ΙΧΘΥΣ: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ

Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου 2022

Ἔρχεται!

ΑΝΑΠΕΣ

Ἡ Γέννησις τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ
 Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

«Οὐκ ἐκλείψει ἄρχων ἐξ Ἰούδα καὶ ἡγούμενος ἐκ τῶν μηρῶν αὐτοῦ, ἕ­ως ἂν ἔλθῃ τὰ ἀποκείμενα αὐτῷ, καὶ αὐτὸς προσδοκία ἐθνῶν» (Γέν. 49,10)

Ὁ Ἰακώβ, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἕνας ἀπὸ τοὺς ὀνομαστοὺς ἄνδρες τῆς παλαιᾶς διαθή­κης, γνωστὸς γιὰ τὰ 12 παιδιά του. Πέρασε θλίψεις, διώχθηκε, ξενιτεύτηκε, ἀπατήθηκε –ὅ­πως κι αὐτὸς κάποτε ἀπάτησε–, ἤπιε πικρὰ ­ποτήρια. Τώρα ἡ ζωή του, ὅπως ὅλων, φτάνει πιὰ στὸ τέλος. Εἶνε 147 ἐτῶν καὶ φεύγει. Ἀ­π᾽ τὸ Θεὸ ξεκίνησε, στὸ Θεὸ ἐπιστρέφει. Ἐν ὄψει τῆς αἰ­ωνιότητος, ποὺ τὸν περιμένει, θέλει ν᾽ ἀ­ποχαιρετίσῃ τὰ παιδιά του, νὰ δώσῃ σὰν πατέρας στὸν καθένα τὴ συμβουλή του. Ὁ νοῦς του ὅμως αὐτὴ τὴν ὥρα ἐλ­λάμπεται, φωτίζεται· βλέπει τί θὰ συμβῇ στὸ μακρινὸ μέλλον.

Ἐλᾶτε γύρω μου, λέει, νὰ σᾶς πῶ τί θὰ συν­­­αντήσετε «ἐπ᾽ ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν» (Γέν. 49,1). Ποιός μπορεῖ νὰ προβλέψῃ τὸ μέλλον! γι᾽ αὐ­τὸ τὰ λόγια ποὺ θὰ πῇ ἔχουν μεγάλη σπουδαι­ότητα. Γραμμένα πρὶν ἀπὸ χιλιάδες χρόνια στὴ Βί­βλο, βλέπει ὁ μελετη­τὴς ὅτι βρῆκαν καταπληκτικὴ ἐκπλήρωσι στὰ γεγο­νότα τῆς ἱστορίας. Θαῦμα! δὲν ὑπάρχει ἄλλη ἐξήγησι· μόνο ἡ ἁγία Τριάδα φωτίζει κάποιους καὶ μπο­ροῦν νὰ προβλέψουν τὰ μέλλοντα.

Ἀπ᾽ ὅλα τὰ λόγια του ἰδιαίτερη σημασία ἔ­χει ἕ­νας στίχος ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ εἶπε στὸν τέταρτο γυιό του, τὸν Ἰούδα. «Οὐκ ἐκλείψει», λέει ὁ γέροντας Ἰακώβ, «ἄρχων ἐξ Ἰούδα καὶ ἡγούμενος ἐκ τῶν μη­ρῶν αὐτοῦ, ἕως ἂν ἔλ­θῃ τὰ ἀποκείμενα αὐτῷ, καὶ αὐτὸς προσδοκία ἐθνῶν» (ἔ.ἀ. 49,10). Ἡ φυλὴ τοῦ Ἰούδα, δηλαδή, θὰ εἶνε ἡγετική, ἀπ᾽ αὐτὴν θὰ βγαίνουν ὅλοι οἱ κυβερνῆτες, μιὰ ἁλυσίδα ἀπὸ βασιλιᾶδες· κάποτε ὅμως ἡ ἁλυσίδα αὐτὴ θὰ διακοπῇ, θὰ πάψῃ ἡ φυλὴ νὰ βγάζῃ βασιλιᾶδες…
Αὐτὴ εἶνε ἡ περίφημη προφητεία, ποὺ ἐλέχθη τὸν 18ο π.Χ. αἰῶνα. Καὶ ἀνοίγοντας τὴν ἱ­στορία τοῦ Ἰουδαϊκοῦ ἔθνους βλέπουμε, ὅτι ὄν­τως ἡ φυλὴ τοῦ Ἰούδα ἐπὶ αἰῶ­νες κρατοῦ­σε τὸ βασιλικὸ σκῆ­πτρο. Ἀλλὰ θὰ ἐρχόταν ἐ­ποχὴ ποὺ οἱ Ἰουδαῖοι θὰ πενθοῦσαν για­τὶ ὁ θρόνος Δαυῒδ καὶ Σολομῶντος θὰ ἔμενε κενός. Γιὰ πάντα κενός; Ὄχι. Ποιός θὰ τὸν κατε­­λάμβανε; Ἐκεῖνος, λέει ἡ προφητεία, στὸν ὁποῖο ὁ Θεὸς θὰ ἀναθέσῃ τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τῆς ἀνθρωπότητος. Αὐτὸς θὰ εἶνε ὁ νέος βασιλεύς, αὐτὸς θὰ εἶνε ἡ «προσδοκία», ἡ ἐλπίδα τῶν ἐθνῶν.

* * *

Προτοῦ δοῦμε ἂν καὶ πότε ἐκπληρώθηκε ἡ προφητεία αὐτή, πρέπει νὰ ποῦμε, ὅτι αὐτὴ στάθηκε γιὰ τὸν ἰουδαϊκὸ λαὸ σὰν πολικὸς ἀ­στέρας, ποὺ τοὺς καθωδηγοῦσε στὴν πορεία τους, ὥστε καὶ στὶς πιὸ δύσκολες συνθῆκες νὰ μὴ χάνουν τὴν ἐλ­πίδα τους, κι ἀπ᾽ τὸ πιὸ βαθὺ σκοτάδι νὰ ἐλπίζουν ὅτι θὰ προβάλῃ ὁ βασιλεὺς ἐκεῖ­νος, ὁ Ἥλιος ποὺ θὰ φωτίσῃ ὄχι μόνο τὸ δικό τους ἔθνος ἀλλὰ ὅλα τὰ ἔ­θνη τῆς γῆς. Ἐπὶ τῆς δικῆς του βασιλείας οἱ ἄν­θρω­ποι θὰ ζοῦν σὲ πρωτοφανῆ εἰρήνη καὶ εὐτυχία. Στὴν ὕπαιθρο τὰ ζῷα θὰ βόσκουν ἄφοβα μὲ ἀσφάλεια, θὰ δένουν τὸ πουλάρι μὲ τοὺς ἕλικες τοῦ κλή­ματος, ἡ χώρα θὰ ἔχῃ πλοῦτο, τὸ κρασὶ θὰ τρέ­χῃ ἄ­φθονο σὰν τὸ νερό, θὰ πλένουν τὰ ῥοῦχα τους «ἐν αἵματι σταφυλῆς» (μὲ μοῦ­στο), τὰ μάτια θά ᾽νε χαρωπά, τὰ πρόσωπα θὰ λάμπουν, τὰ δόν­τια θά ᾽νε πιὸ λευκὰ ἀπ᾽ τὸ γάλα (βλ. Γέν. 49,11-12). Εἰκόνες βέβαια αὐτὰ καὶ ἀλληγορίες, ποὺ παριστάνουν τὴν τρισ­ευ­τυχισμένη ζωὴ ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, τὴν ὁ­ποία ἀτενίζει τὸ βλέμμα τοῦ πατριάρχου Ἰακώβ.
Σὰν ἄστρο ἡ προφητεία αὐτὴ ὡδηγοῦσε τὸν Ἰσ­ρα­ήλ. Καὶ ὅταν περιπέτειες καὶ ἐθνικοὶ κίνδυνοι σκέπαζαν τὴ λάμψι του κ᾽ ἔπεφτε στὶς ψυχὲς ἀπελπισία καὶ δειλία, σηκώνον­ταν ἐν μέσῳ τοῦ λαοῦ οἱ προφῆτες, ἀναζωογονοῦ­σαν τὴν ἐλπίδα, προσέθε­ταν νέα στοι­χεῖα, συμπλήρωναν μὲ νέες λεπτομέρειες τὴν εἰ­κόνα τοῦ ἀναμενόμενου Μεσσία· κι ὅ­σο πλησίαζε ἡ χρόνος τῆς ἐκπληρώσεως, τὸ ἄ­στρο ἔλαμπε ὅλο καὶ πιὸ ζωηρά. Ὁ Μεσσίας ἔρχεται!
Ἀλλὰ καὶ κάτι ἄλλο ὀφείλουμε νὰ προσθέσουμε. Τὴν προφητεία αὐτὴ στὸ πρωτότυπο βέ­βαια τὴν κρατοῦσαν οἱ Ἰουδαῖοι, ἀντίγραφά της ὅμως κυκλοφοροῦσαν σὲ ὅλο τὸν κόσμο. Ἀπὸ τὰ στόματα δηλαδὴ τῶν κατοίκων ὄχι μόνο τῆς Παλαιστίνης ἀλλὰ καὶ ὅλων τῶν περάτων τῆς γῆς ἐπαναλαμβανόταν σὲ διάφορες γλῶσσες καὶ παραλλαγὲς ἡ ἴ­δια προφητικὴ φωνή. Παντοῦ ὁ πόθος γιὰ μιὰ παν­ανθρώπινη ἀλλαγὴ τοῦ κλίματος, παντοῦ ἡ ἐλ­πί­δα ὅτι θὰ ἔλθῃ ὁ Δυνατός, ὁ Σοφός, ὁ Ἅ­γι­ος, ποὺ θὰ συντρίψῃ τὸ κακό, θὰ φωτίσῃ τὸν κόσμο, θ᾽ ἀπαλλάξῃ τὴν ἀνθρωπότητα ἀ­πὸ τὰ δεινὰ ποὺ τὴ μαστί­ζουν. Παγκόσμια ἀναμονή. Ὅπου κι ἂν πήγαινε καν­­είς, θὰ ἄκουγε ἀπ᾽ τὰ βάθη τῆς ἀνθρώπινης καρδιᾶς νὰ βγαίνῃ ἕ­νας βαθὺς ἀναστεναγμὸς γιὰ τὴν ἄ­βυσσο ὅ­που κατρακύλισε τὸ ἀνθρώπινο γένος, ἀλλὰ καὶ μιὰ ἐλπίδα ὅτι θ᾽ ἀνατείλῃ φῶς, θὰ ἔλθῃ ἡ «ἀνατολὴ ἐξ ὕψους» (Λουκ. 1,78). Ἔρχεται ὁ Λυτρωτής!
Οἱ ἱστορικοί, ὅσοι βλέπουν βαθύτερα τὰ γεγονό­τα καὶ φιλοσοφοῦν, μένουν ἐκστατικοὶ μπροστὰ στὸ ἑξῆς φαινόμενο. Ὅλος ὁ προχριστιανικὸς κόσμος βρίσκεται σὲ μιὰ ζωηρὴ ἀναμο­νὴ κάποιου προ­σώπου ἱκανοῦ νὰ λυτρώ­σῃ τὸν κόσμο. Καὶ Ἕλ­ληνες καὶ Αἰγύπτιοι καὶ Πέρσες καὶ Κινέζοι καὶ Ἰν­δοὶ κι αὐτοὶ ποὺ κατοικοῦσαν στὰ πιὸ ἀπόμακρα νησιά, ὅ­λοι ζοῦσαν περιμένοντας κάποιον ποὺ θὰ λύτρωνε τὴν ἀνθρωπότητα. Ἡ ἰδέα ὅτι ὅπου νά ᾽νε ἔρχεται ὁ Δυνατὸς εἶχε ταράξει κι αὐτὴν ἀκόμη τὴ μακαριότητα τῶν βραχμάνων (ἱερέων τῶν Ἰνδῶν). Ἂν κάποιος ἐρευνητής, ἀπ᾽ ὅλες τὶς χῶρες τοῦ τότε γνωστοῦ κόσμου ἀλλὰ κ᾽ ἐκείνου ποὺ ἀνακαλύφθηκε ἀργότερα, εὕρισκε καὶ συνέλεγε τὶς ἰδέες, τοὺς χρησμούς, τοὺς μύθους, τὶς κατὰ τόπους παραδό­σεις, θὰ σχημάτιζε ἕναν ὀγκώδη τόμο μὲ τὴν ἐ­πιγραφὴ «Προσδοκία τῶν ἐθνῶν». Ὅλα συγκλίνουν σὲ ἕνα, στὸν πόθο λυτρώσεως, ποὺ ζωηρὰ ἐξ­έφραζαν οἱ Σιβύλλες (γυναῖκες τῆς ἀρχαιότητος μὲ μαντικὲς ἱκανότητες) ὡς ἑξῆς.
«Ἔλα λοιπόν, ποθητὲ ἀπόγονε τοῦ οὐρανοῦ, μεγάλε βλαστὲ τοῦ Διός! Ὁ προαναγγελ­μένος χρόνος πλησιάζει· ἔλα νὰ λάβῃς τὶς μεγάλες τιμὲς ποὺ σοῦ πρέπουν. Γιά δές· ὅ­λος ὁ κόσμος σαλεύεται στὸν ἐρχομό σου· ἡ γῆ, ἡ θάλασσα κι ὁ οὐρα­νὸς ταράζονται, ὅλα σκιρτοῦν στὸ πλησίασμα τῆς μελλοντικῆς νέας ἐποχῆς».
Τὸν πόθο τῆς λυτρώσεως, τὴν ἐλπίδα τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ λυτρωτοῦ, ὅτι ζυγώνει τὸ τέλος τῶν δει­νῶν, μὲ τὸν πιὸ δραματικὸ τρόπο ἐξέφρασε ὁ ποιητὴς Αἰσχύλος στὴν τραγῳδία του «Προμηθεὺς δεσμώτης». Ἀλλὰ καὶ ὁ φιλόσοφος Σωκράτης, ἀπολογούμενος στὴν Ἀ­θήνα ἐμπρὸς στοὺς δικαστάς του, εἶπε τὸν περίφημο ἐκεῖνο λόγο· «Θὰ ἐξακολουθῆτε νὰ κοιμᾶστε μέχρις ὅτου ὁ θεὸς σᾶς λυπηθῇ καὶ στείλῃ κάποιον ἄλλο». Καὶ ἐπὶ λέξει· «Καθεύδοντες διατελοῖτε ἄν, εἰ μή τινα ἄλλον ὁ θεὸς ὑμῖν ἐπιπέμψειε κηδόμενος ὑμῶν» (Πλάτ. Ἀπολογ. Σωκρ. 18[31α]).

* * *

Ἡ προφητεία τοῦ Ἰακὼβ διαδιδόταν στὴν οἰκουμένη. Ὁ κόσμος ὅλος ἀπ᾽ τὴν Ἀνατολὴ ὣς τὴ Δύσι κι ἀπ᾽ τὸ Βορρᾶ ὣς τὸ Νότο περίμενε μὲ ἀγωνία τὸν Ποθητό, ποὺ ἡ φαντασία τῶν λαῶν τὸν κοσμοῦ­σε μὲ μύριους τρόπους. Καὶ ὁ Ποθητὸς τῶν ποθητῶν, ὁ Σοφὸς τῶν σοφῶν, ὁ Δυνατὸς τῶν δυνατῶν, «ὁ Βασιλεὺς τῶν βασιλευόντων καὶ Κύριος τῶν κυριευόντων» (Α΄ Τιμ. 6,15· βλ. & Ἀπ. 16), ὁ Ἅγιος τῶν ἁγί­ων ἦλθε! Μπῆκε στὸν κόσμο ὄχι μὲ κάποια θριαμβευτικὴ ἁψῖδα, ἀλλὰ σὰν ὁ ταπεινότερος ἀπ᾽ ὅ­λους τοὺς ἀνθρώπους. Γεννήθηκε σὲ φάτνη ἀλόγων. Ὤ, τί μυστήριο ἀνερμήνευ­το! Ἦλθε –καὶ ἐδῶ ἐφιστῶ τὴν προσοχή σας– σὲ ἐποχὴ πού, σύμφωνα μὲ τὴν προφητεία αὐτὴ τοῦ Ἰακώβ, ἐπάνω στὸ θρόνο τοῦ βασιλείου τοῦ Ἰούδα δὲν ὑπῆρχε πλέον βασιλιᾶς. Τὸ βασίλειο εἶχε καταλυθῆ. Ὁ Ἰουδαϊ­κὸς λαὸς βρισκότων ὑπὸ κατοχήν. Κυριαρχοῦσε ἡ ῾Ρώμη. ῾Ρωμαῖος ἡγεμόνας, ὁ πραίτωρ, διοικοῦσε τὴν Παλαιστίνη μὲ ἕδρα του τὴν Ἰερουσαλήμ. Ὁ βασιλιᾶς Ἡρῴδης, ποὺ στὶς φλέβες του ἔτρεχε αἷμα Ἰ­δου­μαίου, ἦταν μιὰ θλιβερὴ εἰκόνα πεσμένης βασι­λείας. Ἀληθινὸς Ἰουδαῖος βασιλιᾶς δὲν ὑπῆρχε. Ἀλλ᾽ οὔτε καὶ ἀληθινὸς ἀρχιερέας. Ὁ Ἄννας καὶ ὁ Καϊάφας ἦταν ἄλλες θλιβερὲς εἰκόνες, γελοι­ογραφίες μιᾶς ἀρχιερωσύνης ποὺ κατέπεσε σὲ βάθος διαφθορᾶς. Ἡ προφητεία τοῦ Ἰακὼβ ἐκπληρώθηκε στὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὄχι μόνο αὐτή, ἀλλὰ καὶ ὅλες οἱ προφητεῖες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης στὸ Χριστὸ βρῆκαν τὴν ἐπλήρωσί τους. Καὶ αὐτὴ ἡ μέχρι λεπτομερειῶν ἐκπλήρωσι τῶν προφητειῶν ἀποτελεῖ ἕνα θαῦμα, ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα, ποὺ μία μόνο ἐξήγησι ἔχει· ὅτι ὁ Θεὸς ὁ αἰώνιος διὰ τῶν ἐκλεκτῶν του δούλων θέλησε καὶ προανήγγειλε τὸ μέγιστο γεγονὸς τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας, τὴ Γέννησι τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ.
–Μὰ οἱ Ἑβραῖοι, θὰ πῇ κάποιος, δὲν πιστεύουν ὅτι ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος εἶνε ὁ προφητευμένος Μεσσίας.
Κ᾽ ἐμεῖς ἐρωτοῦμε. Ἂν οἱ προφητεῖες τῆς Παλαι­ᾶς Διαθήκης δὲν ἔχουν ἐφαρμογὴ στὸν Ἰησοῦ τὸ Ναζωραῖο, τότε σὲ ποιόν ἄλλον ἀπ᾽ ὅσους ἐμφανίστη­καν στὸν κόσμο ἔχουν ἐφαρμογή; Οἱ Ἰουδαῖοι, ὅσο καὶ ἂν πασχίσουν νὰ βροῦν τέτοιο πρόσωπο, δὲν θὰ βροῦν. Ἡ οὐράνια στολή, τὴν ὁποία βελονιὰ – βελονιὰ ἔπλεξαν οἱ προφῆτες, μόνο στὸν Ἰησοῦ ταιριάζει. Κάθε ἀπόπειρα ν᾽ ἀποδώσουν τοὺς ὑ­πέροχους χαρακτηρισμοὺς τῶν προφητῶν σὲ ἄλ­λο πρόσωπο, θὰ προκαλέσῃ τὸ γέλιο, ὅπως γέλιο θὰ προκαλοῦσε ἡ ἀπόπειρα κάποιου νὰ ντύσῃ ἕνα νᾶνο μὲ στολὴ ῥαμμένη γιὰ κάποιον γίγαντα. Οἱ προφητεῖες γιὰ τὸ Μεσσία, ἐπαναλαμβάνουμε, μόνο στὸν Ἰησοῦ τὸ Ναζωραῖο βρίσκουν τὴν ἐκπλήρωσί τους. Καὶ οἱ Ἑβραῖοι, μὴ μπορώντας νὰ βροῦν ἄλλο πρόσωπο καὶ νὰ ποῦν «Νά ὁ Μεσσίας!», γιατὶ θὰ γελοιοποιηθοῦν σ᾽ ὅλο τὸν κόσμο, μεταθέτουν τὶς ἐλπίδες γιὰ τὸ μέλλον.
Οἱ Ἑβραῖοι ἐξακολουθοῦν νὰ περιμένουν τὸ Μεσσία. Τί θλιβερό! Ὁ ἥλιος νὰ μεσουρα­νῇ, νὰ λού­ζῃ μὲ τὶς ἀκτῖνες του τὴ γῆ, κι αὐτοὶ νὰ λένε ὅτι δὲν ἀνέτειλε ἀκόμη.
Ἀλλὰ μήπως τὸ πάθημα αὐτὸ εἶνε μόνο τῶν ἀπιστούντων Ἑβραίων; Εἶνε δυστυχῶς καὶ πολλῶν ἄλλων, ἀμέτρητων λεγομένων σήμερα χριστιανῶν πού, ἐνῷ τὸ φῶς ἦλθε, δὲν πιστεύουν στὸ φῶς, δὲν πιστεύουν στὸν Σωτῆρα τοῦ κόσμου, ἀλλὰ κυλιόνται στὰ σκοτάδια τῆς πλάνης καὶ τῆς ἁμαρτίας, καὶ μὲ τὴ νοσηρὴ φαν­τασία τους πλάθουν ψευτοσωτῆρες, μύθους, στὸ βάθος τῶν ὁποίων, ἂν ὑ­πάρ­χῃ ἕνας κόκκος ἀληθείας, αὐτὸς εἶνε ἡ αἰώνια νοσταλγία τῆς ἀνθρώπινης καρδιᾶς, ποὺ μόνο στὸ Χριστὸ βρίσκει τὴν ἀνάπαυσι. Γιατὶ ὁ Χριστὸς εἶνε ἡ ἐλπίδα τοῦ κόσμου. Αὐτὸς καὶ μόνο.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἄρθρο ποὺ δημοσιεύθηκε ὑπὸ τὸν ἀρχικὸ τίτλο «Προσδοκία ἐθνῶν» στὸ περιοδικὸ «Σταυρός» (τ. 58/Δεκ. 1965, σσ. 177-181) καὶ ἀναδημοσιεύθηκε ὑπὸ τὸ νέο τίτλο «Ἔρχεται!» στὸ βιβλίο «Χριστούγεννα» (Ἀθῆναι 1988, σσ. 28-39). Μεταγλώττισις στὴν ὁμιλουμένη σήμερα καὶ σύντμησις 19-10-2022.