ΙΧΘΥΣ: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ

Σάββατο 26 Αυγούστου 2023

Τί νά κάνω γιά νά κερδίσω τήν αἰώνια ζωή;

o plousios neos 1

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ

    Ὁ νεαρός πού πλησίασε, χριστιανοί μου, τόν Κύριό μας εἶχε ἤ ἀναζητήσεις, ἤ ἀπορίες γιά τήν ἀληθινή ζωή τοῦ ἀνθρώπου, πού εἶναι ἡ αἰώνια ζωή, αὐτή πού κάνει τόν ἄνθρωπο νά μήν πεθαίνει.

Τί νά κάνω, λέει στόν Ἰησοῦ, γιά νά κερδίσω τήν αἰώνια ζωή; Καί ὁ Κύριος φυσικῷ τῷ τρόπῳ τοῦ ἀπάντησε «νά τηρεῖς τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ». Γνώριζε ὡς Ἰουδαῖος ὁ νεανίας ποιές ἦταν αὐτές, ἀλλά ὁ Ἰησοῦς τοῦ ὑπενθύμισε τίς πέντε τελευταῖες ἀπό τίς δέκα ἐντολές «μή σκοτώσεις, μή μοιχεύσεις, μήν κλέψεις, μήν ψευδομαρτυρήσεις, τίμα τόν πατέρα καί τή μητέρα σου καί ἀγάπα τόν πλησίον σου ὅπως τόν ἑαυτό σου». Καί ὁ νέος ἀπάντησε ὅτι ὅλα αὐτά τά τηρεῖ «ἐκ νεότητός» του, δηλ ἀπό πολύ μικρός.

Ἠ τελειότητα ἦταν ὅμως κάπου πιό πέρα, στό νά ἀποδεσμευτεῖ ἀπό τά πολλά ὑλικά ἀγαθά («ἦτο πλούσιος σφόδρα») καί νά βοηθήσει ἔτσι τούς φτωχούς συνανθρώπους του. Καί ἐδῶ ἀρχίζει ἡ τραγικότητα τοῦ νέου αὐτοῦ, ἀλλά καί τοῦ κάθε ἀνθρώπου, πού θεωρεῖ ὅτι ἐξασφαλίζει τή ζωή μέ τή δύναμη τοῦ χρήματος καί ὄχι μέ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ. Τοῦ ζήτησε ὁ Θεός νά βγεῖ ἀπό τόν ἑαυτό του γιά νά μάθει νά ἀγαπάει ὅπως Ἐκεῖνος ἐκένωσεν Ἑαυτόν καί ἀγάπησε ἐμᾶς μέχρι θυσίας Σταυροῦ.

Ὁ νέος προτίμησε τόν κόσμο τοῦ πλούτου καί ὄχι τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀκολουθώντας τή «λογική» : Ἅμα στηρίζομαι στά χρήματα, τί τή θέλω τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Ἅμα στηρίζομαι στήν εἰκόνα πού φτιάχνω γιά τόν ἑαυτό μου, τί νά πεῖ σ΄ ἐμένα ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Ἅμα δέν ἔχω μάθει νά ἀγαπάω, νά θυσιάζω τό δικό μου, νά εἶμαι δοτικός, εἶμαι φυλακισμένος μέσα στή φυλακή, πού φτιάχνω γιά νά ἐξασφαλιστῶ. Καί εἶναι πιό τραγικό ἀκόμα νά τηρῶ τίς ἐντολές χωρίς στήν οὐσία νά ἔχω ἀγάπη. Νά ἔχω μιά διαδρομή πολλῶν χρόνων στήν Ἐκκλησία καί νά ἀποδεικνύεται ὅτι ἔχτιζα ἕνα πύργο προστασίας τοῦ ἑαυτοῦ μου. Νά τηρῶ τίς ἐντολές ὄχι γιατί ἀγαπάω τόν συνάνθρωπο, ἀλλά γιατί φοβᾶμαι τό θυμό τοῦ Θεοῦ.

Στήν οὐσία ὅμως ἐάν δέν βγοῦμε, διά τῆς ἔμπρακτης τήρησης τῶν ἐντολῶν καί διά τῆς μυστηριακῆς ζωῆς, ἀπό τόν ἑαυτό μας, σκύβουμε τό κεφάλι ὅπως ὁ νέος τῆς περικοπῆς καί ἐπιστρέφουμε στή μελαγχολική φυλακή τῆς περιχαρακωμένης προσωπικῆς καί οἰκογενειακῆς μας ζωῆς.

Πρωτ. π.Παν. Μεγαλοκονόμος