ΙΧΘΥΣ: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ

Τετάρτη 13 Ιουνίου 2018

Μουσουλμανισμὸς και Δυτικὸς Χριστιανισμὸς

Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ιεροθέου
Ἰούνιος 1998
Τον τελευταίο καιρό παρατηρούμε μια προσέγγιση μεταξύ του δυτικού κόσμου και του Μουσουλμανισμού - Ισλαμισμού. Οι Μουσουλμάνοι επεκτείνονται στις δυτικές κοινωνίες, δημιουργούν κοινότητες, κτίζουν Τζαμιά σε περίοπτα μέρη. Εκτός από την Ευρώπη παρατήρησα μια τέτοια έξαρση στο Βανκούβερ του Καναδά.
Η κίνηση των δυτικών Χριστιανών προς τον Μουσουλμανισμό φαίνεται αφ’ ενός μεν στην μελέτη του Κορανίου, και γι’ αυτό γίνονται συνέδρια, διαλέξεις κλπ., αφ’ ετέρου δε στην προσέγγιση των δυτικών χριστιανικών Κρατών με Κράτη όπου κυριαρχεί ο Μουσουλμανισμός. Βέβαια, παράλληλα επικρατεί και ένας φόβος των δυτικών ανθρώπων για την επέκταση του Μουσουλμανισμού.
Βλέπουμε έντονα σήμερα μια συνεργασία μεταξύ των δυτικών Κυβερνήσεων και των μουσουλμανικών Κρατών, αλλά ταυτόχρονα και μια παραθεώρηση των ορθοδόξων λαών. Παράδειγμα εκφραστικότατο είναι ό,τι γίνεται σήμερα στον χώρο των Βαλκανίων. Πιστεύω απόλυτα, και αυτό μπορώ να το υποστηρίξω με στοιχεία, ότι αυτό δεν είναι απλώς μια διπλωματική κίνηση μέσα στην διεθνή σκακιέρα που έχει να κάνη απλώς με πολιτικοοικονομικά συμφέροντα, αλλά είναι μια κίνηση που έχει σχέση με την όλη νοοτροπία του δυτικού ανθρώπου.
Έχει παρατηρηθή πολύ σωστά ότι η ιστορία πρέπει να μελετάται σε συνδυασμό με την θεολογία, όπως και το αντίστροφο. Είναι γεγονός ότι οι ιστορικές επιλογές δημιούργησαν και αλλοιώσεις στον δυτικό χώρο, όπως επίσης και η θεολογική αλλοίωση είχε συνέπεια στην δημιουργία ιστορικών ιδεολογικοπολιτικών δεδομένων. Δηλαδή, όλα τα ιδεολογικοπολιτικά συστήματα και ρεύματα που δημιουργήθηκαν στην Δύση, όπως ο Καπιταλισμός, ο Μαρξισμός, ο αγνωστικισμός, η αθεΐα, ο διαφωτισμός, ο μηδενισμός κλπ. προήλθαν από αντίδραση σε μια θεολογία που είχε απομακρυνθή από τα γνήσια θεολογικά πλαίσια της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Μέσα από το πρίσμα αυτό πρέπει να δούμε την προσέγγιση μεταξύ του δυτικού Χριστιανισμού και του Μουσουλμανισμού. Είμαι απόλυτα βέβαιος, έστω κι αν εκ πρώτης όψεως φαίνεται παράδοξο, ότι ο δυτικός Χριστιανισμός (Παπισμός και Προτεσταντισμός) θεολογικά συγγενεύουν περισσότερο με τον Μουσουλμανισμό, παρά με την Ορθοδοξία. Ήδη στην Δύση κυριαρχεί η άποψη του Προτεστάντου θεολόγου Harnack ότι η Ορθοδοξία είναι η ειδωλολατρική θεώρηση του Χριστιανισμού. Έτσι, στην όλη θεολογία και τον τρόπο ζωής, οι δυτικοί καταλαβαίνουν καλύτερα τους Μουσουλμάνους παρά τους Ορθοδόξους.
* * *
Δεν έχω βέβαια την δυνατότητα να αναπτύξω εδώ αυτήν την θεμελιώδη, κατά την γνώμη μου, πλευρά του θέματος αυτού, αλλά απλώς να υπογραμμίσω μερικά σημεία, κατά τρόπο τηλεγραφικό.
Στον Μουσουλμανισμό γίνεται λόγος για την μοναδικότητα του Θεού, και φυσικά για την ουσία Του, όπως αναπτύχθηκε στον μεταγενέστερο σουφισμό, με την ταυτόχρονη υποτίμηση του Χριστού, γι’ αυτό και δεν μπορεί να αναπτυχθή η αγάπη μεταξύ Θεού και ανθρώπων. Αυτή η θεολογική θέση γίνεται αντιληπτή από τους δυτικούς Χριστιανούς, αφού και αυτοί μιλούν για την καθαρά ενέργεια του Θεού, για την ουσία Του, και όχι βέβαια για το πρόσωπο, με την έννοια και την σημασία που έχουν αναπτύξει οι Πατέρες του Δ’ αιώνος, οι οποίοι ταύτισαν το πρόσωπο με την υπόσταση. Στην Δύση επικρατεί μια ουσιοκρατία, αλλά και όπου γίνεται λόγος για πρόσωπο εννοείται ανυπόστατα, είναι ένας απλός περσοναλισμός. Έτσι, η οντολογία του προσώπου και οι διαπροσωπικές - υποστατικές σχέσεις είναι ακατανόητες από τους δυτικούς Χριστιανούς.
Έπειτα, το Κοράνιο διακρίνεται για τον ανθρωποκεντρισμό του και τον ρεαλιστικό και κοινωνικοπολιτικό του χαρακτήρα. Αργότερα, όμως, όταν στον Μουσουλμανισμό αναπτύχθηκε ο σουφισμός, δημιουργήθηκε ένας μυστικισμός που έχει σχέση με τον νεοπλατωνισμό. Οι δυτικοί διακρίνονται από την ίδια νοοτροπία, αφού έχουν κοινωνικοποιήσει το Ευαγγέλιο, το έχουν αποδεσμεύσει από τον οντολογικό του χαρκτήρα, και ακόμη κάνουν λόγο για μυστικισμό ανατολικού τύπου. Η ελληνορθόδοξη παράδοση επιμένει στην αντιμετώπιση των οντολογικών προβλημάτων, και, χωρίς να αλλοιώνη την θεολογία, τον λόγο περί Θεού, βλέπει τα κοινωνικά φαινόμενα μέσα από γνήσια θεολογικά πλαίσια και έτσι δεν εκκοσμικεύει το μήνυμα της Αποκαλύψεως.
Επίσης, ο Μουσουλμανισμός επαγγέλλεται μια εγκοσμιοκρατική ευδαιμονία, την ικανοποίηση όλων των επιθυμιών και των αισθήσεων των πιστών, αλλά και μια ψυχική ευδαιμονία, μετά τον θάνατο, για τους πιστούς του Αλλάχ. Οι δυτικοί Χριστιανοί αντιλαμβάνονται καλύτερα αυτόν τον τύπο της ευδαιμονίας, παρά την ασκητική ζωή, την οποία έχει η Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία ασκητική αποβλέπει στην υπέρβαση της ευδαιμονίας.
Την ίδια σχέση παρατηρούμε και σε άλλα θέματα, όπως στο θέμα των πηγών της Πίστεως. Για τον Μουσουλμάνο το Κοράνιο ταυτίζεται με την αποκάλυψη του Θεού, η δε λύτρωση του πιστού εξαρτάται από το βιβλίο αυτό και την ανάγνωσή του. Αυτήν την νοοτροπία συναντούμε και στους δυτικούς Χριστιανούς, κατά τους οποίους η Αγία Γραφή είναι ο λόγος του Θεού και η μοναδική πηγή της πίστεως, γι’ αυτό οι δυτικοί αντιλαμβάνονται καλύτερα την μουσουλμανική αντίληψη για την Αποκάλυψη και όχι την ορθόδοξη, κατά την οποία το Ευαγγέλιο δεν είναι η Αποκάλυψη, αλλά λόγος περί της Αποκαλύψεως. Επίσης, την σχέση μεταξύ δυτικών Χριστιανών και Μουσουλμάνων την βλέπουμε στο θέμα του πολέμου, της Θεοκρατίας κλπ., τα οποία δεν μπορούμε να θίξουμε εδώ ούτε και τηλεγραφικά.
* * *
Επαναλαμβάνω ότι την σχέση μεταξύ των Κρατών, των πολιτισμικών παραδόσεων και των Θρησκειών δεν πρέπει να την δούμε μόνον μέσα από πολιτικές σκοπιμότητες, αλλά μέσα από θεολογικά πλαίσια. Γι’ αυτό σήμερα στην Ελλάδα πρέπει να δώσουμε μεγάλη προσοχή στην ιδιαιτερότητα της Ορθοδόξου Παραδόσεως, και μάλιστα στην γνήσια έκφρασή της, και με αυτήν να θωρακίσουμε το Έθνος μας. Είναι αυτή που συνιστά την αρχοντιά μας, αλλά και αυτή που δεν μπορούνε να αντιληφθούν τόσο οι δυτικοί Χριστιανοί όσο και οι Μουσουλμάνοι και, συνεπώς, χαρακτηρίζει στην αυτοσυνειδησία μας.