ΙΧΘΥΣ: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ

Σάββατο 18 Μαΐου 2024

ΝΙΚΟΜΗΔΕΙΑ ΤΗΣ ΒΙΘΥΝΙΑΣ

 

Ιστορικά

Επίχαρις Β. Μιχαηλίδου

ΝΙΚΟΜΗΔΕΙΑ ΤΗΣ ΒΙΘΥΝΙΑΣ

 

    Η Νικομήδεια, ιστορική πόλη και λιμάνι της Βιθυνίας, τόπος δόξης και μαρτυρίου, υπήρξε πρωτεύουσα του ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους από το 293 έως το 330 μ.Χ. Είναι χτισμένη αμφιθεατρικά στο βάθος του ομώνυμου κόλπου, άλλοτε «Αστακηνού», 90 χιλ. ΝΑ της Κωνσταντινούπολης.

Πατρίδα του Αρριανού, ιστορικού των εκστρατειών του Μεγάλου Αλεξάνδρου, και πατρίδα και τόπος μαρτυρίου του ιατρού Αγίου Παντελεήμονα, υπήρξε σπουδαίο πολιτικό και πολιτιστικό κέντρο στα Ελληνιστικά και στα Ρωμαϊκά χρόνια.

Η πόλη ιδρύθηκε γύρω στα 712 π.Χ., κατά τον δεύτερο ελληνικό αποικισμό, από Μεγαρείς και Αθηναίους ως «Ολβία», ενώ αργότερα μετονομάστηκε «Αστακός».

Στους Ελληνιστικούς χρόνους, τον 3Ο αιώνα π.Χ. καταστράφηκε από τον Λυσίμαχο, ενώ τον ίδιο αιώνα, ο Νικομήδης Α΄ ο φιλέλληνας την επανίδρυσε, την οχύρωσε με ισχυρά τείχη και έκτισε στο υψηλότερο σημείο ανάκτορα και δημόσια κτίρια. Της έδωσε το όνομά του, και την ανέδειξε πρωτεύουσα της Βιθυνίας και του Πόντου2.

Η Νικομήδεια στα χρόνια των Ρωμαίων έγινε διάσημη. Την τίμησε ιδιαίτερα ο αυτοκράτορας Αδριανός, ο οποίος το 120 μ.Χ., όταν σχεδόν ισοπεδώθηκε από σεισμό, ανοικοδόμησε και αναβάθμισε την πόλη. Επί των ημερών του καθιερώθηκαν αθλητικοί αγώνες, κόβονταν νομίσματα και διανοίχθηκε ένα κανάλι με το οποίο η παρακείμενη λίμνη της Νικομήδειας (Σαπάντζα) ενώνονταν με τη θάλασσα.

1915. Άποψη της Νικομήδειας

Το 293 μ.Χ. ο Διοκλητιανός την ανοικοδόμησε πάλι, την οχύρωσε με ισχυρά τείχη, έκτισε ανάκτορα, αμφιθέατρο, λουτρά, ίδρυσε ναυπηγεία, νομισματοκοπείο και εργοστάσιο όπλων και την ανακήρυξε πρωτεύουσα της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ήταν η τέταρτη μεγαλύτερη πόλη της Αυτοκρατορίας, ισότιμη με την Αλεξάνδρεια, τη Ρώμη και την Αντιόχεια3. Στη διάρκεια των διωγμών που κήρυξαν ο Μαξιμιανός και ο Διοκλητιανός γύρω στο 300 μ.Χ., μαρτύρησαν σ΄ αυτήν δεκάδες χιλιάδες Χριστιανών. Οι άγιοι Άνθιμος, Παντελεήμων, τα αδέλφια Ευλάμπιος και Ευλαμπία, η αγία Κυριακή, ο άγιος Ευστράτιος και οι Άγιοι δισμύριοι Μάρτυρες, που καήκαν μέσα στο ναό ανήμερα Χριστούγεννα, είναι μερικοί από τους πιο γνωστούς Μάρτυρες, που πότισαν με το αίμα τους την γη της Νικομήδειας.

Η πολυτάραχη πόλη, αν και ταλαιπωρούνταν από καταστρεπτικούς σεισμούς, συνέχισε να πρωταγωνιστεί ως πρωτεύουσα του κράτους, έως ότου η ανακήρυξη της νέας πρωτεύουσας, της επτάλοφης Κωνσταντινουπόλεως από τον Μέγα Κωνσταντίνο, είχε ως αποτέλεσμα να περάσει σε δεύτερη μοίρα. Η Νικομήδεια εξακολούθησε ωστόσο να είναι σημαντική, λόγω της γεωγραφικής θέσεως αλλά και της πνευματικής της ζωής. Εκεί λειτουργούσε και η ονομαστή σχολή ρητορικής και φιλοσοφίας υπό τον διάσημο Αντιοχέα ρήτορα Λιβάνιο.

Όπως μαρτυρείται στον Συνέκδημο του Iεροκλή9, η Νικομήδεια κατά την Πρωτοβυζαντινή περίοδο ήταν η πολιτική και εκκλησιαστική μητρόπολη της επαρχίας Βιθυνίας. Τα πρωτεία τα διεκδικούσε και η Νίκαια. Η αντιπαράθεσή των δύο πόλεων συνεχίστηκε κατά τους βυζαντινούς χρόνους, οπότε επικράτησε η Νίκαια, η οποία γνώρισε τότε μεγάλη άνθηση.

Ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός επισκεύασε τα τείχη και προσπάθησε να ανακαινίσει την πόλη, η οποία δεχόταν συχνές επιδρομές από τους Πέρσες και τους Άραβες. Μετά από αυτό το χρονικό σημείο οι αναφορές στη Νικομήδεια είναι λίγες.

Η Νικομήδεια καταλήφθηκε από τους Οθωμανούς το 1337, τελευταία από τις μεγάλες πόλεις της Βιθυνίας, μετά από δύο πολιορκίες. Έκτοτε η πόλη παρήκμασε.

Μέρος του πληθυσμού εξισλαμίσθηκε, ενώ αργότερα, μετά την παραχώρηση προνομίων από τον Σουλτάνο Μωάμεθ τον Πορθητή στον Πατριάρχη Γεννάδιο, ο χριστιανικός ελληνικός πληθυσμός συσπειρώθηκε γύρω από την τοπική Μητρό- πολη. Έκτοτε πνευματικός αρχηγός, επικεφαλής της κοινότητας και υπεύθυνος απέναντι στην τουρκική διοίκηση ήταν ο Μητροπολίτης. Το 1795 ο Μητροπολίτης Αθανάσιος Κύπριος Καρύδης ίδρυσε το πρώτο ελληνικό σχολείο.1

Η Νικομήδεια της εποχής της εξόδου των Ελλήνων, τον Ιούνιο του 1921, έστω κι αν δεν θύμιζε τις δόξες της Ρωμαϊκής εποχής και του Βυζαντίου, εξακολουθούσε να αποτελεί σπουδαίο εμπορικό κέντρο με ακμάζουσα ελληνική κοινότητα5, καθώς ήταν συνδεδεμένη ακτοπλοϊκώς με την Κωνσταντινούπολη και σιδηροδρομικώς με την Άγκυρα, από τα μέσα του 19ου αι. Αποτελούσε με τα γύρω χωριά, τούρκικα και ελληνικά, ανεξάρτητο σαντζάκι, μουτεσαριφλίκι, που υπάγονταν κατευθείαν στο Υπουργείο Εσωτερικών της Τουρκίας.

Οι ελληνικές κοινότητες που ανήκαν στη μητρόπολη Νικομηδείας αριθμούσαν 70.000 κατοίκους5. Ο συνολικός πληθυσμός της πόλης ήταν 30.000 περίπου, αποτελούμενος από 7.000 Έλληνες και ισάριθμους Αρμένιους, ενώ οι Τούρκοι ήταν 15.000 και υπήρχαν και 1.000 Εβραίοι και Λεβαντίνοι3.Το 1915 οι Αρμένιοι οδηγήθηκαν σε εξορία θανάτου. Έφυγαν χιλιάδες, επέστρεψαν τρεις… Οι Τούρκοι κατοικούσαν αμφιθεατρικά στη ράχη του Ορχάν Τζαμί, όπως ονομάζονταν ο λόφος που δέσποζε πάνω από το λιμάνι. Το ομώνυμο τζαμί είχε χτιστεί στη θέση του μεγαλοπρεπούς ναού των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, που αιώνες δέσποζε στην κορυφή. Στο προαύλιο σώζονταν μέχρι το 1921 δύο τεράστιες μαρμάρινες κολυμβήθρες των πρωτοχριστιανικών χρόνων1.

Μέσα από την πόλη περνούσε η σιδηροδρομική γραμμή Κωνσταντινούπολη –  Άγκυρα, όπως και το αρχαίο κανάλι, πλάτους 10 μ., από το οποίο ανέβαιναν τα καΐκια ως το φάκτορ, το τουρκικό εργοστάσιο κατασκευής στρατιωτικών υφασμάτων1.

Το Δημαρχείο, μπελεντιέ, ήταν παραλιακά, απέναντι από το μονοπώλιο καπνού, το Ρετζί, του οποίου όλοι οι διευθυντές ήταν Έλληνες, αφού οι Έλληνες της Νικομήδειας, 90% ήταν μορφωμένοι. Στα αριστερά τού Δημαρχείου οι φυλακές και δεξιά το δικαστήριο, ο ναύσταθμος και ο ταρσανάς. Πιο πέρα στα δεξιά ήταν ο Σταθμός του σιδηρόδρομου. Κοντά στο σταθμό στα ανατολικά υπήρχαν ερείπια, τα οποία οι Έλληνες της Νικομήδειας ονόμαζαν «Δισμύριοι», γιατί υπήρχε παράδοση ότι εκεί ήταν η εκκλησία, όπου το 304 μ.Χ., επί Μαξιμιανού, είχαν καεί ανήμερα τα Χριστούγεννα, δισμύριοι Χριστιανοί. «Όσοι απέμειναν», έλεγαν, «αποτέλεσαν τον μετέπειτα πληθυσμό της Νικομήδειας»1.

Οι Έλληνες, οι οποίοι μιλούσαν μεταξύ τους ελληνικά και μόνον με τους Τούρκους τούρκικα, είχαν δική τους δημογεροντία, αποτελούμενη από τους προκρίτους της κοινότητας, έμπειρους, ευκατάστατους και με διοικητικές ικανότητες. Αυτοί συγκεντρώνονταν με πρόσκληση του Μητροπολίτη στη Μητρόπολη και μετά από συζήτηση όριζαν εφόρους υπεύθυνους για την λειτουργία των σχολείων, την μητρόπολη και τους ναούς και μουχτάρη, επικεφαλής της κοινότητας1. Υπήρχαν 4 συνοικίες-μαχαλάδες: Tουρκ μαχλεσί, Ρουμ μαχλεσί, Ερμενί μαχλεσί και Γιαχουντί μαχλεσί1.

Η ελληνική συνοικία ήταν στην παραλία. Από μπροστά περνούσε η Λεωφόρος Ανεξαρτησίας (Χουριέτ τζαντεσί), ένας φαρδύς δρόμος με πλατάνια, πλακόστρωτος. Εκεί σ΄ ένα ωραίο περίβολο περιτειχισμένο βρισκόταν ο επιβλητικός Μητροπολιτικός Ναός του Αγίου Βασιλείου, που είχε κτισθεί από τον Μητροπολίτη Φιλόθεο Νικομηδείας και το Μητροπολιτικό μέγαρο. Στο ναό ως πολύτιμος θησαυρός φυλάσσονταν το δεξί χέρι του Μ. Βασιλείου, το οποίο ο τελευταίος Μητροπολίτης, Αλέξανδρος, παρέδωσε μαζί με άλλα ιερά λείψανα και κειμήλια σε 15 κιβώτια στο πολεμικό πλοίο «Κιλκίς» και μεταφέρθηκαν στην Ελλάδα7. Την εκκλησία υπηρετούσαν δύο ιερείς και ένας διάκονος.

Στον ίδιο περίβολο με την Μητρόπολη ήταν και τα Σχολεία των Ελλήνων, ένα διτάξιο Νηπιαγωγείο μεικτό, πεντατάξιο Αρρεναγωγείο, και Παρθεναγωγείο. Το κτίριο της Μητροπόλεως, το Νηπιαγωγείο και το Παρθεναγωγείο ήταν ξύλινα, ενώ της Αστικής Σχολής, νεότερης κατασκευής, ήταν πέτρινο1. Τα Σχολεία ήταν όλα διώροφα. Στο επάνω πάτωμα υπήρχε μεγάλη αίθουσα για τις τελετές, το γραφείο του διευθυντή και τρεις αίθουσες. Κάτω αίθουσες και βοηθητικοί χώροι.

Τελευταίος διευθυντής ήταν ο Στυλιανός Παπαγεωργίου. Παιδονόμος που τον φοβόνταν όλοι ήταν ο Τσιρκόνης. Το πρόγραμμα των Μαθημάτων περιλάμβανε Ελληνικά, Μαθηματικά, Εμπορικά, Γαλλικά και Τούρκικα. Οι δάσκαλοι ήταν όλοι καλοί. Τους έφερνε η Σχολική Εφορεία από την Πόλη. Οι δασκάλες του Νηπιαγωγείου ήταν απόφοιτες της Αστικής Σχολής, που τις επέλεγαν οι Έφοροι. Ελένη Τσίρκου και Ιφιγένεια Αναστασιάδου ήταν οι τελευταίες δασκάλες του Νηπιαγωγείου. Στη Νικομήδεια υπήρχε και το «Σχολείο των Καλογραιών» ψηλά στον τουρκικό μαχαλά και στην ελληνική συνοικία το κολλέγιο «Saint Barbe». Υπήρχε και τούρκικο Σχολείο1.

Στην ελληνική συνοικία ήταν και η αγορά της πόλης με εμπορικά καταστήματα κάθε είδους, υφασματοπωλεία, παντοπωλεία, εστιατόρια, ουζοπωλεία, ραφτάδικα, τσαγκαράδικα, μπακάλικα. Όλα τα καταστήματα τα είχαν Έλληνες. Τα επαγγέλματα των Ελλήνων, εκτός από έμποροι, που ήταν ο κυριότερος τομέας ασχολίας τους, ήταν υποδηματοποιοί, μπακάληδες, σιδεράδες, καπνεργάτες και μερικοί ψαράδες. Ελάχιστοι ήταν υπάλληλοι στη Ρετζί και στο σιδηρόδρομο. Υπήρχαν γύρω από την πόλη και μύλοι και εργοστάσια καπνού. Κάθε Παρασκευή γίνονταν παζάρι, όπου Τούρκοι και Έλληνες από τα γύρω χωριά πουλούσαν γεωργικά και κτηνοτροφικά προϊόντα.

Δύο χιλιόμετρα δυτικά από την πόλη ήταν ο τόπος του μαρτυρίου και το Μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονα με μεγάλη εκκλησία χτισμένη πάνω στον τάφο του. Το μοναστήρι ήταν περιτειχισμένο με τοίχο ύψους 10 μ. Ο ναός, σύγχρονος με του Αγίου Βασιλείου, ανοικοδομήθηκε το 18584 και τον φρόντιζε ένας ιερομόναχος5. Κατεβαίνοντας 40 σκαλιά συναντούσες άλλη εκκλησία.

Πιο κάτω ήταν ο τάφος του Αγίου και το αγίασμα, το οποίο κατά την παράδοση ανέβλυσε, όταν οι Χριστιανοί πήραν το σκήνωμά του και το έθαψαν. Εκεί ήταν και μια στοά με μικρές θύρες με χριστιανικά σύμβολα, σταυρούς και το όνομα ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ. Ήταν μάλλον κατακόμβη, χριστιανικό κοιμητήριο. Ο Δεσπότης πήγαινε και έκανε λιτανείες. Τον Ιούλιο, την ημέρα της γιορτής του Αγίου έφθαναν στη Νικομήδεια προσκυνητές από όλα τα χωριά, την Πόλη και το εξωτερικό. Πολλοί καλόγεροι έρχονταν από τη Ρωσία. Έφερναν κάθε χρόνο χρυσό επιτάφιο στον Άγιο. Στον αυλόγυρο επάνω σε ένα υψηλό σιδερένιο τρίποδα κρέμονταν μία τεράστια καμπάνα, δώρο τσάρου της Ρωσίας.

Στα 300 μ. περίπου από την εκκλησία, υπήρχε η χιλιόχρονη ελιά, πάνω στην οποία είχαν δέσει τον Άγιο κατά το μαρτύριό του. Πλάι στο Μοναστήρι ήταν το χριστιανικό κοιμητήριο με ωραία μαρμάρινα μνημεία. Γύρω στην περιοχή υπήρχε πυκνή βλάστηση και έρεε ένα μικρό ποτάμι, καλούμενο Σισλί, που πότιζε τις μουριές που καλλιεργούσαν για την σηροτροφία και όπου οι γυναίκες έπλεναν τα κιλίμια τους.1

Άλλη εκκλησία ήταν ο άγιος Θεόδωρος στον τουρκομαχαλά, κάτω από το Ορχάν τζαμί. Το καντήλι του το άναβαν και οι Τούρκοι και περίμεναν την ημέρα της μνήμης του, που οι χριστιανοί μοίραζαν κόλλυβα και άρτους. Στο τέλος της Ελληνικής συνοικίας υπήρχε περιφραγμένο το μνημείο του αγίου Ερμολάου, δάσκαλου του Αγίου Παντελεήμονα, στα κάγκελα του οποίου Έλληνες και Τούρκοι έδεναν κορδελάκια, παρακαλώντας για την υγεία τους.

Παραλιακά ήταν το Αχσί τζαμί, που μέσα στο μισοφέγγαρο του τρούλλου είχε ένα σταυρό! Κατά την παράδοση μόλις το έχτιζαν γκρεμίζονταν. Κάποιος τους είπε να βάλουν σταυρό και τότε κρατήθηκε1.

Σύμφωνα με τη Μαύρη Βίβλο που κατήρτισε το Οικουμενικό Πατριαρχείο το 1919, για τους διωγμούς και τα μαρτύρια του Ελληνισμού της Τουρκίας, από το 1914 έως το 1918, οι απειλές, οι διωγμοί, οι λεηλασίες και οι φόνοι στη Θράκη, την Δυτική Μικρά Ασία και την επαρχία Νικομήδειας άρχισαν από το 1914.

Ήταν η πρώτη φάση των διωγμών. Ο φανατισμός και το μίσος του μουσουλμανικού λαού εναντίον των Ελλήνων ενισχύονταν έντονα από τον τουρκικό τύπο. Πολλά χωριά της Βιθυνίας και της επαρχίας Νικομήδειας υπέστησαν φοβερούς διωγμούς και μερικά εγκαταλείφθηκαν10.

Κατά τη δεύτερη φάση των διωγμών, από τον Ιούνιο του 1919 μέχρι τον Αύγουστο του 1920, οι ορδές των τσετών με ιδιαίτερη μανία λεηλάτησαν τα χωριά και εξόντωσαν τον πληθυσμό σε όλες τις επαρχίες της Βιθυνίας, γεγονός που για λόγους πολιτικών σκοπιμοτήτων της εποχής ελάχιστα έχει γίνει γνωστό9.

 

Μετά την ανακωχή του Μούδρου (1918) που τερμάτιζε τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στο ανατολικό μέτωπο, αγγλικές δυνάμεις κατέλαβαν τη Νικομήδεια. Τον Ιούλιο του 1920 στάλθηκε στη Νικομήδεια το 16ο Σύνταγμα Πεζικού του Ελληνικού Στρατού, ενώ τους μήνες Αύγουστο και Σεπτέμβριο αποβιβάσθηκε ολόκληρη η 11η Μεραρχία Μαγνησίας5. Στις 15 Οκτωβρίου του 1920 οι Άγγλοι αποχώρησαν6. Τα έτη 1920 -1921 η πόλη κατέχονταν από ελληνικά στρατεύματα. Στο λιμάνι ναυλοχούσαν Αγγλικά και δύο Ελληνικά πλοία, το «Αβέρωφ» και το «Κιλκίς».

Τον Ιούνιο του 1921, οι ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις αποχώρησαν από την Νικομήδεια, με διαταγή του αρχιστρατήγου, για να συμμετάσχουν στην επιχείρηση κατάληψης της Άγκυρας, ενέργεια η οποία, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ελληνικού επιτελείου, θα οδηγούσε τον Κεμάλ σε συνθηκολόγηση1. Ταυτόχρονα προέλαυναν τα κεμαλικά στρατεύματα στην Νικομήδεια!

Τμήμα της μεραρχίας παρέμεινε για λίγο για να προστατεύσει τον πληθυσμό και να εξασφαλίσει την επιβίβαση στα πλοία των Ελλήνων κατοίκων και των προσφύγων που είχαν συρρεύσει από τα γύρω κατεστραμμένα χωριά5. Στις 15 Ιουνίου 1921 ο ελληνικός στρατός εγκατέλειψε την Νικομήδεια. Μια μέρα πριν, έφυγε και ολόκληρος ο Ελληνικός πληθυσμός, εγκαταλείποντας σπίτια, περιουσίες, τη ζωή τους ολόκληρη.

Οι Κεμαλικοί αμέσως μετά μπήκαν στην πόλη, κατεδάφισαν από τα θεμέλια το Βυζαντινό μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονα και πολλά χριστιανικά σπίτια. Σήμερα στο σημείο που ήταν το Μοναστήρι περνάει ο δρόμος για την Άγκυρα και έχει κτιστεί μια καινούργια συνοικία.

Οι 15 ομογενείς από το Αντάπαζαρ, που παρέμειναν στην πόλη, σφαγιάσθηκαν… Η έγκαιρη αναχώρηση του πληθυσμού της Νικομήδειας έγινε, διότι η κυβέρνηση Γούναρη, εν όψει της προελάσεως των Κεμαλικών είχε προνοήσει και αποφασίσει την «προσωρινή μετακόμιση» του ελληνικού πληθυσμού στην Ελλάδα. Μάλιστα το «Υπουργείο της Περιθάλψεως» απέστειλε στην Κωνσταντινούπολη 1.000.000 δραχμές για τα έξοδα μεταφοράς των προσφύγων της Νικομήδειας, με την εντολή οι πρόσφυγες να κατανεμηθούν στις νήσους Λήμνο, Σάμο, Χίο και στους νομούς Αρκαδίας, τον Βόλο και το Αγρίνιο»6.

Στις 17/6/1921 ανακοινώθηκε από τον Στρατηγό Παπούλα το ακόλουθο δελτίο στρατιωτικής καταστάσεως της 15ης Ιουνίου: Περιοχή Νικομηδείας: «Ημέτερον τμήμα κατοχής πόλεως, διά στρατιωτικούς λόγους εκκένωσε την πόλιν, αφού προηγουμένως μεταφέρθησαν άπαντες οι πρόσφυγες. Η εκκένωσις εγένετο άνευ ουδεμιάς παρενοχλήσεως του εχθρού.».6 «Οι εκ Νικομηδείας», ήταν οι πρώτοι πρόσφυγες από την Μικρά Ασία που έφτασαν στον Βόλο στις 16 Ιουνίου 1921 με το αγγλικό ατμόπλοιο «RELCHERS».6

Τα ιερά κειμήλια της Μητροπόλεως Νικομήδειας και της Μονής του Αγίου Παντελεήμονος παραδόθηκαν, μέσα σε 12 κιβώτια, στις 26 Ιουνίου 1921, στο πολεμικό πλοίο «Κιλκίς»7 Αυτοί που έφυγαν τελευταίοι είδαν από το καράβι τη Νικομήδεια παρανάλωμα του πυρός9.

Η ολοκληρωτική καταστροφή και το τέλος των Ελληνικών χωριών της περιοχής έγινε ως εξής: Μερικά χωριά, όπως το Καράπελιτ και το Ασάκιοϊ (Φουντουκλί), καταστράφηκαν από τους τσέτες και οι κάτοικοι φονεύθηκαν απάνθρωπα τον Ιούνιο του 1919.

Από τον Μάρτιο ως τον Ιούλιο του 1920 οι τσέτες του Τζαβούρ Αλή κατέστρεψαν και εξόντωσαν με απερίγραπτη βαρβαρότητα τους Έλληνες του μεγάλου χωριού Ορτάκιοϊ, του Χουδίου, του Μπουρχανιέ, του Σισλί και του Κιούπη στην περιοχή της Γκέυβε. «Ολόκληρος ο πληθυσμός αυτός με εμπόριο και ανθούσα βιομηχανία μετάξης, δεκαπέντε χιλιάδες κάτοικοι περίπου, συσωρεύθηκαν περί τα τέλη Ιουνίου του 1920 σε υψώματα στο Καρά Τσάι, πλησίον του Σαγγάριου ποταμού. Εκεί βασανίστηκαν, ατιμάστηκαν και εν τέλει κατεσφάγησαν από τους τσέτες, οι οποίοι είχαν συμπαραστάτη τον εντόπιο τουρκικό πληθυσμό. Η σφαγή διήρκεσε επί τριήμερον.

Όσοι διέφευγαν εις τα πέριξ δάση καταδιώκονταν με την βοήθεια κυνών και τυχόν συλλαμβανόμενα ακρωτηριάζονταν και εφονεύοντο. Ελάχιστοι κατόρθωσαν να φθάσουν στο Αντάπαζαρ και στη Νικομήδεια. Περί τα τέλη Αυγούστου ουδείς Έλλην είχε μείνει εις την περιφέρεια εκείνη. Εγλύτωσαν μόνον όσοι εκ προνοίας είχαν εγκαταλείψει την πατρίδα των προ της επιδρομής.»8

1910. Ορτάκιοϊ Βιθυνίας

Την ίδια τύχη είχαν και τα χωριά μεταξύ Κίου και Νικομήδειας, Γιάλοβα, Κουρί, Κατιρλί, Αρμουτλή, το Φούλατζικ βόρεια της λίμνης Ασκανίας και η Λεύκη.

Οι ελάχιστοι κάτοικοι που κατόρθωναν να αποδράσουν έφθαναν πρόσφυγες στη Νικομήδεια, όπου φιλοξενούνταν στο Μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονα, σε σπίτια και σε τσαντίρια.

Κλείνουμε τη σύντομη αναφορά μας στις σφαγές της Βιθυνίας με απόσπασμα από το πρωτοσέλιδο της Δευτέρας 17ης Μαΐου 1920 της εφημερίδας «ΕΜΠΡΟΣ» των Αθηνών, που φιλοξενεί ανταπόκριση του δημοσιογράφου Κωνσταντίνου Φαλτάϊτς για τα γεγονότα της Νικομήδειας.9 «Όταν το φετινό Απρίλη έφτασα στη Νικομήδεια, αποσταλμένος από την εφημερίδα «Εμπρός» για να παρακολουθήσω το εκεί πολεμικό μας μέτωπο, βρέθηκα, πριν ακόμα πατήσω το πόδι μου στη στεριά, εμπρός στην εικόνα της μεγαλύτερης φρίκης και καταστροφής. Από το βαπόρι που πλέαμε στον κόλπο της Νικομήδειας βλέπαμε τους καπνούς των χριστιανικών χωριών (…) που τα έκαιαν οι Τούρκοι και όταν εφτάσαμε στο λιμάνι της Νικομήδειας είδαμε την παραλία γεμάτη πρόσφυγες, Έλληνες, Αρμένιους, Κιρκάσιους, Τούρκους ακόμη, που έφευγαν από τον Τουρκικό τυφώνα. (…) Εξήντα χιλιάδες άνθρωποι, Έλληνες, Αρμένιοι, Κιρκάσιοι, Αλβανοί, Πέρσες … έφευγαν μαζί με τον Ελληνικό στρατό στο πλησίασμα των Τούρκων του Κεμάλ.

Από την περιοχή της Νικομήδειας με σαρανταπέντε σχεδόν ελληνικές πολιτείες και χωριά και σαράντα σχεδόν αρμένικα χωριά και πολιτείες δεν έχει μείνει σήμερα άλλο τίποτα από στάχτη και ερείπια, και οι εκατό χιλιάδες των σφαγμένων».

 

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ- ΠΗΓΕΣ

  1. Κ.Μ.Σ Φάκελος Β 102 Νικομήδεια / Τελευταίος μουχτάρης της Νικομήδειας ήταν ο Σταύρος Ανθόπουλος, ιεροψάλτης του Αγίου Βασιλείου. Α. Παπαδοπούλου «Ιστορική διαδρομή στη γη της Βιθυνίας» σ.44.
  2. http://www.ehw.gr/asiaminor/forms/ Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού «ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ» Νικομήδεια (Αρχαιότητα)
  3. https://neanikomidia.weebly.com/istoria.html
  4. Κ.Μ.Σ. Η ΕΞΟΔΟΣ Τόμος Α΄ «Μαρτυρίες από τις επαρχίες των Δυτικών Παραλίων της Μικρασίας». Αθήνα 1980 σ.281-333.
  5. Αγάπη Ευδωρίδου: «Ο Ελληνισμός στη Νικομήδεια και την Περιφέρεια της».Θεσσαλονίκη 2010 σ. 92-95.
  6. Η Μαγνησία στο πέρασμα του χρόνου FB Nικομήδεια 904.Δημ. Κωνσταντάρα-Σταθαρά: «Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Μαγνησία» Βόλος 2008.
  7. http://www.apostoliki-diakonia.gr/gr_main/catehism/theologia_zoi/themata Το δεξί χέρι του Μεγάλου Βασιλείου φυλάσσεται στην αίθουσα συνεδριάσεων της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος.
  8. Βενέδικτος Αδαμαντιάδης: «Έκθεσις της εις ανθρωπίνας υπάρξεις εις χρήμα απωλείας συνεπεία της εκριζώσεως του Ελληνισμού της Βορειοδυτικής Μικράς Ασίας». Δελτίο Κ.Μ.Σ.Ζ σ. 86-87.
  9. https://agonaskritis.gr/ Εκτοπίσεις Ελληνικών πληθυσμών Μικράς Ασίας 1919 – 1922 Νικομήδεια/https://mikrasiatis.gr/oi-sfages-sta-romioxoria- tis-vithynias/
  10. Αγάπη Ευδωρίδου έ.α. σ. 86-95. «Οι σφαγές και οι κάθε μορφής διωγμοί των Ελλήνων, δεν ήταν αυθόρμητη έκρηξη ενός θρησκευτικού ή φυλετικού φανατισμού. Ήταν ένα καλά οργανωμένο σχέδιο της κυβέρνησης των Νεότουρκων, σ.49. Και Μαύρη Βίβλος, σσ.106-114.Τα όσα λεπτομερώς περιγράφονται στις ανωτέρω σελίδες αποτελούν ανατριχιαστικές περιγραφές των διωγμών και μαρτυριών του ελληνισμού στην επαρχία Νικομήδειας.»

Επίχαρις Β. Μιχαηλίδου Φιλόλογος, πρόεδρος του ιστορικού Συλλόγου της Νίκαιας «Αδελφότης Βιθυνών», εκδότρια του περιοδικού «Βιθυνιακά Χρονικά».

Γεννήθηκε στη Νίκαια του Πειραιά από γονείς πρόσφυγες Μικρασιάτες. Ο πατέρας της Βασίλειος Μιχαηλίδης από το Χουδί και η μητέρα της Πολυξένη Κακουρίδη από το Ορτάκιοϊ της Βιθυνίας. Φοίτησε στο Β΄ Γυμνάσιο Θηλέων του Πειραιά. Πτυχιούχος της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Υπηρέτησε από το 1969 έως το 2006 στο εξατάξιο Γυμνάσιο και κατόπιν στο Λύκειο της ακριτικής Κόνιτσας των Ιωαννίνων και συνεργάστηκε με τον μακαριστό Μητροπολίτη Σεβαστιανό Οικονομίδη στο πολύπλευρο έργο της Μητρόπολης Δρυϊνουπόλεως και Κονίτσης. Υπηρέτησε επίσης στο Αρσάκειο Γυμνάσιο Πατρών, στην «Ελληνική Παιδεία» και στα εκπαιδευτήρια «Απόστολος Παύλος» Ισθμού Κορίνθου. Ασχολείται με την αρθρογραφία και την ποίηση.

 

 

© 2022: Έκδοση ΚΕ.ΜΙ.ΠΟ. Πατρ. Ιωακείμ 4 – 142 34 Ν. Ιωνία – Αθήνα, Τηλ. 2102795012 Email: kemipo@otenet.gr – www.kemipo-neaionia.gr – ΔΗΜΟΣ Ν. ΙΩΝΙΑΣ – ΚΕΝΤΡΟ ΣΠΟΥΔΗΣ και ΑΝΑΔΕΙΞΗΣ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ (ΚΕ.ΜΙ.ΠΟ.) – 1922 – 2022: 100 Χρόνια από την Μικρασιατική Καταστροφή Ο τραγικός ξεριζωμός των Χριστιανικών Πληθυσμών της Ανατολής Οι διαδρομές σωτηρίας προς την Ελλάδα ΝΕΑ ΙΩΝΙΑ 2022

ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ: Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ

https://www.entaksis.gr/%ce%bd%ce%b9%ce%ba%ce%bf%ce%bc%ce%b7%ce%b4%ce%b5%ce%b9%ce%b1-%cf%84%ce%b7%cf%83-%ce%b2%ce%b9%ce%b8%cf%85%ce%bd%ce%b9%ce%b1%cf%83/