ΙΧΘΥΣ: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ

Παρασκευή 3 Μαΐου 2019

Πραγματικά, και η ψυχή μου αναστήθηκε και δεν βλέπω πλέον κανένα νεκρό… Εάν τέτοιος είναι ο Θεός, πρέπει το συντομότερο να εγκαταλείψω τα πάντα και να επιζητήσω μόνον την ένωση μαζί Του!

  Παρακάτω παραθέτουμε μια συγκλονιστική μαρτυρία-αφήγηση του Γέροντα Σωφρόνιου, που περιγράφεται μια αναστάσιμη θεοεμπειρία που είχε ο άγιος, αφού, όπως ομολογεί, προηγουμένως «έπασχε εν τη μετάνοιά του με όλη την ύπαρξή του»:

«Και να, την ημέρα του Μεγάλου Σαββάτου (ίσως το 1924), το Φως με επισκέφθηκε μετά τη Θεία Μετάληψη και το αισθάνθηκα ως επαφή της Θείας αιωνιότητας με το πνεύμα μου. Ιλαρό, γεμάτο ειρήνη και αγάπη, το Φως παρέμεινε μαζί μου επί τρεις ημέρες. Διέλυσε το σκοτάδι της ανυπαρξίας, που στεκόταν μπροστά μου. Αναστήθηκα, και μέσα μου, μαζί μου, αναστήθηκε όλος ο κόσμος. Οι λόγοι του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου στο τέλος της ακολουθίας του Πάσχα ήχησαν με συγκλονιστική δύναμη: «Ανέστη Χριστός, και νεκρός ουδείς επί μνήματος».
Καταπονημένος από το θέαμα του γενικού θανάτου, ανέζησα εκείνη τη στιγμή: Πραγματικά, και η ψυχή μου αναστήθηκε και δεν βλέπω πλέον κανένα νεκρό…. Εάν τέτοιος είναι ο Θεός, πρέπει το συντομότερο να εγκαταλείψω τα πάντα και να επιζητήσω μόνον την ένωση μαζί Του».


Σε κάποιο άλλο σημείο θα ταυτίσει ο Γέροντας αυτό το Φως («το υπερκόσμιο») με το άκτιστο Φως της θείας Μεταμορφώσεως και θα μας διδάξει: «Η κάθοδος αυτού (του Φωτός) σ’ εμάς δεν είναι τίποτε άλλο, παρά μόνο η φανέρωση του Θεού στον άνθρωπο: αποκάλυψη ουρανίων μυστηρίων», για να συμπεράνει: «Χωρίς αυτό το Φως η γη θα παρέμενε εκτός της αληθινής θεογνωσίας. Βάσει της προσωπικής μου πείρας, επέτρεψα στον εαυτόν μου να ονομάσει το Φως αυτό Φως αναστάσεως. Με τον ερχομό αυτού του Φωτός το πνεύμα του ανθρώπου εισάγεται στη σφαίρα όπου δεν υπάρχει θάνατος».


Συνεχίζοντας ο θεοδίδακτος Γέροντας θα μας αποκαλύψει: «Η έλλαμψη από αυτό το Φως δίνει στον άνθρωπο την πείρα της αναστάσεως ως πρόγευση της μέλλουσας μακαριότητας». Όμως δεν αξιώνονται όλοι τέτοιας πείρας αναστάσεως, αλλά μόνον οι ικανοί να αντιληφθούν το Χριστό:
«Ο Χριστός μετά την Ανάστασή του εμφανιζόταν αποκλειστικά σ’ εκείνους, οι οποίοι ήσαν ικανοί να Τον αντιληφθούν στην ήδη θεωμένη και πεφωτισμένη σάρκα Του, παραμένοντας αόρατος στους άλλους». Οι δεκτικοί του Άκτιστου Φωτός αξιώνονται και της αναστάσιμης χαράς:
«Όταν δε κατέρχεται σ’ εμάς το Άκτιστο Φως, τότε μεταδίδεται σ’ εμάς η χαρά της αναστάσεως, και ο νους μας θεωρεί τον Κύριον αναβαίνοντα , «όπου ην το πρότερον ».

(Πρεσβυτέρου Σταύρου Τρικαλιώτη, «Τα ένδεκα Εωθινά Ευαγγέλια», Εκδ. Τήνος, σ. 33).
πηγή