Τι λοιπόν του λέγει ο Θεός (στον άφρονα πλούσιο);
«Ανόητε, αυτή τη νύχτα την ψυχή σου ζητούν από σένα». Και πρόσεχε στην
περίπτωση του Λαζάρου λέγει ότι μεταφέρθηκε από τους αγγέλους, ενώ στην
περίπτωση του πλουσίου λέγει «απαιτούν» και τον ένα τον πήραν σαν αιχμάλωτο,
ενώ τον άλλο τον περιστοίχιζαν σαν νικητή. Τον Λάζαρο άγγελοι τον
μεταφέρουν, ενώ την ψυχή του άφρονος πλουσίου την απαιτούσαν κάποιες φοβερές
δυνάμεις, ίσως σταλμένες γι΄αυτόν τον σκοπό˙ διότι δεν αναχωρεί προς
εκείνην τη ζωή μόνη της η ψυχή, επειδή δεν είναι δυνατό. Διότι εάν όταν
μεταβαίνουμε από πόλη σε πόλη, έχουμε ανάγκη από οδηγό, πολύ περισσότερο η ψυχή
όταν αποσπασθεί από το σώμα και μεταφέρεται προς τη μέλλουσα ζωή, έχει ανάγκη
από οδηγούς.
Γι΄αυτό πολλές φορές ανεβαίνει προς τα επάνω και προχωρεί πάλι προς
το βάθος και φοβάται και φρίττει, όταν πρόκειται να αποχωρισθεί από το σώμα.
Διότι πάντα μας κεντρίζει η συνείδηση για τις αμαρτίες μας, πολύ περισσότερο
όμως κατά την ώρα εκείνη, όταν πρόκειται να μεταφερθούμε από εδώ εκεί για να
λογοδοτήσουμε στο φοβερό δικαστήριο. Για τον λόγο αυτό πρέπει συνεχώς να
ετοιμαζόμαστε από εδώ, για την έξοδό μας προς τα εκεί. Διότι τι θα
συμβεί εάν αποφασίσει ο Κύριος να μας καλέσει απόψε; Τι αν αύριο; Είναι άγνωστο
το μέλλον, γι’ αυτό πρέπει να αγωνιζόμαστε διαρκώς και να είμαστε έτοιμοι για
το ταξίδι εκείνο, όπως ακριβώς ο Λάζαρος αυτός διαρκώς υπέμενε και
καρτερούσε˙ γι΄αυτό και με τόση τιμή τον οδηγούσαν.