ΙΧΘΥΣ: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ

Δευτέρα 26 Οκτωβρίου 2020

ΟΔΗΓΟΣ ΣΩΦΡΟΣΥΝΗΣ

Αγια Ματρωνα Τῆς ὁσίας Ματρώνης τῆς Χιοπολίτιδος

20 Ὀκτωβρίου
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

Σήμερα, ἀγαπητοί μου, ἔχουμε ἑορτή. Τί ἑ­ορτή; Κοντὰ στοὺς ἄλ­λους ἁγίους ποὺ τι­μᾷ ἡ Ἐκκλησία μας (τὸν μεγαλομάρτυρα Ἀρτέμιο καὶ τὸν ἅ­γιο Γεράσιμο τῆς Κεφαλληνί­ας) ἑορτάζει καὶ μία ἁγία ἄγνωστη στὸν πο­λὺ κόσμο. Μόνο ὅσοι κατάγονται ἀπ᾽ τὸ εὐλο­γημένο νησὶ τῆς Χίου καὶ μερικοὶ ἄλλοι ποὺ ἔ­χουν τὴν κα­λὴ συνήθεια νὰ διαβάζουν τὰ συ­να­ξάρια, αὐτοὶ θὰ τὴ γνωρίζουν. Σήμερα ἑ­ορ­­τάζει ἡ ὁσία Ματρώνα ἡ Χιοπολῖτις. Ὀνομάζεται ἔτσι, ἐπειδὴ κατάγεται ἀπὸ τὴν Χίο· Χιοπολῖτις σημαίνει κάτοικος τῆς Χίου.

Διαβάστε, σεῖς οἱ γυναῖκες, τὸν βίο της.
Τώρα, ἂν συγκεντρώσῃς ἕνα ἀπόγευμα κάπου ὅ­λες τὶς γυναῖκες, ἰδίως τῶν ἀστι­κῶν κέν­τρων καὶ τῆς ἀριστοκρατίας, καὶ τὶς ρωτήσῃς, ξέρουν ὅλο τὸν κατάλογο τῶν διασήμων «ἀ-στέρων». Δὲν ξέρω ἐγὼ τὰ ὀνόματα αὐτά, ἀλ­λὰ μαθαίνω ὅτι στὰ σαλόνια τους δὲν κάνουν ἄλλη κουβέντα παρὰ γι᾿ αὐτὲς τὶς διάσημες … – νὰ μὴν πῶ τώρα καμμιὰ βαρειὰ λέξι καὶ μοῦ πῇ κάποιος αὐστηρὸς κριτὴς «Βρὲ Αὐ­γουστῖνε, λὲς αἰσχρά». Ναί βέβαια! ἐσὺ τὸ αἰ­σχρὸ τὸ κάνεις, ἀλλὰ ἂν σοῦ τὸ πῇ κάποιος τοῦ λὲς ὅτι μιλάει αἰσχρά· ἐσὺ τὸ κάνεις καὶ δὲν ντρέπεσαι, ἐμένα ὅμως δὲν μ᾿ ἀφήνεις νὰ σοῦ τὸ ἐπισημάνω. Ἐκεῖ φτάσαμε.
Ἐν πάσῃ περιπτώσει λέω, ὅτι ὅλος ὁ κατάλογος τῶν στάρ (στὰρ θὰ πῇ ἀστέρι), αὐτῶν τῶν ἁμαρτωλῶν γυναί­­ων, τῶν διεθνῶν διεφθαρμένων «καλλιτεχνῶν», τοὺς εἶνε γνωστός. Ἂν ρωτήσῃς τὶς κυ­­ρίες αὐτές· –Ξέρετε τὸ ὄνομα τῆς τάδε στάρ; –Βέβαια τὸ ξέρουμε, θὰ σοῦ ποῦν· καὶ θ᾽ ἀρχίσουν νὰ σοῦ λένε ποῦ γεννήθηκε, ποῦ βρέθηκε, ποῦ κάθισε, ποῦ πά­τησε…, θὰ σοῦ τὰ ποῦν ὅλα. –Ξέρετε τὴν ἄλ­λη στάρ; –Βεβαίως…
Μὰ ἀφῆστε αὐτὲς τὶς στάρ, ἀφῆστε αὐτὰ τὰ ἀστέρια. Ὑπάρχουν δύο εἰδῶν ἀστέρια· ὑ­πάρχουν ἀστέρια ἐδῶ κάτω στὴ γῆ, καὶ ἀστέρια ἐπάνω στὸν οὐρανό. Ἂν παρατηρήσετε καὶ τὶς πάπιες ὅταν βαδίζουν στὴ λάσπη, θὰ δῆτε ὅτι κι αὐτὲς μὲ τὰ πόδια τους κάνουν ἀ­στέρια, ἀλλὰ τί ἀστέρια! Ἔ, τέτοια ἀστέρια εἶ­νε κι αὐτὲς οἱ στάρ· ἀφήνουν κι αὐτὲς ἀποτυ­πώματα, μέ­σα στὴ βρωμιὰ καὶ τὴν ἀκαθαρσία. Ὑπάρχουν ὅμως καὶ ἄλλα ἀστέρια, ἀστέρια πνευματικά, ποὺ ὅπως τὰ φυσικὰ ἀστέρια λάμ­­πουν στὸν φυσικὸ οὐρανό, ἔτσι κι αὐτὰ λάμ­­πουν στὸν οὐ­ρανὸ τῆς Ἐκ­κλησίας. Τέτοιο ἀ­στέρι εἶ­νε καὶ ἡ ἁγία Ματρώνα ἡ Χιοπολῖτις. Δυστυ­χῶς ἀφήσαμε τὰ πνευματικὰ αὐτὰ ἀ­στέρια, καὶ ἀσχολούμεθα μὲ τ᾿ ἀστέρια τὰ ψεύ­τικα, τὰ ἐλεεινὰ καὶ τρισάθλια, ὅπως εἶνε τὰ γύναια αὐ­τὰ τὰ διεφθαρμένα, ποὺ σκορπίζουν στὸν κόσμο μεγάλη ἀκολασία.
Ἄ ξέρεις, ἐσὺ κυρά μου, τί ἔκανε ἡ μία στὰρ καὶ τί ἔκανε ἡ ἄλλη στάρ, τὰ ξέρεις ὅλα αὐτά· ἂν σὲ ρωτήσω ὅμως γιὰ τὴν ἁγία Ματρώνα, τί θὰ πῇς;…

Ἡ κυρία ἔχει μεσάνυχτα. Κ᾽ ἐπειδὴ δὲν ξέρει ν᾽ ἀπαντήσῃ, θ᾿ ἀρχίσῃ νὰ προφασί­ζε­­­ται πὼς τάχα δὲν μπορεῖ καὶ νὰ μᾶς κοροϊδεύῃ. Μὴ μοῦ λὲς τώρα, κυρά μου, «Δὲν μπο­ρῶ» καὶ «δὲν μπορῶ». Δὲν ὑποφέρω αὐ­τὲς τὶς προφάσεις, αὐτὴ τὴν ψευτιά. Εἶ­νε κρίμα νὰ ξέρετε τὰ ὀνόματα ἀ­στέρων τῆς λάσπης, καὶ νὰ μὴ ξέρετε ποιά εἶ­νε ἡ ἁγία Ματρώνα, τὸ με­γάλο αὐτὸ πνευματικὸ ἀστέρι τῆς Ἐκκλη­σίας. Ἡ ἁγία Ματρώνα ἀγνοεῖται ἀπὸ τοὺς κο­σμικοὺς κύκλους, ἀγνοεῖται καὶ περιφρονεῖται. Ἂν σήμερα μιὰ μορφωμένη νέα ἢ κυρία ἐνδι­αφερθῇ νὰ γνωρίσῃ τὴ ζωὴ καὶ τοὺς ἀγῶνες της, θὰ τῆς ποῦν· Τί κάθεσαι καὶ ἀσχολεῖσαι μὲ τέτοια πράγματα;…

* * *

Τί ἔκανε λοιπὸν ἡ ἁγία Ματρώνα; Τὴν ἀ­ναφέρω, ἀγαπητοί μου, ὡς παράδειγμα νεκρώσεως τῶν πα­θῶν, σύμφωνα μὲ τὴν προτροπὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου «Νεκρώσατε τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς…» (Κολ. 3,5).
Ἡ ἁγία Ματρώνα γεννήθηκε στὴν Βολισσὸ τῆς μυροβόλου Χίου. Οἱ γονεῖς της, ποὺ λέγονταν Λέων καὶ Ἄννα, ἦ­ταν ἄνθρωποι πλούσιοι καὶ εὐγενεῖς στὴν καταγωγή, ἀλλὰ καὶ εὐ­­σεβεῖς καὶ σεμνοὶ στὰ ἤθη, ὅπως γράφει ὁ ἅ­γιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στὸν Συναξαρι­στή του. Ἐκείνη, ἀπὸ νεαρὸ κορίτσι, ἀγάπη­σε τὸ Θεὸ καὶ περιφρόνησε κάθε ἄλλη γήινη ἀ­γάπη καὶ προσκόλλησι στὰ κοσμικά. Ἦταν συνετὴ καὶ ἔδειχνε ὅτι τῆς ἀρέσει ἡ ἡσυχία καὶ ἡ ἄ­σκησι. Ἔτσι μιὰ μέρα ἄφησε τὸ πατρικό της σπίτι μὲ ὅλες τὶς ἀνέσεις καὶ τὰ πλού­τη, ἄφησε τὸ χωριὸ καὶ τοὺς συγγενεῖς, ἀποχωρίστηκε ἀ­πὸ τοὺς γονεῖς της καὶ ἔφυγε. Πῆ­γε σ᾽ ἕνα μέρος ἐ­ρημικό, νὰ ζήσῃ σὰν ξένη γιὰ τὴν ἀ­­γάπη τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος γιὰ τὴν σωτηρία μας ἔ­ζησε σὰν ξένος ἐδῶ στὴ γῆ ἀφήνοντας τὰ παλάτια τοῦ οὐρανοῦ.
Ἀπὸ τὴν πατρική της κληρονομιὰ ἕνα μέρος μοίρασε σὲ φτωχούς, χῆρες καὶ ὀρφανά, καὶ μὲ τὸ ὑπόλοιπο στὸν ἔρημο ἐκεῖνο τόπο ἔ­χτισε μιὰ ἐκκλησία ἀφιερωμένη στὸν Σωτῆρα Χρι­στό.
Ἤθελε ἀκόμη νὰ φτειάξῃ ἐκεῖ ἕνα μικρὸ μοναστήρι, γιὰ νὰ ζήσῃ στὴν ἡσυχία μὲ προσ­­ευχή, νηστεία καὶ δάκρυα. Γιὰ νὰ φτειάξῃ ὅ­μως καν­εὶς ὁ­λόκληρο μοναστήρι ἔχει ἀ­νάγκη ἀπὸ χρήματα. Δὲν φτειάχνονται ἔτσι εὔκολα τὰ μοναστήρια. Ἐγώ, ποὺ πῆγα δύο – τρεῖς φο­ρὲς στὸ Ἅγιο Ὄρος καὶ τὸ εἶδα, θαύμασα ἐ­κεῖνα τὰ κτήρια. Τί παλάτια εἶνε αὐτά! δεί­γματα αἰ­ωνόβια τῆς εὐσεβείας τοῦ γένους μας. Ἐὰν γιὰ τὶς δικές μας ἁμαρτίες πρὸ πάντων ἀλλὰ καὶ γιὰ τὶς ἁμαρτίες τῶν καλογέρων –μὴ γένοιτο μὴ γένοιτο, Παναγία Δέσποινα!– γίνῃ κανένας σεισμὸς στὸ Ἅγιο Ὄρος καὶ πέσουν, ξαναγίνονται αὐτὰ τὰ κτήρια; Δὲν γίνονται. Αὐτὰ τὰ ἔχτισε ἡ εὐσέβεια – παλάτια ἀπέραν­­τα, φωλιὲς τοῦ Πνεύματος. Τώρα χτίζουν ἄλ­λα πράγματα· κοιτάξτε στὴ Βουλιαγμένη τί χτί­ζουν· ξενοδοχεῖα γιὰ τοὺς ξένους, γιὰ νὰ γίνῃ ἡ Ἑλλὰς διεθνὲς πορνεῖο. Τέτοια χτίζουν σήμερα, δὲν χτίζουν πιὰ μοναστήρια καὶ τέτοιους πύργους τοῦ Πνεύματος τοῦ ἁγίου.
Ἐκεῖ λοιπὸν ποὺ ἔσκαβαν οἱ ἐργάτες γιὰ νὰ θεμελιώσουν τὴν ἐκ­κλησία, βρίσκουν ἕνα μεγάλο θησαυρό. Μῆτερ, τῆς λένε χαρούμενοι, βρήκαμε θησαυρό!… Γι᾽ αὐτοὺς ἦταν κάτι εὐ­χάριστο, πανηγύριζαν. Ἡ ἁγία Ματρώνα ὅ­μως –περίερ­γο πρᾶγμα– δὲν χάρηκε, δὲν τῆς ἔ­κανε ἐντύπω­­σι – σὲ καιρὸ μάλιστα ποὺ εἶχε ἀ­πόλυτη ἀνάγ­κη χρημάτων γιὰ τὴν ἀποπεράτω­σι. Τὰ εἶδε σὰν χαλίκια. Τῆς φάνηκε δὲ ὕποπτο πρᾶγμα, τρόμαξε, σταμάτησε.
Ἅ­μα πέφτουν στὰ χέρια σας χρήματα νὰ τρο­μά­ζετε. Μπῆκαν χρήματα στὴν τσέπη σου; φίδια μπήκανε. Θὰ σοῦ ζητήσῃ λόγο ὁ Θεὸς τί τὰ ἔκανες, πῶς τὰ χρησιμοποίησες. Ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἔχει τίποτε ἀπάνω του εἶνε ὁ μακάριος.
Γι᾽ αὐτὸ ἡ ἁγία φοβήθηκε. Τὰ πλού­τη μόλις τὰ εἶχε διώξει· πάλι μὲ πλούτη νὰ ἔμπλεκε; Τί ἦ­ταν αὐ­τό; Μήπως ὁ θησαυρὸς ἦταν σταλμένος ὄχι ἀπὸ τὸ Θεὸ ἀλλ᾽ ἀπὸ τὸν διάβολο; Γι᾽ αὐ­τὸ ἔ­πεσε σὲ προσευχή, στὴ νηστεία καὶ στὸ κομπο­σχοίνι· παρακαλοῦσε τὸ Θεὸ νὰ τὴν ἀ­παλλά­ξῃ ἀπ᾽ αὐ­τὸ τὸν πειρασμό. Καὶ τί ἔγινε, τί ἀπεκαλύ­φθη; Ὁ Θεὸς ἄκουσε τὴ δέησί της καὶ ὁ θησαυ­ρὸς ἐ­κεῖνος ἀμέσως, κατὰ θαυ­ματουργικὸ τρό­πο, μεταβλήθηκε σὲ σβησμένα μαῦρα κάρβουνα! «Ἄνθρα­κες ὁ θησαυρός», θὰ ἔ­λεγαν οἱ ἄν­θρω­ποι. Ἡ ἁγία Ματρώνα ὅμως εὐ­χαριστήθηκε, ἀναπαύθηκε. Ὁ Θεὸς κατ᾽ ἄλλο τρό­πο οἰκονόμησε ν᾽ ἀνεγερ­θῇ τὸ μοναστήρι.
Ἐκεῖ ἡ ἁγί­α Ματρώνα ἐπιδόθηκε σὲ μεγάλους ἀγῶνες· καὶ τέτοια χάρι τῆς ἔδωσε ὁ Θεός, ὥστε ἀξιώθηκε νὰ κάνῃ θαύματα, ἀνέστη­σε μάλιστα καὶ νεκρό!
Μὲ τὸ πέρασμα τῶν ἐτῶν ἡ ἀρετὴ καὶ ἡ ἁ­γι­ότητά της προσείλκυσαν κοντά της καὶ ἄλ­λες γυναῖκες καὶ κορίτσια, ποὺ μὲ τὸ παράδει­­γμα καὶ τὶς ὁδηγίες της ἄρχισαν νὰ ζοῦν τὴν παρθενικὴ ζωὴ καὶ νὰ γίνωνται μοναχές. Ἔτσι τὸ μοναστήρι τῆς ἁγίας Ματρώνας γέμισε.
Ἔτσι ἔζησε μέχρι τέλους καὶ ἔτσι ἄφησε τὴν ψυχή της στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ. Ἄφησε δὲ καὶ στὸ νησὶ τῆς Χίου τὸ ἱερὸ λείψανό της, ποὺ κάνει θερα­πεῖες καὶ ποικίλα ἄλλα θαύματα.

* * *

Ἡ ἁγία Ματρώνα, ἀγαπητοί μου, ἔζησε καὶ ἁγίασε τὸν 14ο αἰῶνα. Καὶ εὐτυχῶς ποὺ ἔζησε τότε. Γιατὶ ἂν ζοῦσε στὴν ἐποχή μας, μπορεῖ νὰ τὴν πήγαιναν στὸν εἰσαγγελέα μὲ τὴν κατηγορία ὅτι παρέσυρε κορίτσια. Αὐτὸ δίδει τὴν ἀφορμὴ νὰ θίξουμε ἕνα σοβαρὸ θέμα.
Οἱ ὑπεύθυνοι γιὰ τὴ νέ­α γενεὰ δὲν κοιτάζουν πόσες χιλιάδες νέ­ους, κορίτσια καὶ ἀγόρια, παρασύρουν καὶ ἀ­ποπλανοῦν τόσοι ἐκ­μαυ­λισταὶ καὶ ἔμποροι τῶν ἐ­θνῶν καὶ μάγοι κι ἀ­πα­τεῶνες, καὶ τὰ τρώει τὸ σκοτάδι. Ἐνδιαφέρθη­κε κανεὶς γι᾽ αὐτὰ τὰ παιδιά; Ὅλοι αὐτοὶ δροῦν ἀνενόχλητοι. Ἂν ὅμως βρεθῇ κανένας πνευμα­τικὸς πατέρας ἢ καλόγερος ἢ θεολόγος ἢ ἱερο­κήρυκας ἢ κατηχήτρια καὶ βοηθήσῃ κάποιο νέο νὰ ζήσῃ μὲ σωφροσύνη καὶ νὰ πλησιάσῃ τὸ Θεό, ἀμέσως τότε ὅλος ὁ μασονικὸς τύπος θὰ γράψῃ ὅ­τι αὐτοὶ παρέσυραν τὸ παιδί.
«Πάντες οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ διωχθήσονται» (Β΄ Τιμ. 3,12).

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένο ἀπόσπασμα ὁμιλίας, ἡ ὁποία ἔγινε στὴν αἴθουσα τοῦ συλλόγου Ἀθηνῶν «Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς» τὴν Κυριακὴ 19-10-1958 μετὰ τὴν θ. λειτουργία.