ΙΧΘΥΣ: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ

Τετάρτη 29 Ιουνίου 2022

Από τη διήγηση των θαυμάτων των αγίων αναργύρων Κύρου και Ιωάννη

Για τον Ιωάννη τον Χρυσώνη, που είχε σάπιους μηρούς

Θα πούμε τώρα για τον Ιωάννη τον Χρυσώνη, όχι γιατί ήταν από τους σπουδαίους, ούτε και για το πλούτος του, για το οποίο καυχιόνταν και από το οποίο και πήρε την επονομασία αυτή, αλλά για τη βαριά ασθένεια, που είχε και που δύσκολα περιγράφεται και ακόμη δυσκολότερα θεραπεύεται.

Γιατί οι μηροί του σαν από θεία οργή άρχισαν να φαγώνονται και αφού σάπισε το δέρμα τους, που είχε ανοίξει όλο από τη μεγάλη σήψη, σάπισαν και οι σάρκες που δεν καλύπτονταν πλέον από αυτό που η φύση τους είχε χαρίσει και ξεκολλώντας από τα κόκκαλα, κρεμόντουσαν προς τα κάτω και έπεφταν στη γη.

Καθώς δε σπατάλησε πολύ χρόνο με τους γιατρούς να τον απατούν με λόγια του αέρα που δεν άγγιζαν το τραύματά του που είχαν πολυχρονίσει και που τον είχαν καθηλώσει στο κρεβάτι του πόνου, χωρίς να κερδίσει τίποτε από την τέχνη του Ιπποκράτη, αφού τους έκανε όλους πέρα, προσήλθε στο ιατρείο του Κύρου και του Ιωάννου.

Οι δε μάρτυρες που ήταν πραγματικοί γιατροί, θέλοντας να δείξουν τη διαφορά μεταξύ της δικής τους δύναμης και της αδυναμίας των γιατρών, τον θεράπευσαν με το πιο ασήμαντο και ευτελές βοήθημα και στον ύπνο του τον πρόσταξαν να ανακατέψει αλάτι και κύμινο και μ’ αυτό το «μαντζούνι» να τρίψει τους πονεμένους μηρούς του.

Ο άρρωστος μετά τον ύπνο αφού το παρασκεύασε, γλύτωσε τον εαυτό του από χαλεπούς πόνους και από την όχι μικρή συμφορά, που τον ταλαιπωρούσε· κι αυτός που πριν από λίγο νόμιζες ότι ήταν έτοιμος να καταρρεύσει και να υποδεχθεί τον σε όλους μας κοινό θάνατο, αμέσως, μετά την τοποθέτηση του αλατιού και του κύμινου, έσφιξαν οι σάρκες του, με τη θέληση των αγίων θεραπεύθηκε και με τη θεία επέμβαση απέφυγε το σίγουρο θάνατο.

 Από το βιβλίο: Αγίου Σωφρονίου Ιεροσολύμων, Αββάκυρος. Ο ισάγγελος βίος και τα παράδοξα θαύματα των Αγίων Αμπακίρ (Κύρου) και Αμπαγιοχάνα (Ιωάννου). Εισαγωγή, μετάφραση και σχόλια από τον Γιάννη Φουρτούνα, Θεολόγο. Εκδόσεις ΚΕ.Π.Ε., Αθήνα, σελ. 126.