Ἀπόσπασμα 18/3/17
Ἐρώτηση:
Εἴχαμε ἀκούσει παλαιότερα ἕνα περιστατικὸ ἀπὸ τὸ Γεροντικὸ ποὺ εἴπατε,
ποὺ κάποτε ὁ Γέροντας ἔστειλε δύο ὑποτακτικούς του νὰ κάνουν κάποιο
διακόνημα σὲ κάποιο κοντινὸ μοναστήρι. Καὶ στὴ διαδρομή τους, συνάντησαν
κάποιον ὁ ὁποῖος χρειάστηκε βοήθεια τὴν ὁποία δὲν τοῦ τὴ δώσανε, γιατὶ
εἶπαν ὅτι εἶχαν ἐντολὴ νὰ κάνουν κάποιο διακόνημα τὸ ὁποῖο ἀποδείχτηκε
τελικὰ ὅτι δὲν ἦταν εὐάρεστο στὸν Θεό. Καὶ ἐμεῖς στὴν προσευχή μας, λέει
ἄς ποῦμε, ἄν κάποιος μᾶς στείλει γιὰ κάποιο διακόνημα, καὶ στὴ διαδρομὴ
ἔχουμε πίεση χρόνου καὶ μᾶς ζητηθεῖ κάποια βοήθεια, πότε θεωρεῖται
παρακοή;
π.
Σ. : Ἐκεῖ ἦταν τὸ καθῆκον τους νὰ περιθάλψουν τὸν ἄνθρωπο. Ἤτανε μὲς
στὴν ἐρημιά, ἤτανε τραυματισμένος, κινδύνευε νὰ τὸν φᾶνε τ’ ἄγρια θηρία,
δὲν ὑπῆρχε ἄλλος νὰ βοηθήσει. Θέλει διάκριση! Ἔπρεπε νὰ σταθοῦν νὰ τὸν
πάρουν τὸν ἄνθρωπο μαζί τους. Ἡ ὑπακοὴ δὲν σημαίνει ὅτι θὰ βάλουμε στὴν
ἄκρη τὴν ἀγάπη· πρέπει νὰ ὑπάρχει καὶ ἡ ἀγάπη. Καὶ πάνω ἀπ’ ὅλα εἶναι ἡ
ἀγάπη! Αὐτοὶ βιάστηκαν νὰ πᾶνε νὰ κάνουνε τὴν πανήγυρη. Τοὺς ἔστειλε ὁ
Γέροντάς τους νὰ πᾶνε νὰ βοηθήσουν στὸ ἄλλο μοναστήρι γιὰ νὰ ἑτοιμαστεῖ ἡ
πανήγυρη, ἀλλὰ δὲν τοὺς εἶπε νὰ βροῦνε τὸν ἄνθρωπο στὸ δρόμο
τραυματισμένο καὶ νὰ μὴν τὸν περιθάλψουν, καὶ νὰ τρέξουν νὰ ἑτοιμάσουν
τὰ φαγητά. Ὑπῆρχε αὐτὴ ἡ ἔλλειψη διάκρισης, ἀλλὰ πιὸ πολὺ θὰ λέγαμε
φιλαυτία. Ἐκεῖ ὑπάρχει φιλαυτία. Σοῦ λένε τώρα, θὰ καλυφθοῦμε πίσω ἀπὸ
τὴν ὑπακοὴ γιὰ νὰ μὴν κουραστοῦμε κιόλας. Τώρα νὰ τὸν φορτωθοῦμε αὐτὸν
τὸν γέρο, καὶ τί θὰ γίνει καὶ στὸ δρόμο, καὶ θὰ ἱδρώσουμε κλπ. κλπ. καὶ
ὡς πρόφαση τὴν τελετὴ καὶ τὴν ὑπακοή· αὐτὴ εἶναι ποὺ δὲν θέλει ὁ Θεός.
Πολλὲς φορὲς καλυπτόμαστε πίσω ἀπὸ μιὰ ὑπακοή, ψευτοϋπακοή, γιὰ νὰ μὴν
ἐξασκήσουμε τὸ καθῆκον τῆς στιγμῆς, τὴν ἀγάπη ποὺ εἶναι τὸ σπουδαιότερο
ἀπ’ ὅλα. Εἶναι φοβερὸ αὐτὸ τὸ πράγμα!
Δηλαδή, πώς μπορεῖ νὰ σκληρύνει ἡ καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου τοῦ Χριστιανοῦ
καὶ νὰ παραβλέπει τὸν ἀδελφό του χάρη μιᾶς τάχα ὑπακοῆς. Ἡ ὑπακοὴ στὸν
Θεὸ τῆς ἀγάπης ἀκριβῶς αὐτὴ εἶναι· νὰ δείχνεις ἀγάπη στὸν ἄλλον. Εἶναι
τὸ ἴδιο ποὺ ἔγινε καὶ μὲ τὸν ἄνθρωπο, λέει, ποὺ κατέβαινε καὶ ἔπεσε
στοὺς ληστές· εἶναι ἡ παραβολὴ τοῦ καλοῦ Σαμαρείτη. Πέρασε, λέει, ὁ ἕνας
ἤτανε ὁ Λευῒτης ποὺ πήγαινε κι αὐτὸς στὸν ναό. Τίποτε! Τὸν προσπέρασε.
Πέρασε καὶ ὁ ἄλλος, ὁ ἱερέας ἤτανε, κι αὐτὸς τὸν προσπέρασε. Καὶ μόνο
ἕνας Σαμαρείτης τὸν περιέθαλψε τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἦταν καὶ ἀλλογενής. Καὶ
ἐμεῖς, ἄς ποῦμε, ἐδῶ ποὺ εἴμαστε καὶ οἱ Χριστιανοὶ ποὺ πᾶνε στὴν
ἐκκλησία γενικά, ὑπάρχει φόβος νὰ τὸ πάθουμε αὐτό, ξέρετε. Νὰ κάνουμε
τέλεια τὰ λατρευτικά μας καθήκοντα καὶ νὰ παραθεωροῦμε τὴν ἀγάπη. Καὶ
ἕνας ποὺ εἶναι ἄσχετος, ποὺ δὲν πολυπάει στὴν ἐκκλησία, νὰ δείχνει πολλὴ
ἀγάπη. Εἶχες ἕνα ἀτύχημα ἄς ποῦμε στὸ δρόμο, ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος
μπορεῖ νὰ τρέξει, νὰ θυσιαστεῖ, νὰ βοηθήσει τοὺς τραυματίες στὸ
αὐτοκίνητο ποὺ ὑπάρχουν μέσα ἐγκλωβισμένοι κλπ. Ὁ ἄλλος σοῦ λέει, τώρα
ἐγὼ θὰ πάω στὴν ἐκκλησία, ἔχω καθῆκον. Ὄχι! Ἐκεῖ εἶναι τὸ καθῆκον σου,
νὰ βοηθήσεις τὸν ἄνθρωπο.
Λοιπόν,
νὰ εὐχαριστήσουμε τὸν Κύριο καὶ γιὰ αὐτὰ τὰ μαθήματα ποὺ μᾶς στέλνει
μέσα ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Πατέρες, καὶ νὰ τὸ καταλάβουμε ὅτι ἡ ὑπακοὴ εἶναι
πρὸς τὸν Θεό, πρῶτον, καὶ πάντα ὑπάρχει ἡ διάκριση. Πάντα ὑπάρχει ἡ
διάκριση. Ἡ διάκριση εἶναι μὲ βάση τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ, καὶ εἰδικὰ στὴν
ἐποχή μας ποὺ ὑπάρχει διάχυτη αὐτὴ ἡ ἰδέα ὅτι πρέπει νὰ κάνουμε ὑπακοὴ
στὴν Ἐκκλησία λένε κάποιοι, καὶ ἐννοοῦν τοὺς ἐπισκόπους καὶ τοὺς ἱερεῖς,
ἀλλὰ αὐτὴ ἡ ὑπακοὴ πάντοτε χρειάζεται διάκριση. Εἰδικὰ στὴν ἐποχή μας
γιατὶ δυστυχῶς ὑπάρχει μεγάλη σύγχυση, μεγάλο μπέρδεμα καὶ πολλὴ αἵρεση,
πρῶτον. Καὶ δεύτερον, καὶ πολλὴ ἀνηθικότητα καὶ μεταξὺ τῶν πιστῶν καὶ
μεταξὺ ἀκόμα καὶ τῶν κληρικῶν. Καὶ πρέπει κανεὶς νὰ ἔχει πολλὴ διάκριση
νὰ διακρίνει αὐτὰ τὰ πράγματα καὶ νὰ μὴν πέφτει ἀντὶ σὲ ποιμένα, σὲ
λύκο. Ἀντὶ σὲ Γἐροντα πραγματικὸ καὶ θεόσοφο, σὲ κάποιον ὁ ὁποῖος
ὑποκρίνεται τὸν Γέροντα· τὸ παίζει Γέροντας, ὅπως λέμε, καὶ καθοδηγεῖ
ἐσφαλμένα. Ἔχουμε δυστυχῶς καὶ πνευματικοὺς ποὺ δίνουν δαιμονικὴ
κατεύθυνση στὸν κόσμο, στοὺς ἀνθρώπους. Ἀκούω πολλὲς φορὲς
ἐξομολογήσεις, τί μοῦ λένε ἄνθρωποι ποὺ ἔρχονται ἀπὸ ἄλλους
πνευματικοὺς καὶ φρίττω· πνευματικοὺς χωρὶς Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ δίνουν
δαιμονικὲς κατευθύνσεις καὶ μοῦ λέει ὁ ἄνθρωπος, ‘μπερδεύτηκα’. Φυσικὰ
μπερδεύτηκες! Εὐτυχῶς ποὺ μπερδεύτηκες! Ἔχεις μία στοιχειώδη δηλαδὴ
διάκριση καὶ κατἀλαβες ὅτι αὐτὸ ποὺ σοῦ λέει εἶναι λάθος. Εὐτυχῶς! Ἀλλὰ
ἅμα καὶ ὁ ὑποτακτικὸς ἔχει αὐτὴν ἄς ποῦμε τὴν ἔφεση πρὸς τὴν ἀλήθεια,
δὲν λέει ψέματα ὁ ἴδιος στὸν ἑαυτό του πρῶτα-πρῶτα, δὲν θέλει νὰ
καλυφθεῖ πίσω ἀπὸ μιὰ ψευτοϋπακοή, δὲν θέλει νὰ καλύψει τὰ πάθη του, θὰ
τὸ καταλάβει ὅτι αὐτὸς ποὺ ἔχει μπροστά του δὲν εἶναι ἀληθινὸς
πνευματικός, δὲν εἶναι ἀληθινὸς ἱερέας· δηλαδή, μπορεῖ νὰ φέρει τὸ
σχῆμα, νὰ ἔχει καὶ τὴ χειροτονία ἀλλὰ δὲν καθοδηγεῖ σωστά. Ἄν λοιπὸν καὶ
ὁ ὑποτακτικὸς δὲν θέλει νὰ καλυφθεῖ πίσω ἀπὸ μιὰ ψευτοϋπακοή, θὰ φύγει
ἀπ’ αὐτὸν τὸν ψευτοποιμένα. Ὁ ἄλλος ὅμως ποὺ θέλει νὰ καλύψει τὰ πάθη
του, σοῦ λέει, ναί, πῶς, ἔχω καὶ πνευματικό, κάνω καὶ ὑπακοή. Ναί, ἀλλὰ
τί σοῦ λέει ὁ πνευματικός; Ἅμα σοῦ λέει νὰ καλύψεις τὰ πάθη σου, νὰ
ἱκανοποιεῖς τὰ πάθη σου, κοροϊδεύεις τὸν ἑαυτό σου. Καὶ ἐκεῖνος
κοροϊδεύει ἐσένα καὶ οἱ δυὸ κοροϊδεύετε τὸν Θεό, ἀλλὰ ὁ Θεὸς δὲν
κοροϊδεύεται. Ὁ Θεὸς δὲν ἐμπαίζεται. Καὶ θὰ ἔχει οἰκτρὸ τέλος ἄν δὲν
μετανοήσει καὶ ὁ ὑποτακτικὸς καὶ ὁ πνευματικός. Γιατὶ ὁ Θεὸς ἔδωσε
ἐξουσία στοὺς ἱερεῖς καὶ στοὺς πνευματικοὺς νὰ λύνουν καὶ νὰ δένουν τὶς
ἁμαρτίες, ὅταν ὅμως λειτουργοῦν σύμφωνα μὲ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες. Ὅταν δὲν
λειτουργοῦν σύμφωνα μὲ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες δὲν ἀφίεται ἡ ἁμαρτία ὅσες
εὐχὲς καὶ νὰ σοῦ διαβάσει αὐτὸς ὁ ἄνομος πνευματικός. Καὶ ὁ ἴδιος θὰ
δώσει φρικτὸ λόγο στὸν Θεό, θὰ κολαστεῖ ἄν δὲν μετανοήσει, καὶ ἐσὺ δὲν
σώζεσαι! Καὶ ἄς λὲς ὅτι ἐξομολογήθηκες καὶ πῆρες ἄφεση! Τί ἄφεση νὰ
πάρεις! Ἀφοῦ αὐτὸ ποὺ σοῦ εἶπε εἶναι τελείως ἔξω ἀπὸ τοὺς Ἱεροὺς
Κανόνες, ἔξω ἀπὸ τὸν Νόμο τοῦ Θεοῦ! Δὲν μποροῦμε νὰ δικαιολογήσουμε τὰ
ἀδικαιολόγητα μὲ μία ψευτοϋπακοή!