ΙΧΘΥΣ: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ

Παρασκευή 1 Νοεμβρίου 2019

Ἡ “ἀπειρότης“ τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ “μικρότης” τοῦ ἀνθρώπου


ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ΛΟΥΚΑ
3 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2019
Ἀπόστολος: Γαλ. α΄ 11 – 19
Εὐαγγέλιον: Λουκ. ιστ΄ 19 – 31
Ἦχος: γ΄.- Ἑωθινόν: Θ΄
ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ ΕΚ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
“Ὅτε δὲ εὐδόκησεν ὁ Θεὸς ὁ ἀφορίσας με
ἐκ κοιλίας μητρός μου” (Γαλ. Α΄ 15)
Ἡ “ἀπειρότης“ τοῦ Θεοῦ
καὶ ἡ “μικρότης” τοῦ ἀνθρώπου.
Πολλάκις συμβαίνει, φίλοι μου ἀναγνῶσται, νὰ συναντῶμεν εἰς τήν, ἐπὶ τῆς γῆς, πορείαν ἡμῶν, – ἢ καὶ συμβαίνει καὶ εἰς ἡμᾶς τοὺς ἰδίους – ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι προσπαθοῦν νὰ ἐπιδείξουν τὰς “μοναδικὰς” καὶ “καταπληκτικὰς” ἱκανότητάς των καὶ τοιουτοτρόπως νὰ ἐντυπωσιάσουν καὶ νὰ ἐπιβληθοῦν εἰς τοὺς ὑπολοίπους. “Κοπιάζουν“ νὰ πείσουν τὸ περιβάλλον των διὰ κάποια προσόντα καὶ δωρήματα τοῦ Θεοῦ εἰς αὐτούς, καὶ ἐπιζητοῦν, ἐξ αἰτίας τούτων, τὸν θαυμασμὸν καὶ τὴν κολακείαν καὶ τὴν ἀναγνώρισιν…! Ἀντὶ νὰ ταπεινώνωνται καὶ ἀντὶ νὰ εὐχαριστοῦν τὸν Θεὸν διὰ ταῦ­τα, προσπαθοῦν νὰ παρουσιάζουν τὰ τοιαῦτα χαρίσματα ὡς ἰδικά των, καὶ παρουσιάζουν ἑαυτούς, ὡς μοναδικοὺς καὶ ἀναντικαταστάτους καὶ ὑποτιμοῦν τοὺς ὑπολοίπους, ὡς ἀναξίους ἢ καὶ ἀνυπάρκτους.

Ἐκεῖνο, ὅμως, τὸ ὁποῖον διαφεύγει τῆς προσοχῆς τῶν τοιούτων, εἶναι τὸ γεγονός, ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἀφ’ ἑαυτοῦ του, εἶναι – ἐν τῇ κυριολεξίᾳ τῆς λέξεως – “ἀνύπαρκτος“ καὶ … ἕν μηδέν!!! Τὰ πάντα, ὅσα ἔχει ἀπὸ τῆς γεννήσεως αὐτοῦ καὶ ὅσα θὰ εὕρῃ εἰς τὴν ζωήν του, εἶναι δωρήματα τοῦ Κυρίου. Μηδὲ καὶ αὐτῆς τῆς ὑπάρξεώς του ἐξαιρουμένης, τοῦ ἔχουν δοθῆ ἀπὸ τὸν Δημιουργόν του καὶ Ἐκεῖνος δύναται τὴν οἵανδήποτε ὥραν καὶ στιγμὴν νὰ τοῦ τὰ ἀφαιρέσῃ, κατὰ τὸν βαρυσήμαντον καὶ αἰώνιον λόγον τοῦ Ἁγίου Ἰὼβ τοῦ πολυάθλου, “αὐτὸς γυμνὸς ἐξῆλθον ἐκ κοιλίας μητρός μου, γυμνὸς καὶ ἀπελεύσομαι ἐκεῖ˙ ὁ Κύριος ἔδωκεν, ὁ Κύριος ἀφείλατο” (Ἰὼβ Α΄ 21). Ὁ ἄνθρωπος εἶναι τὸ δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, – ἀλλὰ δυστυχῶς τὸ ξεχνᾷ – καὶ ἐπλάσθη ἀπὸ τὸν Θεόν, διὰ νὰ ζῇ ἐν τῷ Θεῷ καὶ κινῇται κατὰ τὸν νόμον καὶ τὰ προστάγματα Αὐτοῦ.
Ὁ Κύριος ἐν τῇ ἀγαθότητί Του, ἐδημιούργησε τὸν ἄνθρωπον καὶ τοῦ ἔδωσε προτεραιότητα μεταξὺ τῶν ὑπολοίπων κτισμάτων καὶ “ἔθετο αὐτὸν ὡς βασιλέα τῆς κτίσεως”, ὄχι διὰ νὰ ξεχάσῃ οὗτος τὴν ἐκ τοῦ Θεοῦ καταγωγήν του, ἀλλὰ διὰ νὰ αἰσθάνεται πάντοτε τὴν μικρότητά του ἐν τῇ μεγαλειότητι τοῦ Δημιουργοῦ του. Μικρὸς ὁ ἄνθρωπος – εἰδικῶς δέ, ὅταν προσπαθῇ νὰ ὑψώσῃ καὶ μεγενθύνῃ τὴν μικρότητά του – καὶ ὁ Κύριος … Ἄπειρος καὶ Αἰώνιος καὶ Ἀπρόσιτος καὶ Ἀκατάληπτος!
Τὸ Θεῖον σχέδιον
Ἠρώτησε, κάποτε, ἕν νήπιον, τὸν ἀείμνηστον, σύγχρονο πατέρα καὶ διδάσκαλον, π. Ἐπιφάνιον Θεοδωρόπουλον, τοῦτο: “Γέροντα, ποῦ ἤμουν πρὶν γεννηθῶ;” Καὶ ὁ πνευματέμφορος ἀοίδιμος γέρων, ἀπήντησεν˙ “εἰς τὸν νοῦν τοῦ Θεοῦ, παιδί μου”! Ἐνεθυμήθημεν τὸ συγκεκριμμένον περιστατικόν, καθότι, ἡ ἀπάντησις αὕτη, ἔχει ἄμεσον σχέσιν μὲ τήν, ἐν τῷ παρόντι, φράσιν τοῦ Θείου Ἀποστόλου Παύλου, ἡ ὁποία καὶ εἶναι τὸ θέμα μας. “εὐδόκησεν ὁ Θεὸς ὁ ἀφορίσας με ἐκ κοιλίας μητρός μου”. Ἡμεῖς, ὡς ἄνθρωποι πεπερασμένοι, βλέπομεν τὰς Θείας ἐνεργείας, ἀλλὰ δὲν δυνάμεθα νὰ τὰς ἐξηγήσωμεν. Ἀδυνατοῦμεν νὰ εἰσέλθωμεν εἰς τὸν Θεῖον Νοῦν καὶ νὰ γνωρίζωμεν ὅσα καὶ … Ἐκεῖνος γνωρίζει. “Τίς γὰρ ἔγνω νοῦν Κυρίου; Ἢ τίς σύμβουλος αὐτοῦ ἐγένετο; Ἢ τίς προέδωκεν αὐτῷ, καὶ ἀνταποδοθήσεται αὐτῷ; Ὅτι ἐξ αὐτοῦ καὶ δι᾿ αὐτοῦ καὶ εἰς αὐτὸν τὰ πάντα“ (Ρωμ. ΙΑ΄ 34-36). Ἐκεῖ, εἰς τὸν Θεῖον Νοῦν, ὑπάρχομεν πρό, ἀκόμη, τῆς ἐμφανίσεώς μας ἐδῶ εἰς τὴν γῆν. Εἶναι πολὺ χαρακτηριστικὸς ὁ λόγος ἐκεῖνος τοῦ Κυρίου μας, τὸν ὁποῖον ἀπηύθυνε πρὸς τοὺς Φαρισαίους καὶ ὁ ὁποῖος δεικνύει, τοῦτο ἀκριβῶς τὸ ὁποῖον καὶ παρουσιάζομεν˙ “Εἶπεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, πρὶν Ἀβραὰμ γενέσθαι ἐγώ εἰμι” (Ἰωάν. Η΄ 58).
Δεικνύων ὁ Κύριος τὴν Θεότητά Του, ἀλλὰ καὶ τὸ “παροδικὸν τοῦ ἀνθρώπου”, χρησιμοποιεῖ ἐν προκειμένῳ, περίεργον διὰ τὴν ἀνθρωπίνην γραμματικήν, ρηματικὸν χρόνον. Τὸ “εἰμί”, δὲν ταιριάζει γραμματικῶς, εἰς τὴν ροὴν τῆς φράσεως! Ὅμως ταιριάζει μὲ ἀκρίβειαν εἰς τὴν πραγματικότητα τῆς ὀντότητος τοῦ Θεοῦ! Ὁ Κύριος καὶ Θεός, πάντοτε … εἶναι καὶ οὐδέποτε … ἦταν! Τὰ πάντα – καὶ τὰ παλαιά, καὶ τὰ σύγχρονα, καὶ τὰ παρελθόντα, καὶ τὰ παρόντα, καὶ τὰ μέλλοντα – τὰ κρατᾷ καὶ τὰ καθορᾷ, ὡς παρόντα καὶ ὑπάρχοντα … τώρα! Ἐν τῷ Θεῷ, ὁ χρόνος δὲν ὑπάρχει, οὔτε ὁ Θεὸς κινεῖται ἐν τῷ χρόνῳ, καθόσον ὁ Κύριος εἶναι, Ἄναρχος, καὶ Ἄχρονος, καὶ Ἀτελεύτητος καὶ Ἀγενεαλόγητος! Ὡς ἄνθρωπος, ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἔζησε συγκεκριμένους χρόνους ἐπὶ τῆς γῆς, συγκεκριμένας ἡμέρας καὶ ὥρας, καὶ ἐνεργοῦσε καὶ ἐθαυματούργει καὶ ὡμίλει, εἰς τὰ “περιοριστικὰ” ὅρια τοῦ χρόνου. Ὡς Θεός, ὅμως, ὡς εἴπομεν ἤδη, δὲν χρονολογεῖται οὔτε χρονομετρᾶται οὔτε καὶ ἀριθμοῦνται αἱ ὧραι καὶ αἱ ἡμέραι καὶ οἱ χρόνοι καὶ αἱ χιλιετίαι Αὐτοῦ!
Ἐν τῷ προκειμένῳ, ἀκριβῶς, κινεῖται καὶ τὸ Θεῖον Αὐτοῦ σχέδιον. Ἅπαντες εἴμεθα ἐντὸς τοῦ Θείου σχεδίου καί, χωρὶς ὁ Κύριος νὰ καθορίζῃ τὴν ἐπὶ τῆς γῆς πορείαν ἡμῶν, γνωρίζει ὅμως τὰ πάντα, καὶ ἐνεργεῖ μόνον διὰ τὴν σωτηρίαν ἡμῶν. Ἄλλωστε, εἶναι Ἐκεῖνος, “ὃς πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν” (Α΄ Τιμ. Β΄ 4).
Ὁ ἀγὼν ἡμῶν
Προσοχή, ὅμως, διότι, εἰς ὅλον τοῦτο τὸ Θεῖον σχέδιον, δὲν εἴμεθα … παθητικοὶ ἀποδέκται! Δὲν “ἀγόμεθα καὶ φερόμεθα” ὑπὸ τοῦ Θείου θελήματος, ὡς … “ἄβουλα” ὄντα! Ὁ ἄνθρωπος δύναται νά… θέλῃ καὶ νὰ ἐπιλέγῃ! Ἡ δύναμις καὶ ἡ ἐπιτυχία εἶναι Θεία ὑπόθεσις. Εἰς ἡμᾶς, ὅμως, ἐπαφίεται ἡ θέλησις καὶ ἡ ἐπιλογή … Ὁ Κύριος ἐκάλεσε διὰ μεγίστου θαύματος, τὸν Σαῦλον εἰς τὴν σωτηρίαν, καὶ ἐκεῖνος ἀπεδέχθη τὴν πρόσκλησιν … Ἐκάλεσεν, ὅμως, καὶ τὸν Ἰούδαν, ἀλλ’ … “ὁ παράνομος Ἰούδας, οὐκ ἠβουλήθη συνιέναι” (Ἐκ τῆς ὑμνολογίας τῆς Μεγ. Ἑβδομάδος). Ἐκάλεσε καὶ καλεῖ καὶ θέλει – ὡς προείπομεν – τοὺς πάντας καὶ βεβαιοῖ ἡμᾶς διὰ τοῦ προφήτου, “μὴ θελήσει θελήσω τὸν θάνατον τοῦ ἀνόμου, λέγει Κύριος, ὡς τὸ ἀποστρέψαι αὐτὸν ἐκ τῆς ὁδοῦ τῆς πονηρᾶς καὶ ζῆν αὐτόν;” (Ἰεζ. ΙΗ΄ 23).
Συνεπῶς, ἀδελφοί μου, ἂς ἀνταποκριθῶμεν εἰς τὸ θέλημα τοῦ­το τοῦ Κυρίου ἡμῶν, μὲ τὴν ἰδικήν μας θέλησιν καὶ ἀποδοχὴν καὶ ἀγωνιστικὴν διάθεσιν καὶ δὲν πρόκειται νὰ στερηθῶμεν τὴν Οὐράνιον Βασιλείαν.