Ο Δημήτριος Παναγόπουλος (1916-1982), ένας θεοφώτιστος λαϊκός ιεροκήρυκας, κήρυττε ακόμα και στο νοσοκομείο «Σωτηρία» στο οποίο πολλοί δεν πλησίαζαν καν υπό το φόβο των μικροβίων και της φυματίωσης.
Στο νοσοκομείο τον ακολουθούσε ο ιερέας π. Δημήτρης Παπαντώνης ο οποίος εξομολογούσε τους αρρώστους από φυματίωση και τελούσε την Θεία Λειτουργία.
Μια ημέρα ένας γιατρός ο οποίος παρακολουθούσε τις ομιλίες αρκετά προβληματισμένος, πλησίασε τον ιεροκήρυκα και του λέει:
– Κύριε Παναγόπουλε, ο ιερέας είναι αδύνατον να καταλύει το περιεχόμενο του Αγίου ποτηριού. Με αυτό κοινωνούν τόσοι άρρωστοι και ασθενείς, και όπως γνωρίζουμε το μικρόβιο της φυματίωσης μεταδίδεται με το σάλιο. Τι κάνει λοιπόν ο ιερέας το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου που περισσεύει; Το χύνει στο χωνευτήρι; Αυτό όμως δεν είναι μεγάλη αμαρτία;
– «Αυτό το πράγμα δεν γίνεται ποτέ» απάντησε ο ιεροκήρυκας.
«Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΜΟΛΥΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΜΙΚΡΟΒΙΑ».
Επίσης από τα άχραντα Μυστήρια δεν υπάρχει κανένας απολύτως κίνδυνος μόλυνσης από μικρόβια και ασθένειες.
Ο γιατρός παρόλαυτα δεν μπορούσε να πιστέψει. Τότε ήταν που τον προέτρεψαν να παρακολουθήσει την επόμενη Θεία Λειτουργία. Τον προέτρεψαν επίσης στο τέλος να κάτσει κάπου ώστε να μπορεί να βλέπει τις κινήσεις του ιερέα κατή την ώρα της καταλύσεως. Τελικά, έτσι και έγινε.
Ο γιατρός είδε με τα μάτια του το λειτουργό να καταλύει το περιεχόμενο του Άγιου ποτηριού. Επίσης τον είδε με τα μάτια του μάλιστα να ρίχνει νάμα 2-3 φορές, έτσι ώστε να μην μείνει ούτε ίχνος από το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου από το κύπελλο της Θείας Κοινωνίας.
Από εκείνη τη στιγμή και έπειτα ο γιατρός όχι απλώς μόνο πίστευε αλλά επίσης εκκλησιαζόταν και κοινωνούσε μαζί με τους αρρώστους και τους ασθενείς.