ΙΧΘΥΣ: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ

Δευτέρα 24 Ιουλίου 2023

ΓΕΡΩΝ ΙΑΚΩΒΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΗΣ

«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»

(1926-2010)

Περιέρχομαι ἐνίοτε τίς Μονές σάν τόν παράξενο ταξιδιώτη καί ἴσως, χωρίς νά τό ἔχω ἀντιληφθῆ, νά ἔχω γίνει τό πρόβλημα τῶν Μονῶν. Ἐάν αὐτά εἶναι φανταστικοί λογισμοί μου, τότε μπορῶ καί πάλι μέ θάρρος νά εἰσέλθω στήν γείτονα Μονή  τοῦ ἁγίου Διονυσίου, γιατί ἔχουμε πολλά διαμάντια, χωμένα στήν ἄμμο τῆς ξενιτείας, νά ἀνακαλύψουμε καί παρουσιάσουμε.

Πρό ὀλίγων ἡμερῶν συναντήθηκα μέ τόν σοφολογιώτατον Γέροντα Θεόκλητον, Ἡλικίας τώρα 90 ἐτῶν, εὑρίσκεται στό γηροκομεῖο τῆς Μονῆς του καί ἐξυπηρετεῖται ἀπό τόν εὐλαβέστατον καί ἁπλούστατον Γέρο-Ἰάκωβον, ἡλικίας 79 ἐτῶν. Τόν διάλογο πού συνῆψα μέ τόν Γέρο-Θεόκλητον τόν παρουσιάζω στόν οἰκεῖο κεφάλαιο.

-Ἔλα μιά  ἄλλη φορά, μοῦ εἶπε, ὁ Γέρο-Ἰάκωβος καί ἔχω νά σοῦ εἰπῶ πολλά γιά τούς κοιμηθέντας Γέροντες τῆς Μονῆς μας, διότι ἐγώ εἶμαι ἐδῶ περί τά 40 χρόνια γηροκόμος τους καί ξέρω πολλά γιά τήν ζωή καί τό τέλος τους.

Εἶναι ὥρα 8,30 πρωϊνή καί μπαίνω ἱδρωμένος στήν Μονή. Ἔρχομαι μέ βῆμα ταχύ ἀπό τήν Νέα Σκήτη, ὅπου ἐστάθμευσα γιά λίγη ξεκούρασι στό φιλόξενο Καλύβι τοῦ Γέροντος Βενεδίκτου, τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος. Μοναδικός σκοπός μου εἶναι νά συναντήσω τόν Γέρο-Ἰάκωβο. Χωρίς νά βλέπω ἄλλη πόρτα παρά μόνο αὐτή πού μέ κατεβάζει στά ὑπόγεια, ὅπου καί τό γηροκομεῖο τῆς Μονῆς, ἀνοίγω τήν πόρτα καί εὑρίσκω τόν Γέρο-Ἰάκωβο ξαπλωμένον.

-Ἔε, πάτερ Ἰάκωβε, εἶμαι ὁ .....Ἦλθα νά μιλήσουμε γιά τούς Γέροντάδες σας, πού τούς ἀγαπούσατε καί τούς ὑπηρετήσατε στά τελευταῖα τους χρόνια.

-Ἄα, ἔλα, ἔλα, πάτερ. Ποῦ θέλεις νά καθήσουμε;

-Καλλίτερα ἔξω στό μπαλκόνι, γιατί μέσα εἶναι σκοτάδι.

-Γιά πέστε μας, πάτε Ἰάκωβε, ἀπό πότε εἶσθε ἐδῶ στό Μοναστήρι σας;

-Ἀπό τό 1955. Δηλαδή εἶμαι ἐδῶ 50 χρόνια μοναχός, ἀπό τά ὁποῖα τά 35 καί πλέον εἶμαι γηροκόμος τῶν Γερόντων μας.

-Πόσοι μοναχοί ζοῦσαν, τότε πού μπήκατε στήν Μονή σας;

-Εἴμασταν 46 μέ ἡγούμενο τόν μακαριστό Γέροντα Γαβριήλ.

-Πέστε μας κάτι ἀπό τούς Γέροντες πού ὑπηρετήσατε ἐδῶ στό γηροκομεῖο.

-Ὅλοι εἶχαν καλό θάνατο. Ἐάν ὡς ἄνθρωποι εἶχαν κάτι κι αὐτοί στήν ζωή τους, ἐπιτρέπει ὁ Θεός νά τούς εὕρη κάποια δοκιμασία στήν ζωή τους γιά νά ταπεινωθοῦν. Κατόπιν ἐξομολογοῦνται καί εὑρίσκουν τήν εὐθεῖα ὁδό γιά τήν σωτηρία τους. Γι᾿ αὐτό ἐδῶ πού εἶμαι, παρότι ἤξερα ἀρκετά καλά τήν ζωή τοῦ καθενός, στά τέλη τῆς ζωῆς τους, ἐλάμβανα πληροφορία ὅτι ὁ Θεός τούς δέχθηκε καί τούς ἀνέπαυσε καί μάλιστα σέ καλό τόπο.

-Ἐσεῖς, πάτερ Ἰάκωβε, ποῦ γεννηθήκατε;

-Γεννήθηκα στό Παρίσι τῆς Γαλλίας τό 1926, ἀλλά ὅταν ἤμουν  μικρός ἐπέστρεψα μέ τούς γονεῖς μου στήν Θεσσαλονίκη. Τό κοσμικό μου ὄνομα ἦτο Ἰωάννης Ἀναστασιάδης.

-Δηλαδή οἱ γονεῖς σας ἦσαν Θεσσαλονικεῖς καί μετανάστευσαν στήν Γαλλία;

-Ὁ πατέρας μου, τό χριστιανικό του ὄνομα Νικόλαος, ἦτο Μικρασιάτης καί ἡ μητέρα μου, μέ τό χριστιανικό ὄνομα Εὐδοκία, ἦτο Δωδεκαννήσια. Τώρα αὐτοί ἀπεθαναν στήν Θεσσαλονίκη. Ἀπέκτησαν τέσσερα παιδιά, ὅλα ἀγόρια. Τό ἕνα ἀπ᾿ αὐτά ζῆ στήν Αὐστραλία καί οἱ ἄλλοι δύο εἶναι συνταξιοῦχοι τώρα καί μένουν στήν Ἀθήνα.

-Καί πῶς σᾶς ἦλθε ὁ πόθος νά γίνετε μοναχός;

-Ἀπό μικρός ἐπήγαινα στήν ἐκκλησία. Παρακολουθοῦσα καί τά Κατηχητικά Σχολεῖα, τά ὁποῖα διευθύνοντο ἀπό τήν Ἀδελφότητα τῆς "Ζωῆς". Στήν νεανική μου ἡλικία μοῦ ἦλθε ὁ πόθος νά μονάσω. Καί ποιά ἦτο ἡ αἰτία πού ἀνεχώρησα; Θά σοῦ εἰπῶ. Μία βραδυά κάποιος ἄνθρωπος τοῦ κύκλου μας ἑώρταζε κι ἐμεῖς ἐπήγαμε μία παρέα νά τόν ἐπισκεφθοῦμε καί νά τοῦ εὐχηθοῦμε τά δέοντα. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶχε πάει προσφάτως στό Ἅγιον Ὄρος καί ἄρχισε νά μᾶς ἐξιστορῆ τά ὅσα εἶδε καί ἄκουσε. Μᾶς ἔλεγε θαυμαστά καί μεγαλειώδη πράγματα.

Μόλις ἄκουσα τά λόγια  αὐτά, γεννήθηκε μέσα μου ἡ ἐπιθυμία νά ἐπισκεφθῶ κι ἐγώ τό Ἅγιον Ὄρος. Ἐπῆρα καί τ᾿ ἄλλα δύο ἀδέλφια μου καί ἐπισκεφθήκαμε σχεδόν ὅλο τό Ἅγιον ὄρος. Αὐτό, θυμᾶμαι, ἔγινε τό 1954.

Κατόπιν κάποιο πρωϊνό, ἔφυγα κρυφά καί ἦλθα μόνος μου μέ σκοπό νά μονάσω. Μέ τράβηξε ἡ Ἱερά Μονή Διονυσίου. Δέν ξέρω γιατί. Αὐτό ἦτο τό θέλημα τῆς Παναγίας μας. Ἐδῶ ἤμουν σάν Δόκιμος περί τούς ἐννέα μῆνες, ἀλλά ὁ πόλεμος μέ φαντασίες καί λογισμούς ἦτο ἀπερίγραπτος. Φοβερός πόλεμος, πού δέν ἤξερα τί νά κάνω καί πῶς ν᾿ ἀντιδράσω. Σκέφθηκα ν᾿ ἀλλάξω κελλί, μήπως ἀλλοῦ εἶναι καλλίτερα. Πράγματι ἐπῆρα ἄλλο κελλί, ἀλλά καί ἐκεῖ ὁ δαιμονικός πόλεμος ἀδιάκοπος καί τρομερός. Μάλιστα μία ἡμέρα εἶδα καί ἄκουσα τόν διάβολο νά γελάη σαρκαστικά. Τόν εἶδα σάν γέρο 500 χρονῶν καί τό γέλιο του ἦτο ἀπαίσιο καί ἀηδιαστικό. Ἔφθασα σέ σημεῖο ἀπελπισίας. Εἶπα θά πάω στόν Γέροντα νά ἀκούσω τί θά μοῦ εἰπῆ καί ἀναλόγως νά πράξω. Σκεπτόμουν ἤ νά φύγω γιά τόν κόσμο ἤ ν᾿ ἀλλάξω μοναστήρι.

-Γέροντα, τοῦ εἶπα, ἐγώ ἦλθα γιά Καλόγερος καί πίστευα ὅτι αὐτή ἡ ζωή εἶναι εὐλογημένη καί εἰρηνική. Ἀλλά ἔχω ἀπελπισθῆ. Μέ πολεμεῖ ὁ διάβολος μέ φαντασίες καί ἄλλους λογισμούς ἡμέρα καί νύκτα. Τί θά κάνω; Σκέπτομαι νά φύγω πάλι γιά τόν κόσμο.

-Ἄκουσε, παιδί μου. Ἀφοῦ ἀπεφάσισες νά γίνης μοναχός, θά πρέπει τώρα νά ὑπομείνης "πᾶσαν στενοχωρίαν καί θλίψιν τοῦ μονήρους βίου διά τήν Βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν", ὅπως λέγει καί ἡ εὐχή τῆς κουρᾶς τοῦ μεγαλοσχήμου μοναχοῦ. Ἄν δέν ἠμπορῆς νά μείνης ἐδῶ, δοκίμασε καί ἄλλους τρόπους ζωῆς στό Ὄρος. Ὑπάρχουν ἐδῶ καί μοναστήρια ἰδιόρρυθμα, Σκῆτες Κελλιά, ἐρημητήρια....Γιατί νά φύγης γιά τόν κόσμο; Ἀπό τόν κόσμο ἔφυγες καί γιά τόν κόσμο πάλι θά γυρίσης;

Ἐγώ ὅμως δέν τόν ἄκουσα κι ἔφυγα γιά τόν κόσμο. Πρίν φύγω μέ πρόλαβαν δύο μοναχοί καί ὁ πρῶτος μοῦ εἶπε: "Ἐσύ εἶσαι γιά μοναχός καί ὄχι γιά κοσμικός..."καί ὁ δέυτερος μοῦ εἶπε: "Ὅπου καί νά πᾶς, πάλι ἐδῶ θά γυρίσης...".

Ἔμεινα ἔξω λίγους μῆνες καί πάλι ξαναγύρισα στό Μοναστήρι τοῦ Διονυσίου. Ἀπό τότε ἔμεινα πλέον γιά πάντα καί ἀπεφάσισα καί ἔγινα μεγαλόσχημος μοναχός μέ τό ὄνομα Ἰάκωβος.

-Εἴχατε ἄλλους πειρασμούς στήν ζωήν σας, πάτερ Ἰάκωβε;

-Πειρασμούς λές; Εἶχα τρομερούς πειρασμούς. Εἶχα ἐπιθέσεις τοῦ διαβόλου ὀφθαλμοφανῶς. Ἔβλεπα  τούς δαίμονες μέ τά μάτια μου. Μία φορά, ἐνῶ εὑρισκόμουν στό σκοτεινό αὐτό κελλάκι τοῦ νοσοκομείου, ὅπου μένω καί ὑπηρετῶ τά Γεροντάκια, ἦλθε ἕνας δαίμονας κοντός στό ἀνάστημα μέ πρόσωπο πιθήκου. Ἦτο πολύ ἀγριεμένος καί μ᾿ ἕνα πήδημα ἔπεσε ἐπάνω μου. Ἐγώ ὅμως φοροῦσα στό στῆθος μου ἕνα μεγάλο Σταυρό. Ὁ διάβολος κάηκε κι ἀμέσως, πρίν μοῦ κάνει κάποιο κακό, πετάχτηκε σάν ἐλατήριο μακριά μου κι ἔτσι γλύτωσα... Καί ἄλλες ἐπιθέσεις πού δέν τίς θυμᾶμαι τώρα.

Ἦτο κι ἕνας ἄλλος μοναχός, τ᾿ ὄνομά του Θεόδουλος. Αὐτός καταγόταν ἀπό τήν Βόρειο Ἤπειρο καί ἦτο μεγάλος ἀγωνιστής καί πολύ εὐλαβής. Κάποιος τόν ἐπαίνεσε γιά τούς ἀγῶνες του. Κι αὐτός τό πῆρε ἐπάνω του, πού λέμε. ὑπερηφανεύθηκε. Τελικά δαιμονίσθηκε. Ἐπειδή ἦτο πολύ ἐπικίνδυνος, τό Μοναστήρι ἔβαλε ἐμένα νά τόν φυλάγω ἐδῶ στό νοσοκομεῖο. Καί τόν ἔδεσα μέ ἁλυσίδες ἀπό ἕνα σιδερένιο πάσσαλο. Σέ μιά στιγμή ἐκεῖ πού στεκόταν, ἀγρίεψε καί εἶχε σκοπό νά πηδήξη ἐπάνω μου καί νά μέ κακοποιήση. Πρῶτα μέ ὕβρισε καί μετά μοῦ εἶπε: "Δέν σέ χωνεύω νά σέ βλέπω στό πρόσωπο...Ἄν εἶχα ἐξουσία, θά σοῦ ἔσπαζα τό κεφάλι...Ἤλθατε ἐδῶ νά μοῦ πάρετε τήν δόξα τήν ὁποία εἶχα πρῶτα ἐγώ; Θά σᾶς διαλύσω ὅλους ἐδῶ μέσα...Κι ἐγώ τοῦ εἶπα:

-Πάτερ Θεόδουλε, δέν τό λέγεις ἐσύ αὐτό. Ἄλλος εἶναι μέσα σου καί τό λέγη αὐτό τό πρᾶγμα. Αὐτός δέν καταλάβαινε τίποτε. Σιγά-σιγά ἔφυγε ἡ ἀγριάδα τοῦ προσώπου του καί ἦλθε στήν φυσιολογική του μορφή. Μετά κάθισε καί ἡσύχαζε.

Μετά ἀπό ἀρκετό καιρό θεραπεύθηκε. Ἦλθε μία ἡμέρα στό νοσοκομεῖο καί πίναμε μαζί καφέ. Τόν ἐρώτησα ἐγώ:

- Θυμᾶσαι, πάτερ Θεόδουλε, τί μοῦ ἔλεγες κάποτε;

-Πίστεψέ με, πάτερ Ἰάκωβε, δέν ἐνθυμοῦμαι τίποτε.

-Πέστε μου ἱστορίες ἀπό ἄλλα Γεροντάκια τῆς Μονῆς σας, Γέροντα.

-Ἦλθε στό γηροκομεῖο καί ὁ μοναχός Ἰωάννης. Αὐτός καταγόταν ἀπό τήν Τρίπολι Πελοποννήσου. Ἀπό νέος ἐπῆγε στήν Ἀμερική. Ἀπέκτησε μεγάλη περιουσία. Ἐκεῖ τοῦ ἦλθε θεῖος φωτισμός γιά περιφρόνησι τῶν ἐγκοσμίων ἀγαθῶν καί ἐπιθυμία τῶν αἰωνίων. Γι᾿ αὐτό ἐμοίρασε τήν περιουσία του σέ συγγενεῖς του καί πτωχούς καί ἦλθε νά μονάση στήν Μονή μας στήν ἡλικία περίπου τῶν 60 ἐτῶν. Ἦτο μεγάλος ἀγω νιστής. Φιλακόλουθος, σιωπηλός, ἀκούραστος ἐργάτης τῆς νοερᾶς προσευχῆς καί φιλειρηνικός. Στά τέλη τῆς ζωῆς του τόν γηροκόμησα. Καθημερινά ἔλεγε μέ χαρά καί ἐσωτερικό ἱκανοποίησι: "Δόξα σοι ὁ Θεός...Δόξα σοι ὁ Θεός...".

Σέ γενικές γραμμές, προηγεῖται στήν ζωή τους μία ἀσθένεια καί κατόπιν τούς παίρνει ὁ Θεός νά τούς ἀναπαύση. Μία ἡμέρα μιλοῦσα σέ κάποιον καί ἐκεῖνος ἐκύτταζε ἀλλοῦ. Τοῦ ἐμίλησα πάλι καί δέν μοῦ ἀποκρινόταν. Χαμογελοῦσε καί ἐκύτταζε πρός τό ἀνατολικό μέρος μέ ἀνοικτά τά χέρια του. Κατάλαβα ὅτι μᾶλλον θά ἦλθε ὁ ἄγγελός του νά τόν πάρη. Καί τελικά αὐτό ἔγινε. Μετά ἀπό λίγο ἐκοιμήθη. Αὐτός ὁ μοναχός ὠνομαζόταν Φιλόθεος.

Πέστε μας κάτι γιά τόν μακαριστό παπᾶ Παῦλο, Γέροντα.

Αὐτός ἦτο πολύ εὔσπλαγχνος καί ἐλεήμων. Στά γεράματά του τόν ἐγκατέλειψαν οἱ δυνάμεις του. Μάλιστα ἔτρεχε καί πῦον ἀπό τίς πτέρνες τῶν ποδιῶν του. Οἱ πόνοι τῶν ποδιῶν του ἦσαν ἀνυπόφοροι. Ὑπέφερε  καί ἀπό τά ἀρθριτικά. Ἀλλά τόσο πολύ ἀγαποῦσε νά λειτουργῆ, ὥστε δέν σταματοῦσε τήν ἑβδομαδιαία ἐφημερία του. "Τί νά κάνω, βρέ παιδί μου, μοῦ ἔλεγε. Ἀγαπῶ τήν Λειτουργία καί ὅσον ἀφορᾶ γιά τά πόδια μου θά κάνω ὑπομονή καί θά τά θεραπεύση ὁ τάφος μου...".

-Πέστε μας κάτι γιά τόν Γέρο-Νικόλαο τόν πρώην Γρηγοριάτη.

-Αὐτός εἶχε ἕνα μεγάλο πειρασμό στήν ζωή του καί ἔκανε μεγάλη ὑπομονή. Τότε ἐγώ ἤμουν Ἐπίτροπος τῆς Μονῆς καί τόν ἔβαλα σ᾿ ἕνα δωμάτιο νά εἶναι κοντά μου. Ἔκλαιγε γιά κάποιο πάθημα του συχνά στήν ζωή του. Εἶχε πολλή μετάνοια. Στήν Μονή Γρηγορίου δέν κάθισε πάνω ἀπό ἕνα χρόνο καί ἦλθε σ᾿ ἐμᾶς. Κάποιος πειρασμός τοῦ συνέβη ἐκεῖ καί ἔφυγε..

Πέστε μας κάτι γιά τόν Γέρο-Θεόκτιστο, πού κι αὐτός ὑπηρέτησε χρόνια τά Γεροντάκια τῆς Μονῆς σας.

-Αὐτός ἦτο χρόνια γηροκόμος. Ἔκαμε μεγάλη ὑπομονή. Περιποιεῖτο πολύ τά Γεροντάκια. Παρακαλοῦσε νά ἔχη ἄνθρωπους γιά νά τούς ἐξυπηρετήση. ἦτο ἐξαιρετικός ἄνθρωπος.

Πέστε μας κάτι γιά τόν φημισμένο διδάσκαλο τῆς νοερᾶς προσευχῆς, τόν Προηγούμενο παπᾶ Χαράλαμπο.

-Αὐτός ἦτο ἕνα ἥσυχο προβατάκι. Ἀγαποῦσε πολύ τούς πτωχούς καί τούς βοηθοῦσε. Ἦτο πολύ ἐλεήμων. Τό ταμεῖο τῆς Μονῆς τό εἶχε στό κελλί του καί ἔδινε ὅσα ἤθελε χωρίς νά ρωτάη κανέναν. Μόνο ὁ Ἅγιος Πρόδρομος τόν παρακολουθοῦσε πόσα ἔδινε καί τί καλωσύνες ἔκανε στήν ζωή του. Πολλές φορές, ὅταν ἄκουγε τά βάσανα τῶν ἀνθρώπων, ἔκλαιγε μαζί τους καί τούς ἔδινε χρήματα νά τούς ἀνακουφίζη στίς οἰκογενειακές τους τραγωδίες. Κυρίως ὅμως τούς ἔδινε πνευματική ἐλεημοσύνη. Ἔλυωνε στηριγμένος στό στασίδι του καί προσευχόταν γιά ὅποιον τοῦ ζητοῦσε τήν βοήθειά του. Γι᾿ αὐτό μαθαίναμε ὅτι ἡ προσευχή του ἔκανε θαύματα. Πολλοί ἄνθρωποι, κυρίως ἀπό τήν Κύπρο ἐθεραπεύοντο μέ τίς προσευχές του.

Τί ἔχετε νά μᾶς πῆτε γιά τόν εὐλαβέστατο μοναχό π. Ἰωαννίκιο, ὁ ὁποῖος τώρα εἶναι βαρειά ἄρρωστος στό νοσοκομεῖο τῆς Μονῆς σας;

-Αὐτός εἶναι ἕνας ἀπό τούς καλλιτέρους μοναχούς τῆς Μονῆς μας καί τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Τούς τελευταίους μῆνες δοκιμάζεται σκληρά ἀπό μία ἀθεράπευτη ἀσθένεια, τόν καρκίνο τοῦ ἐγκεφάλου. Τοῦ ἄνοιξαν οἱ γιατροί τό κρανίο καί διεπίστωσαν ὅτι ὁ καρκῖνος εἶναι παντοῦ διάσπαρτος. Τόν ἔκλεισαν καί τόν ἔστειλαν πίσω γιά τό μοιραῖο. Τόν ἔχουμε τώρα σ᾿ ἕνα δωμάτιο τοῦ νοσοκομείου μόνο του. Τόν περιποιοῦνται Ἀδελφοί τῆς Μονῆς μας ἐκ περιτροπῆς.

Αὐτός ἐχρημάτισε πολλές φορές καί Πρωτεπιστάτης τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί ἄφησε ἄριστες ἐντυπώσεις μέ τήν σεμνότητά του, τήν ὀξύνοια τοῦ πνεύματός του, τήν σοφία καί τήν διάκρισί του, πού εἶναι καρπός τῆς ἁγιασμένης ζωῆς του.

Αὐτός εἶναι ἅγιος μοναχός. Εἶναι μετρημένος στά λόγια του. Ξέρει τί θά πῆ καί πόσα λόγια θά πῆ. Δέν κατακρίνει κανέναν. Βοηθοῦσε μέχρι τώρα τούς πάντες μέ ταπείνωσι καί φιλαδελφία. Παρότι εἶναι 60 ἐτῶν, διακονοῦσε μέ ὑποδειγματική ἀγάπη, ὑπομονή καί ὑπακοή. Εἶναι θέλημα Θεοῦ νά τόν πάρη ὁ Κύριός μας μ᾿ αὐτή τήν σκληρή ἀρρώστεια, διότι εἶναι ἄξιος νά τήν ὑπομείνη. Ἔτσι θά κάνη τόν στέφανο τῆς δόξης του ἀμαράντινο καί πιό ἔνδοξο μέ τήν ὑπομονή τήν ὁποία κάνει τώρα στούς μαρτυρικούς του πόνους. Νἄχουμε τήν εὐχή του.

-Εἴχατε ἐσεῖς κάποια πνευματική ἐμπειρία στήν ζωή σας, πάτερ Ἰάκωβε;

-Κάποτε ἀρώστησα στό ἕνα μου πόδι καί βγῆκα ἔξω κι ἔκανα ἐγχείρησι. Ὅταν γύρισα διηκόνησα στό Μετόχι μας, στόν Μονοξυλίτη μαζί μέ ἄλλους Ἀδελφούς. Τότε ἐξ αἰτίας τοῦ ἐγχειρισμένου ποδός μου εἶχα φρικτούς πόνους. Τήν βραδυά ἐκείνη, μόλις κοιμήθηκα, εἶδα ἕνα πνευματικό ὄνειρο. Εἶδα μπροστά μου νά ἀνοίγωνται δύο σκηνές-αὐλαίες. Ἡ μία αὐλαία ἦτο δεξιά μου καί ἡ ἄλλη ἀριστερά μου. Στήν ἀριστερή σκηνή εἶδα ἐπίγεια πράγματα, χαρές, κόσμο, διασκεδάσεις καί ἄλλα. Στήν δεξιά ὅμως αὐλαία εἶδα πνευματικά πράγματα. Πώ, πώ τί πρᾶγμα ἦταν ἐκεῖνο!  Δέν ἠμπορῶ νά τό περιγράψω. Ἔννοιωσα μία ἀπερίγραπτη χαρά σάν νά εὑρισκόμουν σ᾿ ἄλλο κόσμο, σέ μιάν ἄλλη ἀτμόσφαιρα. Μία χαρά γνήσια, ὄχι ψεύτικη. Ἦταν μία γλυκυτάτη χαρά πού δέν περιγράφεται μέ ἀνθρώπινα λόγια. Ἄνοιξα πιό καλά τά μάτια μου γιά νά τό χορτάσω αὐτό τό οὐράνιο φαινόμενο, ἀλλά χάθηκε ἀμέσως ἀπό μπροστά μου. Ἔζησα μία σταγόνα τοῦ ὠκεανοῦ τῆς παραδείσιας δόξης καί χαρᾶς, πού μᾶς περιμένει στούς Οὐρανούς....

Τό πρωΐ ἐδιηγούμην καί στούς ἄλλους δύο μοναχούς αὐτό τό φαινόμενο, ἀλλά ποῦ νά μέ καταλάβουν οἱ ἄλλοι. Ἄν ὁ Θεός δέν τούς ἀνοίξη τά μάτια τῆς ψυχῆς τους, πῶς μποροῦν νά καταλάβουν;  Τέλος πάντων.

Μία ἄλλη ἡμέρα ἐπῆγα στήν Θεσσαλονίκη γιά ἐξετάσεις. Ἐπῆγα, εἶδα καί τόν ἀδελφό μου, πού ἦτο ζωγράφος καί ἔμενε στήν Κάτω Τούμπα. Ἐκείνη τήν ἡμέρα μοῦ ἦλθε μία μεγάλη στενοχώρια. Δέν εἶχα ὄρεξι οὔτε γιά φαγητό, οὔτε γιά ὕπνο. Δέν ἤθελα τίποτε. Μέ ρώτησε ὁ ἀδελφός μου τί πρόβλημα ἔχω καί μήπως χρειάζομια κάτι. Τοῦ εἶπα: "Ὅ,τι καί νά μοῦ εἰπῆς, δέν προέρχεται αὐτή ἡ θλίψις ἀπό τίποτε ἐγκόσμιο. Αὐτό ἔχει πνευματική τήν προέλευσι. Ξημέρωσε Κυριακή. Ἐπῆγα γιά ἐκκλησιασμό στόν Ἅγιο Θεράποντα. Ἡ ἴδια στενοχώρια μοῦ ἔσφιγγε τήν καρδιά. Στάθηκα μέσα στό Ἱερό Βῆμα. Ἕνας ἀπό τούς ἱερεῖς μέ κατάλαβε, ὁ ἄλλος ὄχι. Στό τέλος ἦλθε κοντά μου ὁ πρῶτος καί μοῦ λέγει: "Μή στενοχωριέσαι. Κι ἐγώ πάσχω χρόνια ἀπό ζάχαρο καί ὑπομένω. Τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος; Ἕνα τίποτε, ἕνα μηδέν. Γι᾿ αὐτό μεγάλη σημασία νά δίνουμε στήν ζωή μας γιά τά πενυματικά πράγματα καί πῶς θά στολίσουμε τήν ψυχή μας, Πάτερ, μέ τίςε ἀρετές τοῦ Πνεύματος".

Ἐπῆγα στό σπίτι. Ξάπλωσα ἀμέσως, λόγῳ τῆς στενοχωρίας καί λόγῳ τῆς κοπώσεως. Ἀποκοιμήθηκα καί τότε εἶδα στόν ὕπνο μου ὅτι βάδιζα σέ μιά καταπράσινη πεδιάδα. Στό βάθος εἶδα νά ἀνοίγη ὁ οὐρανός καί βλέπω τά μέλλοντα ἀγαθά τά ὁποῖα πρόκειται νά κληρονομήσουν αὐτοί πού θά συμβασιλεύσουν μέ τόν Χριστό στόν Παράδεισο. Ὅταν τά εἶδα αὐτά, εἶχα μία χαρά ἀνεκλάλητη. Ἔτσι ὅπως ἤμουν χαρούμενος ἀπό τήν ὀπτασία αὐτή τοῦ Παραδείσου, ξύπνησα. Ξύπνησα, ἀλλά δέν εἶχα καμμία στενοχώρια ἀπ᾿ αὐτές πού μέ βασάνιζαν πρίν κοιμηθῶ. Ἐπῆρα μέσα μου μία πληροφορία ἀπό τόν Θεό. Μ᾿ αὐτές τίς ἀλλαγές εἶναι σάν νά μοῦ λέγη ὁ Θεός:

-Πρόσεξε. Αὐτές τίς δοκιμασίες πού περνᾶς εἶναι μέσα στό πρόγραμμα τῆς σωτηρίας σου. Βλέπε, ἐάν ὑπομείνης, τί σέ περιμένει.

Ὅπως εἶναι γραμμένο: "Πολλαί αἱ θλίψεις τῶν δικαίων καί ἐκ πασῶν αὐτῶν ρύσεται αὐτούς ὁ Κύριος", ὅπως λέγει ὁ Ψαλμός τοῦ Δαβίδ (33).

-Εἷσθε εὐχαριστημένος, πάτερ Ἰάκωβε ἀπό τήν ζωήν σας;

-Ναί, εἶμαι εὐχαριστημένος, διότι εἶμαι μοναχός, διότι ἐλπίζω στά μέλλοντα ἀγαθά.

-Φοβᾶσθε τόν θάνατο;

-Ὄχι τόν θάνατο δέν τόν φοβοῦμαι. Ἀλήθεια σοῦ λέγω δέν τόν φοβοῦμαι. Γι᾿ αὐτό κάθομαι ἐδῶ μέσα στά σκοτεινά αὐτά μπουντρούμια τόσα χρόνια. Κάθομαι ἐπίτηδες μέ ὑπομονή καί μέ ἐλπίδα, ἐπειδή ἔχω γευθῆ κάτι ἀπό τίς ἀνεκλάλητες χαρές τοῦ Παραδείσου. Μάλιστα τώρα τελευταῖα ὁ Ἡγούμενος εἶπε μέσα στήν Γεροντική Σύναξι ὅτι πρέπει νά μέ βγάλουν ἀπό τό διακόνημα τοῦ γηροκόμου γιά νά μέ ξεκουράσουν. Κι ἐγώ τοῦ εἶπα:  "Ἀφοῦ, Γέροντα, μπορῶ ἀκόμη νά προσφέρω ἕνα ποτήρι νερό στά Γεροντάκια μας, θά τό κάνω μέ ὅλη μου τήν καρδιά. Ἐάν δέν ἠμπορῶ, θά σᾶς τό εἰπῶ νά μέ βγάλετε.

-Πέστε μας κάτι, πάτερ Ἰάκωβε γιά τήν προσευχή.

-Ἡ προσευχή εἶναι τό δυσκολώτερο, ἀλλά καί τό ἀποτελεσματικώτερο ἔργο τοῦ μοναχοῦ στήν ζωή του. Μερικοί ἔμαθαν νά κάνουν προσευχή κάνοντας πρόχειρα καί ἀνευλαβῶς τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ. Ἐνῶ θά πρέπει ὁ Σταυρός νά γίνεται κανονικῶς. Ἡ εὐχή δέν θά πρέπει νά λέγεται μέ βιασύνη, ὅπως ἔμαθαν ἐδῶ μερικοί μοναχοί, ἀλλά μέ αἴσθησι καί μέ καθαρά ἄρθρωσι: "Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλόν".

-Πῶς θ᾿ ἀποκτήσουμε τήν ταπείνωσι, πάτερ Ἰάκωβε;

-Ἄν ἰδῆς ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος ἀπέκτησε τήν ταπείνωσι, αὐτός εἶναι ἅγιος. Αὐτοί πού ἔχουν τήν ταπείνωσι στόν ἀπόλυτο βαθμό ἐδῶ στό Ἅγιον Ὄρος εἶναι μετρημένοι στά δάκτυλα.

-Τί σημαίνει ταπείνωσι στόν ἀπόλυτο βαθμό;

-Νά ἔχουν διάκρισι, ἀγάπη, πονετική ψυχή καί στοργή γιά ὅλο τόν κόσμο. Τέτοιοι εἶναι στό Ὄρος, ἀλλά πολύ ὀλίγοι. Μπορεῖ κάποιος νά ἔχη ἀγάπη καί νά μήν ἔχη τήν διάκρισι. Ἄλλος νά ἔχη τήν μία ἀρετή καί νά τοῦ λείπη ἡ ἄλλη.

-Ἔχετε περάσει μεγάλες ἀρρώστειες στήν ζωήν σας, πάτερ Ἰάκωβε;

-Ναί, ὅταν τό 1953 ἤμουν ἀκόμη λαϊκός καί ἀνῆκον στήν Ἀδελφότητα τῆς "Ζωῆς", ἐπηγαίναμε μία ἡμέρα μ᾿ ἕνα στρατιωτικό αὐτοκίνητο κἄπου ἔχοντας μαζί μας καί τόν στρατιωτικόν ἱεροκήρυκα. Λεγόταν π. Λεωνίδας Παρασκευόπουλος, ὁ μετέπειτα Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης. Ἐπέσαμε ὅλοι μαζί κάτω σέ μία χαράδρα. Ἐμένα μέ πῆγαν στό νοσοκομεῖο καί μοῦ ἔβγαλαν ὅλη τήν σπλήνα. Ἄλλοι στήν θέσι μου, χωρίς σπλήνα, δέν ζοῦν, μοῦ εἶπαν οἱ γιατροί. Γι᾿ αὐτό πιστεύω ὅτι ζῶ ὡς ἐκ θαύματος. Ἡ Παναγία ἤθελε νά ζήσω στό Περιβόλι της καί μοῦ δίνει ἀκόμη ζωή νά προετοιμασθῶ καλλίτερα γιά τό μεγάλο καί ἀνεπίστροφο ταξίδι.

Ἄλλη ἀρρώστεια ἔχω τήν καρδιά. Εἶναι λίγο μεγαλύτερη ἀπό φυσικοῦ της καί ἔχω μηχάνημα στό κελλί μου καί παίρνω ὀξυγόνο, ὅσο χρειάζομαι. Ἐπίσης τώρα ἔχω βάλει καί βηματοδότη. Ἀλλά δόξα τῶ Θεῶ εἶμαι καλά καί περιμένω τήν ὥρα πού θά κτυπήση καί γιά μένα ἡ ἐσχάτη σάλπιγγα γιά νά στασθῶ μπροστά στό φοβερό Κριτήριο τοῦ Θεοῦ ν᾿ ἀπολογηθῶ γιά τά ἔργα μου.

Εἶχα ἕνα σοβαρό πρόβλημα στήν ζωή μου. Ἐδῶ κανείς ἀπό τούς Πατέρες δέν εἶχε τήν ἐμπειρία, κατά τήν γνώμη μου, νά μέ βοηθήση. Ἔκανα προσευχή καί περίμενα νά μοῦ στείλη ὁ Θεός κάποιον  σοφό καί ἔμπειρο ἐρημίτη γιά νά μοῦ λύση τό πρόβλημά μου. Εἶχα διαίσθησι ὅτι σήμερα φερ᾿ εἰπεῖν θά μοῦ στείλη ὁ Θεός μέ τό καΐκι τόν ἄνθρωπο πού ζητοῦσα. Καί πράγματι ἀνέβηκε στήν Μονή μας ἕνας ἀσκητής μέ τό νεαρό Καλογέρι του.

Μοῦ εἶπε ὅτι ἦτο Πνευματικός. Εἶχε μορφή ἁγία. Πρώτη φορά τόν εἶχα ἰδεῖ. Μετά τήν πρώτη συζήτησι πού κάναμε κατάλαβα ὅτι εἶχε καί κάποια μόρφωσι. Μετά ἐκεῖνος μοῦ εἶπε:

-Ἄκουσε, Γέροντα. Ἐγώ δέν εἶχα πρόγραμμα νά περάσω ἀπό τήν Διονυσίου. Ἀλλά μία φωνή μέσα μου μοῦ ἔλεγε: "Πέρασε ἀπό τήν Διονυσίου. Πέρασε ἀπό τήν Διονυσίου". Ἀναγκάσθηκα καί ἦλθα καί εὑρῆκα ἐσένα.

Τοῦ εἶπα τό πρόβλημά μου καί ἐκεῖνος μοῦ τό ἔλυσε. Ἦτο πνευματικό πρόβλημα. Εἰρήνευσε ἡ ψυχή μου. Δόξα σοι ὁ Θεός!

Ἄλλοτε μ᾿ ἔπιασαν λογισμοί νά φύγω ἀπό τό Μοναστήρι. Σκέφθηκα καί εἶπα γιατί ἔφυγε ὁ τάδε διάκονος, ὁ τάδε μοναχός; Ἄς φύγω κι ἐγώ νά βρῶ καλλίτερη ζωή μέ λιγώτερο πόλεμο. Κάλεσα λοιπόν, ἐδῶ στό γηροκομεῖο δύο ἁγιογράφους καλούς ἀπό τήν Ἁγία Ἄννα. Τούς εἶπα τόν λογισμόν μου καί ἐκεῖνοι μ᾿ ἐρώτησαν:

-Ἔχεις γίνει Μεγαλόσχημος;

-Βέβαια, τούς εἶπα.

-Ἔε, δέν μπορεῖς νά φύγης, ἐκτός καί θέλεις νά κάνης ἀνώτερη ζωή.

Πάλι μοῦ εἶπαν: "Κάνε ὑπομονή ἐδῶ στό Μοναστήρι σου μέχρι τέλους καί νἆσαι βέβαιος ὅτι θά σωθῆς. Ἄν ὅμως θέλης νά φύγης ὁπωσδήποτε, ἀντί νά πᾶς ἀλλοῦ, ἔλα σ᾿ ἐμᾶς. Ἐμεῖς εἴμεθα ἁγιογράφοι.

Στηρίχθηκα μέ τά λόγια τους καί εἶπα θά μείνω νά πεθάνω ἐδῶ. Ναί, ἀλλά μετά ἀπό λίγο καιρό, πάλι εἶχα λογισμούς νά φύγω.

Μιά λοιπόν καλοκαιρινή ἡμέρα πού ἔκανε πολλή ζέστη ἐπῆρα μία βαλίτσα μέ τά ροῦχα καί λίγα βιβλία μου καί ξεκινῶ μέ τά πόδια γιά τήν Νέα Σκήτη, χωρίς νά μέ ἀντιληφθῆ κανείς. Ἐπῆγα στόν παπᾶ Χαράλαμπο, τόν μετέπειτα Ἡγούμενο τῆς Μονῆς μας, τῆς συνοδίας τοῦ Γέρου-Ἰωσήφ τοῦ Ἡσυχαστοῦ. Αὐτός μοῦ εἶπε:

-Θεωρεῖς τήν Μετάνοιά σου (τό Μοναστήρι σου) μικρό πρᾶγμα καί σηκώνεσαι καί φεύγεις;

Ὅταν μοῦ ἔλεγε αὐτά τά λόγια, αἰσθάνθηκα μέσα μου ὡσάν νά ἐγκατέλειψα τό πατρικό μου σπίτι. Πώ, πώ, πώ! Ὅ,τι καί νά συμβῆ, πρέπει νά μείνω στό Μοναστήρι μου. Ἔτσι αἰσθάνθηκα μέσα μου.

Ἔψαχνα τρόπο νά γυρίσω πίσω. Μόλις εἶχε περάσει τό ξυλοκάραβο τοῦ Θανάση τοῦ Τσοτρέλλη. Μέ πῆρε ἐκεῖνος καί ἀντί γιά τήν Διονυσίου, λόγῳ φουρτούνας, μέ ἔριξε στό λιμάνι τῆς Μονῆς Γρηγορίου. Μέ ὑποδέχθηκε ὁ Γέρο-Μακάριος (ἐκοιμήθη τό 1975) καί μέ ρωτοῦσε τί κάνουν οἱ Πατέρες καί ταυτόχρονα μοῦ ἑτοίμαζε φαγητό. Ἐμένα ὅμως ὁ νοῦς μου ἦτο νά κυττάζω μήπως φανῆ πλοῖο στό λιμάνι γιά νά φύγω γιά τήν Διονυσίου.

Εἶδα ἕνα μεγάλο πλοῖο. Ἦλθε νά φορτώση ξυλεία. Παρεκάλεσα τόν καπετάνιο καί χωρίς ἀντιρρήσεις, ἀφοῦ φόρτωσε, μέ πέταξε στό λιμάνι τῆς Διονυσίου καί συνέχισε τό ταξίδι του γιά τήν κωμόπολι Συκιά ἀπέναντι στήν Σιθωνία.

Γύρισα στήν Μονή χαρούμενος καί κλαίγοντας ἀπό χαρά γιατί γυρνοῦσα σάν τόν ἄσωτο υἱό στό πατρικό μου σπίτι.

Δυστυχῶς, μετά ἀπό καιρό ξεχάσθηκα καί θέλησα γιά τρίτη φορά πάλι νά φύγω. Ἐκείνη τήν τελευταία  βραδυά εἶδα στόν ὕπνο μου ἕνα ζωντανό ὄνειρο. Εἶδα ὅτι εὑρέθηκα σέ μιά μεγάλη πλατεῖα. Στό τέρμα τῆς πλατείας ὑπῆρχαν δύο μεγάλες χάλκινες πόρτες, τρεῖς φορές μεγαλύτερες ἀπό τίς ἐξώπορτες τῆς Μονῆς  μας. Μετά τίς πόρτες ὑπῆρξε χάος. Ἦτο σκοτάδι καί ἔβλεπες τά ἀστέρια. Ἄρχισα νά τρέμω καί εἶπα μέσα μου: Ἀλλοίμονό μου, ποῦ πάω; Χάθηκα. Θά χάσω τήν σωτηρία μου.

Ἐκεῖ στίς μεγάλες πῦλες εἶδα ἑκατέρωθεν δύο νέους σεμνούς καί φρόνιμους. Δέν μιλοῦσαν μεταξύ τους, οὔτε καί μένα χαιρέτισαν. Ἔκλεισαν τίς πόρτες. Ἐμένα μοῦ εἶπαν νά περπατήσω μέχρι ἐκεῖ. Εἶπα μέσα μου: "Σώθηκα, σώθηκα! Τί κίνδυνος μέ περίμενε θά ἔπεφτα κάτω στό χάος. Εὐτυχῶς πού αὐτοί οἱ νέοι ἔκλεισαν τίς πῦλες!

            Ἀμέσως ἐξύπνησα. Σκέφθηκα τί ὄνειρο εἶναι αὐτό; Τί πληροφορία μπορεῖ νά μοῦ δώση γιά τήν ζωή μου; Πῆρα τήν πληροφορία μέσα μου ὅτι, ἄν βγῶ ἔξω ἀπό τό Μοναστήρι θά χαθῶ. Ρώτησα καί ἕνα ἡγούμενο τί ἐξήγησι ἔδινε στό ὄνειρο αὐτό καί ἐκεῖνος μοῦ εἶπε ὅτι νά μή σκέπτομαι νά φύγω ἀπό τήν Μονή μου, γιατί θά χαθῶ.

Ἔε ἀπό τότε στηρίχθηκα καλά. Εἶμαι ἀπό τότε εἰρηνικός. Τώρα διαβάζω τήν Ἁγία Γραφή, ἰδιαίτερα τήν Καινή Διαθήκη. Μέσα μου αἰσθάνομαι τά πάντα ζωντανά, ὡσάν νά εἶμαι κι ἐγώ παρών στίς περιοδεῖες, τά θαύματα καί τά μαρτύρια τοῦ Ἰησοῦ μας. Καί πολλές φορές κλαίω ἀπό ἀγάπη γιά τόν Χριστό μας....

-Πέστε μου, Γέροντα ἕνα τελευταῖο λόγο σάν πνευματική διαθήκη γιά ἐμᾶς τούς διαδόχους σας στήν μοναχική ζωή.

-Θά σοῦ εἰπῶ τά λόγια τοῦ Προηγουμένου τῆς Μονῆς Φιλοθέου ἀρχιμ. π. Ἐφραίμ, πού τώρα εἶναι στήν Ἀμερική καί Καναδᾶ καί ἔχει κτίσει περί τά 20 μοναστήρια. Ἔλεγε αὐτός: "Ἄν ἐγνώριζε ὁ κόσμος  τήν δόξα πού θά ἔχη ὁ μοναχός στήν ἄλλη ζωή, πολλοί θά ξεκινοῦσαν ἀπό τόν κόσμο νά γίνουν μοναχοί. Ἄν ἤξεραν ὅμως καί τί πειρασμούς ἔχει στήν ζωή του ὁ μοναχός, ὀλίγοι θά ἀπεφάσιζαν νά γίνουν μοναχοί".

            Γιά νά κερδίσης τήν δόξα τοῦ οὐρανοῦ, πρέπει νά περάσης ἀπό δοκιμασίες. Κι ἐγώ λαχταρῶ αὐτή τήν ζωή καί τήν αἰώνια μακαριότητα. Ὄχι, δέν λέγω ὅτι εἶμαι ἕτοιμος. Ὁ Θεός γνωρίζει τοῦ καθενός τήν πνευματική κατάστασι. Πάντως μέ τίς θλίψεις πού ἔχουμε κατά παραχώρησιν Θεοῦ, καθαρίζεται ὁ ἄνθρωπος καί, ὅταν εἶναι ἕτοιμος, τόν παίρνει ὁ Θεός νά τόν ἀναπαύση.

-Ποιούς Ἁγίους εὐλαβεῖσθε περισσότερο καί προσεύχεσθε στό ὄνομά τους;

-Ὁ μοναχός πρέπει νά κάμνη προσευχή, ὅσο μπορεῖ, μέ τό κομποσχοίνι, γιατί αὐτό εἶναι τό πρῶτο ἔργο του. Πάντως σπάνια νά κολασθῆ μοναχός. Πρέπει δηλαδή νά ἀρνηθῆ τό Σχῆμα του καί τήν ζωή του, γιά νά κολασθῆ. Ὡς ἐπί τό πλεῖστον σώζεται ὁ μοναχός διότι κάνει ὑπομονή. Μόνο γιά τήν ὑπομονή του, θά τόν σώση ὁ Χριστός καί θά πρεσβεύση γιά τήν σωτηρία του ἡ Παναγία μας. Προπαντός ἐδῶ στό Διονυσίου, πού πολλοί τό θεωροῦν σάν ἐγκλείστρα καί σάν κλουβί, γιατί δέν ἔχει πουθενά δρόμο γιά περπάτημα.

            -Τί ἄλλο νά προσέξουμε στήν ζωή μας ἐμεῖς, πάτερ Ἰάκωβε;

            -Ὑπομονή νά κάνουμε στήν ζωή μας καί ὁ ἕνας νά βοηθῆ τόν ἄλλον. Βλέπεις κάποιον λυπημένον, πλησίασέ τον. Μήν τόν ἀφήνης νά παραμένη στήν θλῖψι του. Παρηγόρησέ τον. Κάνε γι᾿ αὐτόν λίγη προσευχή. Ἔτσι κάνω κι ἐγώ. Καλῶ ὅποιον βλέπω λυπημένον. Τοῦ ἑτοιμάζω καφέ καί συζητοῦμε. Σιγά-σιγά μοῦ λέγει τό πρόβλημά του καί δέχεται τίς συμβουλές μου καί μέ τήν θεία Χάρι ἔρχεται εἰρήνη στήν καρδιά του.

            -Τί ἔχετε νά πῆτε γιά τόν μοναχό Διονύσιο;

            -Ποιόν τόν δικόν μας; Αὐτός εἶναι ἕνας ἀπό τούς καλλιτέρους μοναχούς. Ἀπό τότε πού ἦλθε δέν τόν ἄκουσα ποτέ νά κατακρίνη. Μετά τήν τράπεζα καί τό διακόνημά του φεύγει κατ᾿ εὐθεῖαν γιά τό δωμάτιό του. Δέν γυρνάει ἀπ᾿ ἐδῶ καί ἀπ᾿ ἐκεῖ. Εἶναι πολύ εὐλαβής. Μεγάλος ἀγωνιστής τῆς ἀδιαλείπτου προσευχῆς. Εἶναι κι αὐτός σάν τόν βαρέως ἀσθενοῦντα π. Ἰωαννίκο καί σάν τόν ἀσκητή μας, τόν Γέρο-Παΐσιο, ὁ ὁποῖος ἐδῶ καί 10 χρόνια περίπου μένει μόνος του στό ἀσκητήριο τοῦ ἁγίου Ἰακώβου, ψηλά στό βουνό. Κατεβαίνει ἐδῶ τά Σάββατα καί τίς ἀγρυπνίες. Αὐτοί οἱ τρεῖς ξεχωρίζουν ἀνάμεσα στούς ἄλλους.

Πάτερ Ἰάκωβε, μοῦ εὐφράνατε τήν καρδιά μέ τά ὅσα μαζί σήμερα συζητήσαμε. Μοῦ δώσατε ψυχική παρηγοριά καί ἐλπίδα νά συνεχίσουμε κι ἐμεῖς οἱ λίγο νεώτεροί σας τόν πνευματικό μας ἀγῶνα γιά τόν σκοπό γιά τόν ὁποῖον ἤλθαμε στόν Ἱερόν Ἄθωνα.

Εὐλογεῖτε. Τήν εὐχήν σας.

Μον. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης 

Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου