ΙΧΘΥΣ: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ

Πέμπτη 23 Μαΐου 2019

Ο Νεομάρτυς Ευγένιος Ροντιόνωφ (23/5/1996)

ΠΑΙΔΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ: Ο Νεομάρτυρας Ευγένιος Ροντιόνωφ γεννήθηκε στις 23 Μαΐου 1977 στο χωριό Κουρίλοβο του Παντόλσκ κοντά στη Μόσχα. Ήταν το μοναδικό παιδί της οικογένειας και βαπτίστηκε Ορθόδοξος Χριστιανός κατά την παιδική του ηλικία. Η μητέρα του ονομάζεται Λιουμπόβ Βασίλιεβνα. Το 1989 η γιαγιά του πήρε τον μικρό Ευγένιο και τον πήγε στην Εκκλησία, για να εξομολογηθεί για πρώτη φορά και να μεταλάβει των αχράντων μυστηρίων. Ο ιερέας πρόσεξε ότι το παιδί δε φορούσε Σταυρό και στη διάρκεια της εξομολόγησης του φόρεσε ένα Σταυρό, τον οποίο ο Ευγένιος δεν έβγαλε ποτέ από πάνω του. Η μητέρα του, όταν είδε ότι φορούσε Σταυρό, τον προέτρεψε να τον βγάλει, διότι, όπως είπε, θα τον περιγελούσαν οι συμμαθητές του. Ο Ευγένιος δεν απάντησε και συνέχισε να τον φορά. Όταν τελείωσε τις σπουδές του το 1994, εργάστηκε ως επιπλοποιός.
ΣΤΟ ΜΕΤΩΠΟ: Στις 25/6/1995 παρουσιάστηκε στο Στρατό και στις 13/1/1996, τοποθετήθηκε στα συνοριακά φυλάκια Τσετσενίας-Ιγκουερίνας. Ένα μήνα μετά, στις 13/2/1996, αιχμαλωτίστηκε. Η στρατιωτική υπηρεσία έστειλε τέσσερις στρατιώτες, μεταξύ των οποίων και τον Ευγένιο, να κάνουν ελέγχους στα αυτοκίνητα που διέρχονταν από έναν δρόμο. Δυστυχώς, οι αρμόδιοι έστειλαν τους στρατιώτες χωρίς να υπάρχει σχετική οργάνωση (δεν υπήρχε καν φωτισμός) και καμιά ασφάλεια. Από το δρόμο περνούσαν συχνά Τσετσένοι μεταφέροντας όπλα, αιχμαλώτους και ναρκωτικά. Τη νύχτα (3.00) εκείνη πέρασε από εκείνο το δρόμο ένα ασθενοφόρο.
Όταν οι στρατιώτες το σταμάτησαν για έλεγχο, ξαφνικά μέσα από αυτό πετάχτηκαν δέκα πάνοπλοι Τσετσένοι. Ακολούθησε συμπλοκή και οι Τσετσένοι συνέλαβαν και τους τέσσερις στρατιώτες. Στις 4π.μ. όταν ήρθαν άλλοι στρατιώτες για αλλαγή φρουράς κατάλαβαν αμέσως τι είχε συμβεί. Μετά από λίγες μέρες η υπηρεσία του στρατού ενημέρωσε τους γονείς των στρατιωτών για την εξαφάνισή τους. Η μητέρα του Ευγένιου κατάλαβε ότι πρόκειται για αιχμαλωσία, και πήγε με κίνδυνο της ζωής της στην πόλη Χαγκάλα της Τσετσενίας, για να βρει το παιδί της. Εκεί ήρθε σε επαφή με αρχηγούς διαφόρων αντάρτικων ομάδων της Τσετσενίας προσπαθώντας να μάθειγια την τύχη του Ευγένιου. Οι ίδιοι οι Τσετσένοι της είπαν ότι ο γιος της ζούσε, αλλά ήταν αιχμάλωτος και σιώπησαν με νόημα προσπαθώντας να υπολογίσουν πόσα χρήματα μπορούσαν να αποσπάσουν από αυτήν. Εκείνον τον καιρό ένας ζωντανός στρατιώτης αιχμάλωτος στοίχιζε 10.000 δολάρια, ενώ ένας αξιωματικός 50.000 (!). Όταν κατάλαβαν ότι δεν θα κέρδιζαν αρκετά χρήματα, αποφάσισαν να τον σκοτώσουν. Η μητέρα του πήγε παντού ψάχνοντάς τον, διέσχισε χωριά, ναρκοθετημένους δρόμους, μέτωπα συγκρούσεων, και, όπως η ίδια λέει, «πέρασα από όλους τους κύκλους του άδη».
ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ – ΜΑΡΤΥΡΙΟ: Από την πρώτη μέρα της αιχμαλωσίας του Ευγένιου, που διήρκησε 100 ημέρες, οι αντάρτες, επειδή είδαν ότι φοράει Σταυρό, προσπάθησαν να τον κάμψουν, ώστε να καταφέρουν, ει δυνατόν, να τον αναγκάσουν να αρνηθεί την πίστη του και να γίνει μουσουλμάνος και δήμιος άλλων Ρώσων αιχμαλώτων. Ο Ευγένιος, βέβαια, αρνήθηκε όλες τις προτάσεις και, παρά τους συνεχείς ξυλοδαρμούς, τα βασανιστήρια και τις υποσχέσεις ότι θα ζήσει αν βγάλει, έστω, το σταυρό του, δεν μπόρεσαν να τον κάμψουν. Αργότερα, οι ίδιοι κάποιοι πολέμαρχοι των ισλαμιστών ανταρτών είπαν στη μητέρα του: «εάν ο γιος σου γινόταν σαν ένας από εμάς, δε θα τον αδικούσαμε». Στις 23 Μαΐου του 1996, την ημέρα των γενεθλίων του, πήραν και τους τέσσερις αιχμαλώτους στρατιώτες, για να τους σκοτώσουν. Πρώτα σκότωσαν τους τρεις συναιχμαλώτους του.
Έπειτα, πρότειναν για τελευταία φορά στον Ευγένιο να βγάλει το Σταυρό λέγοντας ότι «ορκιζόμαστε στον αλλάχ ότι θα ζήσεις». Ο Ευγένιος και πάλι αρνήθηκε και τότε υπέστη το φρικτό του μαρτύριο. Τον έσφαξαν με μαχαίρι κόβοντας εντελώς το κεφάλι του, αλλά δεν τόλμησαν να βγάλουν το Σταυρό από το λαιμό του. Τον έθαψαν μεν με το σταυρό, αλλά χωρίς το κεφάλι (Δες σχετ. βίντεο στο youtube).
ΤΟ ΑΓΙΟ ΛΕΙΨΑΝΟ: Τελικά, η μητέρα του βρήκε τον Ευγένιο μετά από εννέα μήνες. Οι Τσετσένοι ζήτησαν 4000 δολάρια για να της δώσουν το λείψανο. Της έδωσαν και βιντεοκασέτα με το μαρτύριο του γιου της και της διηγήθηκαν οι ίδιοι την πορεία της αιχμαλωσίας του και τα βασανιστήρια. Η μητέρα του Ευγένιου πούλησε το διαμέρισμά της και ό,τι άλλο μπορούσε, για να μπορέσει, αφενός μεν να δώσει τα λίτρα, αφετέρου δε να ανταπεξέλθει στα έξοδα εκταφής, ειδικού φέρετρου, μεταφοράς κ.ά. Στις 20/11/1996 μετέφερε το λείψανο στο χωριό τους και το έθαψε στο κοιμητήριο. Σε λίγες μέρες ο πατέρας του Ευγένιου πέθανε δίπλα στο μνήμα από τη λύπη του. Αμέσως, σε διάφορες περιοχές της Ρωσίας ο άγιος μάρτυρας Ευγένιος άρχισε να εμφανίζεται και να κάνει θαύματα. Παρακάτω παραθέτουμε ορισμένες μαρτυρίες και θαυμαστές επεμβάσεις:
ΘΑΥΜΑΣΤΟΣ ΚΥΡΙΟΣ ΕΝ ΤΟΙΣ ΑΓΙΟΙΣ ΑΥΤΟΥ: Ένα κορίτσι Ορθόδοξου ορφανοτροφείου διηγήθηκε ότι της εμφανίστηκε ένας ψηλός στρατιώτης με κόκκινο μανδύα, ο οποίος της είπε ότι λέγεται Ευγένιος και την οδήγησε από το χέρι στην Εκκλησία. Το κοριτσάκι λέει: «παραξενεύθηκα που φορούσε κόκκινο μανδύα, διότι οι στρατιώτες δε φορούν τέτοιο μανδύα». Πολλοί έχουν δει ένα στρατιώτη με πύρινο μανδύα να βοηθάει αιχμαλώτους στην Τσετσενία να δραπετεύσουν από την αιχμαλωσία τους και να διαφύγουν από κάθε κίνδυνο, όπως νάρκες. Σε νοσοκομείο τραυματιών πολέμου, νοσηλευόμενοι πιστοποιούν ότι ένας άγιος μάρτυρας Ευγένιος τους βοηθάει, ειδικά όταν πονάνε πολύ. Όταν κάποιοι από αυτούς πήγαν στο Ναό του Σωτήρος στη Μόσχα, είδαν την εικόνα του μάρτυρα αναγνωρίζοντας αυτόν που τους βοήθησε. Το στρατιώτη με τον κόκκινο μανδύα τον γνωρίζουν και πολλοί φυλακισμένοι. Βοηθάει τους ψυχικά συντετριμμένους λόγω της φυλακίσεως τους. Καθ' όλη τη διάρκεια του χρόνου, αλλά περισσότερο την ημέρα του Μαρτυρίου του, στις 23 Μαΐου, έρχονται για προσκύνημα στο τάφο του πολλοί πιστοί και αναφέρονται πολλά θαύματα
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΩΝ ΔΗΜΙΩΝ: Μετά από τρία χρόνια και τρεις μήνες ο συγκεκριμένος αρχηγός των Τσετσένων και η ομάδα του, οι σφαγείς του Ευγένιου, σκοτώθηκαν από ομοφύλους του σε εμφύλιες αντιπαραθέσεις.
Μεγαλυνάριο: “Τον ανδρείον μάρτυρα του Χριστού και βασανισθέντα υπό νέων ισλαμιστών, Άγιον στρατιώτην Ευγένιον τον Ρώσσον στερρώς αγωνισθέντα ύμνοις τιμήσωμεν.”