«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»
Ὁ Κύριός μας γίνεται φίλος μας, ὅταν τόν
φωνάζουμε μέ τό Ὄνομά Του. Ὅσο συχνότερα τόν καλοῦμε, λέγοντάς του, ἐλέησόν με,
τόσο ἐντονώτερα αἰσθανόμεθα τήν γλυκύτητα τῆς παρουσίας Του κοντά μας καί μέσα
μας. Δέν μᾶς κρατεῖ κακίαν, ἐπειδή κάποια ἡμέρα, ἑκουσίως ἤ ἀκουσίως,
φιλοξενήσαμε στόν νοῦ μας μας πονηρούς ἐπισκέπτες, τούς κακούς λογισμούς μας.
Καί αὐτή ἡ ἀνεξικακία του φαίνεται, ὅταν τόν προσκαλέσουμε. Ὅταν δηλαδή τόν
φωνάξουμε σέ βοήθεια μέ τό Ὄνομά Του, ἀμέσως τρέχει νά μᾶς συμπαρασταθῆ.
Λησμονεῖ ἀμέσως τήν προδοσίαν μας, λόγω τῶν πονηρῶν πράξεων, λόγων ἤ καί λογισμῶν
μας, διά τῶν ὁποίων τόν πληγώσαμε.
Ἐπιθυμεῖ νά ζοῦμε μέ ταπείνωσι. Μόνο
στούς ταπεινούς προσφέρει πλουσιοπάροχα τήν Χάριν του. Μέ τήν ταπείνωσι ὁμολογοῦμε
ὅτι ναί μέν ἁμαρτήσαμε, ἀλλά σέ ἄλλον Θεόν δέν ἐκαταφύγαμεν. Εἶναι ἀλήθεια, ὅτι
τίς ἐντολές του κατεπατήσαμε, ἀλλά ἄλλον Θεόν στήν ζωήν μας δέν ἐγνωρίσαμεν καί
δέν ἀκολουθήσαμεν.
Ὁ ταπεινός μοναχός καί χριστιανός, σάν
τό μυρμῆγκι συγκεντρώνει στίς ἀποθῆκες τοῦ οὐρανοῦ τά αἰώνια ἀγαθά του. Δέν ἠμπορεῖ
ὁ πειρασμός νά τοῦ κλέψει τούς θησαυρούς του, διότι εἶναι ὑπερήφανο πνεῦμα καί
δέν ἔχει σχέσι μέ τούς ταπεινούς, πού εἶναι γνήσιοι δοῦλοι τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ.
Τόν ταπεινό τόν φοβοῦνται οἱ δαίμονες.
Δέν ἠμποροῦν εὔκολα νά τόν πειράξουν διότι τόν προστατεύει ὁ Θεός. Καί δέν ἠμποροῦν
νά τόν συλλάβουν ἀπό κἄπου, διότι ὁ ταπεινός εἶναι ἀπό παντοῦ ὀχυρωμένος. Ὅπως ἕνα
κάστρο, περιφρουρεῖται ἐντός καί ἐκτός ἀπό ἔνοπλους στρατιῶτες, ἔτσι καί ὁ
ταπεινός μοναχός, εἶναι ἀπόρθητον
φρούριον.
Ἔχοντας ἐπιτελέσει ὁ μοναχός αὐτά τά ὀχυρωματικά
ἔργα γιά τήν προστασία τῆς ψυχῆς του, στέκεται σάν τόν βασιλέα ἐπί θρόνου ὑψηλοῦ,
χωρίς νά φοβῆται τήν ἀντάρα τοῦ πολέμου. Ὁ μοναχός πού πολεμεῖται ἀπό
λογισμούς, σημαίνει ὅτι δέν ἔφθασε στό ὕψιστο βαθμό τῆς ταπεινώσεως πού εἶναι
τό πιστεύω του ὅτι εἶναι ἄξιος τῆς αἰωνίου κολάσεως!
Ὁ Χριστός ἀκούει τίς προσευχές τῶν
ταπεινῶν μοναχῶν καί χριστιανῶν του. Βέβαια ἀκούει ὅλων τίς προσευχές, ἀλλά δέν
ἐνεργεῖ ἡ Χάρις του τά ἰδικά της θαυμάσια ἔργα σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους. Δέν εἶναι
ἕτοιμοι οἱ ἄνθρωποι, ἐπειδή μόνο προσεύχονται, νά δεχθοῦν τοῦ Θεοῦ τήν Χάρι.
Ζητεῖ ὁ Χριστός ὄχι μόνον νά ἀποδεχώμεθα, ἀλλά καί νά ἐφαρμόζουμε, στό μέτρον τῶν
δυνάμεων μας, τίς θεῖες ἐντολές Του.
Ἡ Θεία Χάρις ὁμοιάζει μέ τό πάλευκο
περιστέρι, τό ὁποῖον δέν πλησιάζει σέ λάσπες καί ἀκάθαρτους χώρους. Δέν τρώγει
κρέατα καί ἄλλα ψοφήμια τοῦ δάσους. Ζεῖ κοντά στόν ἄνθρωπο καί τόν χαροποιεῖ μέ
τήν φρονιμάδα του καί τήν καθαρότητά του. Ἔτσι καί ἡ Θεία Χάρις. Ζητεῖ νά εἶναι
καθαρός ὁ οἶκος τῆς ψυχῆς μας διά νά ἔλθη καί νά κατοικήσει μέσα μας. Αὐτό εἶναι
τό Ἅγιον Πνεῦμα, πού κράζει μέσα μας: «Ἀββᾶ ὁ Πατήρ». Δηλαδή, ἔε μοναχέ, ἰδού ἐδῶ
εἶναι ὁ Πατήρ. Ἐδῶ εἶναι ὁλόκληρη ἡ Ἁγία Τριάδα, κατά τόν λόγο τοῦ Κυρίου πού
λέγει ὅτι θά κατασκηνώσει μέσα μας καί μονήν θά κάνει τήν καρδίαν μας.
Ὅπως τό περιστέρι εἶναι ἐκ φύσεως καθαρό
καί ἀποφεύγει νά συχνάζει σέ ἀκάθαρτους χώρους, ἔτσι καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, εἶναι
τόσο καθαρό, πού μέ τήν παραμικρή ἰδική μας «στραβοτιμονιά» καί πτῶσι, πετᾶ
λίγο μακρύτερα ἀπό ἐμᾶς. Μέ τήν ἀπομάκρυνσί του, μᾶς προειδοποιεῖ, ὅτι σέ κάτι
σοβαρό ἐσφάλαμε. Τά μεγάλα σφάλματα γιά
τόν μοναχό εἶναι τά ἑξῆς:
Ὅταν κατακρίνει ἐμπαθῶς τόν κάθε ἄνθρωπο,
εἴτε αὐτός εἶναι συγγενής, εἴτε ἄγνωστος εἴτε εἶναι πολιτικό ἤ ἐκκλησιαστικό
πρόσωπο. Ὅταν κρίνουμε καταστάσεις δέν διώχνουμε τό Ἅγιον Πνεῦμα. Ὅταν πονοῦμε
γιά τά λάθη τῶν ἄλλων, γιά τίς πτώσεις τους καί τά λάθη τους, καί ζητοῦμε τό ἔλεος
τοῦ Θεοῦ γι᾿ αὐτούς δέν τούς κατακρίνουμε, ἀλλά τούς ἀγαποῦμε. Ἡ κατάκρισις
προέρχεται ἀπό μία ἐσωτερική κακία τῆς ψυχῆς. Δέν ὑπάρχει ἀγάπη πρός τόν
συνάνθρωπον. Δέν ὑπάρχει ταπείνωσις μέσα στόν ἀδυσώπητο κριτή τῶν ἄλλων. Δέν ἠμπορεῖ
νά συγχωρήσει τά σφάλματα τῶν ἄλλων. Ἐκμηδενίζει τά ἰδικά του σφάλματα καί τά
λάθη του πού κάνει καθημερινά πρός τούς ἄλλους. Αὐτοπροβάλλεται ὡς ἰδανικός ἄνθρωπος
καί ὡς ἐνάρετος, ἄν εἶναι μοναχός. Γι’αὐτό καί ἀπαιτεῖ οἱ ἄλλοι νά τόν ἀκούουν,
νά τόν δικαιώνουν καί νά τόν τιμοῦν.
Ὅταν
εὐχαριστεῖται ὁ μοναχός νά δέχεται αἰσχρούς λογισμούς. Δέν ἐννοῶ τίς φευγαλέες
σκέψεις, πού διέρχονται, χωρίς νά ἀφήνουν ἔντονα τά ἴχνη τῆς παρουσίας τους. Ἀλλά
ἐννοῶ, ὅταν σέ μία τέτοια ἐπίθεσι πονηροῦ λογισμοῦ ὁ μοναχός πιάνεται σάν τό
σπουργίτι ἀπό τόν δόκανο καί συνομιλεῖ μέ τόν λογισμόν του ἤ δημιουργεῖ
φανταστικές εἰκόνες καί παραστάσεις ἀμαρτωλῶν προσώπων τοῦ ὑποκόσμου. Ἀμέσως ἐπέρχεται
στόν νοῦν τοῦ μοναχοῦ μία ἀλλοίωσις πρός τό χειρότερον. Αἰσθάνεται ὅτι κάτι ἔφυγε
ἀπό ἐπάνω του, κάτι τόν ἐγκατέλειψε. Θολώνει τό μυαλό του. Αἰχμαλωτίζονται, ἔστω
προσωρινά, οἱ πνευματικές δυνάμεις καί λειτουργίες τοῦ ἐγκεφάλου του. Ἀνησυχεῖ.
Καί στρέφεται ἀπότομα στήν μνήμη τοῦ Ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Γνωρίζει ὅτι
μέ τήν ἀνάμνησι τοῦ Ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ θά φύγουν ὅλες αὐτές οἱ σκοτεινές
καταστάσεις πού ἐμόλυναν γιά λίγο τόν ἐσωτερικό χιτῶνα τῆς ψυχῆς του.
Λέγοντας τήν εὐχή τοῦ Ἰησοῦ ὁ μοναχός ἤ ὁ
χριστιανός, αἰσθάνεται μία ἀνακούφισι ἀπό τήν ἀπομάκρυνσι τῶν αἰσχρῶν σκέψεων. Ἔκτοτε
γίνεται πιό προσεκτικός κατά τήν ἐπίθεσι τῶν λογισμῶν του ἀπό τόν διάβολο.
Μαθαίνει πλέον στήν πρᾶξι ὅτι τό ὅπλον κατά τοῦ διαβόλου καί τῶν κακῶν του ἔργων
εἶναι ἡ ἐπίκλησις τοῦ Θείου Ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ.
Ἄλλο σφάλμα τοῦ μοναχοῦ πού διώχνει
γρήγορα τήν Θεία Χάρι ἀπό τήν ψυχή του εἶναι οἱ λογισμοί τῆς ὑπερηφανείας του.
Εἶναι τόσο ἔξυπνο καί διεισδυτικό στήν ζωή μας γενικά τό πνεῦμα τῆς ὑπερηφανείας,
ἀπό τό ὁποῖον τελικά δέν ξέρεις πῶς νά γλυτώσεις καί πῶς νά προφυλαχθῆς.
Ὅλη μας ἡ ζωή στόν κόσμο κτίζεται ἐπάνω
στό οἰκοδόμημα τῆς κοσμικῆς ματαιότητος. Κάθε μας ἐνέργεια ἀποβλέπει στό πῶς θά
δοξασθοῦμε. Πῶς θά ἐπιπλεύσουμε ὑπεράνω πάντων μέ θεμιτά καί ἀθέμιτα μέσα. Πῶς
θά γίνουμε ἐνδοξότεροι καί ἀνώτεροι ὅλων. Πῶς θά κερδίσουμε τήν τιμήν καί τήν
δόξα τῶν ἄλλων. Πῶς θά ἀποκτήσουμε πολλά χρήματα. Γενικά ὅλη μας ἡ προσπάθεια
στόν κόσμο εἶναι πῶς θά δοξασθοῦμε καί θά καταξιωθοῦμε στά μάτια τῶν ἄλλων.
Ἀπ᾿ αὐτή τήν ἀλλοπρόσαλλη καί
δαιμονοκρατούμενη κοινωνία μας προέρχονται καί οἱ σημερινοί μοναχοί μας. Αὐτό
σημαίνει ὅτι οἱ περισσότεροι, φέρουν μέσα τους ὀλίγον ἤ πολύ τό πνεῦμα τῆς
κοσμικῆς ματαιότητος, ὅπως τό διδάχθηκαν ἤ σχετικῶς τό ἔζησαν μέ τίς
συναναστροφές τους στόν κόσμο.
Αὐτό λοιπόν τό δαιμονικό πνεῦμα τῆς ἐποχῆς
μας, ἐρχεται ὁ μοναχός στό μοναστήρι του διά νά τό ἀποβάλλει. Λές καί εἶναι ἕνα
καράβι μέ ἀπόβλητα, τά ὁποῖον πρέπει κἄπου σέ μία γωνιά τῆς γῆς νά τά πετάξει,
χωρίς νά μολυνθῆ ἐπαρκῶς τό περιβάλλον.
Ἡ ὑπερηφάνεια ὁμοιάζει μέ τό μυθικόν
τέρας, τήν πολυκέφαλον λερναίαν Ὕδραν, τῆς ὁποίας ἐάν ἔκοπτον ἕνα κεφάλι της ἐφύτρωναν
δύο ἄλλα. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἔχει πολλά τέκνα, τά ὁποῖα τρέφονται ἀπ᾿ αὐτήν, ὅπως
εἶναι ἡ κενοδοξία, ἡ ματαιοδοξία, ἡ μωροδοξία, ἡ φιλοδοξία καί ἄλλα.
Αὐτό τό τέρας δέν εἶναι καθόλου εὔκολον
νά τό δαμάσει ὁ ἄνθρωπος μόνος του. Ὅσες γνώσεις καί νά ἀποκτήσει, ὅσας φυσικάς
καί ἐπιστημονικές μεθόδους νά χρησιμοποιήσει δέν εἶναι δυνατόν οὔτε στό ἐλάχιστον
νά μειώσει τήν δριμύτητα τῆς κακίας καί μοχθηρίας αὐτοῦ τοῦ γιγαντιαίου πάθους,
ἀπό τό ὁποῖον πάσχει ὅλος ὁ κόσμος.
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες μας, μέσα ἀπό τούς ἰδικούς
τους ἀσκητικούς ἀγῶνες, διδάχθηκαν ἐμπειρικῶς μέ ποιό τρόπο θά κτυποῦν τό
πολυκέφαλον αὐτό τέρας, ἕως ὅτου τό συντρίψουν. Καί αὐτή ἡ μέθοδος δέν εἶναι ἄλλη
ἀπό τήν ἐν Χριστῶ πνευματική ζωή καί τήν καθοδήγησι ἀπό ἐνάρετον Γέροντα.
Ἄλλο σφάλμα μας ἕνεκα τοῦ ὁποίου ἀναχωρεῖ
μερικῶς ἤ ὁλικῶς ἡ Θεία Χάρις εἶναι ἡ πολυφαγία. Γι’αὐτό ὁ μοναχός θά πρέπει νά
τρώγει ὅ,τι εἶναι εὐλογημένον ἀπό τόν Γέροντα τῆς Μονῆς στήν τράπεζα. Ἐκτός
τραπέζης ἐπιτρέπεται μόνον διά λόγους ἀσθενείας, ὑπερκοπώσεως κλπ. Γενικῶς δέν
πρέπει ὁ μοναχός νά μετατρέψει τήν κοιλίαν του σέ ἐπίγειο θεό, στόν ὁποῖον νά ὑποτάσσεται
μέ πλήρη τήν συνείδησί του.
Ἄλλο σφάλμα μας εἶναι ὁ φθόνος καί ἡ ἀντιζηλία,
πού ἐνίοτε μᾶς κυριεύει εἰς βάρος ἄλλων ἀδελφῶν μας. Προέρχεται ἀπό ἔλλειψι
ταπεινώσεως καί ἀγάπης.
Ἄλλο σφάλμα μας διά τοῦ ὁποίου φεύγει ἡ
Θεία Χάρις εἶναι ἡ φλυαρία μας. Καί ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος λέγει πολλά, δέν θά ἀποφύγει
καί τήν ἁμαρτίαν τῆς γλώσσης. Ἰδιαίτερα εἶναι ἐπιζήμια κάθε περιττή συνάντησις
καί συνομιλία μέ λαϊκούς καί μάλιστα κοσμικούς ἀνθρώπους. Γι᾿ αὐτό καί οἱ Ἅγιοι
Πατέρες μας ἔλεγαν ὅτι ἡ σιωπή εἶναι χρυσός καί ἡ ὁμιλία εἶναι ἄργυρος.
Καί τό μεγαλύτερο σφάλμα μας διά τοῦ ὁποίου
διώχνουμε τήν Θεία Χάρι εἶναι ἡ ἀκηδία μας, ἕνεκα τῆς ὁποίας δέν θέλουμε νά
κάνουμε ὑπακοή σέ κανέναν, δέν θέλουμε νά κατεβοῦμε γιά τίς ἀκολουθίες στήν ἐκκλησίας,
δέν πᾶμε στό διακόνημά μας. Δέν θέλουμε νά κοπιάσουμε γιά νά ἀναπαύσουμε τόν κάθε
ἀδελφόν μας. Καί τότε πῶς θά σωθοῦμε; Ἀφοῦ ἡ σωτηρία μας περνᾶ ἀπό τήν διακονία
μας προς τόν πλησίον μας.
Μον. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης. 23-1-2019.
Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου