ΙΧΘΥΣ: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ

Κυριακή 15 Ιουνίου 2025

«Γέροντα, θυμώνω»

 

  Ὁ Ἀπ. Παῦλος στὴν Β΄ Κορ. ιβ΄, 20 γράφει:

  «Φοβοῦµαι γὰρ µήπως ἐλθὼν οὐχ οἵους θέλω εὕρω ὑµᾶς, κἀγὼ εὑρεθῶ ὑµῖν οἷον οὐ θέλετε, µήπως ἔρεις, ζῆλοι, θυµοί, ἐριθεῖαι, καταλαλιαί, ψιθυρισµοί, φυσιώσεις, ἀκαταστασίαι,» (Β΄ Κορ. ιβ΄, 20). (Σᾶς γράφω αὐτά, διότι φοβοῦµαι, µήπως ὅταν ἔλθω δὲν σᾶς εὕρω ὅποιους θέλω νὰ σᾶς εὕρω, καὶ κατ’ ἀνάγκην εὑρεθῶ καὶ ἐγὼ εἰς σᾶς τέτοιος, ὁποῖον δὲν µὲ θέλετε. Δηλαδὴ φοβοῦµαι µήπως εὕρω νὰ ὑπάρχουν µεταξύ σας ἔριδες, φθόνοι, θυµοί, φιλονικίαι, καταλαλιαί, κρυφοµιλήµατα εἰς βάρος τοῦ πλησίον, ἀλαζονεῖαι, ἀκαταστασίαι).

  • Κάθε πάθος καὶ ἕνας διάβολος λέγει ὁ Ἅγιος Ἀγάθων. Ὅπου ὑπάρχει πάθος δὲν κατοικεῖ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.
  • Ἀπὸ τὸν «Εὐεργετινό» (Τόμος Β΄) ἀντιγράφουμε σοφὰ λόγια γιὰ τὴν θεραπεία τοῦ πάθους τοῦ θυμοῦ:

«Ὁ ἀββᾶς Σέργιος, Ἡγούμενος τῆς Πεδιάδος, ἔλεγε: “Ὅπως τὰ ξύλα εἶναι αἰτία νὰ φουντώνη ἡ φωτιὰ καὶ ἄν δὲν ρίξουμε ἀρκετὰ ἐκείνη σβήνει, ἔτσι συμβαίνει καὶ μὲ τὰ πάθη. Ὑπάρχουν δηλαδὴ μερικὰ αἴτια, ποὺ ἄν τὰ κόψη κανείς, τὰ πάθη πλέον δὲν ἐνεργοῦν. Γιὰ παράδειγμα αἰτία τῆς ὀργῆς εἶναι τὸ νὰ θέλη κανεὶς νὰ κάνη τὸ δικό του θέλημα, τὸ νὰ τοῦ ἀρέση νὰ διδάσκη καὶ νὰ ἐπιδεικνύεται στοὺς ἀνθρώπους καὶ τὸ νὰ θεωρῆ τὸν ἑαυτό του συνετὸ καὶ φρόνιμο. Ἄν τὰ ἀποκόψη κανείς αὐτά, ἐξασθενίζει τὸ πάθος τοῦ θυμοῦ.

  • Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ ἀββᾶς Σισώης, ὅταν ρωτήθηκε ἀπὸ κάποιο ἀδελφό: «Γιατί δὲν φεύγουν τὰ πάθη ἀπὸ πάνω μου;», ἀπάντησε: «Ὑπάρχουν μέσα σου τὰ αἴτια. Διῶξε τὰ αἴτια ποὺ τὰ προκαλοῦν καὶ θὰ ἀναχωρήσουν τὰ πάθη σου».

  Ἂν κάποιος θυμώση καὶ ἀμέσως συνέλθη, ἀναγνωρίζοντας τὸ σφάλμα του καὶ βάζοντας μετάνοια στὸν ἀδελφό, ἐναντίον τοῦ ὁποίου θύμωσε, αὐτὸς δὲν λέγεται φιλόνικος. Αὐτὸς μὲ τὴ μετάνοια φθάνει στὴ γαλήνη καὶ τὴν ἀταραξία. Ἀλλὰ ἐκεῖνος ποὺ θύμωσε καὶ δὲν ἀναγνώρισε τὸ σφάλμα του, ἀλλὰ λυπᾶται ποὺ δὲν εἶπε περισσότερα ἀπὸ ὅσα εἶπε, αὐτὸς λέγεται φιλόνικος. Αὐτὸς στὴν ψυχή του ἔχει πάντοτε διαμάχη. Τὴν ταραχὴ τῆς καρδιᾶς του διαδέχεται μνησικακία, λύπη καὶ πονηρία.

  • Ὁ ἀββᾶς Ἰωάννης ὁ Κολοβὸς εἶπε: Βάδιζα κάποτε τὸν δρόμο πρὸς τὴ σκήτη μαζὶ μὲ τὸν καμηλιέρη, ποὺ μετέφερε τὰ πράγματά μου ἐπάνω στὴν καμήλα. Ἀλλὰ ὅταν τὸν εἶδα νὰ μιλάη καὶ νὰ κινῆ μέσα μου τὴν ὀργή, τοῦ ἄφησα τὰ σκεύη καὶ ἔφυγα.

  Ὁ θυμὸς εἶναι γιὰ τὸν ἄνθρωπο ἕνας λάκκος. Ἐκεῖνος ποὺ νικᾶ τὸν θυμό, προσπέρασε τὸν λάκκο. Μακάριος ὁ ἄνθρωπος ποὺ μέχρι τέλους βαστάζει τὸν ζυγὸ τοῦ Κυρίου μὲ πραότητα. Ὁ θυμώδης καὶ φωνακλὰς θὰ κάνη πολλοὺς ὅρκους, ἐνῶ ἐκεῖνος ποὺ ἡσυχάζει εἶναι συνετός. Ὁ θυμὸς εἶναι ἕνα πάθος ἀναίσχυντο καὶ ἀδιάντροπο, ποὺ τὸ διαδέχεται λύπη καὶ μεταμέλεια.

  • Ὁ ἀββᾶς Κασσιανὸς εἶπε: Ἄν θέλουμε νὰ μᾶς μακαρίζη ὁ Κύριος, ὀφείλουμε νὰ πετάξουμε ἀπὸ πάνω μας ὄχι μόνο τὴν ἐξωτερικὴ ἐνέργεια τοῦ θυμοῦ, ἀλλὰ ἀκόμα καὶ τὴν ταραχὴ τῆς διανοίας. Ἡ εὐαγγελικὴ διδασκαλία μᾶς παραγγέλλει νὰ κόβουμε τὶς ρίζες, παρὰ τοὺς καρπούς. Ἄλλωστε, ἐκεῖνος ποὺ μισεῖ τὸν ἀδελφό του ἔχει χαρακτηρισθῆ ἀνθρωποκτόνος, ἐπειδὴ τὸν σκοτώνει μὲ τὴ διάθεση τοῦ μίσους, ποὺ διατηρεῖ στὴ σκέψη του. Καὶ μπορεῖ οἱ ἄνθρωποι νὰ μὴ βλέπουν τὸ αἷμα τοῦ θύματος, ἀλλὰ ὁ Θεὸς βλέπει τὴν ἐσωτερικὴ ὁρμὴ τῆς καρδιᾶς, ποὺ τὸν φόνευσε.
  • Στὸ βιβλίο «Ἀνθολόγιο Συμβουλῶν», Ἁγίου Πορφυρίου διαβάζουμε:

«Κάποια μέρα εἶπα στὸ Γέροντα: Γέροντα, θυμώνω.

Τώρα τελευταῖα θυμώνω εὔκολα.

– Καλὸ πρᾶγμα ὁ θυμός. (Νόμιζα ὅτι μοῦ ἀστειεύεται καὶ τὸν διέκοψα).

-Καλό πρᾶγμα;

– Βέβαια. Τὸ θυμὸ μᾶς τὸν ἔβαλε ὁ Θεὸς μέσα μας. Εἶναι τὸ νεῦ­ρο τῆς ψυχῆς. Εἶναι δύναμη. Μᾶς τὸν ἔδωσε γιὰ νὰ θυμώνουμε καὶ νὰ ἀποκρούομε τὰ πάθη μας, τὸ διάβολο. Αὐτὴ εἶναι ἡ σωστὴ θέση τοῦ θυμοῦ. Ἔτσι, αὐτὴ τὴ δύναμη τὴν παίρνουμε ἀπὸ τὸ διάβολο καὶ τὴ δίνουμε στὸ Χριστό. Δίνεσαι στὸ Χριστὸ μὲ δύναμη, μὲ νεῦρο». [Α΄ 65π.]

  «Ἄλλη φορά, ἐνῶ τοῦ μιλοῦσα γιὰ ἄλλο θέμα, μοῦ λεει:

– Βλέπω ἕνα ἀδελφὸ πολὺ ἐξαγριωμένο ἐναντίον σου. Σὰν θηρίο, ἕτοιμος νὰ σὲ κατασπαράξη. (Καὶ πράγματι ἔτσι ἦταν, ἀλλὰ δὲν ἤθελα νὰ τὸ πῶ).

– Ἐσὺ μὴ μιλᾶς. Θὰ κάνουμε προσευχὴ καὶ θὰ τὸν ἠρεμήσει ὁ Θεός. Τὸ πιστεύεις αὐτό;

– Τὸ πιστεύω.

– Ὁ Θεὸς μόνο ἀλλάζει τὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων. Ἐμεῖς ὅσα καὶ νὰ ποῦμε, τίποτα δὲν κάνουμε.

– Μὰ αὐτός, Γέροντα, γιατὶ κάνει ἔτσι; Γιατὶ συμπεριφέρεται μὲ τέτοιο τρόπο;

– Σστ! Μὴ μιλᾶς. Δὲν κάνει νὰ σοῦ πῶ. Ἐσὺ μόνο κάνε προσ­ευχή». [Α 77π.]

  • «Ἦταν κάποτε δύο ἀδέλφια, ποὺ δὲν εἶχαν καὶ τὶς καλύτερες σχέσεις μεταξύ τους. Ὁ ἕνας μάλιστα ἀδελφός, ἔτρεφε θανάσιμο μῖσος γιὰ τὸν ἀδελφό του. Κάποια μέρα, κάποιος κοινὸς φίλος τους, πλησίασε ἐκεῖνον τὸν ἀδελφὸ ποὺ δὲν μισοῦσε τὸν ἀδελφό του καὶ τοῦ εἶπε: Σὲ λυπᾶμαι φίλε, γιὰ αὐτὰ ποὺ σοῦ συμβαίνουν. Καὶ ὁ ἀδελφὸς τοῦ ἀπάντησε: Νὰ λυπᾶσαι περισσότερο τὸν ἀδελφό μου, γιατὶ ἐγὼ ἔχω τὴν εὐτυχία νὰ τὸν ἀγαπῶ, ἐνῶ αὐτὸς ἔχει τὴν δυστυχία νὰ μὲ μισῆ».
  • «Ὅταν ἀγαπᾶς τὸν ἐχθρό σου, δὲν ἀγαπᾶς τὶς ἁμαρτίες του, ἀλλὰ τὸν ἀγαπᾶς σὰν ἄνθρωπο, ὡς προσωπικότητα, γιατὶ εἶναι πλάσμα τοῦ Θεοῦ, διδάσκει ὁ Ἅγ. Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρεύς».
  • «Αὐτοὶ ποὺ παραμένουν μνησίκακοι, ἔστω καὶ ἄν ἔχουν δίκαιο, δὲν ἔχουν σχέση μὲ τὸν Θεό».