29 Μαΐου 1453. Ζοφερὴ ἡμέρα, κατάμαυρη. Πλάκωσε ἡ καταχνιὰ παντοῦ. Σκέπασε τὴν Χριστιανοσύνη καὶ τὸν Ἑλληνισμό. Ὁ Τοῦρκος κατέκτησε τὴν Κωνσταντινούπολι. Καὶ σιγά-σιγά κατακτοῦσε καὶ ὅλη τὴν Ἑλλάδα. Οἱ Ἕλληνες ὑπόδουλοι στὸν Τοῦρκο κατακτητή· οἱ ψυχές τους ὅμως ἀδούλωτες. Αὐτὸ ἐκφράζει καὶ ἐκεῖνο τὸ μικρὸ λαϊκό: Σώπασε, κυρά – Δέσποινα, καὶ μὴ πολυδακρύζῃς· πάλι μὲ χρόνους μὲ καιρούς, πάλι δικά μας θἆναι. Αὐτὰ ἔλεγαν στὴν Παναγία, ποὺ τὴν ἔνοιωθαν νὰ προσεύχεται θερμὰ γιὰ τὴν Ἑλλάδα.
Τί νὰ γράψῃ κανένας γιὰ τὰ τετρακόσια χρόνια τῆς σκλαβιᾶς, γιὰ τὸ τί ὑπέφεραν οἱ Ἕλληνες ἀπὸ τοὺς βαρβάρους κατακτητές! Οἱ ἐξισλαμισμοί, οἱ γενίτσαροι, τὰ βασανιστήρια, οἱ ἁρπαγὲς τῶν περιουσιῶν, καὶ τόσα καὶ τόσα, συνθέτουν τὴν εἰκόνα τῆς σκληρῆς αὐτῆς δουλείας.
Καὶ ὅπως εἴπαμε, στὰ σώματα δοῦλοι, στὶς ψυχὲς ὅμως ἀδούλωτοι, ἐλεύθεροι. Ὁ πόθος τῆς λευτεριᾶς καίει βαθειὰ μέσα στὰ στήθη τοῦ κάθε Ἕλληνος ραγιᾶ. Γι’ αὐτό, καὶ ἄλλοι παίρνουν τὰ βουνὰ καὶ γίνονται οἱ κλέφτες καὶ ἀρματολοί, ἄλλοι μὲ τὰ κρυφὰ σχολεῖα, ἄλλοι φεύγουν στὸ ἐξωτερικὸ καὶ δουλεύουν ἀπὸ ἐκεῖ γιὰ τοὺς σκλάβους Ἕλληνες μὲ τὸν τρόπο του ὁ καθένας. Ἄλλοι πάλι – καὶ εἶναι αὐτοὶ οἱ πιὸ ἐκλεκτοί- ἀντιστέκονται στὶς βαναυσότητες τῶν Τούρκων καὶ ὁμολογοῦν τὴν πίστι τους στὸν λατρευτό τους Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, ὑποφέρουν φρικτὰ μαρτύρια καὶ πεθαίνουν μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὸ χαμόγελο στὰ χείλη ὁραματιζόμενοι τὴν ἀνάστασι τοῦ γένους. Ὅλοι οἱ Ἕλληνες μικροὶ καὶ μεγάλοι, ἄνδρες καὶ γυναῖκες, σοφοὶ καὶ ἀγράμματοι, κληρικοὶ καὶ λαϊκοί, ὅλοι, ὅλος ὁ Ἑλληνισμός, δουλεύουν, δουλεύουν ἀσταμάτητα μὲ ὅλες τους τὶς δυνάμεις γιὰ τὴν μεγάλη ἡμέρα τῆς ἀπελευθερώσεως ἀπὸ τὸν τυραννικὸ ζυγό. Ἡ πίστι τους καὶ ἡ ἐλπίδα στὸν Σωτῆρα Χριστὸ καὶ στὴν Παναγία Μητέρα του, τοὺς δίνει δυνάμεις, γιὰ νὰ ὑποφέρουν ὅλα τὰ βάσανα, καὶ συγχρόνως νὰ ἑτοιμάζωνται γιὰ τὴν μεγάλη ὥρα. Ὅλοι εἶναι σίγουροι ὅτι ὁ Θεὸς θὰ κάνῃ τὸ θαῦμά του. Βέβαια ὑπάρχουν καὶ οἱ ἐξωμότες· ἀλλὰ οἱ ἐξαιρέσεις δὲν καταργοῦν τὸν κανόνα.
Θὰ ἦταν παράλειψι νὰ μὴν ἀναφερθῶ κάπως ἰδιαιτέρως στὸν μεγάλο ἅγιο καὶ ἰσαπόστολο Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλό, ποὺ ξεσήκωσε, ποὺ ἄναψε, ποὺ θέριεψε στὶς καρδιὲς τῶν ὑποδούλων Ἑλλήνων τὸ ἀδούλωτο φρόνημα γιὰ τὸν ξεσηκωμό. Μὲ τὶς περιοδεῖες του, τὰ φλογερά του κηρύγματα, τὶς προφητεῖες του, ἄναψε φωτιές, πνευματικὲς φωτιὲς στὸ δοῦλο γένος. Ἦταν πράγματι ἡ ψυχὴ τῆς προετοιμασίας γιὰ τὴν ἀπελευθέρωσι. Δὲν θέλω νὰ μειώσω, μ’ αὐτὸ τὸ ἐγκώμιο στὸν ἅγιο Κοσμᾶ, τὴν προσφορὰ ὅλων τῶν ἐργατῶν γιὰ τὴν ἡμέρα τῆς ἐθνεγερσίας – ὅλοι, ναὶ ὅλοι, καθένας στὸ πόστο του, ἐργάστηκαν μὲ ὅλες τους τὶς δυνάμεις, ἔδωσαν ὅλο τὸν ἑαυτό τους, γιὰ τὸν μεγάλο αὐτὸ ἆθλο τοῦ Ἔθνους.
Ὁ Θεὸς ἔχει τὸ σχέδιό Του. Τὸ σχέδιό Του αὐτό, ποὺ κατέστρωσε προαιωνίως μὲ ἀπόλυτη σοφία, ἐκτυλίσσεται τέλεια. Πραγματοποιεῖ ὅλα τὰ ἔργα του, τὸ καθένα, εἴτε μικρὸ εἴτε μεγάλο- ὅλα ἔχουν τὴν σφραγῖδα τῆς τελειότητος-, τὰ ἐκτελεῖ, λέγω, στὴν κατάλληλη στιγμή. Καὶ τὴν στιγμὴ τοῦ ξεσηκωμοῦ τῶν σκλάβων Ἑλλήνων τὴν ἔκανε στὴ ὥρα του.
Ἔφθασε ἡ πολυπόθητη ἡμέρα 25 Μαρτίου 1821. Βέβαια ἔγιναν καὶ ἄλλες προσπάθειες πρωτύτερα γιὰ τὴν ἀποτίναξι τοῦ τουρκικοῦ ζυγοῦ, ἀλλὰ ἀπέτυχαν. Ἡ μεγάλη ἡμέρα, ποὺ ἦταν ἡ ἀρχὴ τῆς παλιγγενεσίας τοῦ γένους μας ἦταν αὐτή· τὸ 1821, ποὺ γιορτάζουμε καὶ τὸν Εὐαγγελισμὸ τῆς Παναγίας. Οἱ θερμὲς ἱκεσίες τῆς Θεοτόκου καὶ τῶν ἁγίων, ποὺ ἀγάπησαν τόσο πολὺ τὴν Ἑλλάδα, καὶ ἀνέβαιναν στὸν θρόνο τοῦ παντοδυνάμου Θεοῦ, καθὼς καὶ οἱ προσευχὲς ὅλων τῶν Ἑλλήνων ποὺ δεινοπαθοῦσαν, καὶ ἔφθαναν καὶ αὐτὲς στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ, ἔκαναν τὸ θαῦμα. Ὁ Θεὸς ἄκουσε καὶ ἐνήργησε μὲ τὸν πιὸ ὡραῖο τρόπο καὶ στὸν πιὸ κατάλληλο καιρό.
Ἐκεῖ στὴν Ἁγία Λαύρα ἄναψε ἡ σπίθα. Ἔγινε ἡ ἀρχή. Καὶ ἔπειτα ἐξαπλώθηκε σ’ ὅλα τὰ πέρατα τῆς Ἑλληνικῆς γῆς. Τί φλόγα εἶχαν οἱ πρόγονοί μας, τί πίστι στὸν Θεό, τί πύρωμα καρδιᾶς, τί ἡρωϊσμό, τί ἀπόφασι γιὰ ὁποιαδήποτε θυσία! Ὑλικὰ μέσα πολλὰ δὲν διέθεταν· λιγοστὰ ἦταν. Ὅμως ἦταν λιοντάρια, ἔκαιε στὴν καρδιά τους ἡ φωτιὰ γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Πατρίδα. Πόσο προσφιλὲς ἦταν στὰ χείλη τους τὸ τραγούδι τους: Γιὰ τοῦ Χριστοῦ τὴν πίστι τὴν ἁγία καὶ τῆς Πατρίδος τὴν ἐλευθερία, γι’ αὐτὰ τὰ δύο θὰ πολεμῶ.
Οἱ Ἕλληνες τοῦ ’21 ἔγραφαν σελίδες δόξης καὶ μεγαλείου. Κάθε τόπος τῆς Ἑλλάδος ἔχει τὸ τρόπαιό του. Ἔχει τὴν ἱστορία του. Εἶναι βαμμένος μὲ τὰ αἵματα τῶν ἡρωϊκῶν παιδιῶν τῆς Ἑλλάδος, ἀλλὰ καὶ μὲ νίκες καὶ θριάμβους ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν. Εὐλογημένη ἡ γῆ ποὺ πατοῦμε.
Οἱ στρατηγοὶ καὶ οἱ ὁπλαρχηγοί, καθὼς καὶ οἱ κληρικοὶ ποὺ παρίσταντο στοὺς ἀγῶνες, ἐμψύχωναν τὰ παλληκάρια τους μὲ τὸ παράδειγμά τους καὶ μὲ τὰ λόγια τους, ποὺ ἀπέπνεαν ἀγάπη καὶ πίστι γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Πατρίδα.
Ποιὸν ἀπὸ τοὺς ἀρχηγοὺς νὰ πρωτοαναφέρω. Εἶναι ὅλοι ἄξιοι δόξης καὶ τιμῆς. Κολοκοτρώνης, Μακρυγιάννης, Καραϊσκάκης, Κανάρης, Μπότσαρης, Ὑψηλάντης, Νικηταρᾶς, καὶ τόσοι καὶ τόσοι, ποὺ δόξασαν τὴν Ἑλλάδα, ποὺ ἔδωσαν ὅλο τὸν ἑαυτό τους στὸν ἀγῶνα τοῦ γένους. Ὁ Κολοκοτρώνης ἔλεγε: Ὁ Θεὸς ἔβαλε τὴν ὑπογραφή του γιὰ τὴν ἐλευθερία τῆς Ἑλλάδος, καὶ τὴν ὑπογραφή του δὲν τὴν παίρνει πίσω. Καὶ μετὰ τὴν ἀπελευθέρωσι ἔλεγε: Ὅταν πήραμε τὰ ὅπλα, εἴπαμε πρῶτα ὑπὲρ πίστεως καὶ ἔπειτα ὑπὲρ Πατρίδος. Ὁ Μακρυγιάννης πάλι ἀγαποῦσε τόσο πολὺ τὸν Θεὸ καὶ πίστευε στὴν ἀγαθή του πρόνοια, ὥστε δὲν τὰ ἔχανε πρὸ κανενὸς ἐμποδίου, καὶ διεκήρυττε τὴν πίστι του στὸν Θεὸ μπροστὰ σ’ ὅλους. Ὅλους τοὺς ἥρωες τοῦ 1821 τοὺς θαυμάζω, ἀλλὰ αὐτοὺς τοὺς δύο, τὸν Κολοκοτρώνη καὶ τὸν Μακρυγιάννη κάπως ἰδιαίτερα· ἦταν ἡ ψυχὴ τοῦ ἀγῶνος.
Καὶ ἡ Ἑλλάδα, μὲ τόσους ἀγῶνες, μὲ τόσες θυσίες, ἐλευθερώθηκε. Ὄχι ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ὅλη ὅπως εἶναι σήμερα, ἀλλὰ σταδιακά. Ὅμως, καὶ μετὰ τοὺς ἀγῶνες τοῦ ’21, πέρασε πολλὲς μπόρες, πολλὲς δοκιμασίες, ἀπὸ φίλους καὶ ἐχθρούς. Δὲν θὰ σταθῶ νὰ ἀναφέρω τὰ ἱστορικὰ γεγονότα, ποὺ ἔλαβαν χώρα ἀπὸ τότε μέχρι σήμερα. Θέλω νὰ ἐπισημάνω κάτι, ποὺ νομίζω, ἀξίζει τὸν κόπο.
Ἕλληνες τῆς σημερινῆς ἐποχῆς, ἐσεῖς ποὺ πατᾶτε τὸν ἁγιασμένο αὐτὸ τόπο, τὸν τόπο ποὺ κόστισε τόσους ἀγῶνες καὶ τόσες θυσίες, ἐκτιμᾶτε τὴν προσφορὰ τῶν ἡρωϊκῶν προγόνων σας; Εἶσθε ἀντάξιοι αὐτῶν; Ἔχετε τὰ πιστεύω, τὰ ἰδανικά, τὰ φρονήματα αὐτῶν, Τοὺς μιμεῖσθε στὴν ἀγάπη τους στὸν Χριστὸ καὶ τὴν Πατρίδα; Θυσιάζετε, ὅπως ἐκεῖνοι, ὅ,τι πιὸ πολύτιμο εἶχαν, ἀκόμη καὶ τὴν ζωή τους ἐμπρὸς στὸ ἱερὸ χρέος τους;
Δὲν ἔμαθα νὰ κρύβωμαι, ἀλλὰ γνωρίζω νὰ λέγω τὴν ἀλήθεια ὅσο πικρὴ κι ἄν εἶναι. Τὰ λόγια μου θὰ εἶναι ἐλεγκτικά, ποὺ ἔχουν ὅμως μέσα τους ἀγάπη καὶ πόνο, πόθο καὶ λαχτάρα γιὰ τὸν Θεὸ καὶ τὴν Πατρίδα, εἶναι ἀλήθεια· κρύβουν ὅμως μέσα τους καὶ πολλὴ μεγάλη ἀγάπη γιὰ σᾶς -ἄν δὲν σᾶς ἀγαποῦσα, δὲν θὰ σᾶς τὰ ἔλεγα-. Καθένας μπορεῖ σ’ αὐτὰ νὰ καθρεφτίσῃ τὸν ἑαυτό του. Ὅμως εἶναι καὶ πολλοὶ Ἕλληνες ποὺ βαδίζουν σωστὰ τὸν δρόμο τοῦ Θεοῦ καὶ ἐκτελοῦν τὶς ἐντολές του -σ’ αὐτοὺς δὲν ἀπευθύνομαι τώρα-. Αὐτοὶ εἶναι εὐτυχισμένοι καὶ μακάριοι μὲ τὸν Νυμφίο τους Χριστό, καὶ ἡ ζωή τους εἶναι σύμφωνη μὲ τὰ θελήματά του.
Ἄρχοντες τοῦ εὐλογημένου αὐτοῦ τόπου, ποὺ λέγεται, Ἑλλάδα· ἀπὸ τὸν πρόεδρο τῆς Δημοκρατίας, τὸν πρωθυπουργό, τοὺς ὑπουργούς, τοὺς βουλευτάς, ὅλους τοὺς ἄλλους ἄρχοντες ποὺ κατέχουν κάποια μικρὴ ἤ μεγάλη θέση, οἱ ὑπάλληλοι, καθὼς καὶ οἱ στρατιωτικοί, ἀνώτεροι καὶ κατώτεροι· ἐπίσης καὶ κληρικοὶ κάθε βαθμοῦ -γιατὶ καὶ αὐτοὶ εἶναι χρεῶσται ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ- καὶ ὅλοι οἱ Ἕλληνες, ἀκοῦστε καὶ βάλτε καλὰ μέσα σας τὰ λόγια μου αὐτά:
Ἕλληνες, τὸ τάμα τοῦ Ἔθνους τί ἔγινε; Αὐτὸ ποὺ ἔταξαν οἱ ἡρωϊκοὶ πρόγονοί μας στὸν Σωτῆρα Χριστό, ὅτι, ὅταν ἐλευθερωθῇ ἡ Πατρίδα θὰ κτίσουν περικαλλέστατο ναὸ ἀφιερωμένο στὸν ἐλευθερωτὴ Χριστό, γιατὶ δὲν τὸ ἐκπληρώσατε; Πέρασαν τόσα χρόνια ἀπὸ τὴν ἀπελευθέρωσι. Αὐτὴ τὴν εὐγνωμοσύνη δείχνετε στὸν μεγάλο σας Εὐεργέτη Χριστό; Ἐδῶ καὶ μερικὰ χρόνια εἶπαν οἱ ἄρχοντες τοῦ τότε καιροῦ ὅτι θὰ ἐκπληρώσουν τὸ τάμα· συγκέντρωσαν χρήματα ἀπὸ τὶς προσφορὲς τοῦ πιστοῦ λαοῦ. Σὲ λίγα χρόνια τὸ κατήργησαν· καὶ μάλιστα τὸ θεωροῦσαν ἐπιτυχία, καὶ καμάρωναν. Ὤ, ἀχαριστία, ὤ, ἐμπαιγμός!
Ἀνέφερα ἕνα γεγονός, τὸ τάμα τοῦ Ἔθνους. Ἀλλὰ εἶναι τόσα πολλὰ ὅσα ἔπραξαν οἱ Ἕλληνες καὶ παλαιότεροι καὶ πρόσφατοι καὶ σημερινοί, ποὺ δὲν ξέρει κανένας ἀπὸ ποῦ νὰ ἀρχίσῃ καὶ ποῦ νὰ τελειώσῃ. Εἶναι τόσες πολλὲς οἱ περιφρονήσεις πρὸς τὸν Σωτῆρα Κύριο. Καὶ μόνο περιφρονήσεις; Ἀμείλικτο, λυσσαλέο πόλεμο ἔχουν ἐξαπολύσει, ἄλλοτε φανερά, ἄλλοτε κρυφὰ πρὸ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία Του τὴν ἁγία Ὀρθοδοξία. Αὐτὸ εἶναι τὸ εὐχαριστῶ τῶν Ἑλλήνων. Ἐπιχειροῦν μὲ ὅλες τους τὶς δυνάμεις νὰ σβήσουν τὴν λατρεία τοῦ μόνου ἀληθινοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ ἀπὸ παντοῦ· ἀπὸ τὸ κοινοβούλιο, ἀπὸ ὅλες τὶς κρατικὲς ὑπηρεσίες, ἀπὸ τὰ πανεπιστήμια καὶ τὰ ἀνώτερα ἱδρύματα, ἀπὸ ὅλα τὰ σχολεῖα. Πόλεμος καὶ μόνο πόλεμος, πάντοτε, καὶ πρὸς ὅλες τὶς κατευθύνσεις, πρὸς ὅλους τοὺς τομεῖς. Σύνθημά τους· Νὰ ἐξαφανισθῇ τελείως ἡ πίστις πρὸς τὸν Χριστὸ ἀπὸ ὅλους τοὺς Ἕλληνες.
Καὶ σᾶς ἐρωτῶ: Τί κακὸ σᾶς ἔκαμε ὁ Χριστὸς καὶ τὸν πολεμᾶτε τόσο πολύ; Αὐτὸς τὸ μόνο ποὺ θέλει εἶναι νὰ κάνῃ τὴν Ἑλλάδα τιμημένη, δοξασμένη περισσότερο ἀπὸ ὅλα τὰ ἔθνη, νὰ τὴν κάνῃ εὐτυχισμένη, ὅλα τὰ παιδιά της νὰ εὐημεροῦν καὶ νὰ ἀπολαμβάνουν τὰ πλούσια ἀγαθά του. Θέλει νὰ κάνῃ τὴν Ἑλλάδα φῶς ποὺ νὰ φωτίζῃ ὅλα τὰ ἔθνη. «Ἀντὶ τοῦ μάννα χολή, ἀντὶ τοῦ ὕδατος ὄξος». Ἔτσι φέρνεστε πρὸς τὸν Σωτῆρα σας.
Ὅμως θὰ σᾶς πῶ καὶ ἕνα φοβερὸ λόγο, καὶ βάλτε τον καλὰ στὸ νοῦ σας. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι βεβαίως πρᾶος καὶ ταπεινὸς καὶ ἀγαθός. Ἀλλά, μὴ τὸ ξεχνᾶτε ποτὲ αὐτό. Εἶναι συνάμα καὶ ὁ παντοδύναμος Θεός, ὁ αἰώνιος νικητὴς ποὺ ποτὲ δὲν γνώρισε ἧττα. «Ἐξῆλθε νικῶν καὶ ἵνα νικήσῃ». Μπροστά του συντρίβονται ὅλοι, ναὶ ὅλοι οἱ ἐχθροί του. Θυμηθεῖτε τὸν λόγο του: «Καὶ καθένας ποὺ θὰ πέσῃ μὲ ἐχθρικὲς διαθέσεις πάνω σ’ αὐτὸν τὸν λίθο ποὺ λέγεται Ἰησοῦς Χριστὸς θὰ τσακισθῇ καὶ πάλι σ’ ὅποιον πέσει βαρὺς ὁ λίθος αὐτὸς θὰ τὸν κάνῃ σκόνη». Δηλαδή, εἴτε ἀμύνεται ὁ Χριστὸς εἴτε ἐπιτίθεται, πάντοτε νικάει. Λοιπόν, ὅ,τι καὶ νὰ κάνετε, ὅσο καὶ νὰ τὸν πολεμᾶτε, ὅλοι οἱ ἐχθροί του, τὸ τέλος σας θὰ εἶναι ὁ ὄλεθρος, ἡ συντριβή, ἡ καταισχύνη. Γι’ αὐτὸ σᾶς λέγω: Δὲν σᾶς συμφέρει νὰ τὸν πολεμᾶτε. Θυμηθεῖτε καὶ ἐκεῖνο τὸν λόγο ποὺ εἶπε στὸν ἀπόστολο Παῦλο, ὅταν ἀκόμη ὁ Σαῦλος ἦταν διώκτης: «Εἶναι σκληρὸ νὰ κλωτσᾷς ἐπάνω σὲ καρφιά».
Ἔτσι, ὕστερα ἀπὸ ὅλα αὐτά, σᾶς λέγω, σᾶς συμβουλεύω μὲ ὅλη μου τὴν ἀγάπη. Συμμαχῆστε μὲ τὸν Χριστό, ὑπηρετῆστέ τον μὲ ὅλες σας τὶς δυνάμεις, δουλεῦστέ τον μὲ κάθε τρόπο, μὲ χαρὰ καὶ ἅγιο φόβο, θρονιάστε τον πρῶτα στὶς καρδιές σας, καὶ ἔπειτα παντοῦ, σ’ ὅλους τοὺς τομεῖς, σ’ ὅλες τὶς δραστηριότητες. Καὶ τότε θὰ δῆτε καλύτερες ἡμέρες γιὰ τὴν πολύπαθη Πατρίδα μας. Θὰ γίνῃ ἡ Ἑλλάδα μας παράδεισος, ναί, ἀληθινὰ σᾶς λέγω, πραγματικὸς παράδεισος, ποὺ θὰ τὴν ἀγαποῦν οἱ φίλοι της καὶ θὰ τὴν τρέμουν καὶ σέβωνται οἱ ἐχθροί της.
Ἕλληνες, τὰ μεγάλα ἔθνη ποὺ στηρίζουν τὴν δύναμί τους στὰ ὅπλα, στοὺς ἐξοπλισμούς, στὸ χρῆμα, καὶ εἶναι ὁ φόβος καὶ ὁ τρόμος τῶν μικρῶν ἐθνῶν ἀλλὰ καὶ ὅλων, ἐσᾶς μὴ σᾶς τρομάζουν. Ἐσεῖς νὰ ἔχετε ἰσχυρὸ προστάτη καὶ βοηθὸ τὸν παντοδύναμο Θεό. Μπροστὰ στὴν δική του ἐξουσία καὶ δύναμι κανένας καὶ τίποτε δὲν μπορεῖ νὰ ἀντισταθῇ. Αὐτὸν νὰ ἔχετε σύμμαχο. Τότε θὰ εἶσθε καὶ σεῖς πανίσχυροι.
Ἕλληνες, ἄν ἡ Ἑλλάδα μεγαλούργησε ἀνὰ τοὺς αἰῶνας, ἄν ἔστησε τρόπαια καὶ μεγαλεῖα, αὐτό, ἀκοῦστέ το, τὸ ὀφείλει στὸ ὅτι ἦταν στενά, στενώτατα ἑνωμένη μὲ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, τὴν Ὀρθοδοξία. Αὐτή, ἡ Ὀρθοδοξία, τὴν ἐνίσχυε, τὴν ἐμψύχωνε καὶ μυστικῶς, μυστηριωδῶς, καὶ φανερῶς παντοιοτρόπως, καὶ τὴν ὡδηγοῦσε πάντοτε ἀπὸ νίκη σὲ νίκη, καὶ ἀπὸ δόξα σὲ δόξα, σ’ ὅλο τὸ διάβα τῶν αἰώνων. Ἀγαπῆστε τὴν Ὀρθοδοξία, δῶστέ της τὴν τιμὴ καὶ τὴν δόξα ποὺ τῆς ἀξίζει, ἔχετέ την σὰν τὸ πολυτιμότερό σας ἀγαθό. Ἔτσι θὰ μεγαλουργήσῃ καὶ πάλι ἡ Ἑλλάδα μας, ἡ γλυκειά μας Ἑλλάδα. Θέλετε νὰ μάθετε καὶ ποιὰ εἶναι ἡ σχέσι Ὀρθοδοξίας καὶ Ἑλληνισμοῦ; Ἀκοῦστε: Ὅπως ὁ ἄνθρωπος ἀποτελεῖται ἀπὸ σῶμα καὶ ψυχή, καὶ τὸ σῶμα ὑπηρετεῖ τὴν ψυχή, ἔτσι καὶ ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ ψυχὴ καὶ ὁ Ἑλληνισμὸς εἶναι τὸ σῶμα. Εἶναι καὶ τὰ δύο ἄρρηκτα συνδεδεμένα. Ἔτσι καὶ ἡ Ἑλλάδα πρέπει νὰ ὑπηρετῇ τὴν Ὀρθοδοξία. Μὴ νομίσετε ὅτι μειώνεται κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο ἡ τιμὴ καὶ ἡ δόξα καὶ ἡ ἐλευθερία τῆς Ἑλλάδος. Ἀντίθετα -μπαίνουν ὅλα τὰ πράγματα στὴν θέσι τους- δοξάζεται περισσότερο ἡ Ἑλλάδα ἀπὸ αὐτὴ τὴν ὑποταγή, γίνεται πιὸ ἐλεύθερη, πιὸ δυνατή, πιὸ τιμημένη, πιὸ ὑπολογίσιμη ἀπὸ ὅλους. Καὶ ὁ Θεὸς ἐκφράζει μὲ κάθε τρόπο τὴν εὐαρέσκειά του καὶ τὴν γεμίζει μὲ τὰ πλούσια ἀγαθά του.
Ζήτω ἡ Ὀρθοδοξία, ζήτω ἡ Ἑλλάδα.
Δόξα στὸν μόνο ἀληθινὸ Θεό, τὸν Πατέρα, τὸν Υἱὸ καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ τώρα καὶ πάντοτε καὶ σ’ ὅλους τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.