ΙΧΘΥΣ: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ

Παρασκευή 26 Ιουνίου 2020

ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ – ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΝΕΩΝ: ΗΔΟΝΗ ΚΑΙ ΟΔΥΝΗ

Γεωργίου Βιλλιώτη
φιλολόγου–θεολόγου
Λόγῳ ἐπαγγέλματος συγχρωτίζομαι καθημερινὰ μὲ νέους. Ἡ ἐπικοινωνία καὶ ἡ κοινωνία μὲ τὰ ἑλληνόπουλα τῆς μετανεωτερικῆς ἐποχῆς μοῦ δημιουργεῖ ἀμφίθυμα συναισθήματα: χαρᾶς καὶ λύπης. Θὰ προσπαθήσω νὰ ἐξηγήσω τὸ ὀξύμωρο σκιαγραφῶντας τὴ στάση ζωῆς ποὺ υἱοθετοῦν οἱ ἑλληνόπαιδες. Εἶναι αὐτονόητο ὅτι δὲν θὰ ἀναφερθῶ στὶς ἐξαιρέσεις· ἂν διολισθήσω σὲ γενικεύσεις ἂς μοῦ τὸ συγχωρήσει ὁ ἀναγνώστης.
Ἡ πλειονότητα τῶν παιδιῶν εἶναι γῆ ἀγαθή· τείνει εὐήκοον οὗς ὅταν ὁ δάσκαλος ὁμιλεῖ μὲ θέρμη γιὰ τὸν Χριστό, γιὰ τὴν Ἑλλάδα, γιὰ τὶς ἀξίες τῆς Ρωμηοσύνης. Διψᾶ γιὰ τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν πρὸς πεῖσμα τοῦ ἀντιευαγγελικοῦ καὶ ἀνθελληνικοῦ πνεύματος τῶν ἡμερῶν μας, πρὸς πεῖσμα τῶν ἀκηδῶν κηδεμόνων τους καὶ τῶν τηλεπροτύπων τους ποὺ κατοικοῦν «ἐν τόπῳ καὶ σκιᾷ θανάτου». 25
Μόλις ὅμως ὁ σπόρος ἀρχίζει νὰ καρποφορεῖ ἔρχονται τὰ ἀγκάθια καὶ τὸν συμπνίγουν. Τὰ ἀγκάθια εἶναι οἱ Σειρῆνες τοῦ δυτικοῦ πολιτιστικοῦ παραδείγματος ποὺ γοητεύει καθολικὰ τοὺς λαούς, ἀκόμα καὶ ἱστορικοὺς λαοὺς μὲ πλούσια πολιτιστικὴ παρακαταθήκη. Οἱ Σειρῆνες ἐπαγγέλλονται διαρκῆ καὶ ἄκοπη σαρκικὴ ἀπόλαυση ἀπὸ τὴν ἱκανοποίηση τῶν ἐνστίκτων καὶ τῶν ὁρμῶν. Οἱ ὑποσχέσεις εἶναι δελεαστικές: ἕτοιμες λύσεις γιὰ τὸ σχολεῖο, ἀπεριόριστες καὶ ἀνεμπόδιστες σαρκικὲς ἐπαφές, καλλιέργεια φαντασιώσεων παντοδυναμίας, «δωρεάν» ὑπολογιστὲς καὶ «ἔξυπνα» κινητά, ἄτοκες δόσεις γιὰ ροῦχα, καλλυντικά, αὐτοκίνητα καὶ μηχανάκια παντὸς εἴδους. Ἡ βιομηχανία τοῦ «ἐλεύθερου» χρόνου ἐμφανίζεται νὰ ἱκανοποιεῖ κάθε ἐπιθυμία γιὰ νὰ ἐπιτευχθεῖ τὸ ποθούμενο· ἡ ἡδονή. Ἡδονὴ εἶναι –κατὰ τὸν ἅγιο Μάξιμο τὸν Ὁμολογητή– ἡ ἐνεργοποίηση καὶ αἰσθητοποίηση τῆς ἐπιθυμίας ποὺ δὲν κυριαρχεῖται ἀπὸ τὸ λογικό.
Ἐπειδὴ ὅμως στὴν ψυχὴ τοῦ κάθε ἀνθρώπου ἐμφωλεύει ὁ θεῖος σπινθῆρας μὲ ἀποτέλεσμα ἡ συνείδηση νὰ προβάλλει ἀντιστάσεις, οἱ Ἰάγοι τῆς Νέας Τάξεως ἐπινόησαν καὶ τὸ κατάλληλο θεωρητικὸ –μὲ ἐπιφάσεις ἐπιστημονικότητας– ὑπόβαθρο. Ὁ ἄνθρωπος –λένε– εἶναι προηγμένο θηλαστικό, κατὰ 99 τοῖς ἑκατὸ ὅμοιος μὲ τὸν πίθηκο. Ζῶο εἶναι ὁ ἄνθρωπος καὶ ἔχει ὁρμές, ποὺ ἂν δὲν τὶς ἐκφράσει καὶ δὲν τὶς ὑλοποιήσει, δημιουργοῦνται ἀπωθημένα καὶ ζεῖ συναισθήματα ἀνεπάρκειας καὶ μειονεξίας μὲ σοβαρὲς ψυχολογικὲς ἐπιπλοκές. Ὅποιος δὲν συμμορφώνεται μὲ τὸν ψυχολογικὸ αὐτὸν προγραμματισμὸ δὲν ζεῖ σωστά, εἶναι ἀφύσικος. Ἐν ὀλίγοις ὅ,τι εἶναι φυσικὸ εἶναι καὶ ἀξιόπρακτο. Τὸ σῶμα μᾶς ἀνήκει· δικὸ μας εἶναι, ὅ,τι θέλουμε τὸ κάνουμε. Θεὸς δὲν ὑπάρχει γιὰ νὰ μᾶς ἐλέγξει· χωρὶς Θεὸ ὅλα ἐπιτρέπονται.
Στὴν Ἑλλάδα μας ἡ θεωρία αὐτὴ δὲν ἀναπαύει τοὺς περισσότερους. Ἡ συνείδηση τῶν περισσότερων νέων ἀνθίσταται. Δὲν μπορεῖ νὰ μὴν ὑπάρχει Θεός λένε 26 τὰ ἑλληνόπουλα ποὺ ἀκόμα κάποιο καντήλι σιγοκαίει στὸ σπίτι τους. Τὸ σύστημα ἱκανοποιεῖ ὅλα τὰ γοῦστα.
Ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη –λένε–, ὅλα τὰ συγχωρεῖ καὶ ὅλα τὰ ἐπιτρέπει. Οἱ ἐντολὲς –ἰσχυρίζονται οἱ ἀγαπολογοῦντες– προορίζονταν γιὰ τοὺς ἀμόρφωτους τοῦ Μεσαίωνα. Ὡραῖα αὐτὰ ποὺ λέει ὁ Χριστός, ἀλλὰ ζοῦμε καὶ στὸν κόσμο. Θὰ πᾶμε ἐνάντια στὴν ἐποχὴ μας; Αὐτὴ ἡ ἐκδοχὴ τοῦ χριστιανισμοῦ χωρὶς τὸν Σταυρό, δηλαδὴ χωρὶς τὸν Χριστὸ εἶναι ἰδανική. Γι᾽ αὐτὸ πληθαίνουν οἱ νέοι μὲ κομποσχοίνι στὸ χέρι ποὺ ζοῦν ἀντισταυρικά.
Ὁ ὑποδουλωμένος στὶς ἡδονὲς νέος χάνει τὴν εἰρήνη του, γίνεται φίλαυτος· ὁ Θεὸς δὲν ἔχει χῶρο στὴν καρδιὰ του. Τὸ μόνο δόγμα ποὺ πιστεύει εἶναι τὸ «φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνήσκομεν». Ἀπόλυτη σαρκοποίηση τῆς ζωῆς! Βλέποντας τὰ αἰσθητὰ ὡς μόνη πραγματικότητα χάνει τὴ βαθύτερη οὐσία τῶν πραγμάτων, δηλαδὴ τὴ θεϊκὴ οὐσία ποὺ κρύβεται πίσω ἀπὸ τὰ ὄντα.
Ὁ κόσμος παύει νὰ εἶναι ἕνα παράθυρο πρὸς τὸν Θεό. Ζωὴ χωρὶς Θεό! Ὁ φίλαυτος ἀγαπάει τόσο πολὺ τὸν ἑαυτὸ του ποὺ κινεῖται κεντρομόλα γύρω ἀπὸ τὸν ἑαυτὸ του. Ζεῖ στὴν ἔρημο τῆς μοναξιᾶς του· ὁ ἄλλος εἶναι ἡ κόλασή του. Χωρὶς ἀγάπη καὶ ἀνθρωπιὰ ἐπιδίδεται σὲ ἕναν ἀγῶνα γιὰ ἀπόκτηση χρημάτων προκειμένου νὰ ἱκανοποιήσει τὶς ἡδονὲς του, οἱ ὁποῖες κοστίζουν ἀκριβά.
Ὁ φιλήδονος χάνει τὴν εἰρήνη του. Βάλλει κατὰ τοῦ ἑαυτοῦ του. Νομίζει ὅτι τὰ ἐφήμερα εἶναι μόνιμα, θεωρεῖ τὴν ἀνύπαρκτη ἀνθρώπινη δόξα ὡς ὑπαρκτή, ἐκλαμβάνει τὴν ἀλογία ὡς λογική, βαυκαλίζεται ὅτι εἶναι ἐλεύθερος ἐνῷ στὴν πραγματικότητα εἶναι δοῦλος τῶν παθῶν του, ἐπιδιώκει τὴν εὐτυχία καὶ βυθίζεται στὴ μελαγχολία, ζεῖ παρὰ φύσιν, σκάβει ἐκεῖ ποὺ δὲν ὑπάρχει νερό.
Ὁ ἡδονοθήρας νέος στὴν πραγματικότητα βιώνει τὸν ἀντίποδα τῆς ἡδονῆς, δηλαδὴ τὴν ὀδύνη. Ὁ 27 διάβολος ταπεινώνει καὶ εὐτελίζει τὰ θύματά του. Ἐξ αἰτίας τῆς ἐνήδονης ζωῆς ὁ ἄνθρωπος ἀποσυντίθεται πνευματικά, νοιώθει ἀφόρητη στέρηση, ἐπειδὴ ζεῖ πάρα φύσιν· ὁ φυσικὸς πόνος ἀκολουθεῖ τὴν παραφυσικὴ ἡδονή. Ἔκφραση τῆς ὀδύνης δὲν εἶναι μόνο τὰ διάφορα παθήματα, ἤτοι οἱ δυσκολίες, οἱ θλίψεις καὶ οἱ πειρασμοί. Ἡ ὀδύνη ἐνυπάρχει μέσα στὴ φύση τῆς ἡδονῆς, ἡ ὁποία δὲν μπορεῖ νὰ χορτάσει τὴν ψυχή. Μοιάζει μὲ τὸ μαρτύριο τοῦ Σισύφου ποὺ μετέφερε ἕναν λίθο στὴν κορυφὴ ἑνὸς ὄρους. Ὅμως, ὅταν ὁ λίθος ἔφθανε στὴν κορυφή, δὲν σταθεροποιοῦνταν ἀλλὰ κυλοῦσε ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά. Ἔτσι ὁ Σίσυφος ἐπαναλάμβανε αἰωνίως τὴν ἀνάβασή του.
Τὸ πέρασμα ἀπὸ τὴν ἡδονὴ στὴν ὀδύνη περιγράφεται πολὺ εὔστοχα ἀπὸ τὸν ἅγιο Νικόλαο τὸν Καβάσιλα. Ἡ ἀγάπη ποὺ εἶναι ὁ Θεὸς δημιούργησε ἐλεύθερα καὶ ἐκ τοῦ μηδενὸς τὴν κτίση. Ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ Ἁγίου Θεοῦ προῆλθε ὁ κόσμος, δηλαδὴ τάξη καὶ ἁρμονία, ποὺ ἀποτελεῖ τὴ δικαιοσύνη τῆς κτίσεως. Ἡ ὕβρις τοῦ ἀνθρώπου, μὴν μπορῶντας νὰ θίξει τὴ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ, πλήττει τὴν εἰκόνα τῆς θείας δικαιοσύνης μέσα στὴν κτίση. Ἀπὸ τὴ δικαιοσύνη τῆς κτίσεως ἐπέρχεται ἡ τιμωρία τοῦ ὑβριστῆ. Δὲν εἶναι ὕβρις νὰ ὁμοιωθεῖ τοῖς κτήνεσιν τοῖς ἀνοήτοις ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ;
Στὴν ἐποχὴ τῆς ἀποστασίας ποὺ οἱ ἄνθρωποι παραδόθηκαν σὲ πάθη ἀτιμίας (Ρωμ. α΄, 26) ὁ πόλεμος ἐν τούτοις κατὰ τῆς ἡδονῆς φαντάζει ἀδύνατος. Ἐπειδὴ ὅμως γιὰ τὸν χριστιανὸ δὲν ὑπάρχουν ἄλυτα προβλήματα. Ὁ Μητροπολίτης Λεμεσοῦ κ. Ἀθανάσιος σὲ μία ὁμιλία του διηγεῖται: «Θυμᾶμαι κάποτε ἦρθε ἕνα παιδὶ στὸ Ἅγιον Ὄρος, ποὺ ἤθελε νὰ συμβουλευθεῖ τὸν ἅγιο Παΐσιο γιὰ ἕνα προσωπικὸ του θέμα. Μεταξὺ ἄλλων εἶπε καὶ τὸ ἑξῆς:
–Γέροντα, ἔχω ἕνα πρόβλημα. Πῶς νὰ σᾶς τὸ πῶ τώρα… Ἔχω ἕνα σαρκικὸ πρόβλημα. Καὶ δὲν μπορῶ νὰ τὸ ξεπεράσω. Εἶναι ἀδύνατον πρᾶγμα, εἶναι μέσα στὴ φύση μου. Ὅσες φορὲς κι ἂν προσπάθησα, δὲν τὰ κατάφερα. Νομίζω ὅτι τὸ ἔχω ἀπὸ τὴ γέννησή μου. (Αὐτὸ τὸ παιδὶ εἶχε σαρκικὴ τάση πρὸς τὸ ἴδιον φῦλο). Ἄραγε ἐγὼ θὰ σωθῶ, ἀφοῦ δὲν μπορῶ νὰ τὸ ξεπεράσω;
Τοῦ λέει ὁ Γέροντας σοφά:
–Κοίταξε νὰ δεῖς, παιδὶ μου. Ἐσὺ λὲς ὅτι δὲν μπορεῖς νὰ τὸ ξεπεράσεις. Καλά, ἐντάξει. Ἂς ποῦμε ὅτι πράγματι δὲν μπορεῖς νὰ ξεπεράσεις αὐτὸ τὸ πρᾶγμα, τὸ ὁποῖο, σύμφωνα μὲ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἁμαρτία. Καὶ γιατὶ εἶναι ἁμαρτία; Διότι αὐτὴ ἡ διαστροφὴ ἀντιβαίνει στὴ δημιουργία καὶ ἐμποδίζει τὴν ἕνωσή σου μὲ τὸν Θεό. Εἶναι μιὰ πνευματικὴ ἀσθένεια. Ἀλλὰ ἂς ποῦμε κάτι ἄλλο. Μὴν κοιτᾶς ἐσὺ τὶ δὲν μπορεῖς νὰ κάνεις. Ἂς πιάσουμε τὰ πράγματα ἀπὸ τὴν ἀνάποδη πλευρά. Δηλαδὴ νὰ δοῦμε, παιδὶ μου, τὶ μπορεῖς νὰ κάνεις. Μπορεῖς νὰ προσεύχεσαι κάθε μέρα, πέντε λεπτὰ τὸ πρωΐ καὶ πέντε τὸ βράδυ;
–Μπορῶ, ἀπαντᾶ.
–Δὲν σὲ ἐμποδίζει ἡ ἁμαρτία, ἡ τάση σου αὐτή, νὰ προσεύχεσαι, ἔτσι δὲν εἶναι;
–Δὲν μὲ ἐμποδίζει, μπορῶ νὰ προσεύχομαι.
–Λοιπόν, νὰ προσεύχεσαι. Ἔχουμε ἕνα κρατούμενο. Μπορεῖς νὰ πηγαίνεις ἐκκλησία κάθε Κυριακὴ πρωΐ;
–Μπορῶ. Ἂν πιέσω τὸν ἑαυτὸ μου, μπορῶ. Δεύτερο κρατούμενο. Μπορεῖς νὰ νηστεύεις Τετάρτη καὶ Παρασκευή;
–Μπορῶ.
–Ἐντάξει, κάνε το κι αὐτό.
[…] Βρῆκαν χίλια ποὺ μποροῦσε.
–Λοιπόν, τοῦ λέει ὁ Γέροντας, ὅταν ἐσὺ κάνεις ὅλα αὐτὰ ποὺ μπορεῖς, τότε ὁ καλὸς Θεὸς θὰ ἀναπληρώσει ἐκεῖνο ποὺ δὲν μπορεῖς!
Καὶ πράγματι, ὅπως γνωρίζω, τὸ παιδὶ αὐτὸ ἀγωνίστηκε στὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ καὶ χωρὶς νὰ τὸ καταλάβει λύθηκε τὸ πρόβλημα». 29 Μεγάλο κακό, ἀνυπολόγιστο, κάνει ἡ τηλεόραση. Οἱ νέοι ποὺ ἀγωνίζονται ὀφείλουν νὰ τὴν ἀποφεύγουν, ὅπως ἀποφεύγουν τὴ χαλασμένη τροφή. Σὲ τὶ ὠφελεῖται ὁ ἄνθρωπος, καὶ δὴ ὁ νέος, ἀπὸ τὴν τηλεόραση;
Ὁ ἅγιος Γέροντας Φιλόθεος Ζερβᾶκος γράφει: «Ἀπόφευγε, ὅσον δύνασαι, νὰ μεταβαίνεις εἰς θέατρα, κινηματογράφους, καφενεῖα, καπηλεῖα, χορούς, διασκεδάσεις, διότι ὅσον συχνάζεις εἰς αὐτὰ ὄχι μόνο δὲν ἔχεις νὰ ὠφεληθεῖς, ἀλλὰ καὶ μεγίστην βλάβην θὰ ἀποκομίσεις. Προτίμησον κάλλιον νὰ μεταβαίνεις εἰς ἱεροὺς ναοὺς […] εἰς ἱεροὺς καὶ ἁγίους τόπους ἔνθα ὑπάρχουν λείψανα ἁγίων, εἰκόνες θαυματουργοί, ἄνθρωποι ἐνάρετοι, ἅγιοι. Ἴσως εὑρεθοῦν μερικοὶ νὰ σὲ ἐμποδίσουν, νὰ σὲ κατηγοροῦν, νὰ σὲ ὀνομάσουν ὀπισθοδρομικόν, ὅτι δὲν ἠξεύρεις νὰ ζήσεις. Πρόσεχε, πρόσεχε, εἰς τοὺς λόγους των, καὶ ἂν προσποιῶνται, ὅτι ἀπὸ ἀγάπην καὶ ἐνδιαφέρον σὲ συμβουλεύουν μὲ λόγια ἁπαλὰ καὶ γλυκά, πρόσεχέ τους, διότι ὑποκρύπτουν ὑπὸ τὰ χείλη καὶ τὴν γλῶσσαν αὐτῶν τὸ δηλητήριον, διὰ νὰ σὲ δηλητηριάσουν».
«Μόνον κοντὰ στὸν Χριστὸ βρίσκει κανεὶς τὴν πραγματική, τὴν γνήσια χαρά, γιατὶ μόνον ὁ Χριστὸς δίνει χαρὰ καὶ παρηγοριὰ πραγματική. Ὅπου Χριστός, ἐκεῖ χαρὰ ἀληθινὴ καὶ ἀγαλλίαση παραδεισένια. Ὅσοι εἶναι μακριὰ ἀπὸ τὸν Χριστό, δὲν ἔχουν πραγματικὴ χαρά» (ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης).
Ἡ ἡδονὴ εἶναι ὀδύνη θανάσιμος, τὸ ἄγκιστρο τοῦ διαβόλου, ὠθεῖ τὸν ἄνθρωπο νὰ ἁμαρτάνει σταυρικά: νὰ ζεῖ χωρὶς Θεὸ γιὰ τὸν Ὁποῖον εἶναι πλασμένος καὶ νὰ ἀπορρίπτει τὴν εἰκόνα Του.
ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ
ΙΑΜΑΤΙΚΑ ΝΑΜΑΤΑ 8
ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΕΝΟΤΗΤΟΣ ΚΑΙ
ΜΕΛΕΤΗΣ – ΠΡΟΒΟΛΗΣ ΤΩΝ ΑΞΙΩΝ ΜΑΣ
«ΕΝΩΜΕΝΗ ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ»