῦ ποιμνίου ἀντιλαμβάνεται τὸν ἑαυτόν της μὲ ἐξωσυνοδικὸν τρόπον: δὲν πρόκειται πλέον διὰ ἁρμονικὴν σχέσιν ποιμένων καὶ πληρώματος, ἀλλὰ ἑνὸς κλειστοῦ κονκλαβίου, τὸ ὁποῖον ἐνεργεῖ κατὰ τὸ πῶς ἀντιλαμβάνεται τὸ ἴδιον τὰ συμφέροντά του. Τοιουτοτρόπως, ἀφ’ ἑνὸς ἐνισχύεται ὁ ρόλος τοῦ ὑποτιθεμένου «πρώτου», ἐπειδὴ ἀπουσιάζει τὸ ἀντίβαρον, τὸ ὁποῖον εἶναι ὁ κλῆρος καὶ λαός, μὲ ἀποτέλεσμα οἱ Μητροπολῖται νὰ αἰσθάνωνται ὑποτελεῖς εἰς ἕνα ἰσότιμόν των. Ἀφ’ ἑτέρου, ἡ αὐτοσυνειδησία τῆς αὐτοσυντηρήσεως τῆς «κάστας τῶν Ἀρχιερέων» μεθοδεύει μὲ τοιοῦτον τρόπον τὴν διαδικασίαν ἐκλογῆς, ὥστε ὁ ὑποψήφιος νὰ εἶναι πλήρως ἐλεγχόμενος. Διὰ τοῦτο πολλάκις δίδονται μυστικαὶ ἢ φανεραὶ ὑποσχέσεις ἐνώπιον τοῦ Προκαθημένου. Δὲν εἶναι τυχαῖον ὅτι συνήθως ἐκλόγιμοι τυγχάνουν ἄνθρωποι τῆς στενῆς διοικήσεως ἢ τοῦ ὑπαλληλικοῦ συστήματος τῆς ἐκκλησιαστικῆς γραφειοκρατίας καὶ ὄχι χαρισματικοὶ ἢ ὄντως θεοπρόβλητοι, ὥστε ἡ «μηχανὴ τοῦ κιμᾶ» τῆς συντεχνιακῆς νοοτροπίας νὰ ἔχη διασφαλίσει ἐκ τῶν προτέρων τά… φρονήματα τοῦ ὑποψηφίου.

Ἡ νοσηρὰ αὐτὴ κατάστασις κυριαρχεῖ παντοῦ, ἔστω καὶ ἂν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν τῆς Κύπρου ὑπάρχει μία ζωντανὴ παράδοσις ἐμπλοκῆς τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας. Διὰ τοῦτο ἦτο ἀπρόσμενος ἡ διαφοροποίησις τοῦ Πάφου, ἀπὸ τὸν Ἀρχιεπίσκοπον, ἀλλὰ ἐνίοτε ἡ Ἱστορία κρύπτει ἐκπλήξεις…

Ἡ βούλησις τῆς ἐξουσίας

Ὁ νομίζων ὅτι κατέχει τὴν ἀπόλυτον ἐξουσίαν Προκαθήμενος, ὅπου γῆς, δρᾶ πάντοτε κατασταλτικὰ ἔναντι κάθε ὑποτιθεμένης ἀπειλῆς τῆς παντοδυναμίας αὐτοῦ, ὡς αἰσθάνεται τὸν ρόλον του, πράττων ἐντελῶς ἀντορθόδοξα.

Μία τοιούτου εἴδους παρέμβασις ἦτο καὶ ἡ εὐχετήριος ἐπιστολὴ τοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου. Ὡς ἄλλος Καϊάφας «ἄκων προφητεύων» (περὶ Πάφου; περὶ Μόρφου;) ἔγραφε μεταξὺ ἄλλων πρὸς τὸν Ἀρχιεπίσκοπον εἰς τὴν ἐπιστολὴν τῆς 7ης Ἰουνίου 2023:

«Σήμερον, ἀτυχῶς, ἀπόψεις ὅτι τὸ «χάρισμα ὑπέρκειται ἢ ἄλλως καὶ εἶναι ἀνεξάρτητον τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν ποιμένων», ἀλλὰ καὶ ἡ ἀλλοίωσις τῶν ἀπαραχαράκτων σταθερῶν τῆς ὑγιοῦς ἐκκλησιολογίας, ἀποτελοῦν τὰς μεγάλας παγίδας τοῦ πειρασμοῦ ἀναφορικῶς πρὸς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν. Τὰ ἀνωτέρω, σὺν τῷ πειρασμῷ τῆς ἐλλείψεως ἐμπιστοσύνης εἰς τὴν διοίκησιν καὶ τὰ ὄργανά της κατὰ δῆθεν μίμησιν «ὁμολογητῶν», ὁδηγοῦν εἰς ἀνυπολογίστους συμφορὰς καὶ κινδύνους, τοὺς ὁποίους εἴθε νὰ μὴ ἴδωμεν ἐκτυπώτερον».

Ἂν παραβλέψη κανεὶς ὅτι τὰ παρατεθέντα ἐκπροσωποῦν μίαν «ἱδρυματικοῦ» χαρακτῆρος ἐκκλησιολογίαν (ὅπου ἡ Ἐκκλησία ταυτίζεται μὲ διοικητικὰ ὄργανα), καθὼς ἐπίσης ἀποφυγὴν ἀπαντήσεως εἰς τὸ αὐθόρμητον ἀδυσώπητον ἐρώτημα περὶ τοῦ «τὶς πταίει» διὰ τὴν ἔλλειψιν ἐμπιστοσύνης πρὸς διοικητικὰ ὄργανα (ὅταν αὐτὰ ἔχουν καταστρατηγήσει κάθε ἀντίληψιν περὶ συνοδικότητος), παραμένει καὶ πάλιν ἡ βοῶσα ἀλήθεια, τὴν ὁποίαν διαστρέφει ἡ παροῦσα ἐπιστολή: ἡ Ἐκκλησία μας γεραίρει τὴν μνήμην τῶν ὁμολογητῶν καὶ ὄχι τῶν ἑκάστοτε Πατριαρχῶν Κων/λεως καὶ τῆς διοριζομένης-ἐξαρτημένης (συνοδικῆς) αὐλῆς των.

Μὲ παρομοίαν νοοτροπίαν πρὸς αὐτὴν τοῦ Φαναρίου ἀντιμετώπισεν ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου τὸ γεγονὸς τῆς «ἀποσκιρτήσεως» τοῦ Πάφου, ἐπαναλαμβάνων εἰς δηλώσεις του ὅτι «εἶμαι ἀποφασισμένος νὰ ἀποτρέψω ἕνα σχίσμα». Πρῶτον, ποῖος τοῦ εἶπε ὅτι ὁ ἴδιος εἶναι τὸ «ἱερὸν κέντρον» τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου; Εἶναι μόνον ἕνας ἐκ τῶν 17 Ἀρχιερέων καὶ τίποτε περισσότερον. Δυστυχῶς, οὔτε ὁ ἴδιος οὔτε ἄλλος τις δὲν ἔχει ἀντιληφθῆ ὅτι τὰ περὶ «ἐθνάρχου» εἰς τὴν ἐπίσημον φήμην του ἀλλὰ καὶ τὰ προβλεπόμενα τελέσεως ὑπ’ αὐτοῦ ἱεροπραξίας εἰς οἱονδήποτε τόπον τῆς Κύπρου ἄνευ ἀδείας τοῦ οἰκείου Ἐπισκόπου εἰς τὸν Καταστατικὸν Χάρτην εἶναι ἀντικανονικά, ἀντιχριστιανικά, ἀντορθόδοξα καὶ ἀντιευαγγελικά! Μὲ αὐτὰ «φουσκώνουν τὰ μυαλὰ» τοῦ ἑκάστοτε Ἀρχιεπισκόπου;

Δεύτερον, εἰς τοιαύτην ἐξουσιαστικὴν νοοτροπίαν δὲν χωρεῖ πλέον τὸ χάρισμα ἢ ἡ ὁμολογία. Ὅταν ὁ ἴδιος δὲν συναισθάνεται τὸν ἕτερον Ἀρχιερέα ὡς Συν­επίσκοπον ἀλλὰ ὡς ὑποδεέστερον, τὸν ὁποῖον εἶναι «ἀποφασισμένος» νὰ «βάλη στὴ θέση του», τότε εὑρίσκεται ἐκτὸς τῶν ὁρίων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησιολογίας. Ποῖος τοῦ διεμήνυσεν ὅτι ἡ ἰδική του ἀπόφασις εἶναι ἐκ Θεοῦ καὶ ὄχι τοῦ Πανιερωτάτου Πάφου ἢ Μόρφου ἢ οἱουδήποτε ἑτέρου ἐκ τῶν Ἱεραρχῶν; Μονοπώλιον ἐπικοινωνίας μὲ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα κατέχει ὁ Ἀρχιεπίσκοπος; Προφανῶς, θὰ ἀπαντήση κανεὶς ὅτι ὁ Ἀρχιεπίσκοπος θὰ ἐπικαλεσθῆ τὴν ἀπόφασιν τῆς Συνόδου. Θὰ ἔλθωμεν καὶ εἰς αὐτὸ μὲ ἀφορμὴν ὅσα ἀνέφερεν ὁ Μητροπολίτης Κύκκου, ἀφοῦ πρῶτα σημειώσωμεν καὶ τὸ τρίτον.

Τρίτον, ὁ Κων/λεως, ὡς καὶ ὁ Κύπρου, ἐνδιαφέρονται νὰ μὴ δημιουργηθῆ σχίσμα εἰς τοὺς κόλπους των. Ὡστόσον, ἤδη ὑφίσταται de facto σχίσμα μεταξὺ Ἐκκλησίας τῆς Κων/λεως καὶ Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας. Ἑπομένως, ἡ ἀνησυχία διὰ τὴν δημιουργίαν ἢ ὄχι σχίσματος ἐντὸς π.χ. τῆς Κύπρου ὀλίγην σημασίαν ἔχει (ἢ ἔστω τυγχάνει ὑποκριτική), ὅταν ἤδη ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι «διηρημένη». Οἱ δύο Προκαθήμενοι Κων/λεως καὶ Κύπρου αἰσθάνονται ὅτι αἱ δικαιοδοσίαι των εἶναι ἀσφαλεῖς… τότε τὸ γενικὸν σχίσμα ποῖον ἀφορᾶ; κάποιον ἄλλον; Ἀφορᾶ «τὸ σπίτι τοῦ γείτονα» καὶ ὄχι τὸ ἰδικόν των; Δὲν εἴμεθα ἕν σῶμα; Διατί, λοιπόν, δὲν εἶναι εἰς τὸν ἴδιον βαθμὸν «ἀποφασισμένος» ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου νὰ μὴ ἐπιτρέψη σχίσμα εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν; Διατί δὲν παρεμβαίνει εἰς τὸν Κων/λεως καὶ νὰ ζητήση Πανορθόδοξον; Διότι αἰσθάνεται ὑποδεέστερός τοῦ Κων/λεως! Αὐτὸ εἶναι τὸ ἐσφαλμένον ἐκκλησιαστικὸν φρόνημα! Διὰ τοῦτο ὁ νῦν -ὡς καὶ ὁ προηγούμενος ἠκολούθησαν τὸ ἀπονενοημένον βῆμα τοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου, θεωροῦντες ὅτι εἰς τὸν Κων/λεως ἐνεπιστεύθη ὁ Θεὸς τὴν εὐθύνην τῆς Ὀρθοδοξίας, ὡς καὶ εἰς τοὺς ἰδίους τὴν εὐθύνην νὰ ὑποτάσσουν τοὺς τοπικοὺς Ἐπισκόπους, ὡς εἰς τὸν Πάπαν τὴν Ἐκκλησίαν! Ὄχι! Εὐθύνην ἔναντι τοῦ συν­όλου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὡς διδάσκουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, φέρει ἕκαστος Ἐπίσκοπος! Εἰδάλλως, ἀφοῦ ὅλοι πρέπει νὰ ὑποτάσσωνται κάπου, ὀρθῶς πράττει τὸ Φανάρι ὑποτασσόμενον εἰς τὰς ΗΠΑ, καθὼς ὁ Πλανητάρχης Μπάιντεν ἔχει τὴν εὐθύνην τῆς ὑδρογείου!

Αὐτὸ ὅμως δὲν εἶναι Ἐκκλησία, ἀλλὰ τὸ πολιτικὸν σύστημα διοικήσεως, τὸ ὁποῖον ἐφήρμοζον αἱ ἀρχαῖαι αὐτοκρατορίαι, ὅπου ὁ Μονάρχης διώριζε Σατράπας καὶ αὐτοὶ Διοικητὰς μὲ στόχον τὸν ἀπόλυτον ὁλοκληρωτισμόν.

Ἡ πρότασις τοῦ Κύκκου

Μετὰ τὸ συλλείτουργον καὶ πρὶν τὴν συνεδρίασιν τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου ὁ Μητροπολίτης Κύκκου προέβη εἰς τὰς ἑξῆς δηλώσεις (ἱστοσελὶς «politis.com.cy», 13.6.2023):

«“Σκέπτομαι νὰ εἰσηγηθῶ νὰ τεθεῖ ἐκ νέου τὸ θέμα ἀπὸ τὸ Προκαθήμενό μας στὴν Ἱερὰ Σύνοδο καὶ νὰ ἀποφασίσει. Καὶ ἐπειδὴ ὑπάρχει ἱερὸς κανόνας ποὺ λέει, ἡ ψῆφος τῶν πολλῶν κρατεῖτο, ὀφείλουμε νὰ πειθαρχήσουμε στὴν πλειοψηφικὴ ἀπόφαση τῆς ἱερᾶς Συνόδου”. Πεποίθησή του ὡστόσο εἶναι ὅτι ὁ κανονικὸς Προκαθήμενος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας εἶναι ὁ Ὀνούφριος. Ὁ Ἐπιφάνιος, ἐξήγησε, δὲν εἶναι κανονικὸς Προκαθήμενος, γιατί ἦταν καθηρημένος καὶ ἀφορισμένος ἀπὸ τὴν Σύνοδο τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας καὶ αὐθαίρετα ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης ἐπενέβη, ἦρε τὴν καθαίρεση καὶ τὸν ἀφορισμό, τὰ ὁποῖα εἶχε δεχτεῖ καὶ ὁ ἴδιος μὲ ἐπιστολή του πρὸς τὸν Πατριάρχη Μόσχας τὸ 1992 καὶ τὸ 1997, καὶ τὸν χειροτόνησε κανονικὰ καὶ τὸν ἔκανε Προκαθήμενο».

Πράγματι, δὲν θὰ ἦτο κακὸν νὰ συζητηθῆ ἐκ νέου τὸ ζήτημα εἰς τὴν Σύνοδον. Ὡστόσον, θὰ ἀποβῆ μάταιον, καθὼς ὁ Ἀρχιεπίσκοπος θὰ ἐπικαλεσθῆ τὴν προηγουμένην ἀπόφασιν ὡς τετελεσμένην. Βεβαίως, ὀφείλει κανεὶς νὰ ἐνθυμηθῆ ὅτι ἀρχικῶς ἡ Ἱεραρχία τῆς Κύπρου εἶχε λάβει ἀπόφασιν οὐδετερότητος, ἀλλὰ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Β΄ ἤλλαξε τὴν βουλήν του καὶ ἔπειτα, ἀφοῦ ἐξησφάλισεν ὅτι θὰ εἶχεν ἔστω ὁριακὴν πλειονοψηφίαν εἰς τὴν Σύνοδον, ἔλαβε νέαν ἀπόφασιν.

Ἐκεῖνο, ὅμως, τὸ ὁποῖον δὲν διερωτᾶται κανεὶς εἶναι: εἶναι δυνατὸν νὰ τίθενται τὰ πάντα ἐνώπιον Συν­όδου; π.χ. δύναται ἡ Σύνοδος τῆς Κύπρου νὰ θέση ὡς θέμα «ἂν ἡ Ἁγία Τριάδα εἶναι τρία πρόσωπα ἢ τέσσερα» καὶ νὰ ἀποφασίση διὰ ψηφοφορίας; Ὄχι, βεβαίως, διότι εἶναι ζήτημα λελυμένον διὰ παντός. Ὡσαύτως, διὰ τὸ Οὐκρανικὸν ὑπάρχουν Ἱ. Κανόνες Οἰκουμενικῶν Συνόδων, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ἐπιλύσει καὶ ρυθμίσει τὰ ζητήματα καθηρημένων, ἀφορισμένων, αὐτοχειροτονήτων, ἀχειροτονήτων κ.λπ., οἱ ὁποῖοι καὶ ἐτηρήθησαν εἰς τὸ ἀκέραιον τὸ 1992 καὶ τὸ 1997. Νὰ συζητήσουν ἑπομένως τί; Ἂν ἡ αἰφνίδιος καὶ μονομερὴς ἐνέργεια τοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου νὰ παραμερίση τὴν ἤδη ὑπάρχουσαν μόνην κανονικὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν εἰς Οὐκρανίαν καὶ νὰ συγκεντρώση κάθε λογῆς ψευδο-«Ἐπισκόπους» (ἔνιοι ἐκ τῶν ὁποίων «ἐχειροτονήθησαν» ἀπὸ τὸν μηδέποτε λαβόντα τὴν ἱερωσύνην Β. Τσεκάλιν), ὑπὸ τὴν αἰγίδα καὶ τὰς «εὐλογίας» τοῦ ΝΑΤΟ, εἶναι ἱκανὴ νὰ ἀνατρέψη Ἱ. Κανόνας Οἰκουμενικῶν Συνόδων;

Αὐτονόητον ὅτι ἡ ἀπόφασις Οἰκουμενικῆς Συνόδου κατισχύει οἱασδήποτε ψηφοφορίας Τοπικῆς Συν­όδου, ἐν προκειμένῳ τῆς Κύπρου. Οἱ Κύπριοι Ἀρχιερεῖς, οἱ ὁποῖοι δὲν ἀποδέχονται τὴν μνημόνευσιν τοῦ ψευδο-Κιέβου Ἐπιφανίου, τοῦ καὶ «ἐκκλησιαστικοῦ φονέως» τοῦ μόνου κανονικοῦ Κιέβου Ὀνουφρίου, πράττουν ΚΑΝΟΝΙΚΩΣ καὶ ὀφείλει ὁ Ἀρχιεπίσκοπος ὄχι μόνον νὰ τοὺς σεβασθῆ, ἀλλὰ καὶ παραδειγματιζόμενος νὰ παύση καὶ ὁ ἴδιος τὴν μνημόνευσιν, διότι τὸ σχίσμα εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν τὸ προκαλεῖ ὁ ἴδιος ΚΑΤΑΠΑΤΩΝ τοὺς Ἱ. Κανόνας καὶ ΠΡΟΣΒΑΛΛΩΝ μὲ τὴν φράσιν «παιδαριώδη» τὸν ἰσότιμον ἀδελφόν του Μητροπολίτην Πάφου. (Ὅλα αὐτὰ προκειμένου νὰ εἶναι ἀρεστὸς εἰς τὰς πολιτικὰς ἐξουσίας, διὰ νὰ ἀπολαμβάνη τὴν θέσιν του). Ἂν ἐκεῖνος φέρεται «παιδαριωδῶς», τότε ἀμφισβητεῖται ἡ κρίσις τοῦ ἰδίου τοῦ Ἀρχιεπισκόπου, ὁ ὁποῖος τὸν εἶχεν ὑπὸ τὰς πτέρυγάς του καὶ τὸν ἐξέλεξεν εἰς αὐτὴν τὴν θέσιν. Ἂν δὲν διαθέτη ὀρθὴν κρίσιν διὰ ἕνα ἔλασσον ζήτημα, πῶς δύναται νὰ διαθέτη διὰ τὸ Οὐκρανικόν;

Συμπερασματικά, ἂς ἀπασχολήση τὸν Ἀρχιεπίσκοπον Κύπρου διὰ ποῖον λόγον ὑφίσταται σχίσμα εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν καὶ ὄχι ἂν προσῆλθεν εἰς τὸ συλλείτουργον ἢ ὄχι ὁ τάδε ἢ ὁ δεῖνα Μητροπολίτης. (Δὲν βλέπει ὅτι ὁ ψευδο-Κιέβου συλλειτουργεῖ μὲ παπικούς;). Αὐτὸ ὅμως ἀπαιτεῖ προπαντὸς νὰ συνειδητοποιήση τὰ αὐτον