Πρωτοπρεσβ. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος 28-11-2019
1. Ἡ σχισματική «Ζωντανή Ἐκκλησία»
Τό 1922 μιά ὀμάδα ἐφημερίων τῆς Πετρούπολης προέβη σέ ἐκκλησιαστικό πραξικόπημα. Παραμέρισε τό Πατριαρχεῖο Μόσχας καί τόν Πατριάρχη ἅγιο Τύχωνα καί ἐγκαθίδρυσε μία προσωρινή ἐκκλησιαστική Διοίκηση. Ὁ Πατριάρχης Τύχων βρισκόταν ὑπό περιορισμό. Οἱ πραξικοπηματίες προσπάθησαν μέ ὕπουλους τρόπους νά προσεταιριστοῦν ἀρχιερεῖς, ἱερεῖς καί τόν πιστό λαό, ὑποστηρίζοντας ψευδῶς ὅτι ἔχουν τήν ἔγκριση τοῦ Πατριάρχου. Χρησιμοποίησαν ἀκόμη καί τήν βία, γιά νά ἐξουδετερώσουν τούς ἀντιθέτους. Ἄλλοι κληρικοί τουφεκίστηκαν, ἄλλοι ἐξορίστηκαν κλπ.
Τό πραξικοπηματικό κίνημα ὀνομάστηκε «Ζωντανή Ἐκκλησία» καί εἶχε τήν ἄμεση ὑποστήριξη τῶν Μπολσεβίκων. Ἡ σοβιετική κυβέρνηση, ἐφαρμόζοντας τήν τακτική τοῦ «διαίρει καί βασίλευε», ὄχι μόνο εἶχε ἐπιτρέψει τήν γένεση τοῦ σχίσματος, ἀλλά καί προσέφερε τήν πλήρη κάλυψή της καί ὑποστήριξή της, ἠθική καί ὑλική, ἰδιαίτερα δέ τήν συνδρομή τῆς ἀστυνομίας. Ἔτσι κατάφερε νά ἐξασφαλίσει τόν ἔλεγχο τῶν ἐνοριῶν καί ἐπισκοπῶν, προκαλώντας βαθύ σχίσμα στήν δοκιμαζόμενη Ρωσική Ἐκκλησία. Ἐπηρρεασμένη ἀπό τό πνεῦμα τοῦ κόσμου τούτου, πῆρε πολλές ἀποφάσεις, πού ἦταν ἀντίθετες μέ τό πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου καί τῆς ἐκκλησιαστικῆς παράδοσης.
Ἔτσι ἡ Ρωσική Ἐκκλησία δέν εἶχε νά ἀντιπαλαίσει μόνο πρός τούς ἐξωτερικούς ἐχθρούς της, ἀλλά καί πρός τούς ἐσωτερικούς. Ἡ «Ζωντανή Ἐκκλησία» ἀποτελοῦσε τόν δούρειο ἵππο τοῦ καθεστῶτος. Ἡ ἀθεϊστική κυβέρνηση προσπάθησε νά διαιρέσει καί νά διαλύσει τήν Ἐκκλησία ἐκ τῶν ἔνδον. Ἡ «Ζωντανή Ἐκκλησία» ἐπεκτάθηκε σύντομα καί «κατέλαβε» τήν πλειονότητα τῶν ἐνοριῶν. Ὁ θρίαμβός της ἦταν προσωρινός. Ἀρκετοί ἀρχιερεῖς καί ἱερεῖς στάθηκαν στό ὕψος τους, ἐνῶ τό λαϊκό στοιχεῖο ἀντιστάθηκε μέ τρόπο συγκινητικό καί ἔμεινε πιστό στούς ἀληθινούς ποιμένες του[1].
2. Ἡ διαθήκη τοῦ ἁγίου Λουκᾶ
Τά μεσάνυκτα τῆς 9ης Ἰουνίου 1923 ὁ ἐν ἁγίοις πατήρ ἡμῶν Λουκᾶς, Ἀρχιεπίσκοπος Κριμαίας καί Συμφερουπόλεως, ὁ Ρῶσος καί θαυματουργός ἰατρός, συνελήφθη γιά δεύτερη φορά ἀπό τούς κομισαρίους τῶν Μπολσεβίκων. Γνώριζε πώς ἀργά ἤ γρήγορα θά ἔπαιρνε τόν δρόμο τῆς φυλακῆς καί ἐξορίας, ὅπως τόσοι ἄλλοι ἀρχιερεῖς καί ἱερεῖς. Πονοῦσε, ὅμως, γιά τό ποίμνιό του. Γι’αὐτό καί εἶχε ἑτοιμάσει τήν διαθήκη του. Ἕνας πιστός ὑπάλληλος τῶν φυλακῶν ἀνέλαβε νά τήν μεταφέρει ἔξω καί τήν παρέδωσε στούς πιστούς. Τήν ἄλλη κιόλας ἡμέρα μετά τήν σύλληψή του, στήν πόλη ἄρχισε νά μοιράζεται γραμμένη στήν γραφομηχανή ἡ διαθήκη του σέ ἀντίγραφα. Αὐτό κυρίως, πού τόνιζε, ἦταν τό νά παραμείνουν στήν κανονική Ἐκκλησία καί νά ἀποφεύγουν μέ κάθε τρόπο τήν σχισματική παράταξη. Ἔλεγε : «Ἡ ‘’Ζωντανή Ἐκκλησία’’, ὅπως τήν ὀνομάζουν οἱ ἐκπρόσωποί της, δέν εἶναι Ἐκκλησία, ἀλλά ἕνα ἄγριο θηρίο, πού ἔχει ὅλα τά γνωρίσματα τῆς ἀγριότητος. Σᾶς ἱκετεύω καί σᾶς παρακαλῶ νά τηρεῖτε τούς λόγους μου… Νά μήν φύγετε ἀπό τόν δρόμο, πού σᾶς δείξαμε. Ἄν σᾶς ἁρπάζουν τούς ναούς καί τούς δίνουν στήν ὀργάνωση αὐτή, μήν ἀντιδρᾶτε. Αὐτό ἄφησε ὁ Θεός νά γίνει πρός τό παρόν. Μήν ξεγελιέστε μέ τίς ἐξωτερικές ὁμοιότητες μέ μᾶς, πού τηροῦν οἱ ἐκπρόσωποι τῆς ὀργάνωσης στίς ἀκολουθίες καί στή Λειτουργία. Νά ξέρετε ὅτι δέν εἶναι κανονικές. Νά πηγαίνετε στούς ναούς, ὅπου λειτουργοῦν ἄξιοι ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι δέν ὑποτάχθηκαν στίς ἐντολές τῆς σχισματικῆς αὐτῆς ὀργάνωσης. Ἀκόμη καί ἐάν ὅλοι οἱ ναοί πέσουν στά χέρια τους καί δέν ἔχετε ποῦ νά πᾶτε, καλύτερα νά μήν πᾶτε πουθενά, παρά σ’αὐτούς. Νά μήν ἔχετε καμμιάν ἐπικοινωνία μέ τούς σχισματικούς, οὔτε νά ἐπιχειρήσετε διαλόγους μαζί τους. Νά μήν ἀντιστέκεστε στίς ἀρχές, πού γιά τίς ἁμαρτίες μας ἐπέτρεψε ὁ Θεός. Σᾶς παρακαλῶ ὅλους σας, ὅλα τά πιστά τέκνα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Τουρκεστάν, νά τηρεῖτε τίς ἐντολές μου, πού ἔχω γράψει στήν διαθήκη»[2].
3. Ἡ στάση τοῦ ἁγίου Λουκᾶ καί τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ
Τίς ἡμέρες, πού ὁ ἅγιος Λουκᾶς βρισκόταν στήν φυλακή, κατέφθασε στήν Τασκένδη ὁ ἀντικανονικός «ἐπίσκοπος» τῆς «Ζωντανῆς Ἐκκλησίας» Νικόλαος. Ὁ Ἐπίσκοπος Λουκᾶς τόν ἀπεκάλεσε «βδέλυγμα τῆς ἐρημώσεως… ἐστώς ἐν τόπῳ ἁγίῳ»[3]. Ἤδη, ὅπως εἴδαμε, εἶχε λάβει τά ἀναγκαῖα μέτρα καί μέ τήν διαθήκη του ἐνημέρωσε τό ποίμνιό του. Αὐτό εἶχε ἐξοργίσει τούς Μπολσεβίκους. Στά μέσα Αὐγούστου ὅλοι οἱ ναοί εἶχαν καταληφθεῖ ἀπό τούς ὀπαδούς τῆς «Ζωντανῆς Ἐκκλησίας». Ἀλλά, οἱ ναοί αὐτοί ἦταν ἄδειοι! Ὁ λαός τοῦ Θεοῦ κατάλαβε ὅτι οἱ νέοι «ποιμένες» ἦταν «λύκοι βαρεῖς»[4] καί «οὐκ ἤκουσαν αὐτῶν τά πρόβατα»[5]. Ἄκουσαν τήν φωνή τοῦ γνησίου καλοῦ ποιμένος. Ἡ διαθήκη τοῦ Ἐπισκόπου, πού κυκλοφόρησε σέ λίγα δακτυλογραφημένα ἀντίτυπα, ἄσκησε μεγαλύτερη ἐπιρροή ἀπ’ὄλα μαζί τά διατάγματα καί τήν προπαγάνδα τῶν κομματικῶν στελεχῶν καί τῶν ὁπαδῶν τῆς «Ζωντανῆς Ἐκκλησίας». Ἡ διωγμένη, τραυματισμένη, καθημαγμένη Ἐκκλησία ἦταν ζωντανή. Ἡ αὐτοαποκαλούμενη «Ζωντανή Ἐκκλησία» ἦταν στην πραγματικότητα νεκρή. Ἕνα πτῶμα, πού ἦταν θέμα χρόνου νά αὐτοδιαλυθεῖ[6].
4. Τό διαμέρισμα, πού ἔγινε Ἐκκλησία
Στίς 18 Ἰανουαρίου 1924 οἱ ἐξόριστοι ἱερωμένοι, μεταξύ τῶν ὁποίων καί ὁ ἅγιος Λουκᾶς, ἔφτασαν στήν πόλη Γενισέισκ. Τό κατάλυμα τῶν ἐξορίστων αὐτή τήν φορά ἦταν πολύ ἀνθρώπινο. Ἕνα διαμέρισμα στό σπίτι κάποιου εὔπορου ἀνθρώπου ὀνόματι Ζαμπόγιε. Τό διαμέρισμα ἔγινε σέ λίγο ἕνα μικρό μοναστήρι. Μποροῦσαν πλέον ἀπερίσπαστοι νά τελοῦν τίς καθημερινές ἀκολουθίες καί τήν Θεία Λειτουργία. Ἡ ἐκκλησιαστική κατάσταση στό Γενισέισκ ἦταν ἡ ἴδια μέ τῆς Τασκένδης. Ὅλες οἱ ἐκκλησίες εἶχαν πέσει στά χέρια σχισματικῶν. Ἀλλά καί οἱ ἱερεῖς εἶχαν προσχωρήσει στό σχίσμα. Ἕνας μόνο διάκονος παρέμεινε πιστός στήν Κανονική Ἐκκλησία καί ὁ Ἐπίσκοπος Λουκᾶς τόν χειροτόνησε πρεσβύτερο. Ὁ ἐρχομός τοῦ Ἐπισκόπου Λουκᾶ μαθεύτηκε στούς πιστούς, οἱ ὁποῖοι δέν δέχονταν τούς σχισματικούς, καί ἄρχισαν νά καταφθάνουν στό διαμέρισμά του. Ἔτσι, τό διαμέρισμα μετετράπη καί σέ ἐνορία μέ μόνιμο ἐκκλησίασμα[7].
5. Ἡ θαυμαστή ἐμπειρία τοῦ ἁγίου Λουκᾶ
Στό Γενισέισκ ὁ Ἐπίσκοπος Λουκᾶς ἔζησε καί μιά θαυμαστή ἐμπειρία. Ἐπρόκειτο νά λειτουργήσει καί ἦλθε στό σαλόνι τοῦ διαμερίσματος, πού εἶχε πρόχειρα διαμορφωθεῖ σέ ναό. Μπαίνοντας στό σαλόνι, βλέπει ξαφνικά ἀπέναντί του ἕναν ἄγνωστο ἡλικιωμένο μοναχό. Ὁ μοναχός, μόλις τόν ἀντίκρυσε, ξαφνιάστηκε, πάγωσε! Σάστισε τόσο, πού οὔτε κἄν ὑποκλίθηκε μπροστά στόν Ἐπίσκοπο. Πέρασαν λίγα λεπτά σιωπῆς καί κάπως συνῆλθε.
Ὁ Ἐπίσκοπος Λουκᾶς τόν πλησίασε καί τόν ρώτησε : «Ποιός εἶστε καί ἀπό ποῦ ἤρθατε»;
Ὁ μοναχός ἀπάντησε : «Σεβασμιώτατε, εἶμαι ὁ μοναχός Χριστοφόρος καί ἦρθα ἀπό τό Κρασνογιάρσκ. Οἱ ἐκκλησίες ἐκεῖ ἔχουν καταληφθεῖ ἀπό τούς σχισματικούς καί οἱ πιστοί δέν θέλουν νά πηγαίνουν μέ τούς ἀπίστους ἱερεῖς. Ἀποφάσισαν, λοιπόν, νά μέ στείλουν στήν πόλη Μινουσίνσκ, 300 χλμ νότια ἀπό τό Κρασνογιάρσκ, σ’ἕναν ὀρθόδοξο Ἐπίσκοπο, γιά νά μέ χειροτονήσει ἱερέα. Ὅμως, τά πράγματα μοῦ ἦρθαν κάπως παράξενα. Μιά φωνή μεσα μου καί μιά ἀνεξήγητη δύναμη μέ ὠθοῦσε νά ἔρθω στό Γενισέισκ».
Ὁ Ἐπίσκοπος Λουκᾶς ἀπόρησε καί τόν ξαναρώτησε : «Καί γιατί τόσο ξαφνιάστηκες καί σάστιστες, ὅταν μέ εἶδες»;
Ἡ ἀπάντηση τοῦ μοναχοῦ Χριστοφόρου ἄφησε ἔκπληκτο τόν Ἐπίσκοπο.
«Μά, πῶς νά μήν ξαφνιαστῶ; Πρίν δέκα χρόνια εἶδα ἕνα ὄνειρο, τό ὁποῖο ἔμεινε ὁλοζώντανο στήν μνήμη μου, σά νά τό βλέπω τώρα. Εἶδα πώς ἤμουν σ’ ἕνα ἱερό ναό καί ἔνας ἄγνωστος σέ μένα ἀρχιερεύς μέ χειροτόνησε ἱερομόναχο. Μόλις μπήκατε ἐδῶ καί σᾶς ἀντίκρυσα, σᾶς ἀναγνώρισα. Εἴσαστε αὐτός, πού πρίν δέκα χρόνια σᾶς εἶδα σ’αὐτό το ὄνειρο»!
Ὁ μοναχός Χριστοφόρος συγκινημένος, ἔκανε ἐδαφιαία μετάνοια στόν ἔκπληκτο Ἐπίσκοπο. Ἐκεῖνος διέκρινε καθαρά τό χέρι τοῦ Θεοῦ στό θαυμαστό αὐτό γεγονός καί χειροτόνησε τόν μοναχό Χριστοφόρο διάκονο κι ἔπειτα ἱερέα, στέλνοντάς τον νά ποιμάνει κάτω ἀπό τόσες ἀντίξοες συνθῆκες τόν πιστό λαό τοῦ Θεοῦ στό Κρασνογιάρσκ.
Ὁ Ἐπίσκοπος Λουκᾶς σχολίαζε ἀργότερα : «Δέκα χρόνια πρίν, ὅταν μέ εἶχε δεῖ ὁ μοναχός Χριστοφόρος, ἐγώ ἤμουν ἕνας δημόσιος χειρουργός στό Περεσλάβλ Ζαλέσκι καί δέν σκεφτόμουν οὔτε τήν ἱερωσύνη, οὔτε πολύ περισσότερο τήν ἀρχιερωσύνη. Γιά τόν Κύριο, ὅμως, τότε εἶχα ἤδη γίνει Ἐπίσκοπος. Ἄγνωστοι αἱ βουλαί τοῦ Κυρίου»!
Ὁ Ἅγιος ὑπέγραψε καί τό χειροτονητήριο ἔγγραφο : «Μέ τό παρόν βεβαιώνω ὅτι ὁ μοναχός Χριστοφόρος, τόν Μάρτιο τοῦ 1924 χειροτονήθηκε ἀπό μένα ἱεροδιάκονος καί ἱερομόναχος γιά τό ποίμνιο τοῦ Κρασνογιάρσκ, πού διεφύλαξε τήν πίστη πρός τόν Παναγιώτατο Πατριάρχη Τύχωνα καί δέν προσχώρησε στό ἐκκλησιαστικό σχίσμα. Ὁ ἱερομόναχος πρέπει νά φροντίσει γιά τήν ἵδρυση ἐνορίας στό Κρασνογιάρσκ. Λόγῳ ἔλλειψης ἀρχιερατικῆς σφραγίδας, ἐπιθέτω τήν ἰατρική μου σφραγίδα.
Ταπεινός Λουκᾶς Ἐπίσκοπος Τασκένδης καί Τουρκεστάν
20 Μαρτίου 1924 - Γενισέισκ»[8]
6. Ἡ στάση μας ἔναντι τῶν σχισματοαιρετικῶν τῆς Οὐκρανίας
Ἡ παρακαταθήκη τοῦ ἁγίου Λουκᾶ καί ἡ στάση τοῦ πιστοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ ταπεινῶς φρονοῦμε ὄτι ἀποτελεῖ τήν καλύτερη καί ἀσφαλέστερη ποδηγέτηση γιά τήν ἀντιμετώπιση τῆς σημερινῆς ζοφερῆς καταστάσεως, πού ἔχει προκελέσει τό Οὐκρανικό ζήτημα.
Ἡ δημιουργία τῆς νέας σχισματικῆς ψευδοεκκλησίας τῆς Οὐκρανίας ἀποτελεῖ ἐκκλησιαστικό πραξικόπημα ἐκ μέρους τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἡ ὁποία ἔχει τήν ἄμεση ὑποστήριξη κατ’ἀρχήν τῆς Ἀμερικῆς καί τῶν Οὐνιτῶν καί ἐσχάτως τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί τοῦ Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας.
Οἱ Κανονικοί Ἀρχιερεῖς καί Ἱερεῖς ὀφείλουν νά σταθοῦν στό ὕψος τους, ἐνῶ τό λαϊκό στοιχεῖο ὀφείλει νά ἀντισταθεῖ καί νά παραμείνει πιστό στούς ἀληθινούς ποιμένες του, στήν Κανονική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας μέ ἐπικεφαλῆς τόν Κανονικό Μητροπολίτη Κιέβου καί πάσης Οὐκρανίας κ. Ὀνούφριο, νά ἀποφεύγει μέ κάθε τρόπο τήν σχισματική παράταξη τοῦ Ἐπιφανίου καί νά μήν πηγαίνει στούς ἀπίστους ἱερεῖς. Τό ποίμνιο ὀφείλει νά διαφυλάξει τήν πίστη πρός τόν Μητροπολίτη Ὀνούφριο καί νά μήν προσχωρήσει στό ἐκκλησιαστικό σχίσμα.
Ἡ νέα ‘’Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας’’, ὅπως τήν ὀνομάζουν οἱ ἐκπρόσωποί της καί οἱ τοῦ Φαναρίου, δέν εἶναι Ἐκκλησία, ἀλλά ἕνα ἄγριο θηρίο, πού ἔχει ὅλα τά γνωρίσματα τῆς ἀγριότητος. Μήν ξεγελιόμαστε μέ τίς ἐξωτερικές ὁμοιότητες μέ μᾶς, πού τηροῦν οἱ ἐκπρόσωποι τῆς ὀργάνωσης στίς ἀκολουθίες καί στή Λειτουργία. Νά ξέρουμε ὅτι δέν εἶναι κανονικές. Νά πηγαίνουμε στούς ναούς, ὅπου λειτουργοῦν ἄξιοι ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι δέν ὑποτάχθηκαν στίς ἐντολές τῆς σχισματικῆς αὐτῆς ὀργάνωσης. Ἀκόμη καί ἐάν ὅλοι οἱ ναοί πέσουν στά χέρια τους καί δέν ἔχουμε ποῦ νά πᾶμε, καλύτερα νά μήν πᾶμε πουθενά, παρά σ’αὐτούς. Νά μήν ἔχουμε καμμιά ἐπικοινωνία μέ τούς σχισματικούς και ὅσους τους ὑποστηρίζουν, οὔτε νά ἐπιχειρήσουμε διαλόγους μαζί τους.
Ὁ ἀντικανονικός «ἐπίσκοπος» τῆς νέας «Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας» Ἐπιφάνιος ἀποτελεῖ «βδέλυγμα τῆς ἐρημώσεως… ἐστώς ἐν τόπῳ ἁγίῳ».
Ὅλοι οἱ ναοί, πού ἔχουν καταληφθεῖ ἀπό τούς ὀπαδούς τῆς νέας «Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας», καί στούς ὁποίους λειτούργησαν, καλό εἶναι νά παραμένουν ἄδειοι ἀπό πιστούς. Ὁ λαός τοῦ Θεοῦ ὀφείλει νά καταλάβει ὅτι οἱ νέοι «ποιμένες» εἶναι «λύκοι βαρεῖς» καί δέν πρέπει ἀκοῦν αὐτούς, ἀλλά τήν φωνή τοῦ γνησίου καλοῦ ποιμένος.
Καί τέλος, ἀκόμη καί ἕνα διαμέρισμα μπορεῖ να γίνει ἕνα μικρό μοναστήρι καί νά μετετραπεῖ καί σέ ἐνορία μέ μόνιμο ἐκκλησίασμα.
[1] ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΑΡΓΟΛΙΔΟΣ κ. ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ (ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ), Ἀρχιεπίσκοπος Λουκᾶς. Ἕνας ἅγιος Ποιμένας καί γιατρός χειρουργός, ἐκδ. Πορφύρα, Ἀθήνα, Ἰούλιος 2017, σσ. 98-99.
[2] Ὅ. π., σσ. 131-133.
[3] Ματθ. 24, 15.
[4] Πράξ. 20, 29.
[5] Ἰω. 10, 8.
[6] Ὅ. π., σ. 138.
[7] Ὅ. π., σσ. 154-156.
[8] Ὅ. π., σσ. 156-157.