ΙΧΘΥΣ: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ

Τρίτη 27 Απριλίου 2021

Ἡ Ἁγία Κασσιανή... καὶ τὸ τροπάριό της! Ἰδοὺ ἡ ἀληθινὴ της ἱστορία

Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή,  τὴν σὴν αἰσθομένη θεότητα, μυροφόρου ἀναλαβοῦσα τάξιν,  ὀδυρομένη, μύρα σοι, πρὸ τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει.  Οἴμοι! λέγουσα, ὅτι νύξ μοι ὑπάρχει, οἶστρος ἀκολασίας,  ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος ἔρως τῆς ἁμαρτίας.  Δέξαι μου τὰς πηγὰς τῶν δακρύων,  ὁ νεφέλαις διεξάγων τῆς θαλάσσης τὸ ὕδωρ·  κάμφθητί μοι πρὸς τοὺς στεναγμοὺς τῆς καρδίας,  ὁ κλίνας τοὺς οὐρανοὺς τῇ ἀφάτῳ σου κενώσει.  Καταφιλήσω τοὺς ἀχράντους σου πόδας,  ἀποσμήξω τούτους δὲ πάλιν τοῖς τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχοις·  ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὔα τὸ δειλινόν,  κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη.  Ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη καὶ κριμάτων σου ἀβύσσους  τίς ἐξιχνιάσει, ψυχοσῶστα Σωτήρ μου;  Μή με τὴν σὴν δούλην παρίδῃς, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τὸ ἔλεος.
(Φώτη Κόντογλου - μεταγραφὴ) 
"Κύριε, ἡ γυναίκα ποὺ ἔπεσε σὲ πολλὲς ἁμαρτίες, σὰν ἔνοιωσε τὴ θεότητά σου, γίνηκε μυροφόρα καὶ σὲ ἄλειψε μὲ μυρουδικὰ πρὶν ἀπὸ τὸν ἐνταφιασμό σου κι ἔλεγε ὀδυρόμενη: 
Ἀλλοίμονο σὲ μένα, γιατί μέσα μου εἶναι νύχτα κατασκότεινη καὶ δίχως φεγγάρι, ἡ μανία τῆς ἀσωτείας κι ὁ ἔρωτας τῆς ἁμαρτίας. 
Δέξου ἀπὸ μένα τὶς πηγὲς τῶν δακρύων, ἐσὺ ποὺ μεταλλάζεις μὲ τὰ σύννεφα τὸ νερὸ τῆς θάλασσας. Λύγισε στ' ἀναστενάγματα τῆς καρδιᾶς μου, ἐσὺ ποὺ ἔγειρες τὸν οὐρανὸ καὶ κατέβηκες στὴ γή. 
Θὰ καταφιλήσω τὰ ἄχραντα ποδάρια σου, καὶ θὰ τὰ σφουγγίσω πάλι μὲ τὰ πλοκάμια τῆς κεφαλῆς μου· αὐτὰ τὰ ποδάρια, ποὺ σὰν ἡ Εὕα κατὰ τὸ δειλινό, τ' ἄκουσε νὰ περπατᾶνε, ἀπὸ τὸ φόβο της κρύφτηκε. 
Τῶν ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη καὶ τῶν κριμάτων σου τὴν ἄβυσσο, ποιὸς μπορεῖ νὰ τὰ ἐξιχνιάση, ψυχοσώστη Σωτήρα μου; Μὴν καταφρονέσης τὴ δούλη σου, ἐσὺ ποὺ ἔχεις τ' ἀμέτρητο ἔλεος.
Βίος
Ἡ Αγία Κασσιανή γεννήθηκε γύρο στὰ 805 μ.Χ. στὴν Κωνσταντινούπολη ἀπὸ εὐγενεῖς γονεῖς. Εἶναι πολὺ πιθανὸ ἡ οἰκογένειά της νὰ προερχόταν ἀπὸ τὸ μικρὸ νησὶ τῆς Κάσου, ἐξ οὐ καὶ τὸ ὄνομά της. Ἦταν μοναχοκόρη καὶ ξεχώριζε γιὰ τὴν σπάνια εὐφυΐα της ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ἐξαιρετικὴ ὀμορφιά της.
Ὅταν ὁ αὐτοκράτωρ Θεόφιλος ἤθελε νὰ νυμφευθεῖ, ὀργάνωσε δεξίωση στὴ μεγαλοπρεπῆ αἴθουσα τῶν ἀνακτόρων, ποὺ λεγόταν «τρίκλινο τοῦ μαργαρίτου». Στὴ δεξίωση προσκλήθηκαν οἱ δώδεκα ὡραιότερες καὶ ἐπιφανέστερες κόρες τῆς ἀριστοκρατίας τῆς Πόλης. Ὁ αὐτοκράτωρ ἔπρεπε νὰ διαλέξει τὴ μέλλουσα βασίλισσα προσφέροντάς της ἕνα χρυσὸ μῆλο. Ὁ Θεόφιλος ἐντυπωσιάθηκε ἀμέσως ἀπὸ τὴν ὀμορφιὰ τῆς Κασσιανῆς καὶ τὴν πλησίασε. Ἤθελε νὰ δοκιμάσει ὅμως καὶ τὸ πνεῦμα της, γι’ αὐτὸ πρὶν τῆς δώσει τὸ μῆλο ἀστειευόμενος τῆς εἶπε: «Ἀπὸ τὴ γυναίκα βέβαια πηγάζουν ὅλα τὰ κακά», ἐννοώντας τὸ παράπτωμα τῆς Εὕας. Ἡ Κασσιανὴ τοῦ ἀπάντησε «ἀλλὰ κι’ ἀπὸ τὴ γυναίκα πηγάζουν ὅλα τὰ καλὰ» ἐννοώντας τὴν Παναγία. Ὁ Θεόφιλος δυσαρεστήθηκε ἀπὸ τὴν ἀναπάντεχη καὶ εὔστοχη ἀπάντηση, φοβήθηκε μάλιστα μήπως εἶναι ἀνώτερή του στὴν εὐφυΐα, πράγμα ποὺ δὲν ἤθελε καὶ τὴν προσπέρασε δίνονας τὸ χρυσὸ μῆλο στὴ σεμνὴ Θεοδώρα.
Μετὰ ἀπὸ αὐτό, ἡ Κασσιανὴ θέλησε ν΄ἀποσυρθεῖ ἀπὸ τὴν κοσμικὴ ζωὴ καὶ νὰ ἀφιερώσει τὴ ζωή της στὸ Νυμφίο Χριστό. Δύο φορὲς συνελήφθηκε καὶ μαστιγώθηκε, γιατί τιμοῦσε καὶ προσκυνοῦσε τὶς εἰκόνες. Μετὰ δεκατρία χρόνια ὁ εἰκονομάχος Θεόφιλος πέθανε κι ἡ αὐτοκράτειρα Θεοδώρα ἀποκατέστησε τὴν Ὀρθοδοξία. Τότε κι ἡ Κασσιανὴ ἵδρυσε δικό της μοναστήρι στὸ Ξερόλοφο, στὸ λόφο τοῦ Ἑβδόμου τῆς πρωτεύουσας, ποὺ ὀνομάστηκε «τὰ Κασσίας». Ἐκεῖ ἀνέλαβε τὴν ἡγουμενία μὲ τὶς προτροπὲς καὶ τὴν πνευματικὴ καθοδήγηση τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου. Ἀλληλογραφοῦσαν καὶ ἀλληλοβοηθοῦνταν κατὰ τὰ χρόνια τῆς εἰκονομαχίας ἀλλὰ καὶ στὴ συνέχεια. Ἀπὸ τὴ σχέση τους αὐτὴ σώζονται τρεῖς ἐπιστολὲς τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου πρὸς Κασσίαν κανδιδάτισσαν.
Ἡ Κασσιανὴ ἔγινε γνωστὴ κι σεβαστὴ ἀπὸ τὶς ἀγαθοεργίες καὶ τὶς ἐλεημοσύνες της, ἀλλὰ κυρίως γιὰ τὸ ποιητικό της ἔργο. Στὴ μονὴ της περιέθαλπε φτωχὲς γυναῖκες, μὰ συνάμα ἀποσυρόταν μελετώντας καὶ γράφοντας. Κατέλιπε στὴν Ἐκκλησία μας πλῆθος ὕμνων, θησαυροὺς θεολογίας καὶ λογοτεχνίας, ποὺ μέχρι σήμερα ψάλλονται στὶς ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ πιὸ γνωστός της ὕμνος εἶναι ὁ ἐπώνυμος Ὕμνος τῆς Κασσιανῆς, ὁ ὁποῖος ψάλλεται κατὰ τὴν ἑσπέρα τῆς Μεγάλης Τρίτης. Ἔγραψε ἐπίσης γνωμικὰ περὶ φιλίας καὶ ἄλλα, ποὺ χαρακτηρίζονται ἀπὸ τὴ σοφία τοῦ βίου καὶ τὴ χάρη τοῦ λόγου της. Τὸ ποιητικό της ἔργο τὴν κατατάσσει μεταξὺ τῶν κορυφαίων ὑμνογράφων τῆς Ἐκκλησίας. Κοιμήθηκε εἰρηνικὰ στὴ μονή της.
Ἡ μνήμη τῆς Ἁγίας Κασσιανῆς ἑορτάζεται στὶς 7 Σεπτεμβρίου.