ΙΧΘΥΣ: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ

Παρασκευή 9 Αυγούστου 2024

ΕΝΑΣ ΤΥΦΛΟΣ ΠΟΥ ΕΒΛΕΠΕ ΜΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ

Πέρασαν δώδεκα χρόνια, που έφυγε από το μάταιο τούτο κόσμο ένας μοναχός, τον οποίο ο κόσμος ονομάτησε “ΟΡΦΑΝΟΤΡΟΦΟ”. Αυτός είχε ιδιαίτερη αγάπη προς τα ορφανά παιδιά που βρέθηκαν στις περιόδους πολέμων και φτώχειας.

Ο μοναχός π. Μελέτιος Αϊβατζίδης γεννήθηκε στη Νικόπολη του Πόντου το έτος 1918. Σε ηλικία περίπου πέντε ετών (1923) με τους γονείς ήρθαν στην Ελλάδα μετά τη Μικρασιατική καταστροφή και εγκαταστάθηκαν στη Λεπτοκαρυά Γιαννιτσών.

Ο Θεός τον χαρίτωσε, διότι από δύο ετών είχε μάθει να ψάλλει το τροπάριο του Τιμίου Προδρόμου και βαπτιστού Ιωάννου, αγαπούσε ιδιαίτερα την εκκλησία και ήθελε πάντα να είναι μέσα.

Ο Κυριάκος (το βαπτιστικό του όνομα) από μικρό παιδάκι βοηθούσε τους γονείς του στα καπνά και όταν κάποιο άλλο παιδάκι αστειευόμενο πέταξε μια καπνοβελόνα, αυτή καρφώθηκε στο μάτι του σε ηλικία εννέα ετών και στα ένδεκά του έχασε τελείως την όρασή του. Γρήγορα έχασε και τους γονείς του.

Στα δέκα οκτώ (18) εκάρη μοναχός στο Μοναστήρι Τιμίου Προδρόμου Ναούσης, όπου και έλαβε το όνομα Μελέτιος.

Με τη χάρη του Θεού είχε μάθει όλο το ψαλτήρι απ’ έξω και τη Θεία Λειτουργία με όλες τις μυστικές και εκφωνημένες ευχές της, τις οποίες είχε αποστηθίσει.

 

Σαν ξέσπασε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και άρχισε να αφήνει ορφανά παιδιά ο τυφλός π. Μελέτιος ανασκουμπώθηκε και άρχισε να μαζεύει αυτά τα παιδάκια με μεγάλες δυσκολίες, να τα οδηγεί στο φως του Θεού και σε ασφαλή μονοπάτια.

Στην αρχή βρήκε ένα υποτυπώδες οίκημα και εκεί εγκατέστησε το ιδιότυπο “οίκημα φιλοξενίας”, δεν είχε ουδεμία συμπαράσταση από Δημοτική ή Κρατική αρχή και εξουσία. Καθημερινά με ένα κάρο γύριζε από χωριό σε χωριό, ώστε να βρει ψωμί και ό,τι άλλο μπορούσε, για να τους θρέψει και τα πήγαινε και στο σχολείο, για να μάθουν γράμματα.

Βλέποντας ο κόσμος την προσπάθεια που έκανε, άρχισε να τον βοηθάει. Έτσι έκανε το πρώτο ορφανοτροφείο στη Νάουσα, συνέχισε στην Έδεσσα και στα Γιαννιτσά, τα παιδιά είχαν απόλυτη φροντίδα από φαγητό, νεύσιμο να πάνε στο σχολείο με τα απαραίτητα, τα παρότρυνε δε να σπουδάσουν, έτσι πολλά από αυτά έγιναν επιστήμονες, καθηγητές πανεπιστημίων, κληρικοί, πολιτικοί, επαγγελματίες.

Τη φροντίδα που έλαβαν τα ορφανά αυτά παιδιά, υπολογίζονται πάνω από 2.000 παιδιά. Ο Απόστολος Ιωσηφίδης στο ημερολόγιο που κυκλοφόρησε το 2018 αφιερωμένο στα 100 χρόνια από τη γέννηση του π. Μελετίου αναφέρει ότι περιέθαλψε πάνω από 5.000 παιδιά, το ίδιο αναφέρει και η “ΗΜΕΡΗΣΙΑ” Εφημερίδα της Ημαθίας (4/2/2019) σε ρεπορτάζ τους και η οποία έγραφε: «Ο μακαριστός Μοναχός πατέρας Μελέτιος Αϊβαζίδης, ο τυφλός μοναχός που διακόνησε κατά τη γήινη ζωή του πάνω από 5.000 ορφανά παιδιά σε Πέλλα και Ημαθία, σε δύσκολους καιρούς, στα “πέτρινα χρόνια” της πατρίδας μας…».

 

ΗΤΑΝ ΕΝΑΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ ΜΟΝΟ ΣΥΓΧΩΡΟΥΣΕ

Ένας άνθρωπος που γνώριζε καλά το γέροντα Μελέτιο, ήταν ο Γεώργ. Αγγελιδάκης, ο οποίος ήταν κοντά του και σε άρθρο που είχε δημοσιεύσει, έγραφε:

«Δεν ξέρω πόση δύναμη χρειάζεται ένας άνθρωπος, ώστε να συγχωρήσει κάποιον που τον έβλαψε ανεπανόρθωτα.

Αυτή τη δύναμη όμως την είχε ο πατήρ Μελέτιος. Πήγαινα στο γυμνάσιο, όταν μια μέρα μου έδωσε να του διαβάσω ένα γράμμα από την Αυστραλία. Ήταν του συνομήλικού του, ο οποίος παίζοντας τον τύφλωσε κατά λάθος με μια βελόνα που αρμάθιαζαν καπνά, στα τέλη της δεκαετίας του ’20.

Μια επιστολή βαθιάς συγγνώμης για την ανήκεστο βλάβη που του είχε προκαλέσει. Του απάντησε με μια επιστολή απέραντης ευγνωμοσύνης.

Μου υπαγόρευε και έγραφα. Τον ευχαρίστησε για το μεγαλύτερο καλό που του είχε κάνει, αφού με την τυφλότητα είδε το ανέσπερο φως! Πραγματικά “μέγας ο Θεός και μεγάλη η ισχύς Αυτού και της συνέσεως Αυτού ουκ έστιν αριθμός”, όπως επαναλάμβανε συνεχώς! Ο πατήρ Μελέτιος έβλεπε με τα μάτια της ψυχής».

 

Ο κ. Αγγελιδάκης θυμάται με συγκίνηση τη θυσιαστική αγάπη και τη στοργή, με την οποία τον περιέβαλε ως παιδί ο γέροντας Μελέτιος! «Δεν μου χάλασε ποτέ κανένα χατίρι, όπως, άλλωστε, κάνουν όλοι οι πατεράδες στα παιδιά τους! Φρόντισε να φορέσω τα καλύτερα παπούτσια στην παρέλαση, με έντυσε, με τάισε, με συμβούλεψε, με καθοδήγησε, με μάλωσε. Μια φορά, τον πίεσα να γράψει σ’ ένα κομμάτι χαρτί το όνομά του. Είχε πάει ως την ε΄ δημοτικού και δεν ήταν σίγουρος τι θα έβλεπα στο χαρτί. Γελούσε και με μια μικρή δυσκολία το έγραψε και, μάλιστα, με καλλιγραφικά γράμματα». Και συνέχισε: Δε δίστασε να γίνει ζητιάνος για την πολυπληθή οικογένειά του και μοίρασε τα πάντα με δικαιοσύνη και αγάπη. «Γι’ αυτόν δεν κρατούσε τίποτα. Δεν κράτησε ποτέ κάτι. Απόρησα ένα απόγευμα, που τον

είδα χωρίς παπούτσια. Τα είχε χαρίσει κι αυτά», αναφέρει ο κ. Αγγελιδάκης και προσθέτει: «“Άρεσαν πολύ σε κάποιον που με επισκέφτηκε” μου είπε. Δεκάδες σχολειαρόπαιδα με τις βαριές σάκες τους συνωστίζονταν καθημερινά στο μικρό δωμάτιό του στο εκκλησιαστικό οικοτροφείο “Όσιος Θεοφάνης”, στον περίβολο του ιερού ναού αγίου Γεωργίου, για να του φιλήσουν το χέρι και να πάρουν μια καραμέλα ή μια εικονίτσα».

Κοντά στο γέροντα Μελέτιο, διδάχτηκα: «Από μικρό παιδί κοντά του, αυτό που έμαθα ήταν πως η απόλυτη ελευθερία είναι η αγάπη: αυτή που σε φέρνει κοντά στο Θεό, αυτή που σου απαλύνει τον πόνο, αυτή που “πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει” και “ουδέποτε εκπίπτει”».

Και «Κατάφερε το ακατόρθωτο. Ανάστησε χιλιάδες ορφανά παιδιά και στήριξε άλλες τόσες οικογένειες μόνο με αγάπη, χωρίς να κρατά λογαριασμό. Χαιρόταν με τις επιτυχίες των παιδιών του και καμάρωνε για τα επιτεύγματά τους, όπως κάθε πατέρας. Για τα χιλιάδες “ευχαριστώ” και τους επαίνους παρέπεμπε πάντα σε… Άλλον. “Εγώ δεν έκανα τίποτα. Αυτά είναι του Θεού”».

Ένα άλλο παιδί που βρέθηκε για χρόνια κοντά στο γέροντα Μελέτιο που δέχθηκε την προστασία και τη φροντίδα του ήταν ο Πρωτοπρ. Αβραάμ Τουμπίδης, ο οποίος και εκφώνησε τον επικήδειο λόγο, τονίζοντας:

«Ο Θεός σώζει και προστατεύει τα ορφανά» είναι η επικεφαλίδα όλων των επιστολών και επισήμων εγγράφων σου, Πολυσέβαστε και φιλόστοργε πατέρα.

Σήμερα θρηνούν δύο χιλιάδες παιδιά σου που βρήκαν αγάπη και στοργή στην αγκαλιά σου, με τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους. Σε μένα έλαχε ο κλήρος να πω σε περίληψη για τη μακροχρόνια ζωή σου. Εκείνα τα πέτρινα χρόνια της κατοχής, εσύ μάζεψες κοντά σου ορφανά παιδιά, τα προστάτεψες και τα έσωσες από την πείνα και το θάνατο. Ορφανοτρόφος έγινες συ ο τυφλός κατά σάρκα και φωτοδότης στο πνεύμα. Μήπως ξεχνά κάποιο από τα παιδιά σου τις τόσες ταλαιπωρίες σου; Γυρνούσες από χωριό σε χωριό και από σπίτι σε σπίτι, οδοιπόρος μέσα στο λιοπύρι το καλοκαίρι και μέσα στις βροχές το φθινόπωρο, για να μας φέρεις ψωμί κυρίως και άλλα αγαθά, για να ζήσουμε.

Έτσι μας μεγάλωσες, έτσι σπουδάσανε πολλοί, ενώ άλλοι έγιναν τίμιοι επαγγελματίες. Αυτά τα δύσκολα χρόνια έκανες εσύ, τυφλός όντας, τόσο μεγάλο έργο, που άλλοι βλέποντες και με εξουσία, δεν έκαναν. Τουναντίον σας ταλαιπωρούσαν συχνά και έφευγες από πόλη σε πόλη, έχοντας υπό την σκέπην σου και στην αγκαλιά σου εμάς.

Προσωπικά σας ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου, διότι με προστάτεψες μέχρι σήμερα. Γι’ αυτό από σήμερα νιώθουμε ορφανοί και η Ζηνοβία και τα παιδιά μου, η Ευδοκία, η Σοφούλα, ο Μελέτιος και τα εγγόνια μου, που σε θεωρούν παππού τους και είσαι.

Εσύ μου έδωσες το ζην και το εύ ζην. Προστάτεψες την οικογένειά μου, όταν εγώ υπηρετούσα στρατιώτης, όταν σπούδαζα στην Εκκλησιαστική Ακαδημία, να γίνω ιερέας και διδάσκαλος. Ό,τι είμαι σήμερα, όλα τα χρωστώ σε σένα, πολυαγαπημένε σεβαστέ μου πατέρα.

«Κύριε ημών, ο πατήρ των ορφανών, το έλεός Σου, χάριζε τω πιστώ Σου δουλώ Μελετίω ότι αυτός εγένετο πατήρ ημών των ορφανών σου, εις δόξαν του αγίου Σου ονόματος του ευλογημένου εις τους αιώνας».

 

Ο κ. Ιάκωβος, πνευματικοπαίδι του γέροντα Μελετίου αναφέρει ό,τι του έλεγε:

«Εμείς οι τυφλοί είμαστε οι ευεργέτες σας. Ο Θεός έκανε και τυφλούς, για να μαλακώνουν οι άνθρωποι και να κάνουν ελεημοσύνη. Έτσι ωφελούνται. Ο ελεών πτωχόν Θεόν δανείζει και λαμβάνει εκατονταπλασίονα. Ευεργέτες σας είμεθα οι “τυφλοί”.

Ο συγκλονιστικός αυτός άνθρωπος του Θεού, ο ταπεινός, ο πράος, επίσης είπε και το εξής ανεπανάληπτο:

Εγώ σαν αόμματος είχα και τη στεναχώρια μου, όχι για το σκότος, όσο να μπορούσα να προσφέρω κι εγώ κάτι δια Θεού στην κοινωνία”».

 

Ο γέροντας έδινε μεγάλη βαρύτητα στην προσευχή και γι’ αυτό συνέταξε πολύ μεγάλο όγκο προσευχών παρ’ ότι ήταν ολιγογράμματος. Τα πνευματικά του παιδιά αυτόν τον πλούτο τον κυκλοφόρησαν σε τρία βιβλία, το ένα με τίτλο: «Προσευχές», το δεύτερο «Λόγοι φωτιστικοί» και το τρίτο «Δόξα Θεού, Δόξα Θεοτόκου, ελέησον και σώσον ημάς» μοναχού Μελετίου Αϊβαζίδη – Ορφανοτρόφου.

 

«Η προσευχή, απεδείχθη το στερέωμα της γης και ουρανού και πάσης κτίσεως. Καταφεύγουμε στην προσευχή, δια της οποίας κάνουμε γνωστόν εις τον Κύριό μας, το αίτημά μας, αν και ο Κύριος γνωρίζει, προτού να λέμε εμείς τίποτα, εν τούτοις ο άνθρωπος έχει ανάγκην να ζητάει, όπως λέει και η παροιμία: «Τι ανάγκη έχει ο άνθρωπος;» και ο άλλος λέει «μόνος του γνωρίζει». Δια τούτο, κανείς και κανένας δεν μπορεί να εμποδίζει. Δια της προσευχής, με πόνον και θλίψην και με στεναχώριαν πολλήν, ζητάει ο άνθρωπος την βοήθειαν του Θεού, δια να απαλλαγεί από τας βαρέας θλίψεις και πόνους.

Η πείνα δεν περιγράφεται, η ανάγκη και για το κάθε τι, η φτώχεια είναι βαρύς και ανεξήγητος πόνος και βάσανος. Ζητούμε από το Θεό που γνωρίζει καλύτερα από τον εαυτό μας, τας ανάγκας μας και η Ευσπλαχνία του, μας ακούει και μας ελεεί. Όταν έχουμε ανάγκη, γυρεύομε βοήθειαν και η στεναχώρια μας, μας αποκλίνει κανενός βοήθεια, εις απελπισίαν φτάνομε και που να πάμε σε κείνον, που έχει φιλανθρωπίαν. Είναι ο Κύριος. Αυτός και μόνον έχει την δύναμιν της αγάπης και την δύναμιν της φιλανθρωπίας και η Ευσπλαχνία Του είναι απέραντη. Ακούει δεήσεις και ευσπλαχνίζεται και ελεεί τον προσευχόμενον φτωχόν, ταλαίπωρο και τον ελεεί…».

 

Στα γεράματά του εγκαταστάθηκε στο χωριό Λεπτοκαρυά Γιαννιτσών, εδώ είχε φτιάξει το ησυχαστήριό του και το οποίο ονόμασε “Ησυχαστήριον Επτάρυθμος Χάρις”. Από εδώ πέρναγαν άνθρωποι με προβλήματα, κουρασμένες ψυχές και έβρισκαν παρηγοριά, τους συμβούλευε, τους παρηγορούσε και παράλληλα το ησυχαστήριο λειτουργούσε και σαν πτωχοκομείο. Το τηλέφωνό του –όπως ομολογούν τα πνευματικά του παιδιά– δε σταματούσε να χτυπά όλη την ημέρα και ο γέροντας να δίνει συμβουλές και παραινέσεις ως αργά τη νύχτα.

Ακούραστη τον φρόντιζε και τον υπηρετούσε η αδελφή Μαριάμ ως φύλακας Άγγελός του μέχρι την ημέρα της κοίμησής του.

Στα 94 του χρόνια αρρώστησε, τον μετέφεραν στο Νοσοκομείο Γιαννιτσών, στις εξετάσεις που υπεβλήθηκε, βρέθηκε ότι ο πνεύμονάς του είχε μαζέψει υγρό, πέρασε πολύς κόσμος από το νοσοκομείο να τον δει και αυτούς όλους τους ευλογούσε και τους συμβούλευε.

Στο νοσοκομείο έμεινε από τις 3 Ιανουαρίου έως τις 13, ημέρα Παρασκευή του 2012, οπότε επέστρεψε στο ησυχαστήριο και σε επτά (7) ημέρες στις 20 Ιανουαρίου ημέρα Παρασκευή, αφού εξομολογήθηκε και κοινώνησε, ο Κύριός Μας τον κάλεσε να συλλειτουργεί πλέον στην Επουράνιο Λειτουργία μετά των Αρχαγγέλων, Αγγέλων και Πρεσβυτέρων πέριξ του θρόνου του Θεού.

 

«ΑΓΩΝΑΣ» ΙΟΥΝΙΟΣ-ΙΟΥΛΙΟΣ 2024

pmeletios.com