ΙΧΘΥΣ: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ

Σάββατο 27 Ιουλίου 2024

ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΩΝ ΚΟΠΤΟΡΑΠΤΙΚΗ ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΙΚΟΝΕΣ

 

Απολογητικά Προτεστάντες

 ΝΟΘΑ Ή ΚΑΙ ΜΙΣΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ MANSI

ΓΙΑ ΝΑ ΑΠΟΔΕΙΞΟΥΝ ΟΤΙ ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΔΕΝ ΤΙΜΟΥΣΑΝ ΤΙΣ ΕΙΚΟΝΕΣ

ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΩΝ ΚΟΠΤΟΡΑΠΤΙΚΗ

ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΙΚΟΝΕΣ


    Οι σύγχρονοι εικονομάχοι και εχθροί της χριστιανικής πίστης, ισχυρίζονται ότι οι εικόνες είναι αντίθετες με το θέλημα του Θεού, και δεν διστάζουν να αποκαλέσουν ειδωλολάτρες και αποστάτες όποιους αποδίδουν τιμή σε αυτές. Βέβαια, η τιμή δεν πάει στο υλικό, αλλά όπως αναφέρει και ο Μ. Βασίλειος «η γαρ της εικόνος τιμή επί το πρωτότυπον διαβαίνει», κάτι που διαβάστηκε στην δ’ συνεδρία της Ζ’ Οικουμενικής συνόδου (Mansi 13, 69 D)।

Ο ναός όπως τον ξέρουμε σήμερα δεν υπήρχε από την αρχή γιατί οι χριστιανοί βρισκόταν σε διωγμό. Τους πρώτους Ναούς έχουμε το + 250.

Μέχρι το 250 δεν έχουμε φορητές εικόνες, έχουμε όμως τοιχογραφίες, όπως αποκάλυψε η αρχαιολογική σκαπάνη. Για παράδειγμα, στην Δούρα κοντά στον Ευφράτη, βρέθηκε ολόκληρος χριστιανικός ναός με τοιχογραφίες που χρονολογούνται το 235 μ Χ. Ή στο Ριχάμπ στην Ιορδανία, όπου βρέθηκε καταφύγιο χριστιανών του πρώτου αιώνα, όπου υπάρχουν μωσαϊκές απεικονίσεις.

Οι χριστιανοί είχαν τις κατακόμβες και μέσα σε αυτές υπήρχαν ζωγραφιές και τοιχογραφίες όπου και η αναπαράσταση του Ιησού ως αμνού.

Ο κανόνας 82 της 6ης Οικουμενικής συνόδου, αναφέρει…. «Ἔν τισι τῶν σεπτῶν εἰκόνων γραφαῖς, ἀμνὸς δακτύλῳ τοῦ Προδρόμου δεικνύμενος ἐγχαράττεται, ὃς εἰς τύπον παρελήφθη τῆς χάριτος, τὸν ἀληθινὸν ἡμῖν διὰ νόμου προϋποφαίνων ἀμνὸν Χριστὸν τὸν Θεὸν ἡμῶν. Τοὺς οὖν παλαιοὺς τύπους, καὶ τάς σκιάς, ὡς τῆς ἀληθείας σύμβολά τε καὶ προχαράγματα, τῇ ἐκκλησὶᾳ παραδεδομένους κατασπαζόμενοι, τὴν χάριν προτιμῶμεν, καὶ τὴν ἀλήθειαν, ὡς πλήρωμα νόμου ταύτην ὑποδεξάμενοι. Ὡς ἂν οὖν τὸ τέλειον κἀν ταῖς χρωματουργίαις, ἐν ταῖς ἁπάντων ὄψεσιν ὑπογράφηται, τόν τοῦ αἴροντος τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου ἀμνοῦ, Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, κατὰ τὸν ἀνθρώπινον χαρακτῆρα καὶ ἐν ταῖς εἰκόσιν ἀπὸ τοῦ νῦν, ἀντὶ τοῦ παλαιοῦ ἀμνοῦ, ἀναστηλοῦσθαι ὁρίζομεν δι’ αὐτοῦ τὸ τῆς ταπεινώσεως ὕψος τοῦ Θεοῦ Λόγου κατανοοῦντες, καὶ πρὸς μνήμην τῆς ἐν σαρκὶ πολιτείας, τοῦ τε πάθους αὐτοῦ καὶ τοῦ σωτηρίου θανάτου, χειραγωγούμενοι, καὶ τῆς ἐντεῦθεν γενομένης τῷ κόσμῳ ἀπολυτρώσεως».

Οι προτεστάντες ισχυρίζονται όσα ισχυρίζονταν και οι εικονομάχοι την ίδια εποχή, πράγματα απαντημένα ΗΔΗ από την εποχή εκείνη. Για παράδειγμα, φέρουν αποσπάσματα από το Mansi με πατερικά χωρία, άλλα παρερμηνεύοντάς τα και άλλα νόθα. Όμως, η Σύνοδος τα είχε λάβει όλα αυτά υπόψη της, και είχε δώσει απαντήσεις ΗΔΗ από τότε.

   Συγκεκριμένα, αναφέρουν τον Επιφάνιο Κύπρου και το απόσπασμα…. «Και να θυμάστε, αγαπητά μου τέκνα, να μη φέρνετε εικόνες στις εκκλησίες ή στα νεκροταφεία των αγίων ή σε ιδιωτικά σπίτια. Στις καρδιές σας να διατηρείτε την ανάμνηση του Θεού» (Mansi 13:292)».

Δεν αναφέρουν όμως και τα παρακάτω που αναφέρονται στο Mansi.

Στο Μansi, λοιπόν, λίγο παρακάτω (293), αναφέρεται «…εκ γαρ αυτών των χρήσεων, ων εις μαρτυρίαν προφέρονται οι της κενοφωνίας εισηγηταί…ο γαρ Επιφάνιος εν τοις χρόνοις ην Θεοδοσίου και Αρκαδίου. Παρεκτείνονται οιω έτη εως της νυνι αιρέσεως ωσεί τεξακόσια. Και τας βίβλους τας κατά των εικόνων ουδείς των χριστιανών εδέξατο, ει μη οι της νυνί κενοφωνίας…και εάν τα τοσαύτα έτη εν τη εκκλησία ουκ εδέχθησαν, ουδέ νυνί αποδεχθήσονται, δια το μηδετω αυτάς δεδέχθαι. Ην γαρ επιστολήν τινές αυτών προφέρονται ψευδώς επιγεγραμμένω του αυτού αγίου Επιφανίου του της Κυπρίων προέδρου προς Θεοδόσιον τον βασιλέα… τω τέλει της επιστολής έμφασιν τοιάδε περιέχουσαν · ότι πολλάκις λαλήσας τοις συλλειτουργοίς μου, περιαιρεθήναι τας εικόνας, ουκ εδέχθιω παρ’ αυτών, ουδέ προς βραχύ ακούσαι της εμής φωνής ανέχοντο. Σκοπήσωμεν ουν, τινές ησαν εν τοις χρόνοις του μνημονευθέντος πατρός ημων Επιφανίου εν τη εκκλησία αοίδιμοι διδάσκαλοι και περίβολοι αρραγείς της εκκλησίας · Βασίλειος ο μέγας εν έργω και λόγω, Γρηγόριος ο της θεολογίας επώνυμος…..».

Το κείμενο του Επιφανίου είναι πλαστογραφημένο, κατά το κείμενο στο Mansi. Το έγραψαν κάποιοι άλλοι στο όνομα του Επιφανίου.

Και αφού αναφέρει μεγάλους πατέρες της εποχής του Επιφανίου, συνεχίζει το κείμενο στο Mansi, αναφέροντας και άλλα περί νοθείας (296)…

«…δύο ή τρείς βίβλοι ανά πάσαν οικουμένη, ει μη νεωστί εγράφησαν, και ει ήσαν γνώριμοι εν τη καθολική εκκλησία, ώσπερ η λεγομένη Αγκυρωτός του αγίου Επιφανίου, εν πάσαις ταις εκκλησίαις πεπλάτυνται, ούτως και αύται αν επλατώθησαν, αλλ’ ως ξέναι και αλλότριαι και παρέγραπτοι , ουδέπω εν τη καθολική εκκλησία εδέχθησαν, αλλ΄ουδέ ενεφανιάθησαν….τω αγίω Επιφανίω εναντιώνονται οι αποδεχόμενοι την αρχαίαν θεσμοθεσίαν της καθολικής εκκλησίας, ουδαμώς · το μεν γαρ σύγγραμμα αποβαλλόμεθα, τον δε άγιον πατέρα διδάσκαλον της καθολικής εκκλησίας γινώσκομεν»

Και τελειώνει η αναφορά με την εικόνα του αγίου Επιφανίου …. (296) «…γαρ ναόν ανεδείμαντο εν τη Κυπρίων νήσω οι αυτού μαθηταί, ονομάσαντες αυτόν το αυτού πατρός, και με πολλών εικονικών στηλογραφιών και αυτού εικόνα εν τω ναώ ανέθηκαν».

«Ουτως ουν ταύτα τα ψευδήγορα συγγράμματα κατά των σεπτών εικόνων λέγονται μεν παρά τινων, του αγίου Επιφανείου, ουδαμή δε ουδαμώς εισίν, ως δέδεικται (Μansi 13, 29 D)

Άλλωστε, ο Επιφάνιος καταδίκαζε την απεικόνιση του Χριστού με μακριά μαλλιά. Αν ήταν ενάντιος στις εικόνες, θα τον ενοχλούσαν οι ίδιες οι εικόνες και όχι αν ο Χριστός θα απεικονίζονταν με μακριά μαλλιά.

«Άμα δε και ψεύδονται εξ ιδίας αυτών εννοίας μορφάς των αγίων και άλλως ανατυπούντες….κόμη γαρ έχοντα τον Σωτήρα γράφουσιν εξ υπονοίας δια το Ναζωραίον αυτόν καλείσθαι, επείπερ οι Ναζωραίοι κόμας έχουσι. Σφάλλονται δε οι τους τύπους αυτώ συνάπτειν πειρώμενοι…» (Επιστολή προς Θεοδόσιο, Ostrogorsky).

Άλλον πατέρα που αναφέρουν είναι ο Αμφιλόχιος. «Αυτός δίδαξε ότι «δεν χρειαζόμαστε τα σαρκικά πρόσωπα των αγίων να ζωγραφίζονται με χρώματα πάνω σε πίνακες, αλλά με την αρετή να μιμούμαστε την πολιτεία τους». (Mansi 13:301).

Την συνέχεια δεν την βάζουν όμως (άλλωστε δεν διαθέτουν όλοι τα κείμενα του Mansi για να ελέγξουν).

Και συνεχίζει…. «Αιρετικών ουν ιδίον εστί το περικεκομμβίας εκβάλλει τας χρήσεις. Έπει ει τις φιλοπόνως ερευνήσει, ουδαμώς την έννοιαν του πατρός ρήσει απαγορεύουσα την των σεπτών εικόνων ανατύπωσιν αλλ΄ εγκωμιάζων την ανδρείαν και στερρότητα της ψυχικής διαθέσεως των αγίων….ταύτα φησί ο πατήρ, και ίνα προς μίμησιν ημάς αναγάγη της αυτών πολιτείας. Ου γαρ δια σαρκικήν φιλίαν αυτούς εγκωμιάζομεν, ουδέ αναστηλογραφούμεν · αλλά προς μίμησιν θέλοντες έχειν τας αυτών αρετάς, και εν βίβλοις τους βίους ανιστορούμεν, και εικονική γραφή αυτούς αναζωγραφούμεν…όλου γαρ ο χαρακτήρ του λόγου ταύτην την έννοια παρίστησι…ει γαρ φάσκει, ου χρώμασι τοις πίναξι τα σαρκικά αυτώ πρόσωπα επιμελές ημίν εντυπούν, δια τον σκοπόν της αρετής ταύτα παρ’ αυτού λέλεκται».

Ενώ, λίγο παρακάτω (304), αναφέρεται… «Τούτο γαρ εστί μαρτύρων εγκώμιον η προς αρετή παράκλησις ως ο μέγας έφη Βασίλειος εν τοις ηθικοίς αυτού λόγοις. Συν τούτοις δε , καθα είρηται, και το ναούς εγείρην και εικόνας ανατυπούν και ιερά σκεύη τω θεώ προσφέρειν…».

Έναν ακόμα πατέρα που επικαλούνται είναι και ο Αστέριος: «Ο Αστέριος, εκφράζει την αγανάκτησή του για μερικούς, που είναι «της ματαιότητος ερασταί» και δεν σταμάτησαν στα συνηθισμένα όρια της «μωράς επινοίας», αλλά προχώρησαν και στα ρούχα τους ακόμα να υφαίνουν τις εικόνες και όταν φορούν «της μυρίοις ειδώλοις πεποικιλμένην έσθητα» παρουσιάζονται σ’ αυτούς, που τους συναντούν, «ως τοίχοι γεγραμμένοι». Και αν θέλουν, προσθέτει, να δεχθούν μια συμβουλή, που έχω να τους δώσω, να πάνε να πουλήσουν αυτά τα ρούχα, «επί δε της ψυχής σου βαστάζων νοητώς τον ασώματον Λόγον περιέφερε» («Ομιλία περί Πλούσιου και Λαζάρου», Migne, 40:165-168)».

Αναφέρεται στο Mansi (305) «…τουτέστιν, ουκ αρέσκον Χριστώ τω Θεώ ημών, δια κοσμικής προσπαθείας φιλαργυρίας εμφάνεσθαι τα της οικονομίας αυτού μυστήρια,  ουδέ γαρ ευσεβές εστι ή αποδεκτόν ενώπιον αυτού, αναμνήσεως ένεκεν υλίω πλούτου θησαυρίζειν, και προφασίζεσθαι προφάσεις εν αμαρτίαις · πτωχών δε καταφρονείν….».

Ο λόγος του Αστερίου είναι για την πλεονεξία και καυτηριάζει την συνήθεια μερικών με πρόφαση την ύφανση εικόνων στα πολυτελή ρούχα τους, να ζουν πλεονεκτώντας και πλουτίζωντας και καταφρονώντας τους μη έχοντας.

Λίγο παρακάτω, αναφέρεται ότι έκαναν και μνημείο στον Αστέριο… « Επειδή Αστερίω μνημίω εποιησάμεθα, φέρε τοις αυτού χρησάμενοι, την των σεπτών εικόνων παράδοσιν αρχαίαν …».

Και τέλος, τον Θεόδοτο… «Ο Θεόδοτος ήταν αυστηρότερος από τον Αμφιλόχιο: «Εμείς δεν παραλάβαμε από τους πατέρες μας να μορφώνουμε τις ιδέες των αγίων από εικόνες με υλικά χρώματα, αλλά διδαχτήκαμε να εγκολπωνόμαστε τις αρετές τους σαν έμψυχες εικόνες, όπως αυτές εκτίθενται στις Γραφές। Ας μας πουν αυτοί, που αναστηλώνουν τις μορφές τους, ποια ωφέλεια έχουν απολαύσει. Αλλά είναι προφανές πόσο μάταια είναι αυτή η επίνοια και το διαβολικής μεθοδείας εύρημα» (Mansi 13:309-312)»

Η σύνοδος ξεσκέπασε άλλη μία απάτη. Το χωρίο αυτό είναι ψεύτικο. Αναφέρεται στο Mansi (312)

«…αλλά θέλοντες εαυτούς ικανούς και περιφανείς αποδείξαι, κενά τινά λαρυγγίζουσι, και ψευδής αποδεικνύεται ο καλάμος της γραφής αυτών, και προφανώς παραχαράκται της αληθείας βρίσκονται. Πολλοί γαρ μεθ΄ ημων εκζητήσαντες, ειτα τε και ερευνήσαντες εν τοις λόγοις του αυτού Θεοδότου περί του προκειμείου ρητού, ει γαρ εγγέγραπται τι των τοιούτων…προφανώς γαρ δέδεικται, ότι ου Θεοδότου η χρήσις εστί….».

Όπως βλέπουμε, οι προτεστάντες (κατά την συνηθισμένη τακτική τους), χρησιμοποιούν μισά χωρία τα οποία ήταν γνωστά στην Ζ’ Οικουμενική και στα ποια απάντησε ΗΔΗ από τότε.

«..ο μεν Άγιος Βασίλειος λέγων · η της εικόνος τιμή επί το πρωτότυπο διαβαίνει. Αθανάσιος δε · ο προσκυνών την εικόνα, εν αυτή προσκυνεί τον Βασιλέα. Ομοίως δε ο Χρυσόστομος · ουκ οίδας, ότι εάν εικόνα βασιλέως υβρίσης, εις το πρωτότυπο της αξίας φέρεις την ύβριν; Και αυτοί μεν οι πατέρες τη φύση των πραγμάτων κατηκολούθησαν…» (Mansi 325).

Χρυσόστομος αναφέρει…. «εγώ και την κηρόχυτον ηγάπησα γραφίω ασεβείας ένεκεν. Είδον φαρ άγγελον εν εικόνι ελακύοντα βαρβάρων στίφη…..» (Mansi 300).

O M. Bασίλειος ολοκληρώνει…. «..διότι η της εικόνος τιμή επί το πρωτότυπον διαβαίνει. Ο ουν έστιν ενταύθα μιμητικώς η εικών, τούτο εκεί φυσικώς ο Υιός.» (ΒΕΠ 52,269,7-23).

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Η πρώτη εκκλησία στον κόσμο με απεικονήσεις

Την πρώτη εκκλησία που υπήρξε στον κόσμο, η οποία χρονολογείται από το 33 μ.Χ. ως το 70 μ.Χ., πιστεύεται ότι ανακάλυψαν αρχαιολόγοι στην Ιορδανία, 40 χιλιόμετρα βορειοανατολικά του Αμάν.

Η ανακάλυψη της εκκλησίας αυτής κάτω από την Εκκλησία του Αγίου Γεωργίου είναι \”καταπληκτική, καθώς έχουμε στοιχεία που μας κάνουν να πιστεύουμε ότι αυτή αποτέλεσε το καταφύγιο των πρώτων Χριστιανών, των 70 μαθητών του Ιησού Χριστού”, δήλωσε ο Αμπντούλ Καντέρ Χάσαν, επικεφαλής του Κέντρου Αρχαιολογικών Μελετών του Ριχάμπ.

Οι πρώτοι Χριστιανοί, οι οποίοι απεικονίζονται στο μωσαϊκό στο πάτωμα της Εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου, πιστεύεται ότι έφυγαν από την Ιερουσαλήμ κατά το διωγμό των Χριστιανών και πήγαν στο βόρειο τμήμα της Ιορδανίας, ιδιαίτερα στο Ριχάμπ, εξήγησε.

Επικαλούμενος ιστορικές πηγές, ο Χάσαν πρόσθεσε ότι οι μαθητές του Χριστού ζούσαν και ασκούσαν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα μυστικά σε αυτήν την υπόγεια εκκλησία.

“Πιστεύουμε ότι δεν εγκατέλειψαν τη σπηλιά και ότι έζησαν εκεί έως ότου οι ρωμαίοι ηγεμόνες δέχτηκαν τη χριστιανική θρησκεία”, πρόσθεσε, διευκρινίζοντας ότι \”τότε χτίστηκε η Εκκλησία του Αγίου Γεωργίου\”.

“Η μόνη παρόμοια σε σχήμα και σκοπό σπηλιά στον κόσμο βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη, στην Ελλάδα”, δήλωσε ο αρχιμανδρίτης Νεκτάριος της ελληνορθόδοξης Αρχιεπισκοπής.

Αξιωματούχοι στο ιορδανικό υπουργείο Τουρισμού δήλωσαν ότι σχεδιάζουν να αξιοποιήσουν την ανακάλυψη αυτή για να προωθήσουν περαιτέρω την περιοχή ώστε να αποτελέσει έναν σημαντικό τουριστικό πόλο έλξης στο προσεχές μέλλον. Πηγή: skai.gr

https://www.entaksis.gr/