ΙΧΘΥΣ: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ

Τρίτη 4 Νοεμβρίου 2025

«Ὁ Χριστὸς μὲ φράκο» καὶ ὁ σύντροφος ἠθοποιός Ροστόβτσεφ (4 Νοεμβρίου ἁγ.Πορφυρίου τοῦ Μίμου-ἀφιέρωμα)

 (ΕΣΣΔ μιὰ νύκτα τῆς Ἀναστάσεως, ἀπὸ τὸ «τὸ ὁδοιπορικὸ ῥαβδί»)

Φαίνεται πὼς εἶχαν σχεδιάσει ἀπὸ καιρὸ νὰ κάνουν άντιπερισπασμὸ στὴν νυκτερινὴ ἀκολουθία τῆς Ἀναστάσεως.
Ὁλόκληρη τὴν Μ. Ἐβδομάδα ἦταν ἀναρτημένα πλακὰτ σὲ ὅλα τὰ κεντρικὰ καὶ πολυσύχναστα σημεῖα τῆς πόλης :
                        
Ὄρθρος τῆς Κομσομόλ !
Ἀκριβῶς στὶς 12 τὰ μεσάνυχτα !
Ἐλᾶτε νὰ δεῖτε τὴ νέα κωμωδία
τοῦ Ἀντώνη Ἰζιούμοφ !

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΕ ΦΡΑΚΟ 

Στὸν κεντρικὸ ρόλο 
ὁ ἠθοποιὸς τοῦ θεάτρου Μόσχας
Ἀλέξανδρος Ροστόβτσεφ
Χείμαρρος εὐφυολογίας !!
Τρελλὸ γέλιο !!
Τὸ βράδυ τοῦ Μ. Σαββάτου, ἡ δημοτικὴ μπάντα, πέρασε ἀπ' ὅλους τοὺς δρόμους τῆς πόλεως, καλῶντας τὸν λαὸ στὴν παράσταση. Μπροστὰ ἀπὸ τοὺς ὀργανοπαῖκτες πήγαινε ἕνας σωματώδης νεαρὸς μὲ ἱερατικὴ ἀμφίεση καὶ καλυμμαύχι.
Κρατοῦσε ἕνα πλακὰτ σὰν λάβαρο, ὅπου ἦταν ζωγραφισμένος ὁ Χριστός, μὲ φράκο καὶ ψηλὸ καπέλλο ! Στὰ πλάγια βάδιζαν κομσομόλοι μὲ ἀναμμένες δᾶδες.Ὅλη ἡ πόλη εἶχε σηκωθεῖ στὸ πόδι.
Πλῆθος ἄρχισε νὰ καταφθάνῃ στὸ θέατρο. Πάνω ἀπὸ τὴν κεντρικὴ εἴσοδό του ἔγραφε μὲ κόκκινα φωτεινὰ γράμματα :

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΕ ΦΡΑΚΟ

Στὴν μεγάλη αἴθουσα τὰ μεγάφωνα μετέδιδαν ῥαδιοφωνικὴ ὁμιλία ἀπὸ τὸν σταθμὸ τῆς Μόσχας μὲ θέμα 
« Ὁ αἰσχρὸς ρόλος τοῦ Χριστιανισμοῦ, στὴν ἱστορία τῶν λαῶν»
Ὅταν σταμάτησαν τὰ μεγάφωνα, ἡ χορωδία τῶν κομσομόλων μὲ συνοδεία ἀκορντεόν, ἄρχισε νὰ τραγουδάῃ :

Μὲ τὴν προσευχὴ δὲν βλέπω προκοπή
Σβησμένο εἶν' τὸ κερί μου
Δὲν θέλω, ὄχι, τὸν προφήτη Ἡλία
Δῶστε μου τὸ φῶς τοῦ Ἰλίτς (Λένιν)

Τὸ πλῆθος ξέσπασε σὲ ἀλαλαγμούς, βρισιὲς καὶ χαχανητά. Ἔβαλαν τὰ χέρια στοὺς γοφούς, ἔτριξαν τὰ δόντια, βρυχήθηκαν: 

- Κι ἄλλο !! Πιὸ ἄγρια παιδιά !! Βαρᾶτε !!

Τρεῖς γριὲς ψωμολυσσιάρες
Δυὸ σαρακιασμένοι γέροι
Ἄδειο, Ἄδειο τὸ ἐκκλησάκι 
Δὲν μαζεύει πιὰ πεντάρα !!

- Πιὸ δυνατά !! Δῶστε του !! Πιὸ ζωντανά !!

Ἄχ αὐγουλάκι μου, δὲν ἔχεις τσουγκριστεῖ
Μὲ πόσες θεϊκὲς κουταμάρες, ἔχουμε ποτιστεῖ !!

- Πιὸ δυ-να-τὰ !! Καὶ  πιὸ σκλη-ρά !!

Πλησίαζαν μεσάνυκτα. Ἀπὸ τὴν μικρὴ ἐκκλησούλα ποὺ ἦταν κοντὰ στὸ θέατρο, βγῆκαν οἱ πιστοὶ γιὰ τὴν Ἀκολουθία τῆς Ἀναστάσεως.
Σκοτάδι. Οἱ ἄνθρωποι δὲν ξεχωρίζουν,  μονάχα οἱ φλογίτσες τῶν κεριῶν ποὺ τρεμόπαιζαν καὶ προχωροῦσαν ἀργὰ - ἀργά.
«Τὴν Ἀνάστασή Σου, Χριστὲ Σωτῆρ, ἄγγελοι ὑμνοῦσιν ἐν οὐρανοῖς...»

Σὰν εἶδαν τὴν Λιτανεία οἱ κομσομόλοι, ξελαρυγγιάστηκαν στὰ γιουχαΐσματα καὶ τὰ σφυρίγματα καὶ τὄστησαν πάλι στὸ τραγούδι :

Ἔ, σὺ μηλαράκι μου, κυλίσου
Ὁ δρόμος εἶναι γλυστερός,
Παράσυρε ὅλους τοὺς ἁγίους
Πάσχα τῶν κομσομόλων !!

Οἱ φλόγες τῶν κεριῶν ἦταν τώρα ἀκίνητες μπροστὰ στὴν εἴσοδο τοῦ ναΐσκου. Ἀπὸ ΄κεῖ ἦρθε ἡ ἀπόκριση στὸ τραγούδι τῶν κομσομόλων :
«Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας, καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωήν χαρισάμενος»

Ἡ μεγάλη αἴθουσα τοῦ θεάτρου ἤτανε γεμάτη κόσμο. Ἡ παράσταση ἄρχισε...
Πράξις πρώτη 
Πάνω στὴν σκηνὴ εἶχαν ἀναπαραστήσει τὸ ἱερὸ ἑνὸς ναοῦ. Στὴν ὑποτιθέμενη ἁγία τράπεζα, βρίσκονταν μπουκάλια μὲ κρασὶ καὶ μεζέδες.
Ὁλόγυρα, σὲ ψηλὰ καθίσματα, σὰν τῶν μπάρ, ἦταν καθισμένοι οἱ ἠθοποιοί, ντυμένοι μὲ ἱερατικὰ ἄμφια. Τσούγκριζαν καὶ ἔπιναν μὲ ἅγια ποτήρια.
Κάποιος ἄλλος, μὲ δαιμονικὸ στιχάρι, ἔπαιζε φυσαρμόνικα. Στὸ πάτωμα κάθονταν σταυροπόδι μερικὲς τἄχα καλόγριες κι ἔπαιζαν χαρτιά.
Οἱ θεατὲς ἔσκαγαν στὰ γέλια. Κάποιος ζαλίστηκε. Τὴν ὥρα ποὺ τὸν ἔβγαζαν ἀπὸ τὴν αἴθουσα, βρυχιόταν σὰν θηρίο γελώντας ἄγρια καὶ κουνῶντας τὸ κεφάλι, ἔχοντας τὸ βλέμμα πάντα, καρφωμένο στὴν σκηνή. Οἱ παράξενοι μορφασμοὶ τοῦ χλωμοῦ προσώπου του, προκάλεσαν περισσότερα γέλια...

Πράξις δεύτερη
Ὁ διάσημος ἠθοποιὸς Ροστόβτσεφ παρουσιάστηκε στὴν σκηνὴ κάτω ἀπὸ θύελλα ζητοκραυγῶν καὶ χειροκροτημάτων.
Φοροῦσε μακρύ, λευκὸ χιτώνα, καὶ στὰ χέρια κρατοῦσε χρυσὸ Εὐαγγέλιο. Παρίστανε τὸν Χριστό.
Σύμφωνα μὲ τὸ ἔργο, ἔπρεπε νὰ διαβάσῃ δυὸ στίχους - μόνο δυὸ στίχους- ἀπ' τοὺς Μακαρισμούς. Πλησίασε ἀργά, μὲ ἱεροπρέπεια σὲ ἕνα ἀναλόγιο, 
καὶ ἀκούμπησε τὸ Εὐαγγέλιο. Μὲ τὴν βαθειά, κυματιστὴ φωνή του, ἀναφώνησε :
- Πρόσχωμεν !!
Στὴν αἴθουσα ξαφνικὰ βασίλεψε ἀπόλυτη σιωπή. Ὁ Ροστόβτσεφ ἄνοιξε τὸ ἱερὸ βιβλίο καὶ ἄρχισε νὰ διαβάζῃ :
«Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι ὅτι αὐτῶν ἐστὶν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Μακάριοι οἱ πενθοῦντες ὅτι αὐτοὶ  παρακληθήσονται...»
Στὸ σημεῖο αὐτὸ ἔπρεπε νὰ σταματήση. Ἐδῶ ἀκριβῶς θὰ ἀπάγγελλε ἕνα φοβερό, χλευαστικό, βλάσφημο μονόλογο ποὺ θὰ τελείωνε μὲ τήν φράση 
«Φέρτε μου τὸ φράκο καὶ το καπέλλο !!»
Δὲν ἔγινε ὅμως αὐτό. Ὁ ἠθοποιὸς ἀπροσδόκητα σωπαίνει. Καὶ ἡ σιωπή του κρατάει τόσο πολύ ποὺ ἀπὸ τὰ παρασκήνια ἀρχίζουν νὰ ἀνησυχοῦν.
Τοῦ ὑπαγορεύουν τὰ λόγια ποὺ ἔπρεπε νὰ πῇ, τοῦ κάνουν ἀπεγνωσμένα νοήματα... αὐτὸς ὅμως στέκεται σαν μαρμαρωμένος ! Δὲν ἀκούει, δὲν βλέπει, 
δὲν καταλαβαίνει τίποτα. Τέλος, σὲ μιὰ στιγμή, συνταράζεται ὁλόκληρος. Μὲ τρομαγμένο βλέμμα κοιτάζει τὸ ἀνοικτὸ Εὐαγγέλιο. Τὰ χέρια του τραβᾶνε 
σπασμωδικὰ τὸν χιτώνα. Τὸ πρόσωπό του ἀλλοιώνεται. Στυλώνει τὰ μάτια στὸ βιβλίο, καὶ ἀρχίζει πρῶτα νὰ ψυθιρίζη καὶ ἔπειτα νὰ διαβάζῃ ὅλο καὶ 
πιὸ δυνατά : «Μακάριοι οἱ πεινῶντες καὶ διψῶντες τὴν δικαιοσύνην ὅτι αὐτοὶ χορτασθήσονται. Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται...»

Εἶναι ἀπίστευτο ! Στὸ θέατρο ποὺ πρὶν ἀπὸ λίγο τὸ δονοῦσαν οἱ βλαστήμιες καὶ οἱ ἐμπαιγμοί, ἐπικρατεῖ τώρα νεκρικὴ σιγή. Καὶ μέσα σὲ αὐτὴ τὴν σιγή,
κυκλοφοροῦν, σὰν τὶς πασχαλινὲς λαμπάδες ὁλόγυρα στὴν ἐκκλησία, τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ : 
«Ὑμεῖς ἐστε τὸ Φῶς τοῦ κόσμου... Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθρούς ἡμῶν... Προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν ἐπηρεαζόντων ὑμᾶς καὶ διωκόντων ὑμᾶς...»
Ὁ Ροστόβτσεφ διάβασε ἀργὰ καὶ καθαρὰ ὁλόκληρο τὸ πέμπτο κεφάλαιο τοῦ κατὰ Ματθαῖον εὐαγγελίου καὶ κανένας δὲν κουνήθηκε, κανένας δὲν 
διαμαρτυρήθηκε. Μήπως ἡ ἱερόσυλη μεταμόρφωση τοῦ ἠθοποιοῦ εἶχε ἀποκαταστήσει μπροστὰ στὰ μάτια τους- ὅπως ἄλλωστε καὶ στοῦ ἴδιου τὰ μάτια, 
τὴν γκρεμισμένη εἰκόνα τοῦ ζωντανοῦ Κυρίου;
Στὰ παρασκήνια ἀκούγονταν δυνατοὶ ψιθυρισμοὶ καὶ δυνατοὶ βηματισμοί. Δὲν εἶναι δυνατόν ! Θὰ ἀστειεύεται ὁ Ροστόβτσεφ !! Κάποιο κόλπο σκαρώνει !!
Νά, τώρα ὅπου νἆναι, μὲ ἕνα κτύπημα στὰ γόνατα, μὲ δυό του λέξεις, θὰ ξεσηκώσῃ τὸ κοινό !! Θὰ τοὺς κάνῃ νὰ κτυπιοῦνται !!
Στὴν σκηνὴ ὅμως ἔγινε κάτι ἀκόμα πιὸ ἀπροσδόκητο, ποὺ ἔκανε ἀργότερα ὅλη τὴν χώρα νὰ τὸ συζητἀῃ :  Ὁ Ροστόβτσεφ σχημάτισε μὲ εὐλαβικῆ ἐπιδεικτικότητα 
πάνω στὸ σῶμα του τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ καὶ εἶπε :
«Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου !...»

Κάτι ἀκόμα πῆγε νὰ πῇ, ἀλλά τὴν στιγμὴ ἐκείνη, κατέβασαν τὴν αὐλαία. Μετὰ ἀπὸ λίγα λεπτά, μιὰ νευρικὴ φωνή, ἀνακοίνωσε ἀπὸ τὸ μεγάφωνο:

- Λόγῳ ξαφνικῆς ἀσθενείας τοῦ συντρόφου Ροστόβτσεφ, ἡ σημερινὴ θεατρικὴ παράσταση, ματαιώνεται !

Ἅγιε Πορφύριε, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμών τῶν ἠθοποιῶν, 
νὰ ζοῦμε καὶ νὰ παίζουμε στὴν σκηνή  πρὸς δόξαν Θεοῦ 
καὶ ὄχι πρὸς δόξαν εαύτοῦ !

Ταχτσόγλου Καλλιόπη, ἠθοποιός