ΙΧΘΥΣ: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ

Σάββατο 5 Ιανουαρίου 2019

Η θεία Λειτουργία

Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος λέγει: «Ο Χριστός είναι ο άρτος της ζωής, ο οποίος κατεβαίνει διαρκώς από τον ουρανό, με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος. Κατεβαίνει την ώρα του Ευχαριστιακού Ευαγγελισμού εντός της Παρθένου Εκκλησίας, όταν αυτή γίνεται γη αγαθή και ευλογημένη, η οποία βλαστάνει τον άρτο της ζωής. Τούτο το γεγονός της καθόδου του Χριστού και της παρουσίας Του εντός της Εκκλησίας το ζούμε κατά τη θεία Λειτουργία. Διότι η θεία Λειτουργία είναι αυτός ο ίδιος ο Χριστός ανάμεσά μας».
Ο πρώτος που έγραψε την θεία Λειτουργία ήταν ο Άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος. Μετά έγραψε ο Μέγας Βασίλειος και κατόπιν ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Την προηγιασμένη ο Άγιος Γρηγόριος ο Διάλογος. Το ότι γράφτηκαν οι θείες Λειτουργίες ήταν θέλημα του ιδίου του Κυρίου και αυτό φαίνεται από το πως ο Μέγας Βασίλειος έγραψε την δική του θεία Λειτουργία.

Μετά την Ανάσταση του Χριστού ο Άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος, όταν έγινε Αρχιερεύς των Ιεροσολύμων, συνέγραψε στην Εβραϊκή μερικές ευχές και ικεσίες προς τον Θεό, για να λέγουν οι ιερείς, όταν πρόκειται να τελέσουν την θεία Μυσταγωγία, την οποίαν παρέδωσε ο Κύριός μας, Ιησούς Χριστός, στους Αποστόλους κατά την νύκτα εκείνη που έμελλε να παραδοθή.
Αυτές λοιπόν τις ευχές και την Ακολουθία της θείας Λειτουργίας μετέφρασε στην Ελληνική, ο Άγιος Κλήμης Πάπας Ρώμης και ενομοθέτησε όλοι οι Χριστιανοί έτσι να τελούν την θεία Μυσταγωγία. Αυτό κράτησε περίπου τριακόσια πενήντα χρόνια. Επειδή όμως οι ευχές ήσαν μεγάλες και η Ακολουθία ήταν μακρά, οι Χριστιανοί κουράζονταν και γόγγυζαν κατά την διάρκεια της θείας Λειτουργίας, αλλά και οι ιερείς αμελούσαν και δεν λειτουργούσαν..
Βλέποντας αυτό ο Μέγας Βασίλειος επιθυμούσε να βρη τρόπο να ανακουφίση τον μεγάλο κόπο των Χριστιανών• προσευχόταν λοιπόν και παρακαλούσε τον Θεό να του δείξη κάποιο σημείο, με το οποίο να γνωρίση εάν είναι θέλημά Του να επιτελέση τον σκοπό του, δηλαδή να ανακουφίση τους Χριστιανούς.
Ενώ λοιπόν σκεπτόταν έτσι και παρακαλούσε τον Θεό επί πολλές ημέρες με νηστείες και δάκρυα, μία νύκτα, ως καθαρός και Άγιος, αξιώθηκε να δη μία παράξενη και θαυμαστή οπτασία. Του φάνηκε λοιπόν ότι κατέβηκε ο Χριστός μαζί με τους Αποστόλους, ω της συγκαταβάσεώς σου, Φιλάνθρωπε Κύριε! και κατά την αρχιερατική τάξη ετέλεσε την θεία Μυσταγωγία μαζί με αυτούς. Όμως ο Κύριος δεν έλεγε τις ευχές, όπως είναι γραμμένες στην Λειτουργία του Αδελφοθέου Ιακώβου, αλλά τις συντόμευε κατά τον τρόπο με τον οποίον τις συνέγραψε κατόπιν ο Άγιος Βασίλειος.
Αυτή την οπτασία είδε ο Άγιος και αφού ευχαρίστησε τον Θεό που άκουσε την δέησή του, συνέγραψε την θεία Λειτουργία, ακριβώς όπως την είδε και την άκουσε συντομώτερη, όπως τελείται σήμερα.
• Διαβάζουμε στο βιβλίο «Εμπειρίες κατά την θεία Λειτουργία του π. Στ. Αναγνωστοπούλου:
«Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός μας λέγει ότι η Θεία Λειτουργία ονομάζεται και Θεία Μετάληψις, διότι κατ’ αυτήν μεταλαμβάνουμε της Θεότητος του Ιησού Χριστού. Την ονομάζει δε και Θεία Κοινωνία, διότι κατ’ αυτήν κοινωνούμε και μετέχουμε της Σαρκός και της Θεότητος του Ιησού Χριστού. Άρα, η Θεία Λειτουργία βιώνεται από τους πιστούς (όταν αυτοί κοινωνούν των Αχράντων Μυστηρίων) και ως Θεία Κοινωνία και ως Θεία Μετάληψις. Πως; Υπάρχουν δυσκολίες στο να πούμε «πως». Δυσκολίες, πολλές φορές, αξεπέραστες.
Όσα αισθάνεται και ζη ο άξιος ιερεύς, που λειτουργεί, και εκεί­νος, που αξίως συμμετέχει στη Θεία Κοινωνία, δεν μπορεί να τα πη, δεν μπορεί να τα περιγράψη ούτε να τα εκθέση. Δεν μπορεί να τα πη με λόγια, να τα βάλη επάνω στο χαρτί και να τα γράψη. Όσα συγκλονιστικά έζησε ο πατήρ Ιάκωβος, μέσα σε τρεις γραμμές τα έγραψε. Αυτά, που ζη κανείς, δεν λέγονται, γιατί δεν μπορούν να εκφραστούν με λέξεις. Κινδυνεύει δηλαδή να κενωθή η αλήθεια, η αλήθεια του μεγάλου Μυστηρίου, που δεν βρίσκεται στα λόγια, στις ωραίες ποιητικές εκφράσεις, στα τυχόν καλολογικά στοιχεία, που θα χρησιμοποιήσουμε, αλλά στο απροσπέλαστο ΓΕΓΟΝΟΣ της Μεταβολής των Τιμίων Δώρων, του άρτου και του οίνου, του ψωμιού και του κρασιού, σε Σώμα και Αίμα Χριστού. Τα λόγια μειώνουν το γεγονός… Το γεγονός αυτό βιώνεται όμως ψυχοσωματικά:
– ανάλογα με την πνευματικότητα του πιστού,
– ανάλογα με την πίστι του,
– ανάλογα με την καθαρότητά του,
– ανάλογα με τη μετάνοιά του.
Πόση είναι η μετάνοιά σου; η μετάνοιά μου; Πόση είναι η κατάνυξις, πόσα είναι τα δάκρυα; Αυτά που βλέπει ο Θεός, όχι αυτά που βλέπουν οι άνθρωποι η αυτά, που εσύ νομίζεις ότι έχεις! Όχι! Αυτά, που βλέπει ο Θεός!
– και ανάλογα βέβαια με την ειλικρινή λαχτάρα που έχει ο πιστός, για να κοινωνήση.
Στη Θεία Λατρεία συμμετέχει όλος ο άνθρωπος:
– η ψυχή και το σώμα,
– ο νους και τα οστά,
– η καρδιά και οι πέντε σωματικές αισθήσεις.
– ακόμα και τα σπλάγχνα!