Μερος (β) ομιλίας του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
«Τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων», λέει.
Εἶχε κλείσει τὸ Σάββατο καὶ ξημέρωνε ἡ ἑπόμενη μέρα. Γιὰ τοὺς Ἑβραίους
αὐτὴ ἦταν «ἡ μία τῶν σαββάτων» – ἔτσι τὴν ἔλεγαν, τὴν ὁποία Ἐκκλησία
ὠνόμασε πλέον «Κυριακή» (Ἀπ. 1,10).
«Πρωὶ σκοτίας ἔτι οὔσης». Ἦταν σκοτάδι, δὲν εἶχε φέξει ἀκόμα.
Στοὺς δρόμους ἐπικρατοῦσε ἡσυχία, κανείς δὲν περπατοῦσε. Ποιός νὰ
τολμήσῃ νὰ βγῇ; Οἱ μαθηταὶ ἦταν κρυμμένοι. ῾Ρωμαῖοι στρατιῶτες
φρουροῦσαν. Ποιός νὰ πλησιάσῃ στὸν τάφο τοῦ Χριστοῦ; Ἐκεῖ ἦταν
κουστωδία, φρουρὰ μὲ τὰ ὅπλα της. Κανείς δὲν ξεμυτοῦσε. Ἐν τούτοις στὰ
καλντερίμια ἀκούστηκαν πατήματα. Ποιός ἦταν; Δὲν ἦταν ἄντρας· γυναίκα
ἦταν. Ποιά;
«Μαρία ἡ Μαγδαληνή». Ἦταν ἐκείνη ποὺ ἔτρεφε ἀπέραντη καὶ
αἰωνία εὐγνωμοσύνη στὸν Κύριο, διότι ὁ Χριστὸς τὴν ἀπήλλαξε ἀπὸ ἑπτὰ
δαιμόνια. Ὁ πονηρὸς κόσμος σήμερα τὴν ἔχει διαβάλει, τὴν ἔκανε
μυθιστόρημα μὲ φαντασίες ποὺ ἔβγαλε ἀπὸ τὴν ἀκάθαρτη διάνοιά του. Δὲν
ἦταν ὅμως ἔτσι. Αὐτὴ λοιπὸν βαδίζει τώρα στὸ δρόμο. Ποῦ πηγαίνει;….
Την συνεχεια, εδῶ: https://www.augoustinos-kantiotis.gr/?p=40798