Ἐφέτος στά
σύντομα κηρύγματα τῶν Κυριακῶν θά ἀναφερθῶ στήν ἑρμηνεία τοῦ «Συμβόλου
τῆς Πίστεως». Πρόκειται γιά ἕνα ὁμολογιακό κείμενο, τό ὁποῖο διαβάζεται
στό Μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος, τό Μυστήριο τῆς θείας Λειτουργίας, σέ κάθε
ἐκκλησιαστική ἀκολουθία καί σέ κάθε προσευχή. Εἶναι ἡ πίστη μας, γι’
αὐτό χαρακτηρίζεται ὡς «Πιστεύω», ἀπό τό ἀρχικό ρῆμα τοῦ κειμένου αὐτοῦ.
Ἀπό τήν
ἀρχαία Ἐκκλησία, ὅταν κάποιος ἑτοιμαζόταν νά βαπτισθῆ, ὁμολογοῦσε τήν
πίστη του στόν Θεό καί τήν Ἐκκλησία. Εἶναι τά λεγόμενα βαπτιστήρια
σύμβολα γιά τούς Κατηχουμένους. Ἐπειδή, ὅμως, ἐμφανίσθηκαν πολλοί
αἱρετικοί καί μεταξύ τῶν Χριστιανῶν, γι’ αὐτό οἱ Πατέρες καθόρισαν τό
«Σύμβολο τῆς Πίστεως» νά ἀπαγγέλλεται καί ἀπό τούς βαπτισθέντες καί
γενικά ἀπό ὅλους τούς Χριστιανούς, ὥστε νά παραμένουν ἀκλόνητοι στήν
ὀρθή πίστη.
Τά πρῶτα
ἑπτά (7) ἄρθρα τοῦ «Συμβόλου τῆς Πίστεως» καθορίσθηκαν ἀπό τήν Α΄
(πρώτη) Οἰκουμενική Σύνοδο στήν Νίκαια τῆς Βιθυνίας τό ἔτος 325 μ.Χ.,
ἐνῶ τά ὑπόλοιπα πέντε (5) ἄρθρα προσετέθησαν ἀπό τήν Β΄ (δεύτερη)
Οἰκουμενική Σύνοδο, πού ἔγινε στήν Κωνσταντινούπολη τό ἔτος 381 μ.Χ.
Τό πρῶτο ἄρθρο τοῦ «Συμβόλου τῆς Πίστεως» ἀναφέρεται στόν ἕνα Θεό πού εἶναι δημιουργός τοῦ κόσμου. Ὁμολογοῦμε:
«Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν, πατέρα, παντοκράτορα, ποιητήν οὐρανοῦ καί γῆς, ὁρατῶν τε πάντων καί ἀοράτων».
«Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν, πατέρα, παντοκράτορα, ποιητήν οὐρανοῦ καί γῆς, ὁρατῶν τε πάντων καί ἀοράτων».
Ἡ μετάφραση εἶναι:
«Πιστεύω σέ ἕνα Θεό πατέρα, παντοκράτορα, δημιουργό τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς καί ὅλων τῶν ὁρατῶν καί τῶν ἀοράτων».
«Πιστεύω σέ ἕνα Θεό πατέρα, παντοκράτορα, δημιουργό τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς καί ὅλων τῶν ὁρατῶν καί τῶν ἀοράτων».
Κατ’ ἀρχάς
πρέπει νά ὑπογραμμισθῆ τό ρῆμα πιστεύω. Ἡ πίστη εἶναι διπλή, ἤτοι πίστη
ἐκ θεωρίας καί πίστη ἐξ ἀκοῆς. Αὐτό σημαίνει ὅτι οἱ Προφῆτες στήν
Παλαιά Διαθήκη εἶδαν τόν ἄσαρκο Λόγο, ὅπως οἱ ἴδιοι τό ὁμολογοῦν, καί οἱ
Ἀπόστολοι εἶδαν, ἄκουσαν καί ἐψηλάφισαν τόν σεσαρκωμένο Λόγο. Αὐτή
εἶναι ἡ πίστη ἐξ ὁράσεως-θεωρίας. Ὅλοι οἱ ἄλλοι πού δέχονται αὐτήν τήν
πίστη τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων, ἔχουν τήν πίστη ἐξ
ἀκοῆς. Τό ἴδιο γίνεται σέ ὅλες τίς ἐπιστῆμες. Μερικοί ἐρευνητές βλέπουν
τά κύτταρα μέ τό μικροσκόπιο, ὁπότε διδάσκουν ἐξ ὁράσεως, καί ὅλοι οἱ
ἄλλοι, πού πιστεύουμε αὐτούς, ἔχουμε τήν πίστη ἐξ ἀκοῆς.
Ἔπειτα,
στό πρῶτο ἄρθρο τοῦ «Συμβόλου τῆς Πίστεως» ὁμολογοῦμε ἕνα Θεό, Πατέρα,
Παντοκράτορα. Τό «ἕνα» δέν σημαί-νει ὅτι καταργεῖται ἡ Τριαδικότητα τοῦ
Θεοῦ, καί ὅτι ὁ ἕνας Θεός εἶναι μόνον ὁ Πατήρ, γιατί Θεός εἶναι καί ὁ
Υἱός, καί Θεός εἶναι καί τό Ἅγιον Πνεῦμα. Αὐτό φαίνεται σέ ὅλο τό
«Σύμβολο τῆς Πίστεως», ἀφοῦ ὁμολογοῦμε «εἰς ἕνα Θεόν Πατέρα...», στήν
συνέχεια καί εἰς «ἕνα Κύριον Ἰησοῦν...» καί πιό κάτω «εἰς τό Πνεῦμα τό
Ἅγιον». Τό «ἕνα» ἀναφέρεται στήν ἑνιαία φύση καί ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ὅτι ὁ
Θεός εἶναι ἕνας κατά τήν οὐσία Του καί τήν ἐνέργειά Του, καί τρεῖς κατά
τίς ὑποστάσεις Του. Τό ἑνιαῖο τῆς οὐσίας τοῦ Θεοῦ δέν καταργεῖ τήν
Τριαδικότητά Του, καί ἡ Τριαδικότητα τοῦ Θεοῦ δέν διασπᾶ τήν οὐσία Του.
Αὐτό θά τό δοῦμε, ὅταν θά ἀναλυθοῦν τά ἑπόμενα ἄρθρα τοῦ «Συμβόλου τῆς
Πίστεως».
Ἀκόμη, στό
πρῶτο ἄρθρο γράφεται ὅτι ὁ Πατήρ εἶναι δημιουργός τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς
γῆς, ὅλων αὐτῶν πού βλέπουμε, δηλαδή ὅλης τῆς κτίσεως, καί ὅλων τῶν
ἀοράτων πού δέν βλέπουμε, δηλαδή τῶν ἀγγέλων. Ἐπειδή ὁ Θεός εἶναι
Τριαδικός, Πατήρ, Υἱός καί Ἅγιον Πνεῦμα, καί τά τρία Πρόσωπα ἔχουν μία
οὐσία καί μία ἐνέργεια, γι’ αὐτό ὁ κόσμος εἶναι δημιούργημα τοῦ
Τριαδικοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ, κατά τήν κλασσική πατερική φράση, «ὁ Πατήρ δι’
Υἱοῦ ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ ποιεῖ τά πάντα». Πιό κάτω στό «Σύμβολο τῆς
Πίστεως» γράφεται: «δι' οὗ (τοῦ Υἱοῦ) τά πάντα ἐγένετο».
Ὅμως, γιατί ἐδῶ ἀναφέρεται μόνον ὁ Πατήρ ὡς δημιουργός τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς;
Ἡ ἀπάντηση
εἶναι ὅτι ἀπό ὅλο τό «Σύμβολο τῆς Πίστεως» φαίνεται ὅτι τά Πρόσωπα τῆς
Ἁγίας Τριάδος ἔχουν τήν ἴδια οὐσία καί ἐνέργεια, ἀλλά ἐδῶ τονίζεται
ἰδιαιτέρως ὁ Πατήρ γιά ἕναν σοβαρό θεολογικό λόγο.
Τήν ἐποχή
ἐκείνη ἐπικρατοῦσαν οἱ θεωρίες τοῦ γνωστικισμοῦ, σύμφωνα μέ τίς ὁποῖες ὁ
κόσμος πού βλέπουμε, μέ τήν φθορά καί τόν θάνατο πού ἔχει μέσα του,
εἶναι δημιούργημα τοῦ κακοῦ Θεοῦ. Οἱ θεωρίες αὐτές ὑποστήριζαν ὅτι ὁ
Θεός, πού δημιούργησε τόν κόσμο, εἶναι ὁ κατώτερος Θεός, καί μάλιστα ὁ
κακός Θεός, γι’ αὐτό ἐξηγεῖται τό κακό πού ὑπάρχει στόν κόσμο.
Οἱ Πατέρες
τῆς Ἐκκλησίας, ἀντιμετωπίζοντας αὐτές τίς αἱρετικές διδασκαλίες,
καθόρισαν νά γράφεται στό «Σύμβολο τῆς πίστεως» ὅτι ὁ κόσμος
δημιουργήθηκε ἀπό τόν Θεό Πατέρα, διά τοῦ Υἱοῦ, ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ. Ὁ
κόσμος ἦταν λίαν καλός ἀπό τήν ἀρχή, πού σημαίνει ὅτι τό κακό πού
ὑπάρχει στόν κόσμο δέν ὀφείλεται σέ κάποιον κατώτερο καί κακό Θεό, ἀλλά
στήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου, τήν ἀπομάκρυνση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Θεό. Ἔτσι,
δέν πρέπει νά ἀποδίδουμε εὐθύνη στόν Θεό γιά τήν ὕπαρξη τοῦ κακοῦ στόν
κόσμο, γιά τίς ἀρρώστιες καί τόν θάνατο. Ὁ Θεός δέν εἶναι αἴτιος τοῦ
κακοῦ. Δέν ὑπάρχει ἕνας καλός Θεός καί ἕνας κακός Θεός. Ὁ ἄνθρωπος μέ τό
γνωμικό θέλημά του ἔπεσε στήν ἁμαρτία καί ἔτσι παρέσυρε καί ὅλη τήν
κτίση σέ αὐτήν τήν κατάσταση, στήν φθορά καί στόν θάνατο.
Ἐπίσης,
σημαντικό εἶναι ὅτι ἐκτός ἀπό τά ὁρατά πού βλέπουμε, ὑπάρχουν καί τά
ἀόρατα, οἱ ἄγγελοι, οἱ ὁποῖοι ὑμνοῦν τόν Θεό καί μᾶς κατευθύνουν πρός
τήν σωτηρία. Ἔτσι, ὅλος ὁ κόσμος, ὁρατός καί ἀόρατος, εἶναι δημιούργημα
τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Μητροπολίτης
† Ὁ Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου ΙΕΡΟΘΕΟΣ
† Ὁ Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου ΙΕΡΟΘΕΟΣ