ΙΧΘΥΣ: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ

Σάββατο 20 Απριλίου 2019

Γιατί υπάρχει όλο αυτό το κακό γύρω μας;



Γιατί υπάρχει όλο αυτό το κακό γύρω μας;
Μετά την πτώση από τον Παράδεισο η φύση μας έχει διαφθαρεί τόσο, ώστε το μόνο που επιθυμεί είναι η ικανοποίηση του «εγώ» μας. Από τότε που επαναστατήσαμε κατά του Θεού της αγάπης μέσα στον Παράδεισο, διχαστήκαμε και ως προσωπικότητες και γίναμε εχθροί του ίδιου του εαυτού μας. Διχαστήκαμε όμως και με τον πλησίον. Γι᾿ αυτό και μόνη μας επιθυμία είναι η προσωπική εγωιστική απόλαυση των ηδονών της ζωής. Γι᾿ αυτό και ο τόσος πόνος, η τόση φτώχεια, η τόση αδικία, η τόση ανισότητα, το πολυποίκιλο γενικά κακό στον κόσμο. Γι᾿ αυτό η τόση επιδείνωση της αστοργίας και ασπλαχνίας μέσα μας και γύρω μας.

Ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο «καλόν λίαν». Το κακό δεν είναι δικό του δημιούργημα. Είναι εφεύρημα του διαβόλου και ανταπόκριση σ’ αυτό της δικής μας προαιρέσεως, της κακής χρήσεως της ελευθερίας που μάς χάρισε ο Δημιουργός. Είναι αποτέλεσμα της αμαρτωλής ψυχικής μας διαθέσεως, που εναντιώνεται στην αρετή· της διαθέσεως, η οποία μάς εξαχρειώνει και μάς σύρει ολοένα και με μεγαλύτερη ένταση μακριά από το αγαθό.
Βέβαια ο παντογνώστης Θεός δεν μένει απλός και αδιάφορος παρατηρητής των όσων συμβαίνουν στον κόσμο και τα οποία τόσο μάς πληγώνουν. Όλα και όλοι είμαστε μέσα στην απέραντη και ανεξάντλητη αγάπη του, η οποία παρακολουθεί μέ πατρικό ενδιαφέρον τα πάντα και με πάνσοφους τρόπους, ανεξιχνίαστους από το δικό μας φτωχό ανθρώπινο μυαλό, τακτοποιεί έτσι όλα τα πράγματα – ακόμη και τα πιο οδυνηρά – ώστε όσοι έχουν καλή διάθεση να αποκομίζουν πνευματικό όφελος από τις θλίψεις και τις δοκιμασίες της ζωής. Αυτό δε το πνευματικό όφελος, εφόσον οδηγεί στην αιώνια σωτηρία και ευτυχία του ανθρώπου, είναι ασύγκριτα ανώτερο από την υλική ευημερία σ᾿ αυτή την πρόσκαιρη ζωή.
Ναι, θα πει κάποιος. Αλλά γιατί ο Θεός δεν εξαλείφει το κακό ή τουλάχιστον, γιατί δεν το αναχαιτίζει;
Το κλειδί στη λύση του προβλήματος αυτού, το οποίο θα παρουσιάζει πάντα τις μυστηριώδεις και ανεπίλυτες πλευρές του, βρίσκεται στους λόγους των θεοφώτιστων Πατέρων της Εκκλησίας μας, οι οποίοι διδάσκουν: «Όλα διοικούνται διά της προνοίας του Θεού ο Οποίος άλλα μεν επιτρέπει, για τον λόγο που Εκείνος γνωρίζει, άλλα δε ενεργεί ο Ίδιος», λέει ο ιερός Χρυσόστομος.
Υπάρχουν και περιπτώσεις πλήρους ή προσωρινής εγκαταλείψεως εκ μέρους του Θεού, διδάσκει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός.
Ας προσέξουμε όμως. Όλα μεν διοικούνται από την αγαθή πρόνοια του Θεού και όλα είναι κάτω από τον απόλυτο έλεγχο της αβυθομέτρητης αγάπης του, θα έλθει όμως, όταν κρίνει Εκείνος, και η ώρα της επεμβάσεώς του. Ωστόσο άλλη είναι η σχέση του παντοκράτορος Θεού προς το φυσικό κακό – αρρώστιες, θύελλες, τρικυμίες, σεισμούς, αφορία της γης κ.τ.ό. -, εντελώς δε διαφορετική και μάλιστα αντίθετη προς το ηθικό κακό, δηλαδή την κάθε είδους αμαρτία. Διότι το μεν φυσικό κακό ο Θεός κατά το αγαθό θέλημά του το επιτρέπει, επειδή μπορεί να βοηθήσει τον άνθρωπο σε μετάνοια, επιστροφή και άσκηση της αγάπης. Ή επειδή μπορεί να παρακινήσει ανθρώπους να ηγηθούν ειρηνικών κοινωνικών επαναστάσεων που αλλάζουν τη μορφή της κοινωνίας, όπως π.χ. έναν Μ. Βασίλειο, έναν άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο, έναν άγιο Ιωάννη Ελεήμονα κ.λ.π. Το ηθικό όμως κακό ο άγιος Θεός το αποδοκιμάζει έντονα και σταθερά. Παραχωρεί μεν να γίνεται, δεν μετέχει όμως ούτε ευδοκεί (ούτε ευαρεστείται) ούτε και συνεργεί σ᾿ αυτό. Ο Θεός, που δεν είναι δυνατόν να πειρασθεί ποτέ από κάτι κακό και πονηρό, είναι απολύτως αδύνατον να προκαλέσει πειρασμό αμαρτίας σε κάποιον. Κάθε άνθρωπος ερεθίζεται και σπρώχνεται στην αμαρτία από τη δική του αμαρτωλή επιθυμία (Ιακ. α´ 13, 14). Και ο μεν Θεός προνοεί για όλα, αλλά δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι είμαστε αυτεξούσιοι. Δηλαδή διατηρούμε το δικαίωμα ελευθερίας και δράσεως, το δικαίωμα να επιλέγουμε. Ακόμη δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι ο Θεός δεν θέλει να γίνεται τίποτε πονηρό. Και ακόμη, ότι δεν γίνονται όλα από τη θέλησή του, αλλά και από τη δική μας. Όλα μεν τα κακά γίνονται μόνο από μας, όλα δε τα καλά από μας και χάρη στη βοήθειά του. «Τα μεν αγαθά όλα γίνονται με τη δική μας θέληση και με τη βοήθεια του Θεού, που δίκαια συνεργάζεται με όσους προτιμούν το αγαθό με ορθή συνείδηση» (Άγ. Ιωάννης Χρυσόστομος). Τα δε πονηρά έργα συντελούνται από μας, διότι ο Θεός κατά την πρόγνωσή του δίκαια εγκαταλείπει αυτόν που απομακρύνεται από κοντά Του και παραχωρεί να γίνονται τα πονηρά έργα ένεκα του αυτεξουσίου μας (Άγ. Ιωάννης Δαμασκηνός).
Ο δίκαιος Θεός μπορεί ασφαλώς να εξαφανίσει το κακό και την αδικία διά μιας και διά παντός απο τη γη. Αυτό όμως σημαίνει βία, καταναγκασμό και εκμηδένιση της ανθρώπινης θελήσεως. Αλλά «αυτό που γίνεται με τη βία δεν είναι ούτε λογικό ούτε αρετή» (Άγ. Ιωάννης Δαμασκηνός). Εφόσον λοιπόν ο Θεός μας έπλασε ελεύθερες προσωπικότητες, δεν θέλει να προλάβει με βίαιο τρόπο τις κακές συνέπειες που έχει η εκ μέρους μας κατάχρηση αυτής της δωρεάς του. Διότι αυτό θα ισοδυναμούσε με κατάργηση του ανθρώπου ως εικόνας του Θεού, ως ελεύθερης προσωπικότητος, και μετατροπή του ανθρώπου σε άβουλη μηχανή. Ο Θεός θέλει απεριόριστα το αγαθό και την αρετή. Και θέλει αυτά να γίνονται ελεύθερα, διότι αν γίνονται διά της βίας, χάνουν τον ηθικό και αξιόμισθο χαρακτήρα τους. Δεν αρέσκεται ο Θεός σε πλάσματα που σύρονται βίαια στο αγαθό, όπως τα ανελεύθερα ζώα. Διότι στην πνευματική βασιλεία του μέτοχοι μπορούν να είναι μόνο λογικές, ελεύθερες και ηθικές προσωπικότητες. Γι᾿ αυτό, παρόλο που αποστρέφεται το κακό, το ανέχεται. Και παραχωρεί να γίνεται από τον ελεύθερο άνθρωπο, που αντιστέκεται στο άγιο θέλημά του, δίνοντάς του ταυτόχρονα και ευκαιρίες μετανοίας, διορθώσεως, ασκήσεως της αγάπης και του αγαθού («Δογματική» Π. Ν. Τρεμπέλα).
Επομένως αυτό που διαιωνίζει το όποιο κακό, είναι η δική μας αποστασία, ο δικός μας αμοραλισμός.
Όσοι τα γνωρίζουμε αυτά ας προσπαθούμε όχι μόνο να μην αδικούμε, αλλ᾿ ας προσπαθούμε να επικρατήσει η βασιλεία του Θεού, εφαρμόζοντας στη ζωή μας τις άγιες εντολές του και πρωτοστατώντας σε έργα χριστιανικής αγάπης και φιλανθρωπίας. Έτσι το κακό, η πείνα και η κάθε είδους αδικία δεν θα βρίσκουν τόπο μέσα μας και γύρω μας.
Η απάντηση αντλήθηκε από το βιβλίο «Ελευθερία: Προνόμιο, δώρο ή πρόβλημα;» του αειμνήστου Νικολάου Βασιλειάδη.