ΙΧΘΥΣ: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ

Σάββατο 6 Απριλίου 2019

Γιατί μαγαρίζουν τα αιματοβαμμένα χώματα της Μακεδονίας μας;

Αποτέλεσμα εικόνας για ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ
 Δημήτρης Νατσιός, δάσκαλος-Κιλκίς
«Η νίκη θα είναι δική μας, αν βασιλεύει την καρδίαν μας, θεός ζηλότυ­πος, μόνο   το   αίσθημα   το   Ελληνικό»  (Ιωάννης Καποδίστριας)
Γιατί έρχονται οι προδότες στην Μακεδονία μας; Γιατί μαγαρίζουν τα αιματοβαμμένα χώματά της; Τι δουλειά έχουν στις παρελάσεις των εθνικών επετείων, αφού ποδοπατούν την ιστορία μας, αρνούνται όλους τους συμβολισμούς της γαλανόλευκης και τις θεωρούν «μεταξικό κατάλοιπο», εθνικιστική εκδήλωση. (Στα Σκόπια χαρές και πανηγύρια, στην Μακεδονία μας αρές και κατάρες. Τις πταίει;).
Ήρθε τις προάλλες, εδώ στο Κιλκίς, ο Παππάς στα πλαίσια προφανώς της επιχείρησης «αντιστροφή του κλίματος» μετά τις εμετικές  υπογραφές-σάβανα της Μακεδονίας μας.  (Αυτό το κτητικό «μας» δεν πρέπει να λείπει από το στόμα κανενός Έλληνα και κυρίως τους φιλογενείς δασκάλους
Να διδάξουμε επιτέλους στους μαθητές μας και μια άλλη γραμματική, την Γραμματική του Γένους. Να τους συλλαβίσουμε πρώτα τα λόγια του Αγίου Παϊσίου, το μάθημα για την υψοποιό ταπείνωση. «Κλείνουμε λάθος την αντωνυμία. Λέμε εγώ, εσύ, αυτός. Να λέμε αυτός, εσύ και τελευταίο το εγώ».  Και στη συνέχεια, συνεχίζοντας το μάθημα της Πατριδογνωσίας, να τους ζητήσουμε να απομνημονεύσουν, το «Μακεδονία Ξακουστή», τις δύο πρώτες στροφές. Τώρα, γιατί σε λίγο καιρό θα συλλαμβάνονται οι δάσκαλοι που διαπράττουν το αδίκημα της διδασκαλίας περί της ελληνικότητας της Μακεδονίας και της πίστης στον Χριστό).
Επανέρχομαι στην έλευση, Παππά, στο Κιλκίς. Τόσα μπλόκα, κλούβες και μοτοσυκλέτες, ακροβολισμένες μες στην πόλη, έχει να δει το Κιλκίς από τα χρόνια της Κατοχής. Μόνο οι Γερμανοί εγκληματίες έπαιρναν τέτοια και τόσα μέτρα προφύλαξης. Οι αστυνομικοί ήταν περισσότεροι από τους κατοίκους που κυκλοφορούσαν στους δρόμους. Τι συνάντησε ο Παππάς στο Κιλκίς; Παγερή αδιαφορία, εχθρότητα, κλειστά παραθυρόφυλλα, απλό κόσμο που μουρμούριζε «πότε θα γλιτώσουμε από σας», ό,τι συνέβαινε, δηλαδή, το 1941-44. Και ποια είναι η επίσημη κυβερνητική γραμμή για όλες αυτές τις αντιδράσεις του λαού;  Τα λόγια του Τσίπρα στον Μακρόν. «Λίγοι ακροδεξιοί, περιθωριακοί, λαϊκιστές». Τα ίδια επανέλαβε ο Παππάς, τα ίδια λένε όλοι τους. Παίρνουν γραμμή και… μπαίνουν στη γραμμή. Φοβερό πράγμα. Πρώτη φορά στην ιστορία μας ποινικοποιείται και συκοφαντείται η άποψη ενός λαού, όχι από ξένους και εχθρούς, αλλά από την κυβέρνηση του και τα ποικιλώνυμα παπαγαλάκια της. (Πρώτη φορά τόσοι κατάφρακτοι σωματοφύλακες, δορυφορούν πολιτικούς στις εξορμήσεις τους. Ένας λόγος που οι εγκληματίες αποχαλινώθηκαν είναι ακριβώς η απόσπαση χιλιάδων αστυνομικών στην φύλαξη πολιτικών. Αλλοίμονό μας αν αρχίσει ο Τσίπρας περιοδεύει «για να αντιστρέψει το κλίμα»… Πανηγύρια θα στήσουν οι κλεφτοκατσικάδες πρωτευούσης και περιχώρων).
Ανέφερα για υποδοχή πολιτικών από τον λαό και θυμήθηκα τον Καποδίστρια. Τούτη την εποχή που μας «βρήκε το κακό και θολώνει ο νους», όπως θα έλεγε και ο Ελύτης, «δυστυχής παρηγορία» και ανασασμός εν μέσω αναθυμιάσεων είναι το «κοίταγμα» στην ιστορία μας. Διασώζει ο σπουδαίος Γ. Τερτσέτης στα «Απόλογα για τον Καποδίστρια» τον διάλογο του Κυβερνήτη, το 1828 στην Αίγινα, με τον Γεώργιο Μαυρομιχάλη, που εμφανίστηκε μπροστά του με ενδυμασία «βουτηγμένη εις το μάλαμα». Μεγαλειώδης λόγος, εθνικός, έμπονος, ξεχείλισμα από μια καρδιά που ευωδίαζε από πίστη και φιλοπατρία.  «Σήμερον ο Κυβερνήτης με έκανε να ντραπώ», είπε ο Μαυρομιχάλης σε φίλο του.  (εκδ. «Βαλέτα», τομ. Γ΄, σελ. 240-242). Θα γράψω κάτι κι ας θεωρηθεί «γραφικό». Θα έπρεπε μετά από κάθε ορκωμοσία νέας κυβέρνησης, να διαβάζεται στη Βουλή, ο λόγος αυτός του αθάνατου Κυβερνήτη. Πολλοί ίσως θα ντρέπονταν να ντροπιαστούν.  Ίσως καμμιά σπίθα φιλότιμου, ξεπηδούσε μέσα από τα μπάζα της ιδιοτέλειάς τους.
«Δεν σ' επαινώ διά τα φορέματα σου και πριν πατήσω τα χώματα τα Ελληνικά, και αφού ήλθα και είδα. το εβεβαιώθηκα. Είναι καιροί πού πρέπει να φορούμε όλοι ζώνη δερματένια, και να τρώμε ακρίδες και μέλι άγριο. Είδα πολλά εις τη ζωή μου, αλλά σαν το θέαμα όταν έφθασα εδώ εις την Αίγινα, δεν είδα τι παρόμοιο ποτέ, και άλλος να μην το ιδεί· προείδα μεγάλα δυστυχήματα διά την πατρίδα, αν εσείς δεν θα είσθε σύμφωνοι μαζί μου και εγώ με εσάς. “Ζήτω ό Κυβερνήτης, ο σωτήρας μας, ό ελευθερωτής μας”, εφώναζαν γυναίκες αναμαλλιάρες, άνδρες με λαβωματιές πολέμου, ορφανά γδυτά, κατεβασμένα από τες σπηλιές· δεν ήτον το συναπάντημα μου φωνή χαράς, αλλά θρή­νος· η γη εβρέχετο από δάκρυα· εβρέχετο η μυρτιά και η δάφνη του στο­λισμένου δρόμου από το γιαλό εις την Εκκλησία· ανατρίχιαζα, μου έτρε­μαν τα γόνατα, η φωνή του λαού έσχιζε την καρδιά μου· μαυροφορεμέ­νες, γέροντες, μού εζητούσαν να αναστήσω τους αποθαμένους τους, μα­νάδες μου έδειχναν εις το βυζί τα παιδιά τους, και μου έλεγαν να τα ζήσω, και ότι δεν τους απέμειναν παρά εκείνα και εγώ».
Αυτά για την υποδοχή. Και ιδού τα χρυσά του λόγια για κάθε πραγματικό ηγέτη:
«...Δεν λυπούμαι, δεν απελπίζο­μαι· προτιμώ αυτό το σκήπτρο του πόνου και των δακρύων παρά άλλο· ο Θεός  μου το έδωσε, το παίρνω, θέλει  να  με δοκιμάσει· είμαι από τη φυλή σας· εις ένα μνήμα μαζί  με σας θα θαφτώ· ό,τι έχω, ζωή, περιου­σία, φιλίες εις την Ευρώπη, κεφάλαια γνώσεων, αποκτημένα   από   τόσα θεάματα και ακροάματα συμβάντων του κόσμου της ημέρας μου, τα αφιε­ρώνω εις την κοινήν πατρίδα. Ας υψώσω το μεγαλείον της, ώστε όποιος θελήσει, δυσκόλως να το ταπεινώσει. Στερεωμένο εις  ρίζες  αρετής, είναι ακαταμάχητο. Εκάμετε έργα πολεμικά  αθάνατα. Βασιλείς και έθνη σας επαίνεσαν, αλλά πίστευσέ μου, διά πολυετίαν ακόμη, η ζώνη  του Προδρό­μου πρέπει  να   είναι   στολισμός μας, όχι χρυσοΰφαντη χλαμύδα…. Μέτρο μας και άστρο, εις δεινά ελληνικά, θε­ραπεία ελληνική…
Αν δεν μας αποστραφεί ο μεγαλοδύναμος και αξιωθούμε την ευ­λογία του, τα ακροθαλασσιά μας θα στολιστούν από εύμορφες πολιτείες, η σημαία η Ελληνική θα δοξάζεται εις τα πελάγη, ήμερα δένδρα θα αν­θίζουν εις τα άγρια βουνά, και οι ερημιές θα πληθύνουν από κατοίκους-και όχι εις τες όψιμες ημέρες των απογόνων όσα σού προλέγω, αλλά εσύ θα τα ιδείς πού 'σαι νέος θα ζήσεις και θα γεράσεις. Ένα μόνο φοβούμαι πολύ και με δέρνει υποψία: τρέμω την απειρία σας. Αν η νέα κυβέρνησις τύχει να συγκρουσθεί με συμφέροντα ξένων δυνάμεων- επειδή κάθε τόπος έχει χωριστά το μυστήριο της ζωής του, το νόμο της ευτυχίας του- αν πλανεθεί ο Ελληνισμός σας, θα σηκωθεί σκοτάδι μεταξύ μας… Ετινάξατε το καβούκι των αλλοφύλων, άλλ’ οι πλεκτάνες της διπλωματίας έχουν κλω­στές πλανήτριες, φαρμακερές, κλωστές θανάτου, άφαντες, και εσείς δεν τες εννοείτε. Κατεβαίνω πολεμιστής εις το στάδιον, θα πολεμήσω ως κυβέρνησις. Δεν λαθεύομαι(=δεν ξεχνώ) τον έρωτα των προνομίων που είναι φυτευμένος εις ψυχές πολλών, τα ονειροπολήματα των λογιωτάτων ξένων, το φιλύποπτο, κυριαρχικό και ανήμερο αλλοεθνών ανδρών. Η νίκη θα είναι δική μας, αν βασιλεύει την καρδίαν μας, θεός ζηλότυ­πος, μόνο   το   αίσθημα   το   Ελληνικό·  ο φιλήκοος των ξένων είναι προδότης».