ΙΧΘΥΣ: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ

Κυριακή 30 Απριλίου 2023

Η ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΨΥΧΙΚΩΣ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΩΣ ΔΙῌΡΗΜΕΝΗ!

Μέγας Ἀρχιμανδρίτης τοῦ Φαναρίου συνελήφθη διὰ κλοπὴν καὶ ἀφέθη ἐλεύθερος,
ἔπειτα ἀπὸ παρέμβασιν τοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου.
Σύμπτωμα ἤ “ἡ κορυφὴ τοῦ παγόβουνου”; Βλ. σ. 8.

 Ὁ Πατριάρχης δέν ἐργάζεται πρός τήν κατεύθυνσιν
«τοῦ ἦν ἡ καρδία καί ἡ ψυχή μία»,
ἀλλά τῆς διαιρέσεως καί τοῦ πολέμου.

Η ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΨΥΧΙΚΩΣ
ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΩΣ ΔΙῌΡΗΜΕΝΗ!

Ἀπόρροια τῆς διαιρέσεως εἰς τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν
ὁ πόλεμος τῶν δύο ὁμοδόξων καί ὁμοφύλων λαῶν,
τῶν Ρώσων καί τῶν Οὐκρανῶν.

Τοῦ κ. Γεωργίου Τραμπούλη, Θεολόγου

Ὁ δημοσιογράφος καί συγγραφέας Γιῶργος Παπαθανασόπουλος λίγους μῆνες μετά τήν σύγκληση τῆς συνόδου τῆς Κρήτης ἐξέδωσε βιβλίο, στό ὁποῖο εἶχε κάνει μία πρώτη ἀποτίμηση τῆς συνόδου. Στόν ἐπίλογο τοῦ βιβλίου του μεταξύ τῶν ἄλλων σημειώνει ὅτι «ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι μία πολωμένη Ἐκκλησία, ἀσφαλῶς τήν κύρια εὐθύνη ἔχει τό Φανάρι. Ὅμως καί οἱ ἄλλες τοπικές Ἐκκλησίες ἔχουν τήν εὐθύνη τους… Γιά τήν Σύνοδο τῆς Κρήτης δέν χρειάζονται οὔτε θριαμβολογίες, οὔτε κατάρες. Ὁ Θεός ἐπέτρεψε  νά προβληθεῖ σέ ὅλο τόν κόσμο τό σύμπτωμα, ὄχι λειτουργικῶς ἀλλά ψυχικῶς, τῆς διαιρεμένης Ὀρθοδοξίας. Δίδει ἔτσι τήν εὐκαιρία στούς Πατριάρχες καί στούς Προκαθημένους τῶν τοπικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν νά ταπεινωθοῦν καί νά σκεφθοῦν πνευματικότερα τίς εὐθύνες τους ἔναντι τοῦ Κυρίου καί τῆς Ἐκκλησίας Του».

Ἕξι χρόνια ἀργότερα, ἐπειδή τό Φανάρι καί εἰδικότερα ὁ Προκαθήμενός του, ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος, δέν ταπεινώθηκε καί δέν ἀναλογίσθηκε πνευματικότερα τίς εὐθύνες του ἔναντι τοῦ Κυρίου καί τῆς Ἐκκλησίας Του, ἡ πόλωση ἔχει μετατραπῆ σέ σχίσμα καί μάλιστα πολλοί ἰσχυρίζονται ὅτι εἶναι χειρότερο ἀπό ἐκεῖνο τοῦ 1054. Τήν ἴδια στιγμή ἀπόρροια τῆς διαίρεσης στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀποτελεῖ καί ὁ πόλεμος τῶν δύο ὁμοδόξων καί ὁμοφύλων λαῶν, τῶν Ρώσων καί τῶν Οὐκρανῶν. Μία ἐξέλιξη τῆς ὁποίας τήν ἀπόλυτη εὐθύνη, ἀπό ἐκκλησιαστικῆς πλευρᾶς, τήν ἐπωμίζεται τό Φανάρι καί ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος.

Ἡ ζωή καί ὁ χῶρος τῆς Ἐκκλησίας
χαρακτηρίζεται πρωτίστως διά τήν ἑνότητα

Δήλωνε ὁ Πατριάρχης σέ συνέντευξή του στήν Μαρία Ἀντωνιάδου στό ΒΗΜΑ τόν Ἰανουάριο 2021 ὅτι «Ἄς μιλήσουμε ξεκάθαρα, λοιπόν. Στήν πραγματικότητα, τό πρόβλημα δέν εἶναι τό Οὐκρανικό αὐτοκέφαλο, οὔτε οἱ δῆθεν ἀνυπόστατες ἤ ἄκυρες χειροτονίες τῆς Οὐκρανικῆς Ἱεραρχίας, πού κάποιοι σκόπιμα ἐπικαλοῦνται. Ὁ στόχος εἶναι νά ἀφαιρεθοῦν αὐτές οἱ μοναδικές εὐθύνες τοῦ Θρόνου τῆς Κωνσταντινουπόλεως, καί νά περιέλθουν σέ ἄλλα χέρια. Ὡς ἐκ τῆς θέσεώς μου, λοιπόν, καταλαβαίνετε, δέν μπορῶ ἀπό τήν μία νά ἀπεμπολήσω τίς εὐθύνες πού μοῦ κληροδότησαν, μέσῳ τῆς πράξεως τῆς Ἐκκλησίας, οἱ προκάτοχοί μου καί ἀπό τήν ἄλλη νά ἐπιτρέψω, καθότι καί αὐτό εἶναι εὐθύνη μου, τήν πνευματική αὐτή διολίσθηση ἐκείνων πού ἐρωτοτροποῦν μέ τήν ὁμοσπονδιοποίηση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, κατά τά προτεσταντικά πρότυπα. Ποιός, λοιπόν, συμπεριφέρεται ὡς “Πάπας τῆς Ὀρθοδοξίας”; Ἐκεῖνος πού μένει πιστός στήν παράδοσή της ἤ ἐκεῖνος πού διεκδικεῖ γιά τόν ἑαυτό του θέση πού οὐδέποτε εἶχε καί δέν πρόκειται νά ἀποκτήσει;».

Εἶναι ἀναμφισβήτητο γεγονός ὅτι οἱ ἐνέργειες τοῦ Φαναρίου, οἱ ὁποῖες ἀπορρέουν ἀπό ἀνυπόστατα καί ἀνύπαρκτα προνόμια, ἔχουν ἐνσπείρει τόν διχασμό, μέ ἐπακόλουθο τήν διάσπαση τῆς ἑνότητας στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Προνόμια ἀπό τά ὁποῖα δῆθεν ἀπορρέουν ἰδιαίτερα δικαιώματα στόν Πατριάρχη τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἐφ’ ὅλης τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Εἶναι δυνατόν νά ἔλεγε ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὁ κορυφαῖος ἐκ τῶν ἀποστόλων, πρός ὁποιονδήποτε ἄλλον ἀπόστολο ὅτι «διεκδικεῖ γιά τόν ἑαυτό του θέση πού οὐδέποτε εἶχε καί δέν πρόκειται νά ἀποκτήσει;». Σέ ἀντίθεση μέ τούς λόγους καί τίς πράξεις τοῦ Πατριάρχη Βαρθολομαίου ἡ ζωή ἀλλά καί ὁ χῶρος τῆς Ἐκκλησίας χαρακτηρίζεται πρωτίστως γιά τήν ἑνότητα καί τήν καθολικότητά της. Μία ἑνότητα, ὅπου τό σῶμα «αὔξει τήν αὔξησιν τοῦ Θεοῦ» στήν ἑνότητα τοῦ Πνεύματος, στήν ἑνότητα τῆς ἀγάπης μεταξύ τῶν μελῶν.

«“Μέσῳ” αὐτῆς τῆς μυστηριακῆς καί ἁγίας ἀνάπτυξης», σημειώνει ὁ θεῖος Ἰουστῖνος, ἑρμηνεύοντας τόν παύλειο αὐτό στίχο ἀπό τήν πρός Κολασσαεῖς ἐπιστολή «ὅλα τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας ὁδηγοῦνται ἀπό τήν ἴδια τήν κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας, τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό» καί ὄχι ἀπό κάποιον Πατριάρχη ἤ Προκαθήμενο. Γιά αὐτόν τόν λόγο καί ἐπειδή ὁ Χριστός εἶναι ἀπολύτως παρών στήν Ἐκκλησία του, κάθε χάρισμα στήν Ἐκκλησία, συμπεριλαμβανομένου καί τοῦ διοικητικοῦ, ἀποτελεῖ ἀπευθείας μετοχή στόν Χριστό καί δέν ἀπορρέει ἀπό κάποιον ἀναγκαστικό μεσίτη, Προκαθήμενο, ἀφοῦ κάθε χάρισμα εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός.

Εἶναι προφανές ὅτι ἡ ἑνότητα στήν Ἐκκλησία, ἀλλά καί εἰδικότερα στήν διοίκησή της, δέν διασφαλίζεται ἀπό κάποιον Πρῶτο, ἀλλά οὔτε βέβαια καί ἀπό ἕνα πλῆθος ἐπισκόπων, οἱ ὁποῖοι στόχο ἔχουν νά ὑπηρετήσουν τίς ὅποιες προσταγές τοῦ Πρώτου, γιά νά φανοῦν ἀρεστοί σέ αὐτόν. Ἡ ἑνότητα τῆς θεσμικῆς Ἐκκλησίας δέν διασφαλίζεται οὔτε ἀπό τίς προσταγές τοῦ Πρώτου οὔτε βέβαια καί ἀπό ἀποφάσεις πού παίρνονται μετά ἀπό δημοκρατικές διαδικασίες μεταξύ τῶν ἐπισκόπων. Ἀλλά διασφαλίζεται μόνον ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι.

Τό ἰδίωμα τῆς ἑνότητος
εἶναι πρωτίστως ἐσωτερικόν

Τό ἕνα φρόνημα τῆς διοικούσης Ἐκκλησίας, πού διασφαλίζεται μόνον ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα καί ἐνεργεῖ σέ κάθε μέλος μίας Ὀρθόδοξης Ἱεραρχίας, εἶναι αὐτό πού διασφαλίζει καί τήν συνεχῆ σχέση τοῦ κάθε ἐπισκόπου «σύν πᾶσι τοῖς ἁγίοις» καί μέσῳ αὐτοῦ τήν σχέση τους μέ τόν θαυμαστό καί θαυματουργό Κύριό μας, τόν Ἰησοῦ Χριστό, ὅπως σημειώνει καί ὁ θεῖος Ἰουστῖνος. Καί τονίζει, λέγοντας ὅτι «Ὅταν εἶσαι μαζί Του, τότε εἶσαι ὁλόκληρος ἄπειρος καί ἅγιος, ὁλόκληρος αἰώνιος, ὁλόκληρος ἀγάπη καί ἀλήθεια, ὁλόκληρος δικαιοσύνη καί ὁλόκληρος προσευχή». Εἶναι δυνατόν νά εἶσαι «ὁλόκληρος ἀγάπη καί ἀλήθεια, ὁλόκληρος δικαιοσύνη» καί νά ἀπευθύνεσαι πρός τόν ἀδελφό σου καί νά τοῦ λέγεις ὅτι «διεκδικεῖ γιά τόν ἑαυτό του θέση πού οὐδέποτε εἶχε καί δέν πρόκειται νά ἀποκτήσει»; Καί ἐάν ἡ Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἔχη τήν θέση μέχρι σήμερα τοῦ συντονιστῆ μέσα στήν ὅλη Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, αὐτήν τήν θέση της τήν παραχώρησε ὁ Κύριος τῆς Ἐκκλησίας καί ἀνά πᾶσα στιγμή, ἐάν θέλη, τήν αἴρει καί τήν παραδίδει γιά λόγους πού αὐτός μόνον γνωρίζει, ὅπου αὐτός θέλει καί ὅταν θέλη.

Ὅταν ὁ ἐπίσκοπος «αὔξει τήν αὔξησιν τοῦ Θεοῦ», αὐξάνει τό “πᾶν” σέ αὐτόν τήν αὔξηση τοῦ Θεοῦ καί “πρωτίστως” αὐξάνει ὁ νοῦς του, ὁ ὁποῖ­ος ἀδιάκοπα “διά τῆς χάριτος” τοῦ Ἁγίου Πνεύματος συνενώνεται μέ τόν νοῦν τοῦ Χριστοῦ, ὥστε ἀδίστακτα μπορεῖ νά εἰπωθῆ, τονίζει ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος, ὅτι οἱ δίκαιοι “νοῦν Χριστοῦ” ἔχουν. Σέ ἀντίθεση τό παπικό πρωτεῖο εἴτε τοῦ πάπα τῆς Ρώμης, εἴτε τοῦ πάπα τῆς Ἀνατολῆς, ὁ ὁποῖος στίς ἡμέρες μας ἐζήλωσε τήν δόξα τοῦ πρώτου καί θέλει νά καταστήση τόν ἑαυτό του στανικῶς ἀντιπρόσωπο τοῦ Χριστοῦ στήν Ἐκκλησία του καί ἐπειδή εἶναι ξένος τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, στηρίζεται σέ κοσμικοῦ χαρακτήρα νοοτροπία ἐξουσίας, ἡ ὁποία ἀκυρώνει τήν ἰσοτιμία τῶν ἐπισκόπων καί τήν ἰδιοποιεῖται ἐφ’ ὅλης τῆς Ἐκκλησίας, παραμερίζοντας οὐσιαστικά τόν Θεάνθρωπο Χριστό. Καί ἐπειδή ἀκριβῶς δέν ἔχει τόν “νοῦν Χριστοῦ” ἀδυνατεῖ νά κατανοήση ὅτι τό νά ὑπηρετῆ ὁ ἐπίσκοπος τήν ἑνότητα στήν ποιμαντική διακονία, εἶναι διαφορετικό ἀπό τό νά εἶναι ὁ ἴδιος ὁ τόπος τῆς ἑνότητας.

Τό ἰδίωμα τῆς ἑνότητας καί καθολικότητας τῆς Ἐκκλησίας, τό ὁποῖο μαζί μέ τά ἄλλα ἰδιώματά της πηγάζουν ἀπό τήν ἴδια τήν φύση καί τό σκοπό της καί καθορίζουν ἀκριβῶς τόν χαρακτήρα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἑνότητα ὄχι ἐξωτερική, ἀλλά πρωτίστως ἐσωτερική. Ἡ ἑνότητα αὐτή ὄχι μόνον προϋποθέτει ὅτι εἶναι μία, ἀλλά εἶναι καί μοναδική.

Ἀφοῦ πρῶτα ἀπό ὅλα βασικός ἐσωτερικός σκοπός της, ὅπως τονίζουν καί οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἡ ἐπανένωση τῆς διαιρεμένης καί χωρισμένης ἀνθρωπότητας, μέσα ἀπό ἕνα νέο τρόπο ὑπάρξεως, μέσα ἀπό μία νέα καθολική ζωή. Μία ζωή, ἡ ὁποία ὁρίζεται ἀπό τόν λόγο τοῦ Κυρίου «ἵνα πάντες ἕν ὦσι, καθώς σύ, πάτερ, ἐν ἐμοί καγώ ἐν σοί, ἵνα καί αὐτοί ἐν ἡμῖν ἕν ὦσιν, ἵνα ὦσιν ἕν καθώς ἡμεῖς ἕν ἐσμέν» καί μάλιστα τό μέτρο τῆς καθολικῆς αὐτῆς ἕνωσης εἶναι ὅτι «τοῦ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καί ἡ ψυχή μία».

Ἡ Ἐκκλησία ὀφείλει νὰ παραμένη ἐλευθέρα
ἀπὸ σχήματα τοῦ κόσμου τούτου

Αὐτό τό μυστήριο κατεργάζεται ἡ Ἐκκλησία στήν ἀνθρωπότητα. Τό ἐρώτημα πού τίθεται εἶναι, τά ἔργα καί οἱ λόγοι τοῦ Πατριάρχη Βαρθολομαίου ἔχουν καμία σχέση μέ τόν λόγο τοῦ Εὐαγγελίου; Ὁ Προκαθήμενος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως ὄχι μόνον δέν ἐργάζεται πρός τήν κατεύθυνση «τοῦ ἦν ἡ καρδία καί ἡ ψυχή μία», ἀλλά ἀκριβῶς τό ἀντίστροφο, δηλαδή τῆς διαίρεσης, τοῦ σχίσματος, τοῦ πολέμου καί τοῦ ἀνταγωνισμοῦ, κάτι τό ὁποῖο ἔγινε πολύ ἐμφανές ἀπό τήν ἐποχή τῆς συνόδου τῆς Κρήτης καί μετέπειτα.

Δυστυχῶς, οἱ σύγχρονοι Προκαθήμενοι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἐπηρεασμένοι ἀπό τήν κοσμική καί τήν παπική νοοτροπία, ἐπειδή δέν ἔχουν “νοῦν Χριστοῦ”, ἀδυνατοῦν νά ἀντιληφθοῦν ὅτι ἡ καθολικότητα καί ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας δέν εἶναι οὔτε ποσοτική οὔτε γεωγραφική οὔτε βέβαια καί φυλετική ἔννοια. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, καθώς «οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου», ἔχει τήν προέλευση, τήν φύση καί τήν ἀποστολή της θεία καί οὐράνια.

Ἡ Ἐκκλησία ὀφείλει νά παραμένη ἐξ ὁλοκλήρου ἐλεύθερη καί ἀνεξάρτητη ἀπό τά σχήματα καί τίς ἀξίες τοῦ κόσμου τούτου, ἔχοντας ὡς σκοπό νά πραγματοποιήση σταδιακά τήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐπί τῆς γῆς. Ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος ὄχι μόνον μέ τούς λόγους καί τίς πράξεις του  δέν  πρα­γματοποιεῖ τήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐπί τῆς γῆς, ἀλλά ἔχει πυροδοτήσει ἕνα ἀνελέητο πόλεμο, ὁ ὁποῖος τρέφει μίση καί θάνατο.

Γιά νά ἐπιτευχθῆ ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐπί τῆς γῆς ἀφ’ ἑνός εἶναι ἀναγκαία ἡ ἀμοιβαία ἀγάπη μεταξύ τῶν μελῶν, ἀφ’ ἑτέρου ἡ τήρηση τῶν Ἱερῶν Κανόνων, πού μᾶς ἔχουν κληροδοτήσει οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Προκαθήμενος τοῦ Φαναρίου, δυστυχῶς, ἔχει ἀποτύχει τόσο στό πρῶτο ὅσο καί στό δεύτερο. Καί τόν  μέν ἀδελφό του ἀδυνατεῖ νά ἀγαπήση, τούς δε Ἱερούς Κανόνες καταπατεῖ καί ἐξυβρίζει μέ τούς λόγους καί τίς πράξεις του.

Μέ βαθειά θλίψη διαπιστώνουμε συνεχῶς ὅτι οἱ Ἱεροί Κανόνες δέν ἀντιμετωπίζονται ἀπό τόν Πατριάρχη μέ τόν ἐνδεδειγμένο σεβασμό. Εἶναι δυνατόν νά ἐπεμβαίνη σέ ξένες Ἐκκλησίες, νά νομιμοποιῆ ἀχειροτόνητους καί σχισματικούς, νά συμπροσεύχεται μέ τούς αἱρετικούς Οὐνίτες; Γιά τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση οἱ Ἱεροί Κανόνες, οἱ ὁποῖοι ὑπάρχουν καί ἔχουν συνταχθῆ κατ’ ἔμπνευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ συμμόρφωση στίς προσταγές τους εἶναι ἀπόλυτα ὑποχρεωτική ἀπό ὅλους τούς Πιστούς, πόσο μᾶλλον ἀπό τούς Προκαθημένους.

Ὁ πρώην Ἀρχιεπίσκοπος Ἀμερικῆς Σπυρίδων σέ συνέντευξη πού παραχώρησε στόν Ἐθνικό Κήρυκα, στήν ἐρώτηση τοῦ δημοσιογράφου, «Μετά τόν Βαρθολομαῖο τί, ποῖος, τί θά γίνη;», ὁ πρώην Ἱεράρχης τοῦ φαναριώτικου κλίματος, ὁ ὁποῖος γνωρίζει ἐκ τῶν ἔσω τό Φανάρι, ἀπερίφραστα ἀπάντησε ὅτι «Εἶμαι βέβαιος πώς τό ἔχουν σκεφθῆ καί μελετήση σέ βάθος τό θέμα ὅσοι φέρουν τήν ἄμεση εὐθύνη. Αὐτοί θά φροντίσουν νά ἐκλεγῆ ὁ κατ’ ἄνθρωπον καταλληλότερος…».

Ἡ μέ πολλά ὑπονοούμενα καί πολλούς ἀποδέκτες ἀπάντηση τοῦ πρώην Ἀρχιεπισκόπου μᾶς ἀποκαλύπτει τό μέγεθος τοῦ προβλήματος πού ὀνομάζεται Φανάρι ἀλλά καί τό πόσο τρομερά δύσ­κολη εἶναι ἡ ἐκλογή ἑνός Προκαθημένου, στό πολύπαθο αὐτό Πατριαρχεῖο, μέ ὀρθόδοξο φρόνημα. Ἀφοῦ ἡ ἐκκλησιαστική πολιτική του εἶναι ἄμεσα ἀλληλένδετη καί ἀλληλεξαρτημένη μέ ἄλλες θρησκευτικές καί κοσμικές ἐξουσίες, ὅπου συμφύρονται τεράστια συμφέροντα.

Πρέπει νά κατανοήσουμε ὅτι ἡ ἀποστασία πού ζοῦμε στίς ἡμέρες μας εἶναι πρωτίστως σέ θεολογικό ἐπίπεδο καί τήν εὐθύνη ναί μέν τήν ἐπωμιζόμασθε ὅλοι μας, ἀφοῦ ὅλοι μας εἴμασθε ἀθεολόγητοι ἐκτός ἐξαιρέσεων, πρωτίστως ὅμως οἱ Προκαθήμενοι καί εἰδικότερα ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος. Ὁ ὁποῖος ἀντιλαμβάνεται τό χάρισμα τοῦ ποιμαίνειν καί διδάσκειν στά πρότυπα τῆς κοσμικῆς ἐξουσίας ἤ τῆς διοικήσεως ἐπιχειρήσεων. Ἀδυνατεῖ νά κατανοήση ἤ δέν θέλει νά καταλάβη ὅτι ὁ σκοπός τῆς χαρισματικῆς τάξεως τῶν ποιμένων δέν εἶναι ἡ γοητεία καί ἡ τυραννία, ἀλλά ἡ ὠφέλεια καί ἡ σωτηρία τόσο τῶν ἰδίων ὅσο καί τοῦ ὑπόλοιπου ἐκκλησιαστικοῦ σώματος.