ΙΧΘΥΣ: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ

Δευτέρα 28 Ιανουαρίου 2019

Όταν η κριτικὴ «βαπτίζεται» ως συκοφαντία και ύβρη!

Ἱερὰ Μητρόπολις Πειραιῶς, γραφεῖο ἐπὶ τῶν αἱρέσεων καὶ τῶν παραθρησκειῶν
(Ὀφειλομένη ἀπάντηση σὲ δημοσίευμα τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀλβανίας)
Δὲν ἀποτελεῖ «πρωτάκουστη πρωτοτυπία, μεμονωμένο θλιβερὸ φαινόμενο τῶν τραγικῶν καιρῶν μας», ἀλλὰ σύνηθες δυστυχῶς φαινόμενο, πολλοὶ Προκαθήμενοι Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καὶ Πατριάρχες νὰ θέτουν ἑαυτοὺς ὑπεράνω πάσης κριτικῆς. Μία τέτοια ἀρρωστημένη νοοτροπία, σίγουρα θυμίζει Παπισμό, στὸν ὁποῖο ὁ «ἀλάθητος» Πάπας τῆς Ρώμης ἔχει ἀναγάγει τὸν ἑαυτό του σὲ «ἐπὶ γῆς θεὸ» καὶ ὡς ἐκ τούτου ἔχει τὴν ἀξίωση νὰ γίνονται δεκτὲς καὶ νὰ ἐφαρμόζονται οἱ ἀποφάσεις του ὡς «θεόπνευστες καὶ ἀλάθητες». Θέλουν ὅμως νὰ λησμονοῦν ὅτι στὴν Ἁγία Ὀρθοδοξία μας, στὴν μοναδικὴ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, οἱ πιστοί, (κληρικοί, μοναχοὶ καὶ λαϊκοί), δὲν εἶναι ἄβουλα ὄντα, ὀπαδοὶ κάποιας αἱρετικῆς, ἢ παραθρησκευτικῆς ὁμάδος, ἢ θρησκείας, ἀλλὰ ὀργανικὰ ἰσότιμα μέλη τοῦ μυστικοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, «γένος ἐκλεκτόν, βασίλειον ἱεράτευμα, ἔθνος ἅγιον» (Α΄Πέτρ. 2, 9), μὲ συγκεκριμένες ὑποχρεώσεις καὶ δικαιώματα. 

Θέλουν νὰ λησμονοῦν ὅτι ὁ πιστὸς λαὸς τοῦ Θεοῦ ἔχει λόγο, καὶ μάλιστα οὐσιαστικό, σὲ θέματα πίστεως, σύμφωνα μὲ τὴν διακήρυξη τῶν Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς τοῦ 1848: «…Ὁ φύλαξ τῆς Ὀρθοδοξίας τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, τ.ε. ὁ λαὸς αὐτός ἐστι». Θέλουν ἐπίσης νὰ λησμονοῦν, πὼς ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι κάποια ἀπὸ τὶς πολυάριθμες προτεσταντικὲς αἱρετικὲς ὁμάδες, οἱ ὁποῖες ἀρνοῦνται τὴν παραμικρὴ ἀμφισβήτηση τῶν ὀπαδῶν της. Εἶναι γνωστοὶ  οἱ ἀπαξιωτικοὶ χαρακτηρισμοὶ ποὺ ἐκτοξεύουν εὐκαίρως, ἀκαίρως, ὅπως «ἀκραῖοι», «φονταμενταλιστές», «σκοταδιστές», «μισαλλόδοξοι», ἀκόμα καὶ «ψυχοπαθεῖς»!

Μὲ ἔκπληξη ἀναγνώσαμε πρόσφατο δημοσίευμα, (βλ. ἰστολόγιο Ρομφαία, 16.1.2019), τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀλβανίας, μὲ τίτλο: «Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἀλβανίας ἀπαντᾶ γιὰ ὑβριστικὸ δημοσίευμα στὸ Γραφεῖο Αἱρέσεων τῆς Ἱ. Μ. Πειραιῶς», ὡς ἀπάντηση  σὲ ἀνακοίνωση τοῦ Γραφείου μας, μὲ θέμα: «Ποιοὺς πραγματικὰ στόχους ἐξυπηρετεῖ ὁ θρησκευτικὸς πλουραλισμός;». Ἐπρόκειτο γιὰ μία ἀπόλυτα θεολογικὰ τεκμηριωμένη κριτική μας σὲ ὁμιλία τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Τιράνων καὶ πάσης Ἀλβανίας κ. Ἀναστασίου, ἡ ὁποία εἶχε ἐκφωνηθεῖ στὴν τελετὴ ἀπονομῆς τῆς ἀνώτατης διάκρισης τοῦ «Χρυσοῦ Ἀριστοτέλη» ἀπὸ τὴ Σύγκλητο τοῦ Α.Π.Θ. στὶς 18.10.2018, (σύμφωνα μὲ ἄλλη δημοσίευση στὴν 12η Διαθρησκειακὴ Συνδιάσκεψη γιὰ τὸν θρησκευτικὸ πλουραλισμὸ καὶ τὴν εἰρηνικὴ συνύπαρξη στὴ Μέση Ἀνατολή), μὲ θέμα: «Θρησκευτικὸς πλουραλισμὸς καὶ εἰρηνικὴ συνύπαρξη». Μελετήσαμε μὲ προσοχὴ τὸ δημοσίευμα καὶ θεωρήσαμε χρέος μας νὰ δώσουμε κάποιες ὀφειλόμενες ἐξηγήσεις καὶ παρατηρήσεις.

Εὐθὺς ἐξ’ ἀρχῆς τὸ δημοσίευμα χαρακτηρίστηκε ὡς «ὑβριστικό», ὡς «ἀλλόκοτος λίβελος», ἐπειδὴ δῆθεν περιέχει «ἀνυπόστατες κατηγορίες». Παρὰ κάτω προστίθεται ὁ χαρακτηρισμός: «ὑστερικὸ παραλήρημα». Γιατί ὅμως; Ποῦ ὁ συντάκτης βρίσκει ἔστω καὶ μία χυδαία φράση ἐναντίον τοῦ Ἀρχιεπισκόπου, ἢ ἔστω καὶ μιὰ συκοφαντικὴ κατηγορία; Γιατί ἄραγε ἡ ἐν λόγω κριτικὴ μας «βαπτίζεται» ὡς «ὕβρις» καὶ «συκοφαντία»; Στὴν κριτικὴ μας θεωρήσαμε καθῆκον μας νὰ σχολιάσουμε κάποια σημεῖα τῆς ὁμιλίας τοῦ Μακαριωτάτου, τὰ ὁποία, κατὰ τὴν γνώμη μας, εἶναι ξένα πρὸς τὴν Ὀρθόδοξη πίστη καὶ Παράδοση. Κάποιες ἄστοχες ἐκφράσεις, οἱ ὁποῖες ἀπηχοῦν οἰκουμενιστικὴ ἰδεολογία καὶ προάγουν στὸν Διαθρησκειακὸ Οἰκουμενισμό. Δὲν παραλείψαμε μάλιστα νὰ τεκμηριώσουμε τὶς ἐπισημάνσεις μας μὲ μαρτυρίες ἀπὸ τὴν ἁγία Γραφὴ καὶ τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση, ὥστε νὰ μὴν εἶναι μετέωρες θεολογικὰ καὶ νὰ μὴν θεωρηθοῦν, ὅτι ἐκφράζουν προσωπικὲς ἀπόψεις. Ἡ ἐκκλησιαστική μας ἱστορία εἶναι γεμάτη ἀπὸ περιπτώσεις ἁγίων Πατέρων, οἱ ὁποῖοι ἄσκησαν ἔλεγχο καὶ κριτική, ἀκόμα καὶ σὲ ὑψηλὰ ἱστάμενα ἐκκλησιαστικὰ πρόσωπα, σὲ Πατριάρχες, Ἀρχιεπίσκοπους καὶ Ἐπίσκοπους, ὅταν διαπίστωναν, ὅτι ἀλλοιώνεται καὶ παραχαράσσεται ἡ Ὀρθόδοξη πίστη. Ἂς θυμηθοῦμε τὸν ἅγιο Μάξιμο τὸν ὁμολογητή, ὁ ὁποῖος, ἂν καὶ ἁπλὸς μοναχός, ἄσκησε δριμύτατη κριτικὴ ἀπέναντι στοὺς αἱρετικοὺς Πατριάρχες τῆς ἐποχῆς του, ποὺ ἐξέφραζαν τὴν αἵρεση τοῦ Μονοθελητισμοῦ.

Ἰσχυρίζεται ὁ συντάκτης ὅτι:  «Ὅπως εἶναι φυσικό, ἀνάλογα μὲ τὸ ἀκροατήριο, τοὺς ἀποδέκτες καὶ τὶς συγκεκριμένες συνθῆκες, προσδιορίζεται καὶ τὸ περιεχόμενο τῶν ὁμιλιῶν. Δὲν ἦταν κάποιο θεολογικὸ ἢ διαθρησκειακὸ συνέδριο. Ἡ ὁμιλία ἀπευθυνόταν σὲ ἕνα πολύμορφο ἀκαδημαϊκὸ ἀκροατήριο»! Συμφωνοῦμε ἀπόλυτα, ὅτι ὅταν ἀπευθυνόμαστε σὲ ἕνα ἀκαδημαϊκὸ ἀκροατήριο ὑψηλοτέρου θεολογικοῦ ἐπιπέδου, τότε χρησιμοποιοῦμε θεολογικότερη γλώσσα, ἐνῶ ὅταν ἔχουμε μπροστὰ μας ἁπλοϊκοὺς ἀνθρώπους, ποὺ δὲν ἔχουν θεολογικὴ κατάρτιση, τότε ὁμιλοῦμε μὲ πιὸ ἁπλὴ γλώσσα. Ὅμως! Πάντοτε, τὸ τονίζουμε, πάντοτε! καὶ στὶς δύο περιπτώσεις καλούμαστε νὰ ἐκφράσουμε τὶς ἴδιες ἀλήθειες, εἴτε μὲ ἁπλούστερη, εἴτε μὲ θεολογικότερη γλώσσα. Ἡ οὐσία τῆς διαφωνίας μας δὲν ἔγκειται στὸν τόπο ὅπου ἔγινε ἡ ὁμιλία, (ἂν δηλαδὴ ἔγινε στὰ πλαίσια ἑνὸς συνεδρίου, ἢ μίας βραβεύσεως), ἢ στὴ σύνθεση τοῦ ἀκροατηρίου, (ἂν δηλαδὴ ἦταν ὑψηλοῦ, ἢ χαμηλοῦ θεολογικοῦ ἐπιπέδου), ἀλλὰ στὸ ἴδιο τὸ περιεχόμενο τῆς ὁμιλίας, τὸ ὁποῖο, ὅπως τονίσαμε προηγουμένως, ὀφείλει νὰ εἶναι πάντοτε, μὰ πάντοτε, γνήσια Ὀρθόδοξο.

Πολὺ περισσότερο δὲν ἐπιτρέπεται ὁ ἐκκλησιαστικὸς λόγος νὰ ἔχει διπλωματικὸ χαρακτήρα, ἰδιαίτερα ὅταν πρόκειται γιὰ θέματα πίστεως. Διαφοροποίηση τοῦ λόγου σὲ θέματα πίστεως γιὰ νὰ ἐξυπηρετηθοῦν διπλωματικοὶ στόχοι, ἢ ἄλλες σκοπιμότητες, ὁδηγεῖ μοιραία σὲ ἀλλοίωση τῆς πίστεως. Γιὰ παράδειγμα, εἶναι ἀπαράδεκτο νὰ ἐξυμνοῦνται οἱ θρησκεῖες τοῦ κόσμου καὶ νὰ χαρακτηρίζονται ὡς «θεῖο δῶρο, δοσμένο γιὰ νὰ γαληνεύει τὶς καρδιές, νὰ θεραπεύει τὶς πληγὲς καὶ νὰ φέρνει πλησιέστερα ἄτομα καὶ λαούς», γιὰ νὰ ἐξυπηρετηθοῦν προφανῶς οἱ στόχοι τοῦ Διαθρησκειακοῦ Οἰκουμενισμοῦ, προκειμένου δηλαδὴ νὰ προωθηθεῖ μία κοσμικοῦ τύπου παγκόσμια εἰρήνη. Διότι πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ δεχθοῦμε, ὅτι ἐκτὸς ἀπὸ τὸ μοναδικὸ καὶ ἀνεκτιμήτου ἀξίας θεῖο δῶρο τῆς σωτηρίας, ποὺ μᾶς προσέφερε ὁ Κύριός μας μὲ τὴν ἐνανθρώπιση, τὸ πάθος καὶ τὴν ἀνάστασή Του, μᾶς προσέφερε καὶ ἄλλα «θεία δῶρα», τὶς θρησκεῖες τοῦ κόσμου;

Παρὰ κάτω ἀναφέρει: «Ἡ πολυμορφία τῶν θρησκειῶν, ὁ θρησκευτικός, δηλαδή, πλουραλισμός, ἀποτελεῖ ἁπλὴ διαπίστωση ἑνὸς παγκοσμίου φαινομένου, γεγονότος ἀναμφισβήτητου, καὶ ὄχι θρησκευτικὴ κίνηση, ποὺ ἐξυπηρετεῖ κάποιο στόχο». Ὁ θρησκευτικὸς πλουραλισμός, αὐτὸς καθ’ ἑαυτόν, εἶναι ὄντως ἕνα παγκόσμιο φαινόμενο. Ὡστόσο ἡ πολυμορφία τῶν θρησκειῶν καὶ ἡ ἐξ’ αἰτίας αὐτῆς δημιουργία πολυθρησκευτικῶν κοινωνιῶν ὁδηγεῖ ἀναπόφευκτα στὸ φαινόμενο τοῦ θρησκευτικοῦ συγκρητισμοῦ, τὸ ὁποῖο ὅμως φαινόμενο ἀποτελεῖ τὸ κύριο χαρακτηριστικὸ γνώρισμα ἑνὸς παγκοσμίου καὶ ἀντιχρίστου κινήματος τοῦ λεγομένου Διαχριστιανικοῦ καὶ Διαθρησκειακοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Μ’ ἄλλα λόγια ἡ πολυμορφία τῶν θρησκειῶν δὲν ἀποτελεῖ αὐτὴ καθ’ ἑαυτὴν ἕνα «σκοτεινὸ κίνημα», ἀποτελεῖ ὅμως τὴν ἀφετηρία καὶ τὴν προϋπόθεση τῆς δημιουργίας καὶ ἀναπτύξεως τοῦ ὡς ἄνω παγκοσμίου κινήματος, τὸ ὁποῖο εἶναι ἕνα σκοτεινὸ καὶ ἀντίχριστο κίνημα, μία παγκοσμίων διαστάσεων αἵρεση, ὅπως θὰ ἀποδείξουμε, μὲ ὅσα θὰ παραθέσουμε παρὰ κάτω.

Μέμφεται ὁ συντάκτης τὸ Γραφεῖο μας, ὅτι ὅσα γράφουμε περὶ Οἰκουμενισμοῦ ἀπηχοῦν «γνωστὲς ἀπόψεις μερικῶν ἀκραίων κύκλων, οἱ ὁποῖοι πιστεύουν πὼς προστατεύουν τὴν Ὀρθοδοξία ἀπὸ ἕνα παγκόσμιο κίνημα, γέννημα τῆς Μασονίας καὶ τοῦ Διεθνοῦς Σιωνισμοῦ, ποὺ ἔχει σὰν μοναδικὸ σκοπὸ τὴ δημιουργία μίας νέας τάξης πραγμάτων καὶ ποὺ προωθεῖ τὴν ‘παγκοσμιοποίηση’». Ἰσχυρίζεται ἀκόμη: «Ἡ παγκοσμιοποίηση εἶναι ἕνα ἱστορικὸ φαινόμενο, τὸ ὁποῖο ὀφείλεται καὶ προωθεῖται κυρίως μὲ τὴ ραγδαία τεχνολογικὴ ἀνάπτυξη σὲ ὅλο τὸν κόσμο». Διερωτώμεθα, ὁ συντάκτης, νομίζει, ὅτι τὰ περὶ Οἰκουμενισμοῦ ἀποτελοῦν «ἀπόψεις μερικῶν ἀκραίων κύκλων», ἢ ὅτι ἀποτελοῦν προσωπικές μας ἀπόψεις - ἀποκυήματα τῆς φαντασίας μας;

Δυστυχῶς γι’ αὐτὸν πολλοὶ ἅγιοι τῆς ἐποχῆς μας, ὅπως ὁ ἅγιος Ἰουστίνος ὁ Πόποβιτς, ὁ ἅγιος Νικόλαος Ἀχρίδος, ὁ ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης, ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Τσαλίκης, ὁ ἅγιος Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης, ὁ ἅγιος Ἰωάννης Μαξίμοβιτς, κ.α.), ἀλλὰ καὶ ἄλλοι Γέροντες, ἐγνωσμένης ἁγιότητος καὶ ἀρετῆς, (Φιλόθεος ὁ Ζερβάκος, Ἐφραὶμ ὁ Κατουνακιώτης, Ἐπιφάνιος ὁ Θεοδωρόπουλος, Θεόκλητος ὁ Διονυσιάτης, Ἐφραὶμ τῆς Ἀριζόνας, κ.α.), ὁμιλοῦν καὶ ἐπισημαίνουν, ὁ καθένας μὲ τὸν δικό του τρόπο, τὴν παναίρεση τοῦ Διαχριστιανικοῦ καὶ Διαθρησκειακοῦ Οἰκουμενισμοῦ.

Ὁ τεθεωμένος νεοφανῆς ἅγιος καὶ ὁμολογητὴς Ἰουστίνος ὁ Πόποβιτς, πρώην καθηγητὴς τῆς Δογματικῆς στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Βελιγραδίου, εἶχε χαρακτηρίσει τὸν Οἰκουμενισμό, ὡς ἑξῆς: «Ὁ Οἰκουμενισμὸς εἶναι κοινὸν ὄνομα διὰ τοὺς ψευδοχριστιανισμούς, διὰ τὰς ψευδοεκκλησίας τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης. Μέσα του εὑρίσκεται ἡ καρδία ὅλων τῶν εὐρωπαϊκῶν Οὐμανισμῶν, (ἀνθρωπισμῶν), μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τὸν Παπισμόν. Ὅλοι δὲ αὐτοὶ οἱ ψευδοχριστιανισμοί, ὄλαι οἱ ψευδοεκκλησίαι, δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ μία αἵρεσις παραπλεύρως εἰς τὴν ἄλλην αἵρεσιν. Τὸ κοινὸν εὐαγγελικὸ ὄνομά των εἶναι ἡ παναίρεσις». Ἄραγε ὅλες αὐτὲς οἱ ὀσιακὲς μορφὲς ποὺ μνημονεύσαμε παρὰ πάνω, πλανήθηκαν καὶ ὅσα περὶ Οἰκουμενισμοῦ εἶπαν εἶναι ἀποκυήματα τῆς φαντασίας των;

Τὸ ὅτι δὲ ὁ Διαθρησκειακὸς Οἰκουμενισμὸς προωθεῖ τὴ σύγκληση τῶν θρησκειῶν καὶ τὴν Πανθρησκεία, αὐτὸ τὸ ὁμολογοῦν κορυφαῖοι ἐκπρόσωποί του. Θὰ περιοριστοῦμε μόνο σὲ δύο παραθέσεις: Τὸ 1975 στὸν Ο.Η.Ε. σὲ μία συνάντηση ἐκπροσώπων διαφόρων θρησκειῶν ἐξεδόθη ἡ κατωτέρω διακήρυξη: «Ἡ κρίση τῆς ἐποχῆς μας προκαλεῖ τὶς παγκόσμιες θρησκεῖες νὰ ἀπελευθερώσουν μία νέα πνευματικὴ δύναμη, ὑπερβαίνοντας τὰ θρησκευτικά, πολιτιστικά, καὶ ἐθνικὰ σύνορα… Ὑποστηρίζουμε μία νέα πνευματικότητα ποὺ θὰ ἀπορρίψει τὴν ἀπομονωτικότητα καὶ θὰ κατευθυνθεῖ πρὸς μία πλανητικὴ συνείδηση». Ἂς ἀκούσωμε καὶ τὸν Robert Mueller, πρώην βοηθὸ Γενικὸ Γραμματέα τοῦ Ο.Η.Ε. ὁ ὁποῖος στὸ βιβλίο του « Ἡ νέα Γένεση» γράφει: «Οἱ θρησκεῖες πρέπει: Νὰ ἐπιταχύνουν τὸν Οἰκουμενισμὸ καὶ νὰ δημιουργήσουν κοινὰ παγκόσμια θρησκευτικὰ ἱδρύματα, τὰ ὁποῖα θὰ βροῦν τὰ μέσα καὶ τοὺς θρησκευτικοὺς ἐμπνευστές, ποὺ θὰ ὑποστηρίξουν λύσεις τῶν παγκοσμίων προβλημάτων. Νὰ ὑψώσουν τὴ σημαία τῶν Ἡνωμένων Ἐθνῶν σ’ ὅλους τούς χώρους τῆς λατρείας. Νὰ προσευχηθοῦν καὶ νὰ ὀργανώσουν παγκόσμιες συμπροσευχές…».

Ἀμφισβητεῖ ἐπίσης ὁ συντάκτης τὸ ρόλο τῆς Μασονίας καὶ τοῦ Διεθνοῦς Σιωνισμοῦ στὴ δημιουργία μίας Νέας Τάξης Πραγμάτων, δηλαδὴ στὴν ἐνοποίηση τῆς ἀνθρωπότητος, πολιτική, οἰκονομικὴ καὶ θρησκευτική. Διερωτόμαστε, σὲ ποιὸ κόσμο ζεῖ ὁ συντάκτης; Δὲ γνωρίζει ὅτι ἡ Θεοσοφία καὶ τὰ «ξαδέλφια» της, ἡ Μασονία καὶ ὁ Διεθνὴς Σιωνισμός, μὲ τὰ ὁποία ἔχει στενὴ ἰδεολογικὴ συγγένεια, ἐργάζονται πυρετωδῶς πρὸς τὴν κατεύθυνση τῆς Πανθρησκείας; Δὲ γνωρίζει ὅτι ὁ Παγκόσμιος Οἰκουμενισμὸς εἶναι σὲ πλήρη ἐξέλιξη, μὲ τὸ τριπλό του πρόσωπο, πολιτικό, οἰκονομικὸ καὶ θρησκευτικό; Δὲ γνωρίζει πώς τὸ ἕνα ἀπὸ τὰ τρία σκέλη του, τὸ οἰκονομικό, εἶναι πλέον παγκόσμιο γεγονός, μὲ τὶς γνωστὲς ἐπιπτώσεις σὲ ὅλο τὸν πλανήτη, μὲ μεγάλους χαμένους τὶς φτωχὲς χῶρες; Δὲν ἔχει ἀκούσει γιὰ τὴν «ἀνάγκη» δημιουργίας μίας παγκόσμιας κυβέρνησης, (δεύτερο σκέλος), ἡ ὁποία, (ὑποτίθεται), θὰ λύσει τὰ προβλήματα τῆς ἀνθρωπότητας; Δὲν ἔχει ἀκούσει γιὰ τὴν ἀνάγκη συνεργασίας καὶ ἰδεολογικῆς συγκλήσεως ὅλων τῶν θρησκειῶν, (τρίτο σκέλος), ἡ ὁποία, (ὑποτίθεται), ὅτι θὰ φέρει τὴν εἰρήνη στὴν ἀνθρωπότητα;

Νὰ προχωρήσουμε ἄραγε λίγο περισσότερο καὶ νὰ παραθέσουμε μερικὰ ἀκόμη στοιχεῖα; Νομίζουμε ὅτι δὲν θὰ ἦταν ἄσκοπο. Ἔχει γεμίσει ὁ κόσμος ἀπὸ παγκόσμια πανθρησκευτικὰ φόρα, (Παγκόσμια Ὁμοσπονδία Θρησκειῶν, Παγκόσμιο Βῆμα Θρησκειῶν καὶ Πολιτισμῶν, Παγκόσμιο Κοινοβούλιο Θρησκειῶν, Παγκόσμιο Συμβούλιο τῶν Ἐκκλησιῶν, Συμβούλιο Εὐρωπαϊκῶν Ἐκκλησιῶν, κ.α.), πού προωθοῦν τὸν Διαχριστιανικὸ καὶ Διαθρησκειακὸ Οἰκουμενισμὸ καὶ τὴν Πανθρησκεία, ἐνῶ παράλληλα κτίζονται πανθρησκειακοὶ ναοί, ὅπως αὐτὸς στὸ Βερολίνο. Τὰ Διαθρησκειακὰ Συνέδρια ὀργανώνονται μὲ καταιγιστικοὺς ρυθμούς, τὸ ἕνα μετὰ τὸ ἄλλο. Κορυφαῖοι πολιτικοὶ ἡγέτες τοῦ κόσμου καὶ ἡγέτες θρησκειῶν ὁμιλοῦν, ἀνοικτὰ πλέον, γιὰ «παγκόσμια θρησκευτικὴ κοινότητα», γιὰ «συνεργασία τῶν θρησκειῶν γιὰ τὴν παγκόσμια εἰρήνη καὶ ἀσφάλεια». Αἱρετικοὶ προτεστάντες ὁμιλοῦν γιὰ τὴν ἀξία τοῦ Ἑβραϊσμοῦ.

Τὸ παναιρετικὸ Βατικανὸ ἀποφάνθηκε πρόσφατα, πὼς ὁ ἑβραῖος δὲν χρειάζεται νὰ γίνει χριστιανός, διότι μπορεῖ νὰ σωθεῖ διὰ τῆς ἑβραϊκῆς θρησκείας. Ἐπίσης, σύμφωνα μὲ ἔγκυρες πληροφορίες, τὸ Βατικανὸ ἔχει ἐγκαινιάσει ἕνα νέο θρησκευτικὸ σχῆμα, τὸ «Χρισλάμ», ἀποτελούμενο ἀπὸ «χριστιανικὰ» καὶ ἰσλαμικὰ στοιχεῖα. Λειτουργοὶ διαφόρων θρησκειῶν καλοῦνται σὲ παπικοὺς καὶ προτεσταντικοὺς ναοὺς στὴν Εὐρώπη, γιὰ νὰ …κηρύξουν! Σὲ πολλοὺς ναούς, ὅπως φέτος στὸ Βέλγιο, ἄνοιξαν παπικοὶ ναοί, γιὰ νὰ ἑορτάσουν οἱ μουσουλμάνοι τὸ Ραμαζάνι!

Παράλληλα τόσο στὴν Ἑλλάδα ὅσο καὶ στὸ ἐξωτερικό, κατεβάζουν τοὺς σταυροὺς καὶ ἄλλα θρησκευτικὰ σύμβολα ἀπὸ δημόσιους χώρους χάριν δημιουργίας «κλίματος θρησκευτικῆς ἀνεκτικότητας». Ὑπάρχουν καὶ χειρότερα: «Ὀρθόδοξοι» Πατριάρχες καὶ ὑψηλόβαθμοι κληρικοὶ διακηρύττουν ἀπροκάλυπτα πλέον, σὲ Συνέδρια καὶ ἀλλοῦ, τὶς βασικὲς ἀρχὲς τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ ὅτι «ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι ὁδοὶ σωτηρίας». Ἐνδεικτικὰ ἀναφέρουμε τὴν διακήρυξη στὴν Παγκόσμια Διάσκεψη Θρησκείας καὶ Εἰρήνης στὴν Riva del Garda τῆς Ἰταλίας στὶς 4 Νοεμβρίου 1994: «…Ρωμαιοκαθολικοὶ καὶ Ὀρθόδοξοι, Προτεστάντες καὶ Ἑβραῖοι, Μουσουλμάνοι καὶ Ἰνδοί, Βουδιστὲς καὶ Κομφουκιανοί, ἦλθε ὁ καιρὸς ὄχι ἁπλῶς γιὰ προσέγγιση, ἀλλὰ γιὰ μία συμμαχία καὶ συλλογικὴ προσπάθεια πρὸς τὸν σκοπὸν τῆς καθοδηγήσεως τοῦ κόσμου, μακρὰν τῶν ψευδοπροφητῶν τοῦ ἐξτρεμισμοῦ καὶ τῆς μισαλλοδοξίας». Παράλληλα ἐφαρμόζουν στὴν πράξη ὅσα θεωρητικὰ διακηρύσσουν. Ἐνδεικτικὰ μνημονεύουμε τὴν προσφορὰ Κορανίου σὲ τοῦρκο μουσουλμάνο ἐπιχειρηματία, στὴν Ἀμερική, στὴν ἕδρα τῆς Coca Cola, στὶς 29.10.2009 καὶ στὸν πρόεδρο τοῦ Σουδᾶν στὶς 28.2.2010.

Καὶ κάτι ἀκόμη: Γιατί ἄραγε μᾶς εἰρωνεύεται ὁ συντάκτης, ὅτι ἐμεῖς δῆθεν φιλοδοξοῦμε νὰ γίνουμε «προστάτες τῆς Ὀρθοδοξίας»; Μᾶς θεωρεῖ τόσο ἀφελεῖς, νὰ πιστεύουμε, ὅτι ἐμεῖς οἱ τιποτένιοι θὰ σώσουμε τὴν Ὀρθοδοξία; Ἁπλῶς προσπαθοῦμε, ὡς ποιμένες καὶ διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας μας, νὰ πράξουμε μὲ τὶς πτωχές μας δυνάμεις τὸ ποιμαντικὸ χρέος μας. Τίποτε περισσότερο καὶ τίποτε λιγότερο. 

Ἐπαίρεται παρὰ κάτω γιὰ τὴν συμμετοχὴ τοῦ Μακαριωτάτου στὸ Παγκόσμιο Συμβούλιο τῶν Ἐκκλησιῶν: «Ἡ Ὀρθόδοξη μαρτυρία του ἀνὰ τὴν οἰκουμένη ἄρχισε, ὅταν ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τὸν ἀπέστειλε τὸ 1963, ἀκόμη Διάκονο, γιὰ νὰ τὴν ἐκπροσωπήσει στὴν Συνέλευση «Παγκόσμιου Ἱεραποστολῆς καὶ Εὐαγγελισμοῦ» τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν στὸ Μεξικό». Δὲ γνωρίζουμε, ποιὰ ἦταν ἡ μαρτυρία, ποὺ ἔδωσε ὁ Μακαριώτατος, (διάκονος τότε), στὴν ἐν λόγω  Συνέλευση τοῦ Π.Σ.Ε. στὸ Μεξικό, τὴν ὁποία ὁ συντάκτης θὰ ἔπρεπε νὰ παραθέσει, παραδόξως ὅμως τὴν ἀποσιωπᾶ. Ἐκεῖνο ὅμως ποὺ γνωρίζουμε μὲ βεβαιότητα εἶναι ἡ μαρτυρία τοῦ μεγάλου συγχρόνου ἁγίου τῆς Ἐκκλησίας μας Ἰουστίνου τοῦ Πόποβιτς, ἀλλὰ καὶ ἄλλων καταξιωμένων ἀκαδημαϊκῶν διδασκάλων, ὡς πρὸς τὴν νομιμότητα καὶ κανονικότητα αὐτῆς τῆς ἴδιας τῆς συμμετοχῆς τῆς Ἐκκλησίας μας στὸ Π.Σ.Ε. Γράφει ὁ ἅγιος: «Ἦτο ἄραγε ἀπαραίτητον ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, αὐτὸ τὸ πανάχραντον Θεανθρώπινον σῶμα καὶ ὀργανισμὸς τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, νὰ ταπεινωθεῖ τόσον τερατωδῶς, ὥστε οἱ ἀντιπρόσωποί της θεολόγοι, ἀκόμη καὶ Ἱεράρχαι, νὰ ἐπιζητοῦν τὴν ὀργανικὴν μετοχὴν καὶ συμπερίληψιν εἰς τὸ Π.Σ.Ε.; Ἀλλοίμονον, ἀνήκουστος προδοσία».

Ὁ ἀείμνηστος καθηγητὴς τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν κυρὸς Κων. Μουρατίδης, προσθέτει: «Ἡ ἀλλόκοτος καὶ τερατώδης καὶ καταλυτική τῆς Ὀρθοδόξου κανονικῆς τάξεως καὶ Ἱερᾶς Παραδόσεως συμμετοχὴ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἰς τὸ Παγκόσμιον Συνοθύλευμα τῶν Αἱρέσεων συνιστᾶ τὴν μεγίστην παγίδα τοῦ Ἀντικειμένου ἐν τῇ ἱστορίᾳ τῆς στρατευομένης Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, πρὸς διάβρωσιν καὶ ἀποσύνθεσιν τοῦ ἀπολυτρωτικοῦ ἔργου τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας… Αὐτὸ καθ’ ἑαυτὸ τὸ γεγονὸς τῆς συμμετοχῆς τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας εἰς τὸ συνοθύλευμα τῶν αἱρέσεων τοῦ Π.Σ.Ε. προσκρούει ‘ἃ πριόρι’ καὶ ἐξ’ ἀπόψεως ἀρχῆς εἰς τεράστια καὶ τουτ’ αὐτὸ ἀνυπέρβλητα ἐμπόδια, προερχόμενα ἐξ’ αὐτῆς τῆς φύσεως καὶ τοῦ χαρακτῆρος τῆς Ἐκκλησίας, ὡς τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς του Χριστοῦ Ἐκκλησίας».

Τέλος ὁ πρωτ. π. Θεόδωρος Ζήσης, ὁμότιμος καθηγητὴς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ., ἐπισημαίνει; «…Οὔτε ἔπρεπε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ νὰ μετάσχουμε, οὔτε τώρα ἀμετανοήτως νὰ συνεχίζουμε νὰ μετέχουμε τοῦ Π.Σ.Ε. καὶ τῶν ἄλλων οἰκουμενιστικῶν θεσμῶν καὶ διαλόγων, γιατί αὐτὴ ἡ συμμετοχὴ μας ἀκυρώνει τὸ Εὐαγγέλιο, προσβάλλει τοὺς μάρτυρες, διαφωνεῖ μὲ τοὺς ἁγίους Πατέρες, ἀποτελεῖ πρωτοφανῆ καινοτομία στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας ἀνὰ τοὺς αἰῶνες καὶ εἶναι μέρος τοῦ παιχνιδιοῦ τῆς Βαβυλῶνος τῆς μεγάλης». Ὁπωσδήποτε εἶναι θλιβερὸ τὸ γεγονός, ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος εἰσῆλθε στὸν πειρασμὸ τοῦ «ἀνοίγματος» στὸν Διαχριστιανικὸ καὶ Διαθρησκειακὸ Οἰκουμενισμὸ καὶ δέχθηκε τελικὰ νὰ συμμετάσχει καὶ νὰ γίνει μέλος τοῦ Π.Σ.Ε., πιεζόμενη ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο.

Ἰσχυρίζεται ἀκόμη ὅτι: «Τὰ περὶ ‘Νέας παγκόσμιας θρησκείας ἢ πανθρησκείας’ καὶ ἡ ὁμοιογενοποίηση ὅλων τῶν θρησκειῶν δὲν ἔχουν καμία σχέση μὲ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀναστάσιο. Χιλιάδες φοιτητές του στὸ Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν καθὼς καὶ ἑκατομμύρια Ὀρθοδόξων ὅλων τῶν ἠπείρων, ἀκόμη καὶ ἀναρίθμητοι συνομιλητὲς του ξένων θρησκευτικῶν πεποιθήσεων γνωρίζουν τὴν ἀκλόνητη ἀφοσίωσή του στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία». Ἂν αὐτὸ εἶναι ἀληθές, τότε ἡ συμμετοχή του στὶς Διαθρησκειακὲς Συναντήσεις τῆς Ἀσίζης, τί σκοπὸ ἐξυπηρετοῦσαν; Καὶ ὄχι ἁπλὰ ἡ συμμετοχὴ του σ’ αὐτές, ἀλλὰ καὶ ἡ συμπροσευχή του μὲ αἱρετικοὺς καὶ ἀλλοθρήσκους, ὅπως μαρτυρεῖ ὁ ἀδιάψευστος φακὸς τοῦ παρακάτω βίντεο: «https://www.youtube. com/watch?v=9hR1AXatd8k;»! Καὶ ὁ τελευταῖος πιστὸς μπορεῖ νὰ καταλάβει σήμερα, βλέποντας τὸ ὅλο τελετουργικὸ καὶ ἀκούγοντας τὶς ὁμιλίες τῶν θρησκευτικῶν ἡγετῶν, στὶς ἐν λόγω Συναντήσεις, «ποῦ τὸ πάνε» οἱ διοργανωτὲς των καὶ ποὺ αὐτὲς στοχεύουν.

Ἐπίσης καὶ κάτι ἀκόμη στὸ σημεῖο αὐτό, πολὺ σημαντικό. Ἂν ὄντως ἀληθεύει ὅτι ὁ Μακαριώτατος δὲν ἔχει καμία σχέση μὲ τὸν Διαθρησκειακὸ Οἰκουμενισμὸ καὶ τὴν ὁμογενοποίηση ὅλων τῶν θρησκειῶν καὶ ὅτι εἶναι ἀκλόνητα ἀφοσιωμένος στὴν Ὀρθοδοξία καὶ ἂν ὄντως ἀληθεύει ὁ ἰσχυρισμὸς ὅτι: «ὁ δικός μας Ἀρχιεπίσκοπος δὲν ἔχει καμιὰ σχέση μὲ τὸ προσβλητικό, παραπλανητικό, κατασκεύασμα ‘οἰκουμενιστής’», τότε, ἂς μᾶς ἐνημερώσει, ποιοὺς ἀντιαιρετικοὺς ἀγῶνες ἔκαμε μέχρι σήμερα ἐναντίον τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ; Ποιὰ ἦταν ἡ μέχρι σήμερα ποιμαντική του φροντίδα καὶ μέριμνα γιὰ νὰ προφυλάξει τὸ ποίμνιό του ἀπὸ τὸ δηλητήριο αὐτῆς τῆς φοβερῆς αἱρέσεως; Μὲ ποιοὺς λόγους, μὲ ποιὲς Ἐγκυκλίους πρὸς τὸ ποίμνιο, μὲ ποιὲς ἡμερίδες, μὲ ποιὰ συνέδρια καὶ μὲ ποιὲς ραδιοφωνικὲς καὶ τηλεοπτικὲς ἐκπομπὲς ἀγωνίστηκε νὰ καταπολεμήσει τὴν φοβερότερη αἵρεση ὅλων τῶν αἰώνων, ποὺ προχωρεῖ ἀκάθεκτη, καλπάζοντας ἐδῶ καὶ ἕνα αἰώνα; Τέλος ποία γνώμη ἔχει γιὰ τὶς ἑτερόδόξες ὁμολογίες, Παπισμό, Προτεσταντισμό, Μονοφυσιτισμό; Πιστεύει ὅτι εἶναι ἀληθεῖς Ἐκκλησίες μὲ ἀποστολικὴ διαδοχὴ καὶ ἔγκυρα μυστήρια; Ἂν ὄχι, τότε γιατί δὲν διεκήρυξε τὴν μοναδικότητα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στὴ Σύνοδο τῆς Κρήτης, ὅπου ὡς γνωστὸν ἐδόθη πλήρης ἐκκλησιαστικότητα στοὺς ἑτεροδόξους; Πολὺ θὰ θέλαμε, Μακαριώτατε, νὰ μᾶς δώσετε μία ἀπάντηση στὰ παρὰ πάνω καυτὰ ἐρωτήματα.  

Παρὰ κάτω ἰσχυρίζεται: «Ὅτι ὑπάρχουν ‘φωτεινὲς ἀκτίνες’ στὶς διδασκαλίες ἄλλων θρησκευτικῶν παραδόσεων οὐδεὶς σοβαρός, ἀντικειμενικὸς μελετητὴς τῆς Ἱστορίας τῶν Θρησκευμάτων τὸ ἀμφισβητεῖ. Ἄλλωστε τὸ συμμαρτυροῦν οἱ βιβλικὲς φράσεις: Ὁ Θεὸς ‘οὐκ ἀμάρτυρον αὐτὸν ἀφῆκεν’ (Πράξ. 14:17)· ‘τὰ ἔθνη τὰ μὴ νόμον ἔχοντα φύσει τὰ τοῦ νόμου ποιῆ, οὗτοι νόμον μὴ ἔχοντες ἐαυτοῖς εἰσὶ νόμος’ (Ρωμ.2,14)». Δὲν γνωρίζουμε τὶς θεολογικὲς γνώσεις τοῦ συντάκτου, ἀλλὰ στὴ συγκεκριμένη περίπτωση, τὰ παρὰ πάνω βιβλικὰ χωρία παρερμηνεύονται. Ἂς ἔλθουμε στὸ πρῶτο βιβλικὸ χωρίο: «καίτοι γὲ οὐκ ἀμάρτυρον ἑαυτὸν ἀφῆκεν ἀγαθοποιῶν, οὐρανόθεν ὑμὶν ὑετοὺς διδοὺς καὶ καιροὺς καρποφόρους, ἐμπιπλῶν τροφῆς καὶ εὐφροσύνης τὰς καρδίας ὑμῶν». 

Εἶναι ἕνα ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ λόγο τοῦ Παύλου στὰ Λύστρα μετὰ τὴ θεραπεία τοῦ χωλοῦ. Ἐκεῖ ὁ Παῦλος προσπαθεῖ νὰ ἀποτρέψει τὸν ὄχλο νὰ προσφέρει θυσίες πρὸς τιμὴν των, νὰ τοὺς βοηθήσει νὰ ἀπαρνηθοῦν τὴ λατρεία τῶν εἰδώλων καὶ νὰ τοὺς ὁδηγήσει στὴν ἀληθινὴ θεογνωσία. Ὁ Θεὸς ἄφησε τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἔζησαν στὴν πρὸ Χριστοῦ ἐποχή, νὰ βαδίσουν τὸν δρόμο ποὺ ἐπιθυμοῦν, νὰ λατρεύουν τοὺς θεοὺς ποὺ θέλουν. Τοὺς ἐγκατέλειψε στὴν ὁδὸ τῆς πλάνης, ὄχι διότι ἤθελε νὰ πλανηθοῦν, ἀλλὰ διότι οἱ ἴδιοι ἀπεμάκρυναν τοὺς ἑαυτοὺς των ἀπὸ τὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ προτίμησαν τὰ εἴδωλα, καθ’ ὂν χρόνον ὁ Θεὸς τοὺς ἔδωσε πολλὲς μαρτυρίες γιὰ τὴν παρουσία του. Ἔδωσε χειροπιαστὲς ἀποδείξεις γιὰ τὴν ὕπαρξή του, ὅπως τὴ δημιουργία τοῦ σύμπαντος, τὴν πρόνοια καὶ ἡ φροντίδα του, μὲ τὴν ὁποία διακυβερνᾶ τὰ πάντα, τὴν ἀγαθότητα καὶ τὴν ἀγάπη του, μὲ τὴν ὁποία παρέχει βροχὲς καὶ καιροὺς καρποφόρους καὶ κατάλληλες ἐποχὲς γιὰ καρποφορία τῆς γής, τὶς ὁποῖες ὅμως κατεφρόνησαν.

Μ’ ἄλλα λόγια οἱ «φωτεινὲς ἀκτίνες» μίας ἀμυδρᾶς, ἔστω, θεογνωσίας ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὴν κτίση, τὴν πρόνοιά Του, τὴν ἀγαθότητά Του καὶ τὴν ἀγάπη Του, ποὺ ἔδωσε ὁ Θεὸς στοὺς εἰδωλολάτρες, (καὶ κατ’ ἐπέκτασιν στοὺς ὀπαδοὺς ἄλλων θρησκειῶν), δὲν ἔγιναν δεκτές. Τὸ «καίτι» τοῦ στίχου 17 αὐτὸ ἀκριβῶς μαρτυρεῖ: Ὅτι ὁ Θεὸς μὲν ἔδωσε «φωτεινὲς ἀκτίνες», αὐτοὶ ὅμως δὲν τὶς παρέλαβαν, δὲν τὶς ἀξιοποίησαν. Ἔκλεισαν τὰ μάτια τους, γιὰ νὰ μὴ δεχθοῦν αὐτὲς τὶς «φωτεινὲς ἀκτίνες». Ἀφοῦ λοιπὸν δὲν τὶς δέχθηκαν, πῶς θὰ ἦταν δυνατὸν νὰ ὑπάρχουν αὐτὲς στὶς θρησκευτικὲς των παραδόσεις καὶ στὰ ἱερὰ των βιβλία; Τὸ ὅτι αὐτὴ εἶναι ἡ ὀρθὴ ἑρμηνεία τοῦ ὡς ἄνω βιβλικοῦ χωρίου, (καὶ ὄχι αὐτὴ ποὺ νομίζει ὁ συντάκτης), φαίνεται καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο παράλληλο χωρίο ἀπὸ τὴν πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολή: «Καὶ καθὼς οὐκ ἐδοκίμασαν τὸν Θεὸν ἔχειν ἐν ἐπιγνώσει, παρέδωκεν αὐτοὺς ὁ Θεὸς εἰς ἀδόκιμον νοῦν, ποιεῖν τὰ μὴ καθήκοντα», (1,28).

Τὰ δύο παρὰ πάνω χωρία μᾶς βοηθοῦν νὰ κατανοήσουμε ὀρθὰ καὶ τὸ χωρίο ἀπὸ τὴν πρὸς Ρωμαίους 2,14. Ἐδῶ ὁ Παῦλος παρουσιάζει μία ἀκόμα «φωτεινὴ ἀκτίνα», ποὺ εἶχαν στὴ διάθεσή τους οἱ εἰδωλολάτρες, ἕναν ἀκόμη στοιχειώδη, ἔστω, ὁδηγὸ πρὸς τὴν ἀληθινὴ θεογνωσία, τὸν ἔμφυτο ἠθικὸ νόμο τῆς συνειδήσεως. Ἐνῶ λοιπὸν οἱ εἰδωλολάτρες εἶχαν αὐτὸ τὸν ὁδηγό, ἐν τούτοις δὲν τὸν ἀξιοποίησαν, δὲν ἀκολούθησαν τὴ φωνὴ τῆς συνειδήσεώς των, ἐκτὸς βέβαια ἀπὸ ἐλαχιστότατες ἐξαιρέσεις. Κατεπάτησαν τὴν φωνὴ τῆς συνειδήσεώς των, ἔτσι ὥστε τελικὰ νὰ μὴν ἔχουν «τὸν Θεὸν ἐν ἐπιγνώσει», (Ρωμ. 1, 28), μὲ ἀποτέλεσμα νὰ παραδώσει αὐτοὺς ὁ Θεὸς «εἰς ἀδόκιμον νοῦν». Τὸ γεγονὸς βέβαια ὅτι κάποιοι ἐλάχιστοι εἰδωλολάτρες, (ὅπως γιὰ παράδειγμα ὁ Κορνήλιος ὁ ἑκατόνταρχος), ἀκολουθοῦσαν τὴ φωνὴ τῆς συνειδήσεώς των, αὐτὸ μὲ κανένα τρόπο δὲν σημαίνει ὅτι στὶς θρησκευτικὲς παραδόσεις τῶν διαφόρων θρησκειῶν ὑπάρχουν «φωτεινὲς ἀκτίνες».  

Παρὰ κάτω γράφει: «Ὅσο γιὰ τὶς θεωρίες περὶ εἰρήνης τοῦ «Γραφείου» περιοριζόμαστε νὰ παραπέμψουμε στὸ ἄρθρο τοῦ Ἀρχιεπισκόπου «Εἰρηνικὲς φωνὲς ἀπὸ τοὺς πνεύμονες τῶν θρησκειῶν». (Συνύπαρξη Ἔκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 2015), ὅπου ἐξαίρεται ἡ ἰδιαιτερότητα τῆς ἐν Χριστῷ εἰρήνης». Καὶ πιὸ κάτω: «ὅλοι οἱ ὑπεύθυνοι ἄνθρωποι, (πολιτικοί, στρατιωτικοί, διανοούμενοι, δημοσιογράφοι, οἰκονομικοὶ παράγοντες καὶ φυσικὰ οἱ θρησκευτικοὶ ἡγέτες ὅλων τῶν παραδόσεων, ὄχι μόνον οἱ Ὀρθόδοξοι) εἶναι δυνατὸν καὶ ὀφείλουν νὰ συμβάλλουν» στὴν εἰρηνικὴ συνύπαρξη. Ὅσα περὶ τῆς ἐν Χριστῷ εἰρήνης παραθέσαμε δὲν εἶναι δικές μας «θεωρίες», ἀλλὰ ἐκφράζουν τὴν περὶ εἰρήνης Ὀρθόδοξη διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἂν ὁ Μακαριώτατος ἔχει ἀντιρρήσεις, ἂς μᾶς ὑποδείξει, ποῦ νομίζει ὅτι σφάλουμε. Δὲν γνωρίζουμε τὸ περιεχόμενο τοῦ ἄρθρου του, «Εἰρηνικὲς φωνές…». Ἡ παραπομπὴ σὲ ἕνα ἄγνωστο ἄρθρο, ἀπὸ μόνη της, δὲν λέει τίποτε. Ἀποτελεῖ μᾶλλον μία «ἔξυπνη» σοφιστικὴ μέθοδο τοῦ συντάκτου, γιὰ νὰ ἀποφύγει νὰ δώσει ἀπάντηση σὲ ἕνα καυτὸ ἐρώτημα, ποὺ εἶναι καὶ τὸ κύριο σημεῖο τῆς διαφωνίας μας.

Ρωτοῦμε λοιπὸν εὐθέως καὶ ζητοῦμε εὐθέως μία ἀπάντηση: Ὁ Χριστὸς μας ὀλίγον πρὸ τοῦ πάθους Του ἔδωσε τὴν εἰρήνη του στοὺς μαθητές του: «Εἰρήνην ἀφίημι ὑμίν, εἰρήνην τὴν ἐμὴν δίδωμι ὑμίν, οὐ καθὼς ὁ κόσμος δίδωσιν, ἐγὼ δίδωμι ὑμίν», (Ἰω. 14, 27). Μία καὶ μοναδικὴ εἰρήνη παρέδωσε σ’ αὐτοὺς τὴν ὁποία χαρακτήρισε ὡς «ἐμήν». Δὲν τοὺς παρέδωσε ἄλλες εἰρῆνες, οὔτε τοὺς ἔδωσε ἐντολή, νὰ ἐργασθοῦν γιὰ τὴν ἐπικράτηση πάνω στὴ γῆ μίας κοσμικοῦ τύπου παγκόσμιας εἰρήνης, συνεργαζόμενους μὲ ἄλλες θρησκεῖες καὶ πολιτικοὺς παράγοντες. Οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι καὶ οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας αὐτοῦ του εἴδους τὴν εἰρήνη ἔφεραν στὸν κόσμο καὶ οὐδέποτε διανοήθηκαν νὰ συνεργαστοῦν μὲ ἄλλες θρησκεῖες τῆς ἐποχῆς τῶν πρὸς τὴν κατεύθυνση αὐτή. Βάσει, λοιπόν, ποιᾶς βιβλικῆς, ἢ πατερικῆς μαρτυρίας θεωρεῖτε χρέος σας νὰ συνεργασθεῖτε μὲ ἄλλες θρησκεῖες γιὰ τὴν ἀνοικοδόμηση μιᾶς κοσμικοῦ τύπου παγκόσμιας εἰρήνης; Ἀπὸ ποῦ συμπεραίνετε ὅτι ἡ Ἐκκλησία καλεῖται νὰ ἀγωνιστεῖ πρὸς τὴν κατεύθυνση αὐτή; Περιμένουμε ἀπάντηση.

Συνεχίζοντας γράφει: «Οἱ συντάκτες τοῦ συγκεκριμένου κειμένου ἐκφράζουν μία ὑπεροπτικὴ θρησκευτικὴ στάση, ποὺ περιφρονεῖ κάθε ἄλλη θρησκευτικὴ παράδοση. Αὐτὴ ἡ στάση τουλάχιστον ὡς πρὸς τὴν πολυθρησκευτικὴ Ἀλβανία εἶναι ἐπικίνδυνη γιὰ τὴν εἰρηνικὴ συνύπαρξη καὶ θὰ ἀχρήστευε κάθε προσπάθεια Ὀρθοδόξου μαρτυρίας στὴ χώρα μας». Ἂν ὁ συντάκτης κατάλαβε ὅτι ἐκφράζουμε μία «ὑπεροπτικὴ θρησκευτικὴ στάση, ποὺ περιφρονεῖ κάθε ἄλλη θρησκευτικὴ παράδοση», κατάλαβε λάθος. Ἀκολουθοῦμε τὰ βήματα τῶν ἁγίων Πατέρων μας, οἱ ὁποῖοι ἔβλεπαν μόνο μία πύλη σωτηρίας, τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Δὲν περιφρονοῦμε καμιὰ ἄλλη πίστη, ἀλλὰ καὶ δὲν μποροῦμε νὰ ἀγνοήσουμε τὸν θεόπνευστο λόγο τοῦ ἀποστόλου Πέτρου: «οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλω οὐδενὶ ἡ σωτηρία, οὐδὲ γὰρ ὄνομα ἐστιν ἕτερον ὑπὸ τὸν οὐρανὸν τὸ δεδομένον ἐν ἀνθρώποις, ἐν ὢ δεῖ σωθῆναι ἠμᾶς», (Πράξ. 4, 12), ὅπου διακηρύσσεται ἡ μοναδικότητα τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας. «Ἐὰν ἠμεῖς σιωπήσωμεν, οἱ λίθοι κεκράξονται» (Λουκ. 19, 40) καὶ θὰ εἴμαστε ἀναπολόγητοι τὴν ἡμέρα τῆς κρίσεως, ὅτι δὲν πράξαμε τὸ καθῆκον μας, νὰ καταγγείλουμε τὴν πλάνη, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ στὴν ἀπώλεια. Ἐκτὸς καὶ ἂν πιστεύει ὁ ἴδιος, ὅτι ὑπάρχουν καὶ ἄλλες πύλες σωτηρίας ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας.

Ὅσο γιὰ τὸ ἂν ἡ ἐν Χριστῷ ὁμολογία ὡς πρὸς τὴν μοναδικότητα τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας εἶναι ἐπικίνδυνη γιὰ τὴν «πολυθρησκευτικὴ Ἀλβανία», τὸν πληροφοροῦμε τὰ ἑξῆς: Δὲν ἀρνούμεθα τὴν εἰρηνικὴ συνύπαρξη μὲ τὶς ἄλλες θρησκεῖες, ἔχοντας ὑπ’ ὄψη μας τὸν λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «εἰ δυνατόν, τὸ ἐξ ὑμῶν μετὰ πάντων ἀνθρώπων εἰρηνεύοντες», (Ρωμ. 12, 18). Ὡστόσο αὐτὸ δὲν εἶναι πάντοτε δυνατόν. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Παῦλος λέγει «εἰ δυνατόν», ἐπειδὴ ἔχει ὑπ’ ὄψη του τὸν λόγο τοῦ Κυρίου μας: «εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν, καὶ ὑμᾶς διώξουσιν», (Ἰω. 15, 20). Τὸ γεγονὸς δηλαδὴ ὅτι οἱ χριστιανοὶ ὁπωσδήποτε θὰ διωχθοῦν ἀπὸ τὸν κόσμο καὶ τοὺς ἀλλοθρήσκους.

Ὁ Χριστὸς δὲν ἔδωσε ἐντολὴ στοὺς ἀποστόλους, ἀλλὰ καὶ σὲ κάθε χριστιανό: Πάσει θυσία νὰ ἐπιδιώκετε νὰ εἰρηνεύετε μὲ τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ πάσει θυσία νὰ ἐπιδιώκετε νὰ ὁμολογεῖτε τὴν πίστη, σύμφωνα μὲ τὸν λόγο του: «Πᾶς οὒν ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω καγῶ ἐν αὐτῶ ἔμπροσθέν του πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς», (Ματθ. 10, 32). Ὥστε, λοιπόν, πάνω ἀπὸ τὸ ἰδανικό τῆς εἰρηνικῆς συνυπάρξεως βρίσκεται τὸ καθῆκον τῆς ὁμολογίας. Ἂν ἀντιστρέψουμε τὰ πράγματα καὶ τοποθετήσουμε τὰ πάνω, κάτω καὶ κάτω, πάνω, τότε θὰ φθάσουμε στὸ ὀλέθριο κατάντημα νὰ κολακεύουμε τοὺς ἀλλοθρήσκους καὶ νὰ ἀναγνωρίζουμε σ’ αὐτοὺς δυνατότητα σωτηρίας. Καὶ δυστυχῶς αὐτὸ γίνεται σήμερα στὰ Διαθρησκειακὰ Συνέδρια καὶ πολλὰ ἄλλα, ὅπως συμπροσευχές, ποὺ ἀπαγορεύονται ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς Κανόνες.
Παρὰ κάτω κάνει ἐκτενῆ λόγο γιὰ τὸ πολύπλευρο «ἱεραποστολικό, ἐκπαιδευτικό, ἐκδοτικό, ὑγειονομικό, φιλανθρωπικό, κοινωνικὸ ἔργο, γενικότερα τὴν ἄνθηση τῆς Ὀρθοδοξίας στὴν Ἀλβανία». Δὲν ἀρνούμεθα ὅλα αὐτά, διὰ τὰ ὁποία καὶ συγχαίρουμε τὸν Μακαριώτατο. Τὸ πρῶτο ὅμως καὶ ἀναγκαιότερο ποὺ ζητάει ὁ Χριστὸς ἀπὸ ἕναν Προκαθήμενο, ἢ ἀπὸ ἕναν Ἐπίσκοπο, εἶναι ἡ φροντίδα καὶ ἡ μέριμνά του γιὰ τὴν διαφύλαξη τοῦ ποιμνίου του ἀπὸ τὴν αἵρεση. Κατὰ τὴν ὥρα τῆς χειροτονίας του ἔδωσε φρικτὲς ὑποσχέσεις, ὄχι γιὰ νὰ προσφέρει στὴν Ἐκκλησία φιλανθρωπικό, ἢ κοινωνικό, ἢ ὅποιο ἄλλο ποιμαντικὸ ἔργο. Ἔδωσε φρικτὲς ὑποσχέσεις νὰ διαφυλάξει ἀκέραια καὶ ἀνόθευτη τὴν Ὀρθόδοξη πίστη καὶ κατ’ ἐπέκταση νὰ διαφυλάξει τὸ ποίμνιό του ἀπὸ τὴν αἵρεση. Διότι, τί ὠφελεῖ τὸ ὅποιο «ἱεραποστολικό, ἐκπαιδευτικό, ἐκδοτικό…» ἔργο, ἐὰν ἀδιαφορήσει γιὰ τὸ σπουδαιότερο, τὴν καταπολέμηση τῆς αἱρέσεως καὶ τὴν προφύλαξη τοῦ ποιμνίου του ἀπὸ τὴν αἵρεση; Τί ὠφελεῖ νὰ κτίζουμε ναοὺς καθ’ ὂν χρόνον γκρεμίζονται ψυχές, πού ἀξίζουν περισσότερο ἀπὸ ὅλο τὸν κόσμο;

Τέλος ὁ συντάκτης μᾶς προσκαλεῖ νὰ ἐπισκεφθοῦμε τὴν Ἀλβανία γιὰ νὰ δοῦμε ἀπὸ κοντὰ τὸ πολύπλευρο ἔργο τοῦ Ἀρχιεπισκόπου: «Οἱ ζηλωτὲς συντάκτες τῆς Ἀνακοινώσεως εἶναι εὐπρόσδεκτοι νὰ ἐπισκεφθοῦν καὶ νὰ συμπροσευχηθοῦν μὲ τοὺς Ὀρθοδόξους τῆς Ἀλβανίας στοὺς νέους καθεδρικοὺς ναοὺς τῶν Τιράνων, Κορυτσᾶς, Ἀργυροκάστρου, Βερατίου, Φίερι καὶ στοὺς ναοὺς πολλῶν ἄλλων πόλεων καὶ χωριῶν….». Δὲν ἔχουμε ἀντίρρηση νὰ ἐπισκεφθοῦμε τὴν Ἀλβανία. Μόνο πού, ἂν τὸ κάνουμε, θὰ ἐπισημαίνουμε πρὸς πάσαν κατεύθυνση, σὲ κάθε ἐπαφή μας μὲ τὸν κλῆρο καὶ τὸν πιστὸ λαὸ τῆς Ἀλβανίας, τὸν κίνδυνο ἀπὸ τὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, κρατώντας στὸ χέρι μας τὸ μνημειῶδες ἔργο τοῦ ἁγίου Ἰουστίνου τοῦ Πόποβιτς: «Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καὶ ὁ Οἰκουμενισμός».

Θὰ ὑπενθυμίζουμε ἐπίσης, (καὶ μὲ αὐτὸ κλείνουμε τὴν ἀνακοίνωσή μας), ὅσα ὁ μεγάλος ἅγιος Ἱερομάρτυς καὶ Ἐθνομάρτυς Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, (ὁ ὁποῖος ἁγίασε μὲ τὰ βήματά του καὶ τὴν Βόρειο Ἤπειρο), διεκήρυξε στὶς «Διδαχὲς» του περὶ τῶν ἄλλων θρησκειῶν, ὅπως ὁ παρὰ κάτω θεόπνευστος λόγος του: «Ἐγὼ ἐδιάβασα καὶ περὶ ἱερέων καὶ περὶ ἀσεβῶν, αἱρετικῶν καὶ ἀθέων. Τὰ βάθη τῆς σοφίας ἠρεύνησα, ὄλαι αἱ πίστεις εἶναι ψεύτικες. Τοῦτο ἐκατάλαβα ἀληθινόν, ὅτι μόνη ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων χριστιανῶν εἶναι καλὴ καὶ ἁγία, τὸ νὰ πιστεύωμεν καὶ νὰ βαπτιζόμεθα εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τοῦτο σᾶς λέγω τώρα εἰς τὸ τέλος, νὰ εὐφραίνεσθε ὃπου εἶσθε Ὀρθόδοξοι χριστιανοί, καὶ νὰ κλαίετε διὰ τοὺς ἀσεβεῖς καὶ αἱρετικοὺς ὁπού περπατοῦν εἰς τὸ σκότος»!

Ἐκ τοῦ Γραφείου ἐπὶ τῶν Αἱρέσεων καὶ τῶν Παραθρησκειῶν
Ἐν Πειραιεῖ τῇ 28ῃ Ἰανουαρίου 2019