ΙΧΘΥΣ: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ

Παρασκευή 1 Νοεμβρίου 2024

100 χρόνια ἀπὸ τὴν ἀλλαγὴν τοῦ Ἡμερολογίου (1924 – 2024)

Πρωταίτιοι τῆς ἀλλαγῆς οἱ σύμβουλοι τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, οἱ ὁποῖοι μετεξεπαιδεύθησαν εἰς τὴν Εὐρώπην

  Κατὰ τὸν καιρὸ τῆς ἐξάρσεως τῆς αἱρέσεως τῶν Ὀνοματολατρῶν Ρώσσων ἐν Ἁγίῳ Ὄρει (1912 – 1913), τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖο κατέφυγε γιὰ ἐντόπισιν τῆς αἱρέσεως, στοὺς Καθηγητὲς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τῆς Χάλκης. Ὅμως 6-7 χρόνια ἀργότερα (1919 – 1920), οἱ ἴδιοι σχεδὸν πάλιν καθηγητές, ὡς σύμβουλοι τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, μὴ ἀντιληφθέντες τὴν αἵρεσιν – παναίρεσιν τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ποὺ κρυβόταν στὸ «Ὠφέλιμον Ἔργον», ποὺ πρότειναν οἱ Ἀγγλικανοὶ καὶ Προτεστάντες τότε στοὺς ἐκκλησιαστικοὺς ταγοὺς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, εἰσχώρησαν φεῦ, στὴν Οἰκουμενικὴν Κίνησιν. Γιὰ τοῦτο, συνέτειναν κατὰ πολὺ καὶ οἱ κρατοῦντες τότε Βενιζελικοὶ πολιτικοὶ καὶ ἐκκλησιαστικοὶ ταγοί, γιὰ νὰ ἔχομεν τάχα τὴν εὔνοιαν τῶν Μεγάλων Δυνάμεων, ἔναντι τοῦ Ἐθνικοῦ θέματος, διότι ὁ Ἑλληνικὸς Στρατὸς ἤδη βρισκόταν στὴν Μικρασίαν καὶ εἶχε φθάσει στὸ Ἀφιὸν Καραχισάρ.

α) Ὁ πρῶτος καὶ μέγιστος σύμβουλος ποὺ ἔπεισε τοὺς Ἱεράρχες τῆς Συνόδου τοῦ Πατριαρχείου νὰ εἰσχωρήσει τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖο στὴν Οἰκουμενικὴν Κίνησιν, ἦταν ὁ Σχολάρχης τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τῆς Χάλκης, Μητροπολίτης Σελευκείας (καὶ κατόπιν Θυατείρων), Γερμανὸς Στρηνόπουλος (1872 – 1951). Αὐτὸς καὶ οἱ ἑπόμενοι ποὺ θ’ ἀναφερθοῦν, σπούδασαν στὴν Ἑσπερίαν, (Κεντρικὴν καὶ Δυτικὴν Εὐρώπην), ποὺ ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἐκεῖ οἱ λαοὶ ἦσαν γερμανόφωνοι. Τὸ 1903 ἀνηγορεύθη διδάκτωρ τῆς Φιλοσοφίας τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Λειψίας μὲ θέμα: «Αἱ φιλοσοφικαὶ θεωρίαι τοῦ Ἱππολύτου».

β) Ὀ ἀρχιμανδρίτης Ἰωάννης Εὐστρατίου, (1860 -1922), ὑπῆρξεν ἐθνομάρτυς σφαγεὶς ὑπὸ τῶν Τούρκων τὸ ἔτος 1922.

Τὸ 1885 ἀνηγορεύθη διδάκτωρ τῆς Φιλοσοφίας τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Ἰένης μὲ θέμα: «Σεβῆρος ὁ μονοφυσίτης, πατριάρχης Ἀντιοχείας καὶ ἡ ἀπὸ τοῦ Ἑνωτικοῦ τοῦ Ζήνωνος, μέχρι τῆς ἐπὶ Μηνᾶ συνόδου (482-531) σχέσις τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ πρὸς τὴν Ὀρθοδοξίαν», ἡ ὁποία διατριβὴ ἐξεδόθη τὸ 1894 ἐν Λειψίᾳ.

γ) Ὁ ἀρχιμανδρίτης Δημήτριος Γεωργιάδης ἀπεφοίτησεν ἐκ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τῆς Χάλκης τὸ 1893. Μετεξεπαιδεύθη στὸν πρακτικὸν κλάδον τῆς Θεολογίας στὴν Ἑλβετίαν. Ἀπὸ τοῦ ἔτους 1899 ἐδίδαξε στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ Κανονικὸν Δίκαιον. Ὁμιλητικὴν καὶ γαλλικὴν γλῶσσαν.

δ) Ὁ διάκονος Βασίλειος Στεφανίδης (1875-1958), εἶναι ὁ μετέπειτα ἀρχιμανδρίτης καὶ καθηγητὴς τῆς Γενικῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας, στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν. Ἀπὸ τοῦ ἔτους 1908 μέχρι τοῦ ἔτους 1912, μετεξεπαιδεύθη στὴν Γερμανία. Ὑπῆρξε κατ’ ἐξοχὴν μαθητὴς τῶν Lietzmann καὶ von Harnak. Τὸ 1912 ἀνεκηρύχθη διδάκτωρ τῆς Φιλοσοφίας τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Χαϊδελβέργης μὲ τὴν διατριβήν: «Platon’ s Politios zu seiner Politeia und dem Nomoi».

ε) Ὁ καθηγητὴς τῆς Φιλοσοφίας καὶ τῆς Ἑρμηνευτικῆς Θεολογίας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τῆς Χάλκης Βασίλειος Ἀντωνιάδης. Μετεξεπαιδεύθη στὴν Γερμανία, ὅπου τὸ 1890 ἀνεκηρύχθη διδάκτωρ τῆς Φιλοσοφίας στὴν Λειψία.

στ) Ὁ Παντολέων Κομνηνὸς (1867-1923) εἶναι ὁ μόνος ποὺ δὲν μετεξεπαιδεύθη στὴν Δυτικὴν Εὐρώπην, ἀλλὰ στὴν Πετρούπολιν τῆς Ρωσσίας περὶ τὰ τέλη τοῦ 19ου αἰώνα. Δίδαξε τὴν Ρωσσικὴ γλῶσσα στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ τῆς Χάλκης.

Ὅλοι αὐτοὶ κατεδίκασαν τὴν αἵρεσιν τῶν Ὀνοματολατρῶν καὶ κάποιοι ἐξ αὐτῶν συνέτειναν, ὥστε τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖο νὰ εἰσχωρήσει στὸν Οἰκουμενισμό. Ἔγιναν σύμβουλοι, ὥστε τὸ 1920, νὰ ὑπογραφοῦν τὰ 11 προδοτικὰ γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία ἄρθρα ἀπὸ Ὀρθοδόξους Ἱεράρχες καὶ Ἀγγλικανοὺς τῆς Ἀγγλίας καὶ Ἐπισκοπιανοὺς τῆς Ἀμερικῆς. Ἕνα ἀπὸ τὰ 11 ἄρθρα ποὺ ὑπεγράφησαν, ἦταν ἡ ἀλλαγὴ τοῦ Ἡμερολογίου ἀπὸ τὸ Ἰουλιανὸ στὸ Γρηγοριανό. Ἄλλο πάλιν ἄρθρο, ἦταν ἡ μετάβασις γιὰ σπουδὲς Ἑλλήνων Ὀρθοδόξων Φοιτητῶν στὴν Εὐρώπη. Καὶ ἕνα ἄλλο νὰ παραχωροῦνται ναοὶ καὶ κοιμητήρια Ὀρθοδόξων πρὸς τοὺς Αἱρετικοὺς καὶ τὸ ἀντίθετον. Ἀπὸ τότε ἡ μάστιγα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ μαστίζει τὶς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες καὶ «ἀναγκάζει» τοὺς Ὀρθοδόξους νὰ συμπροσεύχονται μετὰ τῶν Αἱρετικῶν καὶ νὰ συναγελάζονται μετ’ αὐτῶν.

Γιὰ πρώτη φορὰ τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖο ἀποδέχθηκε τὰ σχίσματα καὶ τὶς αἱρέσεις τῶν Δυτικῶν ὡς Ἐκκλησίες.

Ἡ ἀλλαγὴ τοῦ Ἡμερολογίου ὑπεγράφη τὸ 1920, ἐπὶ Δωροθέου Προύσσης ὡς Τοποτηρητοῦ τοῦ Πατριαρχικοῦ Θρόνου, ψηφίσθηκε πρὸς ἀλλαγή, ἐπὶ Μελετίου Μεταξάκη, Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου τὸ 1923 καὶ ἐφηρμόσθη τὸν Μάρτιον τοῦ 1924. Ἀπὸ τότε ἄρχισαν οἱ διωγμοί, οἱ καταδιώξεις, οἱ ταλαιπωρίες, ἡ χειμασία τῶν Ἑλληνορθοδόξων ἐπιμεινάντων στὸ Ἰουλιανὸν Ἡμερολόγιον καὶ τὰ διάφορα μετέπειτα σχίσματα τοῦ Παλαιοῦ Ἡμερολογίου. Τόσο στὴν χώρα ὅσο καὶ στὸ ἐξωτερικό. Διέσπασε τὴν ἑνότητα τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν*.

Βλάσιος Μοναχὸς Ἁγιορείτης

* Πηγὲς καὶ βοηθήματα:

– «Ἐκκλησιαστικὴ Ἀλήθεια» (1913). – «Ἐκκλησιαστικὴ Ἀλήθεια» (1920). – Ἁγιορειτικὰ Τετράδια (7). Κωνσταντίνου Παπουλίδου. Ἐκδόσεις «Πανσέληνος», Καρυές, Ἅγιον Ὄρος 1993.

orthodoxostypos