ΙΧΘΥΣ: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ

Τρίτη 30 Ιανουαρίου 2024

Σχετικὰ μὲ τὴν ἑορτὴ τῆς ἑλληνικῆς παιδείας

 Χαράλαμπος Μηνάογλου 
Σχετικὰ μὲ τὴν ἑορτὴ τῆς ἑλληνικῆς παιδείας 
(Τριῶν Ἱεραρχῶν) 
Ἡ ἑορτὴ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν εἶναι ἡ θεσπισθεῖσα ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἑορτὴ τῶν ἑλληνικῶν γραμμάτων. Κατ' αὐτὴν δὲν τιμῶνται οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες (Μ. Βασίλειος, Γρηγόριος Ναζιανζηνὸς καὶ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος) ἀλλὰ στὰ πρόσωπά τους τὰ ἑλληνικὰ γράμματα καὶ ἡ ἑλληνικὴ παιδεία. Ὅπως εἶναι γνωστό, αὐτοὶ οἱ τρεῖς σπουδαῖοι ἅγιοι ἱεράρχες τιμῶνται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, σὲ ἄλλες ἡμερομηνίες (1 Ἰανουαρίου ὁ Μ. Βασίλειος, 25 Ἰανουαρίου ὁ ἅγιος Γρηγόριος καὶ 13 Νοεμβρίου ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος). Ἐδῶ καὶ μία χιλιετία περίπου (11ος αἰῶνας), στὶς 30 Ἰανουαρίου, ἡ Ἐκκλησία τιμὰ στὰ πρόσωπα τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν τὴν ἑλληνικὴ παιδεία, ὅπως τὸ θέσπισε ὁ πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ἰωάννης ὁ Μαυρόπους, ὁ ὁποῖος συνέταξε καὶ ἀσματικὴ ἀκολουθία τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν. 
Ὁ Μαυρόπους ἦταν λόγιος ἐπίσκοπος μὲ ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον γιὰ τὴν κλασικὴ παιδεία καὶ γραμματεία συνεχίζοντας ὡς πρὸς τοῦτο τὴν παράδοση τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν καὶ πολλῶν ἄλλων ἐπισκόπων καὶ λοιπῶν κληρικῶν μὲ προεξάρχοντα τὸν συντάκτη τῆς Μυριοβίβλου, Μ. Φώτιο, πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως (9ος αἰῶνας). Μὲ τὴν ἑορτή, ποὺ σταδιακὰ καθιερώθηκε, στὶς 30 Ἰανουαρίου τιμάται στὰ πρόσωπα τῶν ἀνωτέρω ἀναφερόμενων τριῶν ἱεραρχῶν ἡ ἑλληνικὴ παιδεία. Ὁ Μαυρόπους ἐπέλεξε αὐτοὺς τοὺς τρεῖς ἁγίους τοῦ τετάρτου αἰῶνα γιὰ τὴν βαθιὰ ἑλληνικὴ παιδεία τους καὶ τὴν συμβολή τους ὄχι μόνον στὴν θεολογία, ἀλλὰ καὶ στὰ ἑλληνικὰ γράμματα. 
Ὁ Μ. Βασίλειος, ἀρχιεπίσκοπος Καισαρείας τῆς Καππαδοκίας, ὑπῆρξε γιὰ τὰ δεδομένα τῆς ἐποχῆς του πανεπιστήμων. Σπούδασε μαζὶ μὲ τὸν Γρηγόριο τὸν Θεολόγο καὶ τὸν μετέπειτα αὐτοκράτορα Ἰουλιανὸ στὴν εἰδωλολατρικὴ ἀκόμη τότε σχολὴ τῶν Ἀθηνῶν, ἐνῶ ἕνα ἀπὸ πλέον γνωστὰ ἔργα του εἶναι τὸ «Πρὸς τοὺς νέους, ὅπως ἂν ἐξ ἑλληνικῶν ὠφελοῖντο λόγων», στὸ ὁποῖο ἔδειξε ὅτι οἱ νέοι τῆς ἐποχῆς του μπορούσαν νὰ μελετοὺν τοὺς ἀρχαίους Ἕλληνες συγγραφεῖς χωρὶς νὰ ἐπηρεάζεται ἡ χριστιανικὴ πίστη τους. 
Ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος διετέλεσε ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως καὶ ἦταν ἕνας ὀγκόλιθος τῆς Θεολογίας, ἐξοῦ καὶ τὸ σχετικὸ προσωνύμιο, ἀλλὰ συνάμα καὶ σπουδαῖος ποιητής, ἀφοῦ συνέγραψε ἔπη, ἱστορικὰ καὶ θεολογικά, χρησιμοποιῶντας ὡς πρότυπο στὴν γλῶσσα καὶ τὸ μέτρο τὰ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ ἔπη. Μποροῦσε μὲ ἄνεση -καὶ τὸ ἔπραξε στὰ ἔπη τοῦ- ὄχι ἁπλῶς νὰ μιμεῖται τὴν ὁμηρικὴ ἑλληνική, ἀλλὰ νὰ γράφει σὲ αὐτὴν χωρὶς λάθη. Ἔτσι, δὲν εἶναι ὑπερβολικὸς γιὰ αὐτὸν ὁ χαρακτηρισμὸς τοῦ ὡς χριστιανοῦ Ὁμήρου. 
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ὑπῆρξε καὶ αὐτὸς ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως. Παύθηκε πολλὲς φορές, ἐπειδὴ ἤλεγχε διαρκῶς τὴν ἐξουσία. Κάθε φορὰ, ὅμως, ὁ λαὸς τὸν ἀποζητοῦσε καὶ τὸν ἐπανέφερε στὴν θέση του. Τελικά, ἐκοιμήθη στὸν δρόμο γιὰ τὴν τελευταία του ἐξορία. Τὸ συγγραφικό του ἔργο ἀποτελεῖται κυρίως ἀπὸ κηρύγματα, τὰ ὁποῖα μάλιστα θεωροῦνται τόσο ὁλοκληρωμένα, μὲ ἐπιχειρηματολογία ἰσχυρὴ καὶ δεινότητα ρητορική, ὥστε μέχρι καὶ τὶς μέρες μας συνιστοὺν βασικὴ πηγὴ γιὰ ὅλους τοὺς ἱεροκήρυκες. Γιὰ αὐτὸν τὸν λόγο του ἀποδόθηκε ἡ προσωνυμία τοῦ χριστιανοῦ Δημοσθένη. 
Ἡ ἑορτὴ συνέχισε νὰ ἑορτάζεται μετὰ τὸν Μαυρόποδα στὰ ὑστεροβυζαντινὰ χρόνια, ἀλλὰ καὶ μετὰ τὴν Ἅλωση, στὰ χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας, σὲ κάθε ἑλληνικὸ σχολεῖο ποὺ λειτουργοῦσε. Μετὰ τὴν Ἐπανάσταση καὶ τὴν ἀνεξαρτησία τοῦ νεοελληνικοῦ κράτους ἡ ἑορτὴ καθιερώθηκε ὡς σχολικὴ καὶ πέρασε σὲ ὅλα τὰ κατοπινὰ ἑορτολόγια. 
Στὰ πρόσωπα, λοιπόν, αὐτῶν τῶν ἁγίων ἱεραρχῶν τιμοῦμε τὴν ἑλληνικὴ παιδεία, ἡ ὁποία εἶναι σπουδαῖα λόγῳ τῶν ἀπαντήσεων ποὺ ἔδωσε στὰ καίρια τοῦ βίου. Δὲν εἶναι, δηλαδή, ζήτημα θαυμασμοῦ πρὸς ἕναν ὑψηλὸ πολιτισμό, ἀλλὰ πρωτίστως ζήτημα πρακτικό, ἑορτὴ γιὰ τὴν δημιουργία πολιτισμοῦ βιωμένου, πολιτισμοῦ ποὺ παρήγαγε τὸν ἑλληνικὸ τρόπο, τὴν ἑλληνικὴ ἰδιοπροσωπία. Εἶναι, λοιπόν, ἐξόχως μία ἑορτὴ τῶν Ἑλλήνων, ἀλλὰ καὶ κάθε ἀνθρώπου, καθὼς ἡ ἑλληνικὴ παιδεία καὶ ἡ νοηματοδότηση τῆς ζωῆς, στὴν ὁποία κατέληξε, ἔχουν χρησιμοποιηθεῖ ὄχι μόνον ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ πολλοὺς ἄλλους λαοὺς σὲ Ἀνατολὴ καὶ Δύση, καθιστῶντας την σημαντικὸ κομμάτι τῆς παγκόσμιας κληρονομιᾶς. 
Χαράλαμπος Μηνάογλου