Σχετικά με το επιχείρημα των προτεσταντών «και πού το λέει η Γραφή»
Ο ΜΕΓΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΧΕΣΗ ΤΗΣ
ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΙΕΡΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗ
Στο παρόν άρθρο, θα ασχοληθούμε με την Ιερά Παράδοση και την σχέση της με την Αγία Γραφή, όπως την αναλύει ένας από τους μεγαλύτερους Πατέρες της εκκλησίας, ο Μ. Βασίλειος (1). Μέσα από τα επιχειρήματα του, θα δούμε πόσο λάθος είναι το Sola Scriptura που είναι βασικό και θεμελιώδες δόγμα όλων των προτεσταντικών ομάδων, θα δούμε τι θεωρούσε ως πηγή πίστεως η αρχαία εκκλησία, και κατά πόσο οι τελετουργίες είναι γέννημα της αρχαίας ή της ύστερης εκκλησίας. Ένα άρθρο με πολύτιμα στοιχεία για το πώς πολιτευόταν η εκκλησία του Χριστού από αρχαιοτάτων χρόνων. Στοιχεία από τον άγιο αυτό πατέρα, ικανά να γκρεμίσουν συθέμελα την Βαβυλώνα των διδασκαλιών που επικρατούν στον Προτεσταντικό χώρο. Εύχομαι τα στοιχεία αυτά να βοηθήσουν τους καλοπροαίρετους προτεστάντες ή όσους θέλουν να ενταχθούν σε αυτούς, ώστε να δουν τα θέματα της πίστεως με καλύτερη οπτική. Για να δούμε αν το φρόνημα της αρχαίας εκκλησίας ήταν ορθόδοξο ή προτεσταντικό. Στην παρούσα μικρή μελέτη, πάρθηκαν στοιχεία από το Πηδάλιο του αγίου Νικόδημου, όπου παρατίθεται η επιστολή του Μ Βασιλείου και τα σχόλια του αγίου, το πολύτιμο σύγγραμμα του καθηγητή Χ. Κρικώνη Πατερικά Μελετήματα τόμος Α, το έργο του Β. Τσιγκου ”ΘΕΣΜΙΚΗ ΚΑΙ ΧΑΡΙΣΜΑΤΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, Η ενότητα Χριστολογίας και Πνευματολογίας Ιωάννου του Χρυσοστόμου” (όπου θα γίνει λόγος για τις θέσεις του ιερού Χρυσοστόμου), και χωρία από την Καινή Διαθήκη.
Η έννοια της παράδοσης υπάρχει ΗΔΗ από τα πρώτα αποστολικά χρόνια και μαρτυρείται συχνά στα βιβλία της Καινής Διαθήκης. Ο απ Παύλος, συμβουλεύοντας τον νεαρό Τιμόθεο, αναφέρει… «α ηκουσας παρ εμου δια πολλων μαρτυρων ταυτα παραθου πιστοις ανθρωποις οιτινες ικανοι εσονται και ετερους διδαξαι» (Β Τιμοθέου, β 2). Δηλαδή, όσα άκουσε ο Τιμόθεος από την προφορική διδασκαλία του απ Παύλου, αυτά να τα παραδώσει σε πιστούς ανθρώπους που θα είναι ικανοί να τα διδάξουν σε άλλους. Και δεν μιλάει για τις επιστολές. Αν ηταν να δεχόμαστε μόνο την Καινή Διαθήκη, τότε έχουμε ένα μεγάλο πρόβλημα, καθώς δεν διασώζεται η επιστολή «εκ Λαοδικείας» την οποία αναφέρει ο Παύλος στην προς Κολοσσαείς επιστολή. Προφανώς μια επιστολή που είχε στείλει ο Παύλος στην εκκλησία των Λαοδικέων και ήθελε να αναγνωστεί και στις Κολοσσαίς. Τι θα πούνε οι Προτεστάντες; Ότι δεν έχουμε όλη την αλήθεια επειδή δεν διασώθηκε μια επιστολή; Που είναι άραγε η μέριμνα του Θεού, εάν όντως ο Θεός είχε δώσει ως καταστατικό μόνο την Καινή Διαθήκη; Η αλήθεια είναι πολύ διαφορετική. Ας αφήσουμε τον Μ Βασίλειο να μας δώσει την ευσεβή διδασκαλία.
Παραθέτω, αρχικά, αποσπάσματα από την επιστολή του Μ Βασιλείου προς τον Αμφιλόχιον Περί του Αγίου Πνεύματος κεφάλαιο 27 (κζ), που το συμπεριλαμβάνει ο άγιος Νικόδημος στο Πηδάλιο.
«Των εν τη Εκκλησία πεφυλαγμένων δογμάτων και κηρυγμάτων, τα μεν εκ της ΕΓΓΡΑΦΟΥ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ έχομε, τα δε εκ της Αποστόλων παραδόσεως διαδοθέντα ημίν ΕΝ ΜΥΣΤΗΡΙΩ παραδεξάμεθα, άπερ αμφότερα ΤΗΝ ΑΥΤΗΝ ΙΣΧΥΝ έχει προς την ευσέβειαν, και τούτοις ουδείς αν τερεί, όστις γε, καν κατά μικρόν γουν θεσμών εκκλησιαστικόν πεπείραται» (Πηδάλιο, σελ. 642-643).
Ο Μ. Βασίλειος, παίρνοντας αφορμή από τους Πνευματομάχους που έφεραν αντιρρήσεις επειδή στην δοξολογία έλεγε ‘’Δόξα Πατρί και Υιώ συν Αγίω Πνεύματι’’ χωρίς τάχα να αναφέρει η Αγία Γραφή το ‘’συν’’, αποδεικνύοντας το ομοούσιο των τριών υποστάσεων της Αγίας Τριάδας, αναπτύσσει σπουδαίο λόγο περί του ότι ‘’…όχι μόνον η συν πρόθεσις αυτή, αλλά και πολλά άλλα ακόμη εβρίσκονται εις την Εκκλησίαν, τα οποία γεγραμμένα μεν δεν είναι εις την Αγίαν Γραφήν, φυλλάτονται όμως απαραλλάκτως καθώς είναι γεγραμμένα’’ (Από την Ερμηνεία του αγίου Νικοδήμου, Πηδάλιο σελ. 644).
Αυτό, είναι πολύ σπουδαίο διότι μας δείχνει ποιο ήταν το φρόνημα της αρχαίας εκκλησίας. Μάλιστα, ο Μ Βασίλειος αναφέρει ότι όσα θα μας πει παρακάτω είναι ΠΑΡΑΔΟΣΗ από τους Αποστόλους που διαφύλαξε η Εκκλησία. Αυτά δεν βρίσκονται στην Αγία Γραφή, και όμως κατά την ομολογία του πατρός, προέρχονται από τους αποστόλους.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Χ. Κρικώνης στο σύγγραμμά του ‘’Πατερικά μελετήματα, Α Τόμος σελ. 188, ‘’Ο Μ. Βασίλειος θεωρεί την διαφύλαξιν της αγράφου παραδόσεως ως ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΝ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΝ, διότι ο απ Παύλος λέγει· Σας επαινώ διότι κατά πάντα με θυμάστε και κρατείτε τας παραδόσεις, όπως παρέδωσα αυτάς. Επίσης, Να κρατείτε τας παραδόσεις τας οποίας ελάβετε είτε από το κήρυγμά μου είτε από επιστολή. «Αποστολικόν δε οίμαι και το τοις αγράφοις παραδόσεσι παραμένειν» (Βλ. Στυλιανού Παπαδόπουλου, Οι Πατέρες, Αύξησις της Εκκλησίας, Άγιον Πνεύμα, Αθήναι 1970, σ. 69).
Σε άλλο σημείο του ίδιου έργου, αναφέρει πάλι σχετικά ο Χ. Κρικώνης (2α)… «Αι περί Παραδόσεως της Εκκλησίας απόψεις του Μεγάλου Βασιλείου είναι πολύ ενδιαφέρουσαι, καθ’όσον ούτος θεωρεί ότι παν ότι γραπτώς ή προφορικώς παρεδόθη υπό των Αποστόλων, αποτελεί αφ’ ενός μεν την γραπτήν παράδοσιν της Εκκλησίας, την Αγίαν Γραφήν, αφ’ ετέρου δε την άγραφον και προφορικήν παράδοσιν αυτής. Βεβαίως εκάστη τούτων αποτελεί αναπόσπαστον τμήμα της άλλης, δια τούτο και η μεταξύ αυτών υφισταμένη ενότης παραμένει αναμφισβήτητος» (σελ. 185-186).
Ώστε, εδώ καταρρίπτεται το επιχείρημα των προτεσταντών «και που το λέει η Γραφή». Ο Μ Βασίλειος περίτρανα αποδεικνύει ότι η σαφώς θεόπνευστη Αγία Γραφή δεν τα έχει όλα. Μάλιστα, ο ίδιος αναφέρει…. «Άλλο μεν το δόγμα, και άλλο το κήρυγμα. Τα μεν γαρ δόγματα σιωπάσαι, τα δε κηρύγματα δημοσιεύεται. Σιωπής δε είδος και η ασάφεια, η χρήται η Γραφή, δυσθεώρητον κατασκευάζουσα των δογμάτων τον νούν προς το των εντυγχανόντων λυσιτελές».(Πηδάλιο, σελ. 643).
Όπως εξηγεί ο Χ. Κρικώνης, ‘’…η ασάφεια ητις παρουσιάζεται εις τινα χωρία της Αγίας Γραφής και δια των οποίων καθίσταται δυσχερής η κατανόησις αυτής, αποτελεί εν είδος ηθελημένης σιωπής· η ασάφεια όμως αυτή διαφωτίζεται και κατανοείται υπό και δια της Παραδόσεως’’. (σελ.189)
Το βασικό πρόβλημα των προτεσταντών είναι ότι αντί να δουν η αρχαία εκκλησία πως ερμήνευε τα δύσκολα χωρία της Γραφής, προχώρησαν σε δικές τους ΑΥΘΑΙΡΕΤΕΣ ερμηνείες που οδήγησαν στο προτεσταντικό χάλι των 23.000 και πλέον αιρέσεων. Μάλιστα, θεώρησαν οτιδήποτε υπάρχει στην εκκλησία και που δεν είναι γραμμένο στην Γραφή ως ‘’εξωβιβλική διδασκαλία’’, παρόλο που ο Μ Βασίλειος διακηρύττει το αντίθετο.
Ποιες όμως είναι αυτές οι παραδόσεις, που βρίσκονται, και γιατί δεν αναφέρονται μέσα στην Αγία Γραφή;
Στην συνέχεια της επιστολής του, ο Μ Βασίλειος αναφέρει μία προς μια αυτές τις παραδόσεις. Αποστολικές υπενθυμίζω που διασώθηκαν στην εκκλησία δια της αγράφου παραδόσεως. Είναι το σημείο του σταυρού, η προς Ανατολάς στροφή κατά την προσευχή, ο αγιασμός του άρτου και του οίνου της Θείας Ευχαριστίας, η ευλογία του ύδατος του βαπτίσματος, η ευλογία του ελαίου του χρίσματος, η απόταξη του σατανά.
Ο Μ. Βασίλειος αναφέρει στην ίδια επιστολή « Κατά τον αυτόν δη τρόπον και οι τα περί τας Εκκλησίας ΕΞ ΑΡΧΗΣ ΔΙΑΘΕΣΜΟΘΕΤΗΣΑΝΤΕΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ και πατέρες εν των κεκρυμένω και αφθέγκτω το σεμνόν ΤΟΙΣ ΜΥΣΤΗΡΙΟΙΣ ΕΦΥΛΑΣΣΟΝ» (PG 32, 189B), όπου κατά τα σχόλια του Χ. Κρικώνη «…ο Μ Βασίλειος εννοεί ότι ταύτα πάντα παρεδόθησαν ‘’κρυφίως’’, όπερ θα αποτέλει κραυγαλέαν παρερμηνείαν, αλλ’ ότι ταύτα, αντιθέτως, ΘΕΣΜΟΘΕΤΗΘΕΝΤΑ ΥΠΟ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ και των Πατέρων, παρεδόθησαν εις τους πιστούς ΔΙΑ ΤΩΝ ΜΥΣΤΗΡΙΩΝ, ητοι δια των ιεροτελεστιών και λειτουργικών συνηθειών και χρήσεων….» (Πατερικά Μελετήματα, Α τόμος, σελ. 190).
Ώστε αυτά διαφυλάχτηκαν στα μυστήρια που θεσμοθέτησαν οι απόστολοι!Να που τα μυστήρια δεν είναι εφεύρεση της ύστερης εκκλησίας, αλλά ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ, αν και δεν φαίνεται μέσα στην Καινή Διαθήκη. Τι έχουν να πουν προς αυτά οι προτεστάντες; Αν θέλουν, ας πουν ότι ο Μ. Βασίλειος….πλανήθηκε. Εφόσον πουν ότι πλανήθηκε τότε ας μην τον χρησιμοποιούν στα επιχειρήματα τους.
Υπάρχουν και άλλες πρακτικές στην εκκλησία που είναι αποστολικές, αν και δεν μαρτυρούνται ρητά στην Καινή Διαθήκη. Χαρακτηριστικά μπορούμε να αναφέρουμε την μαρτυρία του Χρυσοστόμου ότι τα μνημόσυνα τα θεσμοθέτησαν οι απόστολοι, και ότι κατά την μαρτυρία που διασώζει ο Ευσέβιος, ο Ιωάννης ο μαθητής της αγάπης ως ιερέας φορούσε άμφια…«…ετι δε και Ιωάννης, ο επι το στήθος του κυρίου αναπεσών, ος εγενήθη ιερεύς το πέταλον πεφορεκώς και μάρτυς και διδάσκαλος, ούτος εν Εφέσω κεκοίμηται…» (Βιβλίο Γ)
Γιατί όμως δεν αναφέρονται αυτές οι άγραφες παραδόσεις μέσα στην Αγία Γραφή; Ο Μ. Βασίλειος μας εξηγεί στην συνέχεια «…ούτος ο λόγος της των αγράφων παραδόσεως, ως μη καταμελετηθείσα, των δογμάτων την γνώσιν ευκαταφρόνητον τοις πολλοίς γενέσθαι δια συνήθειαν» (Πηδάλιο, σελ. 643).
Διότι, υπήρχε περίπτωση αυτές να βεβηλωθούν από τους αμύητους, όσους δεν είχαν ασπαστεί τον χριστιανισμό δια του βαπτίσματος. Παράδειγμα αποτελεί και το περιεχόμενο του συμβόλου της Πίστεως των κατά τόπους εκκλησιών, το οποίο περιεχόμενο δεν το γνώριζαν οι αμύητοι.
Οι άγραφες παραδόσεις έκαναν πιο κατανοητή την Γραφή σε πολλά σημεία.
«Ούτως, η προφορική και άγραφος παράδοσις αυτών των ιεροτελεστιών και συμβόλων, ενώ εις την πραγματικότητα ουδέν νέον προσέφερεν εις το περιεχόμενον της πίστεως της Αγίας Γραφής, όμως καθίστα αυτήν την πίστιν πλέον σαφή. Η άγνοια ή η εξαφάνισις, κατά τον Μ. Βασίλειον, της αγράφου ταύτης αποστολικής παραδόσεως θα είχεν ως αποτέλεσμα την διατάραξιν του στερεώματος της πίστεως». (Πατερικά Μελετήματα, Α τόμος σελ. 191).
Και πόσο δίκιο είχε!! Επομένως, έξω από την εκκλησία που έχει την Αγία Γραφή, την άγραφη παράδοση, αλλά και την πατερική ερμηνεία (όπως αυτή εδώ του Μ Βασιλείου), δεν υπάρχει γνήσιος χριστιανισμός και αλήθεια. Απλά πράγματα που θα έπρεπε να προβληματίσουν τον προτεσταντικό κόσμο. Η Αγία Γραφή θεωρούνταν από πάντα ισόκυρη με την άγραφη παράδοση που διαφυλάχτηκε δια των ΜΥΣΤΗΡΙΩΝ από τους αποστόλους προς τις επόμενες γενεές των χριστιανών.
Σε αυτό το σημείο, αξίζει να παραθέσουμε τι πιστεύει και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος σχετικά με την άγραφη παράδοση. Θα δούμε ότι συμφωνούν απόλυτα οι δύο αυτοί Πατέρες, όπως και όλοι οι άλλοι.
Ο Χρυσόστομος, δεν ανέχεται σχίσματα, διαιρέσεις, και διασπάσεις μέσα στο Σώμα του Χριστού. Τα θεωρεί μεγάλη αμαρτία, για την οποία θα δώσουν λόγο στον Θεό όποιοι τα προκαλούν, είτε είναι κληρικοί, είτε είναι λαϊκοί.
«Το δε σχίσαι Εκκλησίαν και φιλονικώς διατηθήναι και διχοστασίας εμποιείν και της συνόδου διηνεκώς ευατόν αποστερείν, ασύγγνωστον και κατηγορίας άξιον και πολλήν έχει την τιμωρίαν» (Κατά Ιουδαίων 3,6 PG 48, 872).
Το φάρμακο και η θεραπεία που προτείνει κατά των ετεροδιδασκαλιών και διασπάσεων, είναι το να ακολουθεί κανείς ολόκληρη την παράδοση, την άγραφη και την γραπτή.
“Ώστε και την παράδοσιν της εκκλησίας αξιόπιστον ηγούμεθα. Παράδοσις εστί, μηδέν πλέον ζήτει’’. (Εις την Β προς Θεσσαλονικείς, 4,2 PG 62, 488).
Σήμερα, βλέπουμε τους Προτεστάντες να διασπώνται συνεχώς, ακριβώς για αυτό τον λόγο. Από την μία δεν κρατάνε την άγραφη παράδοση, και την γραπτή όπως την ερμηνεύει ο καθένας, έξω από οποιαδήποτε ερμηνεία της αρχαίας εκκλησίας, όπως εκφράζεται από τους Πατέρες Διδασκάλους. Αν και τα τελευταία χρόνια, παρατηρείτε στροφή προς τους Πατέρες, και πάλι δεν οδηγεί σε ασφαλή συμπεράσματα, εφόσον γίνεται επιλεκτικά, όχι μόνο σε Πατέρες, αλλά και σε έργα των ίδιων Πατέρων!!
«Για αυτό τα μέλη της εκκλησίας οφείλουν να θεωρούν αξιόπιστη ολόκληρη την έγγραφη και άγραφη παράδοση της εκκλησίας και να την ακολουθούν αδιακρίτως. Λέγοντας παράδοση εννοούμε ότι παραλαμβάνεται από το εκκλησιαστικό ‘’παρελθόν’’, κατόπιν παραδίδεται ως ζωντανή εμπειρία από γενεά σε γενεά αγράφως, πλήν όμως αναγνωρίζεται και αυτό ως αξιόπιστο και έγκυρο προς τον έγγραφο λόγο. Αξιοσημείωτο είναι ότι εν τέλει όλα κρίνονται αλαθήτως και ελέγχονται συνεχώς από την ζωή, τουτέστιν από την καθ’ ημέραν λειτουργική πράξη της εκκλησιαστικής κοινότητας. Η ανεπιφύλακτη αποδοχή ολόκληρης της παράδοσης, των αποφάσεων της συνοδικής πράξης της Εκκλησίας, η συμπόρευση με την μαρτυρία και το πρότυπο ζωής των αγίων του Θεού (‘’συν πάσι τοις αγίοις’’), συνιστούν τις απαραίτητες προϋποθέσεις ενσυνειδήτου, δηλαδή συνεργιακής, μετοχής και ακατάκριτης ευχαριστιακής κοινωνίας ‘’των αγίων στα άγια’’, στη θεία Ευχαριστία. Σε διαφορετική περίπτωση, ελλοχεύει ο κίνδυνος να θεωρηθεί η επενέργεια του μυστηρίου ως κάποια μαγική ή μηχανική διαδικασία». (”ΘΕΣΜΙΚΗ ΚΑΙ ΧΑΡΙΣΜΑΤΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ Η ενότητα Χριστολογίας και Πνευματολογίας Ιωάννου του Χρυσόστομου”, του Β. Τσίγκου, σελ. 218).
Πηγές
1α. Επιλέξαμε
τον Μ. Βασίλειο διότι τον δέχονται μερικώς και οι προτεστάντες, χωρίς
να δέχονται και αυτήν την διδασκαλία του περί Αγράφου Παραδόσεως, η
οποία αναιρεί το βασικό θεμελιώδες δόγμα τους Sola Scriptura.
1. Καινή Διαθήκη, Προς Τιμόθεον Β επιστολή
2α. Η συγκεκριμένη εργασία του αναλύει τις θέσεις του Μ. Βασιλείου περί Ιεράς Παραδόσεως ώστε να γίνουν εύπεπτες στο κάθε αναγνώστη του βιβλίου.
2. Επιστολή Μ. Βασιλείου προς Αμφιλόχιον εκ του Πηδαλίου του αγ. Νικόδημου, εκδόσεις Παπαδημητρίου
3. Πατερικά Μελετήματα, Α Τόμος Γραμματολογικά-Δογματικά-Νηπτικά, Χ. Κρικώνη, Θες/κη 2001, Εκδόσεις University Press.
4. Απόψεις του Χρυσοστόμου για την Άγραφη Παράδοση από το Βιβλίο του Β. Τσιγκου ”ΘΕΣΜΙΚΗ ΚΑΙ ΧΑΡΙΣΜΑΤΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, Η ενότητα Χριστολογίας και Πνευματολογίας Ιωάννου του Χρυσοστόμου”.