ΙΧΘΥΣ: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ

Κυριακή 6 Νοεμβρίου 2022

Ὄχι εργα του Νομου, ἀλλα εργα της Πιστεως!

Ο αποστ.. Παυλος Κυριακὴ ΚΑ (Δ΄ Λουκ.) (Γαλ. 2,16-20)
Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

«Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός» (Γαλ. 2,20)

Καὶ πάλι ὁ Παῦλος, ἀγαπητοί μου, ὁ μέγας Παῦλος, γίνεται διδάσκαλός μας. Στὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα (βλ. Γαλ. 2,16-20) μᾶς δι­δάσκει μία μεγάλη ἀλήθεια τῆς πίστεώς μας, μᾶς παραδίδει ἕνα σπουδαῖο μάθημα. Ποιό εἶ­­­νε τὸ μάθημα; Ὅτι «οὐ δικαιωθή­σεται ἐξ ἔρ­γων νόμου πᾶσα σάρξ» (ἔ.ἀ. 2,16)· ὅτι κανένας ἄν­θρωπος δὲν εἶνε δυνατὸν νὰ σωθῇ, νὰ λά­βῃ ἄφεσι – συγχώρησι τῶν ἁμαρτημάτων του, ἀ­κό­μα καὶ ἂν τηρήσῃ μὲ ἀ­κρίβεια ὅλα τὰ ἔργα τοῦ Νόμου, τοῦ μωσαϊκοῦ Νόμου.

Ποιά εἶνε τὰ ἔρ­γα τοῦ Νόμου; Ἂς ποῦμε με­­ρικά. Εἶνε π.χ. ἡ περιτομὴ τῆς σαρκός, μία ἐ­πέμβασι ποὺ γινόταν σὲ κάθε ἀρσενικὸ παι­δὶ τὴν ὀ­γδόη ἡμέρα ἀπὸ τὴ γέννησί του· εἶνε ἡ ἀρ­γία τοῦ σαββάτου, ἡ ὁποία ἐπέβαλλε ἀ­νά­γνωσι τῆς Βίβλου καὶ προσευχὴ στὴ συν­αγωγή, ἀ­ποχὴ ἀπὸ καθημερινὲς ἀσχολί­ες, ἀπὸ μα­κρινὲς με­τακινήσεις, γενικὴ ἀνάπαυσι· εἶ­νε ἡ νου­μηνία ἢ νεομηνία, ὁ ἑορτασμὸς δηλαδὴ τῆς πρωτομηνιᾶς μὲ σάλπιγγες ποὺ ἠ­χοῦ­σαν καὶ μὲ ὡρισμένες θυσίες ποὺ προσ­­φέρον­­ταν· πολλὲς ἄλλες θυσίες μικρῶν καὶ με­γάλων ζῴων ἢ ξηρῶν καὶ ὑγρῶν καρπῶν· καὶ ἀ­κόμη πολλοὶ ῥαντισμοί, πλύσεις καὶ καθάρσεις μὲ νερό… Οἱ πράξεις ποὺ διέταζε ὁ μωσαϊ­κὸς Νόμος λέγονταν γενικὰ «ἔργα τοῦ Νόμου».

Οἱ διατάξεις αὐτὲς ἦταν πάρα πολλές, ὅ­πως βλέπει αὐτὸς ποὺ μελετᾷ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη. Ἦταν τόσο τὸ πλῆθος καὶ τόσες οἱ λεπτομέρειές τους, ὥστε τελικὰ καταντοῦ­σε ἀδύνατον νὰ ἐφαρμό­σῃ κανεὶς ὅλα αὐτά. Ἀλ­λὰ καὶ ἂν ὑποτεθῇ ὅτι κάποιος κατορθώνει νὰ τὰ ἐφαρμόσῃ, καὶ πάλι μ᾽ αὐτὰ δὲν μπορεῖ νὰ λάβῃ τὴ συγχώρησι τῶν ἁμαρτιῶν του. Αὐ­τὸ λέει σήμερα ὁ ἀπόστολος Παῦλος.
Μὲ ἄλλα λόγια εἶνε σὰν νὰ τοὺς ἔλεγε· Ὦ Ἰ­ουδαῖοι, ἐσεῖς ποὺ μένετε προσκολλημένοι στὶς ἄγονες διατάξεις τοῦ Μωυσῆ, μὴν ἀ­πα­τᾶ­σθε! Ὅσα ἀπ᾽ αὐτὰ καὶ ἂν τηρήσετε, σωτηρία δὲν βρίσκετε. Ὅσο καὶ ἂν πλυθῆτε μέσα στὰ νε­ρὰ τῶν πηγῶν ἢ τοῦ Ἰορδάνου ποταμοῦ, ὅ­σες αἱματη­ρὲς θυσίες ζῴων ἢ δαπανη­ρὲς προσφορὲς καρπῶν καὶ ἂν κάνετε, ὅσο καὶ ἂν κοπιάσετε, δὲν μπορεῖτε μόνοι σας νὰ κερδίσετε τὴ σωτηρία. Δὲν φεύγει ἀπὸ πάνω σας τὸ αἴσθημα τῆς ἐνοχῆς. Ἡ ἁμαρτία εἶνε σὰν ἕ­­­να μεγάλο βου­νό, ποὺ πλακώνει τὰ στήθη· ἡ ἐνοχὴ γιὰ τὴν ἁμαρτία δὲν ἐξαφανίζεται μὲ ἔργα τοῦ Νόμου. Ἕνα εἶνε τὸ σωτήριο φάρ­μα­κο, ποὺ καθαρίζει τὴ συνείδησι καὶ μπορεῖ νὰ παρουσιάσῃ τὸν ἄνθρωπο λευκὸ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ· τὸ φάρμακο εἶνε, νὰ πιστέψετε στὸν Ἰ­ησοῦ Χριστό· ὅτι μόνο αὐτὸς μὲ τὴ σταυρικὴ θυσία του καὶ τὴ δύναμι τῆς ἀναστάσεώς του λυτρώνει τὸν ἁμαρτωλό· νὰ πιστέψετε βαθειά, ὅτι μόνο ὁ Χριστὸς μὲ τὸ τίμιο αἷμα του σῴζει κάθε ἁμαρτωλὴ ψυχή.
Καὶ γιὰ νὰ πείσῃ καθένα ποὺ ἀμφιβάλλει, ὁ ἀ­πό­στολος Παῦλος δὲν παραλείπει ν᾽ ἀναφέ­ρῃ ὡς παράδειγμα τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό του, ἀ­φοῦ ὅ­λοι γνώριζαν ὅτι ἀπὸ μικρὸς εἶχε ζήσει μὲ κάθε ἀκρίβεια καὶ συνέπεια τὴ θρησκεία τοῦ μωσαϊκοῦ Νόμου. Κ᾽ ἐγὼ ὁ ἴδιος, λέει, ἐ­πειδὴ δὲν μπόρεσα παρ᾽ ὅλες τὶς προσπάθειές μου νὰ βρῶ τὴ λύτρωσι στὰ ἔργα τοῦ μωσα­ϊκοῦ Νόμου, γι᾽ αὐτὸ τὰ ἐγκατέλειψα καὶ πίστεψα στὸ Χριστό, γιὰ νὰ δικαιωθῶ.
Μὲ τὰ λόγια του αὐτὰ ὁ ἀπόστολος Παῦ­λος προφύλαξε τοὺς ἀρχαίους Χριστιανούς, τοὺς Γαλάτες (ἐκείνους ποὺ κατοικοῦσαν γύρω ἀπὸ τὴν Ἄγκυρα, τὴ σημερινὴ πρωτεύουσα τῆς Τουρκίας), ἀπὸ τὴν πλάνη ὅτι μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ σωθῇ τηρώντας τὶς νομικὲς δι­ατάξεις τῆς Μωσαϊκῆς θρησκείας.

* * *

⃝ Ἀλλὰ μὲ τὴ θεόπνευστη αὐτὴ διδασκαλία, ἀγαπητοί μου, προφυλάσσει κ᾽ ἐμᾶς τοὺς ση­μερινοὺς Χριστιανοὺς ἀπὸ μία παρόμοια πλάνη. Ὅπως τότε οἱ Γαλάτες θεωροῦσαν τὰ ἔρ­γα τοῦ Νόμου τόσο ἀναγκαῖα γιὰ νὰ σωθοῦν, ἔτσι καὶ σήμερα πολλοὶ Χριστιανοὶ νομίζουν ὅ­­τι μποροῦν νὰ σωθοῦν μὲ τὰ δικά τους καλὰ ἔρ­γα. Πρόκειται γιὰ παρόμοια πλάνη.
Τὰ ἔργα τοῦ Χριστιανοῦ, ὅσο καλὰ καὶ ἅγια κι ἂν εἶνε, δὲν μποροῦν μόνα τους νὰ τοῦ ἀ­νοίξουν τὴν πόρτα τοῦ παραδείσου. Ἂν ἦ­ταν ἔτσι, τότε δὲν χρειαζόταν ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ νὰ γίνῃ ἄνθρωπος καὶ νὰ θυσιαστῇ γιὰ μᾶς. Ἡ ἐν­ανθρώπησί του καὶ ἡ θυσία του δείχνουν, ὅ­τι αὐτὰ ἦταν ἀπαραίτητα γιὰ νὰ σωθῇ τὸ ἀν­θρώπινο γένος. Ἐδῶ βρίσκεται τὸ μυστήριο τῆς σω­τηρίας μας. Ἐκεῖνο ποὺ μᾶς σῴζει εἶνε νὰ πιστέψουμε στὸ Χριστό, ὅτι αὐτὸς εἶνε ὁ σωτή­ρας καὶ λυτρωτής μας. Σωθήκαμε μὲ τὸ ἄσπιλο αἷμα του! Αὐτὸ ποτέ μὴν τὸ λησμονήσουμε. Ὅσο ἀξίζει μιὰ σταλαγματιὰ ἀπὸ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας, δὲν ἀξίζουν ὅ­λες οἱ ἀσκήσεις, οἱ προσευχές, οἱ νηστεῖες, οἱ ἐ­λεημοσύνες καὶ ἀγαθοεργίες, ὅλες οἱ ἀρε­τὲς καὶ ἁγιωσύνες, ὅλα τὰ μαρτύρια καὶ ὅλα τὰ θαύματα ὄχι ἑνὸς ἁγίου ἀλλὰ ὅλων μαζὶ τῶν ἀγίων.
Ἀκόμη πιὸ ἁπλᾶ. Αὐτὸς ποὺ ἁ­μαρτάνει, ὅσο καὶ ἂν πασχίσῃ, ὅ­σες λαμ­­πάδες κι ἂν ἀνάψῃ, ὅ­σα θυμιάματα καὶ ἂν κά­ψῃ, ὅσα ἀφιερώματα καὶ ἂν κάνῃ, ὅσες ἐκκλη­σίες καὶ ἂν χτίσῃ, ὅσα χρήμα­τα καὶ ἂν δώσῃ, ἀκόμη καὶ ἂν λειώσῃ τὸ κορμί του στὴν ἄσκησι, μόνος του δὲν μπο­ρεῖ νὰ ξεπλύνῃ μιὰ ἁ­μαρτία του. Γιὰ νὰ βρῇ τὴν ἄ­φεσι, πρέπει νὰ προσπέσῃ στὸ Χριστὸ καὶ νὰ πῇ· Χριστέ μου, εἶμαι ἕνα μαῦρο βρωμερὸ κου­ρέλι· τὸ κουρέλι αὐ­τὸ μόνο ἐσὺ μπορεῖς νὰ τὸ καθαρίσῃς μὲ τὸ τίμιο αἷμα σου. Πιστεύω ὅτι «Χριστὸς Ἰησοῦς ἦλθεν εἰς τὸν κόσμον ἁμαρτωλοὺς σῶ­σαι, ὧν πρῶτός εἰμι ἐγώ» (Α΄ Τιμ. 1,15).
⃝ Ἀλλὰ γιὰ νὰ ἐξηγούμεθα! Ἀφοῦ πιστέψῃς καὶ καθαριστῇς, στὸ ἑξῆς ἔχεις πλέον χρέος νὰ ζήσῃς ζωὴ καθαρή, ἁγία, ἀφωσιωμένη στὸν Κύριο. Νὰ προσκολληθῇς στὸ Σωτῆρα Χριστό. Ἂν προσκολληθῇς σ᾽ αὐτὸν ὅπως τὸ βρέφος προσκολλᾶται στὴ μάνα του, τότε θὰ νιώ­σῃς καὶ θὰ πῇς κ᾽ ἐσὺ μαζὶ μὲ τὸν ἀπόστολο Παῦλο τοῦτα τὰ λόγια· «Χριστῷ συν­­εσταύρωμαι (ἔχω σταυρωθῆ μαζὶ μὲ τὸ Χριστό)· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐ­γώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός (καὶ τώρα πιὰ δὲν ζῶ ἐγώ, ἀλλὰ μέσα μου ζῇ ὁ Χριστός)» (Γαλ. 2,20).
Κι ἀφοῦ πιστέψῃς στὸ Χριστό, τότε νὰ κά­νῃς δύο πράγματα – καὶ αὐτὰ δὲν εἶνε ἔργα τοῦ Νόμου ἀλλὰ εἶνε ἔργα τῆς Πίστεως (βλ. Α΄ Θεσ. 1,3. Β΄ Θεσ. 1,11. Ἰακ. 2,18)· πρῶτον νὰ σκοτώσῃς ἕνα λῃ­στή, καὶ δεύτερον νὰ θρέψῃς τὸ Χριστό.
Ποιός εἶνε ὁ λῃστὴς ποὺ πρέπει νὰ σκοτώσῃς; Ἄ, ὁ λῃστὴς αὐτὸς δὲν ἔχει τὸ λημέρι του στὰ ἄγρια βουνά· εἶνε πολὺ κοντά μας, ἔχει θρονιαστῆ στὴν καρδιά μας. Ὁ λῃστὴς εἶ­­νε τὸ πονηρό μας θέλημα, ἡ ἁμαρτία! Αὐτὸ διευθύνει κ᾽ ἐμεῖς σὰν γκαρσόνια καὶ σκλάβοι ἐκτελοῦμε τὰ θελήμα­τά του! Ἔ, αὐτὸ πρέπει νὰ ἐξοντωθῇ. Νὰ σταυρώσουμε τὴ γλῶσσα· νὰ μὴ λέῃ ψέμα, κοτσομπολιό, κατάκρισι, αἰ­σχρολογία, συ­­κοφαν­τία, βλασφημία. Νὰ σταυρώσουμε τὸ χέρι, νὰ μὴν κλέβῃ καὶ ἀδικῇ, νὰ μὴ χτυπάῃ ἢ νὰ μουν­τζώνῃ· εἶδα –φρικτὸ θέαμα– μάνα νὰ σφακελώνῃ τὸ παιδί της!… Νὰ σταυρώσουμε τὰ πόδια, νὰ μὴν τρέχουν στὰ σοκά­κια τῆς ἁ­μαρτίας καὶ τῆς πλάνης. Νὰ σταυρώ­σουμε τὴν καρδιά, νὰ πονάῃ τὸ φτωχό, νὰ μι­σῇ τὸ κακό, νὰ μὴν ἐπιθυμῇ τὸ πονηρό, νὰ μὴν κά­νῃ ἔρωτες παράνομους καὶ ἀπατηλούς. Αὐτὸ σημαίνει τὸ «Χριστῷ συν­­εσταύρωμαι».
Καὶ τὸ δεύτερο; «ζῶ οὐκέτι ἐ­γώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός». Στὴ θέσι δηλαδὴ τοῦ λῃστοῦ νὰ βάλουμε τὸ Χριστό· τὴ δικαιοσύνη, τὴν ἀ­γάπη, τὴν πραότητα, τὴν ἀλήθεια. Τὸ τιμόνι τῆς ψυχῆς μας νὰ μὴν τὸ κρατάῃ πιὰ ὁ λῃ­στὴς – ὁ διάβολος. Ὁλόκληρη τὴ ζωή μας νὰ τὴ διευθύνῃ ὁ Χριστός· ἡ γλῶσσα μας γλῶσ­σα Χριστοῦ, ἡ σκέψι μας σκέψι Χριστοῦ, ἡ καρδιά μας καρδιὰ Χριστοῦ.
Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στὴν ἑρ­μηνεία τοῦ χωρίου αὐτοῦ λέει· «Λέγοντας ὁ Παῦλος “Χριστῷ συνεσταύρωμαι” ἐννοεῖ τὸ ἅ­γιο βάπτισμα (ὅπου ὁ πιστὸς πεθαίνει καὶ ἀ­νασταίνεται μαζὶ μὲ τὸ Χριστό). Καὶ λέγοντας “ζῶ οὐκέτι ἐγώ” ἐννοεῖ τὴ ζωὴ ποὺ ὀφείλουν νὰ κάνουμε οἱ χριστιανοί, μὲ τὴν ὁποία νεκρώ­νονται τὰ μέλη μας ὥστε νὰ μὴν ἐνεργοῦν τὴν ἁμαρτία. Καὶ μὲ τὸ “ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ ὁ Χριστός” ἐννοεῖ, ὅτι κανένα ἔργο σωματικὸ ἢ κίνησι ψυ­χικὴ δὲν γίνεται σ᾽ ἐμένα ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ δὲν θέλει ὁ Χριστός. Σ᾽ ἐμένα ὁ Χριστὸς εἶνε αὐ­τὸς ποὺ κάνει καὶ ἐξουσιάζει τὰ πάντα. Καὶ τὸ μὲν δικό μου θέλημα εἶνε νεκρό, ἐνῷ τὸ θέλη­μα τοῦ Χριστοῦ εἶνε ζωντανὸ μέσα μου καὶ κυβερνᾷ τὴ ζωή μου» (Ἑρμηνεία εἰς τὰς ιδ΄ Ἐπιστολὰς τοῦ ἀπ. Παύλου, ἔκδ. «Ὀρθόδ. Κυψέλη», Θεσσαλονίκη 1990, τ. 2ος, σσ. 275-6).

* * *

Ὤ, τί ζωὴ ὡραία εἶν᾽ αὐτή! Ἄχ, ἀπόστολε Παῦ­λε! σὲ μακαρίζω, ποὺ ἔζησες τέτοια ζωή. Ἁ­μαρτωλοὶ ἐμεῖς, σὲ παρακαλοῦμε· βοήθησέ μας νὰ διώξουμε καὶ νὰ σταυρώσουμε τὸν κα­κὸ λῃστή, καὶ νὰ ἐνθρονίσουμε μέσα μας τὸν ἀ­γαθὸ Κυβερνήτη, γιὰ νὰ μᾶς ὁδηγήσῃ μὲ ἀ­σφάλεια στὸ λιμάνι τῆς αἰωνίου εὐτυχίας, τὸ ὁποῖο χαίρεσαι κι ἀπολαμβάνεις ἐσὺ καὶ ὅλοι οἱ ἅγιοι ποὺ λένε μαζί σου «Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός».

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπὸ τὸ χειρόγραφο ὁμιλίας, ἡ ὁποία ἔγινε σὲ ἄγνωστο ἱ. ναὸ τῆς ἱ. μητροπόλεως Αἰτωλίας & Ἀκαρνανίας κατὰ πᾶσαν πιθανότητα τὴν 6-11-1938. Ἀνάγνωσις, στοιχειοθεσία, μεταφορὰ σὲ ἁπλῆ γλῶσσα καὶ ἀναπλήρωσις 5-7-2022.

https://www.augoustinos-kantiotis.gr/?p=98829#more-98829