ΙΧΘΥΣ: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ

Τρίτη 17 Δεκεμβρίου 2024

Ἕνα παράδειγμα συγκλονιστικῆς μεταστροφῆς.

«Ἕνα παράδειγμα συγκλονιστικῆς μεταστροφῆς, κυριολεκτικά τήν τελευταία στιγμή, μᾶς προσφέρει ἡ περίπτωσι τοῦ διάσημου Γάλλου διανοητή Paul Valéry. Θά ἀφήσουμε νά μᾶς μιλήση ἡ Λουκία Βαννιέ, ή γιατρός, πού παραβρέθηκε στίς τελευταῖες δραματικές στιγμές τῆς ζωῆς του.
Εἶναι μιά ἀπό τίς τελευταῖες νύκτες τῆς ζωῆς του.
Η γιατρός ξαγρυπνᾶ κοντά του. Γιά λίγο τόν ἀφήνει μόνο του, ἴσως ἔτσι ἀναπαυθῆ καλύτερα. Ένα ξαφνικό κτύπημα τοῦ κουδουνιοῦ τήν ξεσηκώνει. Τραγικό θέαμα. Ὁ Valéry ἀνασηκωμένος στα μαξιλάρια του, μέ βλέμμα γεμάτο ἀγωνία καί τρόμο, παρατηρεῖ γύρω του. Τί τοῦ συμβαίνει; Καμμιά ἐπιπλοκή δέν φαίνεται νά ἔχη μεσολαβήσει. Ἡ γιατρός δέν δυσκολεύεται νά τό διαπιστώση. Ἡ ἀγωνία του ἔχει ἀλλοῦ τὴν αἰτία της. Εἶναι ἄλλης τάξεως, ἠθικῆς καί πνευματικῆς. Σιγά-σιγά ὁ ἴδιος μέ φωνή πιό ἤρεμη προσπαθεῖ νά κυριαρχήση πάνω στήν ἀνησυχία του.
Ἀδελφή μου. Εἶμαι στό τέρμα τῆς ζωῆς μου. Τό αἰσθάνομαι. Εἶναι τό τέλος. Λοιπόν, μπροστά μου εἶναι ἕνας τοῖχος εἶναι τό κενό. Ὅλα εἶναι μαῦρα.
Φοβᾶμαι.
Στή δραματική αὐτή στιγμή τῆς ἀγωνίας του, κατά τήν ὁποία ὅλα τά ἀνθρώπινα στηρίγματα καταρρέουν, αἰσθάνεται ἔντονα τήν ἀδυναμία του. Οἱ γνώσεις του, οἱ ἱκανότητές του, οἱ γνωριμίες σέ τίποτε δέν μποροῦν νά τόν βοηθήσουν. Τώρα βλέπει τή μηδαμινότητά του. Ποῦ εἶχε στηρίξει τίς ἐλπίδες του:
Στο κενό, στο μηδέν, στόν ἑαυτό του, στόν ἄνθρωπο. Καί ὁ ἄνθρωπος αὐτός τώρα σβήνει. Χωρίς τήν πίστι στό Θεό, τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος; Ένα μηδενικό.
Απλώνει τό χέρι του. Μια κίνησι μηχανική, αλλά καί συμβολική. Ἀναζητᾶ ἕνα στήριγμα. Κάπου να πιασθῆ. Κάπου να στηριχθῆ. Νά μήν τόν καταπιῆ το σκοτάδι, πού χάσκει ἀπειλητικά μπροστά του.
Καί βρίσκει ἕνα χέρι, ἕνα χέρι πιστό, στιβαρό, διότι ἀκουμπᾶ γερά πάνω στο παντοδύναμο θεϊκό χέρι.
Ἡ ἐρώτησι, πού θά ξυπνήση μέσα του ἕνα ὁλόκληρο λησμονημένο κόσμο, ἔρχεται ἐπίκαιρα. Τοῦ θυμίζει τό Θεό, τόν ὁποῖο τόσο εἶχε ξεχάσει. Αλήθεια, τα σαθρά στηρίγματα τῆς ἀπιστίας του θά ἀντέξουν ἄλλο στήν ὕστατη δοκιμασία του; Ἤ θά καταρρεύσουν γιά νά ἀνατείλη μέσα ἀπό τά καπνισμένα ἐρείπια ἕνας καινούργιος κόσμος φωτεινός, χαρούμενος, ὁ κόσμος τῆς πίστεως καί τῆς ἐλπίδος;
—Μπορεῖτε νά εἴσασθε τελείως σίγουρος, πώς δέν ὑπάρχει Θεός;, ἔρχεται μέ πολλή διάκρισι ἡ ἐρώτησι.
Καί ἡ ἀπάντησί του:
—Ὄχι, δέν μπορῶ νά τό πῶ. Δέν τό γνωρίζω.
Σωτήρια ἀμφιβολία, πού δέν θά ἀργήση ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ νά τή μεταβάλη σέ βεβαιότητα πίστεως.
Ὁ οὐράνιος κυνηγός ἔφθασε πιά τό δύσκολο θήραμά του. Τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, πού μᾶς καταδιώκει ἀδιάκοπα, θά θριαμβεύση καί πάλι.
Ὁ Valéry βρίσκεται στο ξεψύχισμά του. Μιά ἀπερίγραπτη ἀγωνία κυριεύει τήν ψυχή του. Ἀναπνέει ἀνήσυχα. Μέ δυσκολία προφέρει δυό λέξεις:
-Κάνετε κάτι.
Ἡ ἀδελφή ἑτοιμάζεται νά τοῦ κάνη μιά ἔνεσι κοιραμίνης. Ὁ ἀσθενής τή σταματάει:
—Ὄχι αὐτό
Ἐπιχειρεῖ νά τοῦ προσφέρη ὀξυγόνο καί δέχεται τήν ἴδια ἀνήσυχη ἄρνησι
—Ὄχι αὐτό!
Η ίδια πάντα αρνητική ἀπάντησι σ' ὅλες τίς προσπάθειες γιά τήν ἀνακούφισί του.
Θεέ μου, λυπήσου με προφέρουν σιγαλά τά χείλη τῆς ἀδελφῆς.
Ναί, ναί, ἀποκρίνεται μέ ἀνακούφισι ἐκεῖνος.
Ήταν οἱ λέξεις, πού ζητοῦσε ἡ ψυχή του καί δέν ἔβρισκαν τά χείλη του. Ἔμοιαζε μέ τό ναυαγό, πού ἁρπάζει ξαφνικά τό σωσίβιο.
Ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, πού τοῦ συμπαραστέκεται θά τοῦ στείλη δύο ἀκόμα σωτήρια μηνύματα:
Θεέ μου, βοήθησέ με!
Θεέ μου, σ' Ἐσένα ἐλπίζω.
Καί ὁ ἀντίλαλος τῆς δικῆς του
φωνῆς θά ἐπαναλάβη μέ κατάνυξι:
—Ναί, αὐτό!, γιά νά καταλήξη στή μεγάλη φράσι, πού ἀνοίγει τούς οὐρανούς καί κάνει νά σκιρτοῦν ἀπό χαρά τά ἀγγελικά φτερά:
Θεέ μου, συγχώρεσέ με!
Ἡ ὥρα τοῦ θριάμβου τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ σήμανε ὁριστικά. Ὁ Valéry, ὁ μετανοημένος ἀρνητής, θα στείλη τό ὑπέρτατο μήνυμα τῆς συντριβῆς του σ᾿ ὅλους τούς χιμαιροκυνηγούς τῆς εὐτυχίας μακρυά ἀπό τό Θεό;
“Όλες οἱ εὐτυχίες ἀπατηλές... ἀκόμα χειρότερα, ὅλες οἱ εὐτυχίες ἀνούσιες... Ἡ λέξι Αγάπη δέν βρίσκεται ενωμένη στό ὄνομα τοῦ Θεοῦ παρά μονάχα ἀπό
τό Χριστό: ΧΡΙΣΤΟΣ-ΑΓΑΠΗ" »

Βιβλιογραφία Αρχιμανδρίτης Ιωάννης ΚΩΣΤΩΦ.
Η εφαπτομένη του Θεού.